Έκτακτες ειδήσεις
Απόψεις: Γιώργος Κέντας
Αναφορικά με την εκλογή Τουρκοκυπρίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Βασικά ερωτήματα και απαντήσεις
Η εκλογή του πρώτου Τουρκοκύπριου πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Οι περισσότερες ήταν ανούσιες, συνθηματικές και αφοριστικές. Υπάρχουν ίσως κάποια ζητήματα τα οποία θα πρέπει να τεθούν και να συζητηθούν συντεταγμένα και τεκμηριωμένα.
Ποιο κάτω παρουσιάζονται μερικά βασικά ζητήματα, τα οποία θα μπορούσαν να τεθούν, καθώς κατατίθενται και απαντήσεις σε ερωτήματα που προκύπτουν. Τα ζητήματα είναι τα εξής: 1. Ποιους εκπροσωπεί ο Τουρκοκύπριος ευρωβουλευτής; 2. Σε ποιον ανήκει η έδρα του; 3. Μπορεί να τεθεί θέμα τουρκικής γλώσσας; 4. Ποιες θέσεις θα εκφράζει; 5. Ποιες οι πιθανές επιδράσεις στο Κυπριακό; 6. Τι θα γίνει στο μέλλον;
Η ανάλυση που ακολουθεί είναι συνοπτική και σίγουρα όχι εξαντλητική. Σκοπό έχει να θέσει θέματα προς δημόσια συζήτηση.
1. Ποιους εκπροσωπεί;
Το πρώτο ερώτημα που έχει τεθεί είναι: Ποιους θα εκπροσωπεί ο Τουρκοκύπριος ευρωβουλευτής; Η απάντηση είναι απλή: Θα εκπροσωπεί αυτούς που εκπροσωπεί το κάθε μέλος του ΕΚ, δηλαδή τους Ευρωπαίους πολίτες. Θα προσπαθεί να εκφράσει και να υποστηρίξει τα συμφέροντά τους.
Πέρα όμως από αυτή τη γενική προσέγγιση περί εκπροσώπησης των Ευρωπαίων πολιτών, στο ΕΚ προωθούνται και ζητήματα που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους πολίτες των κρατών μελών. Κάθε χρόνο τίθενται εκατοντάδες θέματα, οικονομικά, εμπορικά, δημοσιονομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά κ.ά. Κανένα ζητήματα που τίθεται όμως δεν είναι πολιτικά ουδέτερο, ούτε και επηρεάζει με τον ίδιο τρόπο τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών και των κρατών τους.
Οι ευρωβουλευτές, τουλάχιστον αυτοί που μελετούν τα ζητήματα και έχουν αντίληψη της επίδρασης και ενίοτε της σκοπιμότητας που κρύβουν, δεν μπορούν να είναι αδιάφοροι. Ούτε και υπάρχει χώρος για ουδετερότητα στο ΕΚ.
Το ερώτημα λοιπόν «ποιους θα εκπροσωπεί» ένας Τουρκοκύπριος ευρωβουλευτής απαντάται ως εξής: Όλους τους Ευρωπαίους πολίτες με ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως στους Ευρωπαίους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και τους άλλους Ευρωπαίους πολίτες που διαμένουν στην επικράτεια της Δημοκρατίας. Ο κάθε ευρωβουλευτής έχει να δώσει αναφορά και λογοδοτεί τόσο ενώπιον του ΕΚ, αλλά κυρίως ενώπιον των πολιτών που τον εξέλεξαν.
Αυτή η ανάλυση όμως, δεν ικανοποιεί ένα άλλο ερώτημα που τέθηκε: Μπορεί ένας Τουρκοκύπριος ευρωβουλευτής, ο κ. Κιζίλγιουρεκ, να δηλώσει ή να συμπεριφερθεί ως εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων στο ΕΚ; Αυτό μπορεί να το δηλώσει ή μπορεί και να το κάνει. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, κριτής της συμπεριφοράς του θα είναι τόσο οι συνάδελφοι του στο ΕΚ όσο και οι ψηφοφόροι Ευρωπαίοι πολίτες στην Κύπρο.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθούν όμως και δύο ακόμη ζητήματα: Πρώτο, δεν είναι άγνωστο για το ΕΚ να εκλέγονται μέλη του, τα οποία να παίρνουν ψήφους από ορισμένες ομάδες ψηφοφόρων και να εκφράζουν έντονα τα συμφέροντα των ομάδων αυτών. Για παράδειγμα, έχουν εκλεγεί Γερμανοί ευρωβουλευτές τουρκικής καταγωγής, οι οποίοι εκφράστηκαν στο ΕΚ πολύ έντονα υπέρ των θέσεων της Τουρκίας. Όπως έχουν εκλεγεί και Γερμανοί ευρωβουλευτές ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι εκφράστηκαν στο ΕΚ πολύ έντονα υπέρ των θέσεων της Ελλάδας.
Δεύτερο, η κάθε περίπτωση έχει τις ιδιαιτερότητές της. Η πολιτική κατάσταση στην Κύπρο είναι τέτοια που το ενδεχόμενο ένας Κύπριος ευρωβουλευτής να εμφανιστεί ως εκπρόσωπος της τουρκοκυπριακής κοινότητας ή ως ένας φορέας πολιτικών αιτημάτων της κοινότητας αυτής, τα οποία ενδεχομένως να είναι ενάντια στο συμφέρον της Κυπριακής Δημοκρατίας, προκαλεί προβληματισμό. Αιτήματα της τουρκοκυπριακής κοινότητας που μπορεί να συγκρούονται με συμφέροντα της Κυπριακής Δημοκρατίας αφορούν σε πολιτικές απαιτήσεις που θέτουν σε αμφιβολία ή και μπορεί να περιορίσουν την κυριαρχία ή/και τη νομική υπόσταση της Δημοκρατίας ως κράτους μέλους της ΕΕ.
2. Σε ποιον ανήκει η έδρα;
Οι έδρες στο ΕΚ ανήκουν στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε κράτος διαθέτει, σύμφωνα με τις Συνθήκες της Ένωσης, ένα συγκεκριμένο αριθμό εδρών στο ΕΚ, οι οποίες πληρούνται από Ευρωπαίους πολίτες, οι οποίοι έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, δηλαδή το δικαίωμα να εκλέξουν ή/και να εκλεγούν μέλη στο ΕΚ. Οι 6 έδρες της Κύπρου ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος μέλος, στην οποία και εκλέγονται οι αντίστοιχοι 6 ευρωβουλευτές με άμεση και καθολική ψηφοφορία.
Οι 6 έδρες της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΕΚ προϋπάρχουν και έπονται των εκλογών και αυτών που τις πληρούν. Δηλαδή, ο κάθε ευρωβουλευτής που εκλέγεται στην Κύπρο και γίνεται μέλος του ΕΚ κερδίζει θητεία 5 ετών προκειμένου να πληρώσει τη μία εκ των έξι εδρών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πριν από τους 6 ευρωβουλευτές που έχουν εκλεγεί την 26η Μαΐου 2019, στο ΕΚ υπήρχαν άλλοι 6 ευρωβουλευτές και στο μέλλον θα υπάρξουν άλλοι 6. Οι ευρωβουλευτές αλλάζουν, οι 6 έδρες παραμένουν στην κυριότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι ευρωβουλευτές των κρατών μελών δεν μεταφέρουν στο ΕΚ εθνική κυριαρχία, ούτε και μπορούν να αφαιρέσουν κυριαρχία από το κράτος στο οποίο εκλέγονται. Λειτουργούν στο πλαίσιο των Συνθηκών της ΕΕ και των κανόνων του ΕΚ, ζητήματα που έχουν το ιδιαίτερό τους ενδιαφέρον, αλλά δεν εξετάζονται περαιτέρω εδώ.
Στην περίπτωση της Κύπρου, έχει ακουστεί κατά καιρούς μια λανθασμένη άποψη. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η Κυπριακή Δημοκρατία διαθέτει μεν 6 έδρες, αλλά ο αριθμός αυτός καθορίστηκε προκειμένου να δοθούν 4 έδρες στους Ελληνοκύπριους και 2 στους Τουρκοκύπριους. Αυτή η άποψη δεν είναι μόνο λανθασμένη, αλλά είναι και ψευδής. Οι 6 έδρες ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία, με βάση πληθυσμιακά κριτήρια, τα οποία είναι αναλογικά και ίσα για όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, καθώς και ανεξάρτητα από την κοινοτική/εθνοτική σύνθεση του κράτους.
Στο παρελθόν, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της συζήτησης του σχεδίου Ανάν και ενώ οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας ολοκληρώνονταν, υπήρξε μια συνεννόηση, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση που το σχέδιο εκείνο γινόταν αποδεχτό, οι 4 Κύπριοι ευρωβουλευτές θα εκλέγονταν από/στο ελληνοκυπριακό συνιστών κράτος και οι 2 από/στο τουρκοκυπριακό. Η διευθέτηση εκείνη θα μπορούσε και να επανέλθει σε περίπτωση συμφωνίας στο Κυπριακό, καθώς εκφράζεται κατά καιρούς από πολιτικούς και ως θέση. Δεν παύει όμως να είναι μία διευθέτηση η οποία θέτει φυλετικά και εθνοτικά κριτήρια στην εκλογή των Κύπριων ευρωβουλευτών.
Υπήρξαν και άλλες συζητήσεις, οι οποίες όμως δεν αλλοιώνουν το γεγονός ότι οι 6 έδρες ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος μέλος της ΕΕ, το οποίο οφείλει κάθε πέντε χρόνια να διεξάγει άμεση και καθολική ψηφοφορία, με την οποία θα εκλέγονται οι εκπρόσωποι του κράτους αυτού στο ΕΚ.
3. Θέμα τουρκικής γλώσσας
Ο κ. Κιζίλγιουρεκ έχει πει ότι επιθυμεί να μιλά στο ΕΚ στην τουρκική γλώσσα, τη μητρική του γλώσσα, η οποία είναι και επίσημη γλώσσα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η προοπτική να τεθεί η τουρκική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα της ΕΕ, λόγω της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ένωση, είχε τεθεί και στο παρελθόν. Για λόγους που δεν αναλύονται εδώ – και παρόλο που το είχε ζητήσει και πρόσφατα ο Πρόεδρος Αναστασιάδης –, τα αρμόδια όργανα της ΕΕ απέρριψαν το αίτημα για ανακήρυξη της τουρκικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας της Ένωσης.
Υπάρχουν πολλοί πολιτικοί, αλλά και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους είναι πολύ δύσκολο να καταστεί η τουρκική γλώσσα επίσημη γλώσσα της ΕΕ. Αυτό θα μπορούσε να γίνει εάν εντασσόταν η Τουρκία στην ΕΕ, αλλά αυτό είναι πια ένα πολύ απομακρυσμένο έως και απίθανο ενδεχόμενο.
Μπορεί ο κ. Κιζίλγιουρεκ να αλλάξει τα δεδομένα αυτά; Αυτό είναι άγνωστο, αλλά σίγουρα θα είναι ένα θέμα το οποίο αναμένεται ότι θα θέσει ο ίδιος και θα απασχολήσει το ΕΚ. Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα σχετικά ερωτήματα: Ποια θα είναι η θέση της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια τέτοια περίπτωση; Ποια θα είναι η θέση των άλλων Κυπρίων ευρωβουλευτών; Ποια θα είναι η θέση του επόμενου προέδρου του ΕΚ, του επόμενου προέδρου της Επιτροπής, των άλλων ευρωβουλευτών, των άλλων κρατών μελών;
Ο κ. Κιζίλγιουρεκ είπε ότι, ως ευρωβουλευτή, δεν τον ενδιαφέρουν τα κράτη, αλλά πολύ σύντομα θα συνειδητοποιήσει ότι η ΕΕ και οι θεσμοί της δεν λειτουργούν μεμονωμένα και αποσπασματικά.
Ένα άλλο ζήτημα το οποίο προκύπτει σχετικά με την τουρκική γλώσσα είναι ότι η γλώσσα αυτή δεν είναι άγνωστη στην ΕΕ. Η Ένωση χρησιμοποιεί τη γλώσσα αυτή, όπως για παράδειγμα οι αντιπροσωπείες των θεσμών της ΕΕ στην Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ έχει δημοσιεύσει πολλές φορές κείμενα και ανακοινώσεις στην Τουρκική. Οι καθαυτό ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την ΕΕ εμπλέκουν την τουρκική γλώσσα, για παράδειγμα στη μετάφραση του κοινοτικού κεκτημένου. Είναι όμως ένα πράγμα η χρήση της τουρκικής γλώσσας και άλλο πράγμα η ανακήρυξη της γλώσσας αυτής ως επίσημης γλώσσας της ΕΕ.
Δεν αποκλείεται να επιτραπεί στον κ. Κιζίλγιουρεκ να χρησιμοποιεί την τουρκική γλώσσα στο Ευρωκοινοβούλιο (π.χ. να του παρέχουν υπηρεσίες διερμηνέα στην Ολομέλεια ή/και σε Επιτροπές), αλλά θα είναι ένα δύσκολο και πολύπλοκο ζήτημα να επιτύχει την ανακήρυξη της Τουρκικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας της ΕΕ.
Υπάρχει τέλος και η πολιτική προπαγάνδα της Τουρκίας, η οποία έχει κατηγορήσει την ΕΕ για ρατσιστική συμπεριφορά έναντι της, εφόσον αυτή αρνείται να ανακηρύξει την Τουρκική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα της Ένωσης. Η προπαγάνδα αυτή όμως έχει πολύ αδύνατο υπόβαθρο και δεν έχει καταφέρει να επικρατήσει.
4. Ποιες θέσεις θα εκφράζει;
Ένα άλλο ερώτημα που τέθηκε είναι «ποιες θέσεις θα εκφράζει ο Τουρκοκύπριος ευρωβουλευτής στο ΕΚ»; Η απάντηση είναι πολύ απλή: τις θέσεις που πιστεύει και τον εκφράζουν περισσότερο. Ο κ. Κιζίλγιουρεκ έχει πολύ συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις και απόψεις και αυτές θα εκφράζει στο ΕΚ. Αν εκλεγόταν ένας άλλος Τουρκοκύπριος στο ΕΚ, με διαφορετικές πολιτικές θέσεις, θα ακούγαμε προφανώς τις δικές του θέσεις.
Στο ΕΚ δεν συζητούν διαρκώς πολιτικά ζητήματα που αφορούν την Κύπρο, αλλά εκατοντάδες άλλα ζητήματα. Όμως αυτό που ενδιαφέρει αρκετούς Κύπριους, απ’ ό,τι φαίνεται, είναι οι ειδικές θέσεις που θα εκφράσει ο κ. Κιζίλγιουρεκ στις έστω λίγες περιπτώσεις όπου θα παρουσιαστούν ενώπιον του ΕΚ πολιτικά ζητήματα που αφορούν την Κυπριακή Δημοκρατία. Το ζήτημα αυτό είναι όμως πολύ απλό: Θα εκφράσει τις θέσεις του και θα είναι δικαίωμά του να το κάνει. Ένα δικαίωμα που του έδωσαν οι χιλιάδες πολίτες που τον ψήφισαν.
Πρέπει να σημειωθούν όμως και κάποια άλλα πράγματα: Πρώτο, στο παρελθόν δεν ήταν λίγες οι φορές που οι Κύπριοι ευρωβουλευτές διαφώνησαν και μάλιστα έντονα σε πολιτικά ζητήματα που παρουσιάστηκαν ενώπιον του ΕΚ και αφορούσαν την Κύπρο. Αυτό θα συμβεί και στο μέλλον, ενδεχομένως να συζητηθούν πιο έντονα οι διαφωνίες με αφορμή τη συμμετοχή του κ. Κιζίλγιουρεκ στο ΕΚ. Δεύτερο, τα σπουδαία πολίτικά ζητήματα που αφορούν την Κύπρο δεν συζητιούνται ούτε και αποφασίζονται στο ΕΚ, αλλά στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή σε διακρατικό επίπεδο. Στο επίπεδο αυτό, τα προβλήματα και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι πολύ πιο σημαντικά και έντονα από τις όποιες διεργασίες γίνονται στο ΕΚ. Όμως, δεν μπορεί να παραβλέψει κάποιος ότι, σε επίπεδο ΕΚ καθορίζεται το ηθικό κύρος σημαντικών πολιτικών ζητημάτων που αφορούν την Κυπριακή Δημοκρατία. Σε αυτή την περίπτωση όμως, δεν είναι τα άτομα που καθορίζουν το αποτέλεσμα, αλλά οι μεγάλες πολιτικές ομάδες που έχουν τον πρώτο λόγο. Οι Κύπριοι ευρωβουλευτές δεν έχουν απεριόριστες δυνατότητες, έχουν όμως την ευκαιρία να επηρεάσουν.
Επί του τελευταίου σημείου, ο κ. Κιζίλγιουρεκ θα έχει τη δυνατότητα να ασκήσει κάποια επιρροή εκφράζοντας τις πολιτικές του απόψεις, με άγνωστο όμως το εύρος που θα έχει η επιρροή αυτή.
5. Πιθανές επιδράσεις στο Κυπριακό
Θα επηρεάσει το Κυπριακό η εκλογή Τουρκοκύπριου ευρωβουλευτή; Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα, το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί επιστάμενα και συστηματικά. Εδώ, αναφέρονται μόνο μερικά σημεία.
Η συμμετοχή Τουρκοκυπρίων σε εκλογικές διαδικασίες της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να επιδράσει στο Κυπριακό προς διάφορες κατευθύνσεις. Μπορεί να θεωρηθεί ως ένα στοιχείο, μια έμπρακτη απόδειξη ύπαρξης ενός κοινού, ενιαίου πολιτικού χώρου στην Κύπρο, στον οποίο μπορούν να εργαστούν μαζί Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, χωρίς το φυλετικούς ή εθνοτικούς διαχωρισμούς. Αυτό ενισχύει το επιχείρημα όλων όσοι θεωρούν ότι η συζήτηση των συνταγματικών διευθετήσεων στο Κυπριακό θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να επαναξιολογηθεί. Στο ίδιο πλαίσιο η πολιτική ισότητα αποκτά ένα διαφορετικό περιεχόμενο, το οποίο όμως απαιτεί εξειδικευμένη συζήτηση. Όπως επίσης, στο πλαίσιο της ίδιας συζήτησης, οι Τουρκοκύπριοι αποδέχονται την Κυπριακή Δημοκρατία ως τον φορέα έκφρασης των πολιτικών τους δικαιωμάτων στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Από την άλλη, το ίδιο στοιχείο, δηλαδή η συμμετοχή Τουρκοκυπρίων σε εκλογικές διαδικασίες της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να έχει εντελώς διαφορετικές επιδράσεις. Οι Τουρκοκύπριοι μπορεί να καταφέρουν, όπως ήδη κατάφεραν να επιτύχουν την 26η Μαΐου 2019, καθορισμό του εκλογικού αποτελέσματος, καθορισμό του νικητή μιας εκλογικής διαδικασίας, επιλογή συγκεκριμένων υποψηφίων κ.ά. Με απλά λόγια, οι Τουρκοκύπριοι μπορεί να αποκτήσουν μία ισχυρή δυνατότητα για «τακτική ψήφο», η οποία θα μπορούσε να είναι και καθοριστική. Αυτό φυσικά εξαρτάται από τον αριθμό και το ποσοστό συμμετοχής των Τουρκοκυπρίων στις εκλογές, καθώς και ποιους επιλέγουν. Επιπλέον, μια τέτοια εξέλιξη ενδεχομένως να αναγκάσει και άλλα κόμματα να έχουν στα ψηφοδέλτιά τους Τουρκοκύπριους υποψήφιους.
Μία άλλη διάσταση της συμμετοχής Τουρκοκυπρίων σε εκλογικές διαδικασίες της Κυπριακής Δημοκρατίας αφορά τη δυνατότητα, όχι μόνο να εκλέγουν, αλλά και να εκλεγούν. Σημασία δεν έχει η προοπτική της εκλογής από μόνη της, αλλά το κίνητρο και ενδεχομένως η σκοπιμότητα για την οποία γίνεται. Στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, αλλά και στην Άγκυρα, επικράτησε η άποψη σύμφωνα με την οποία, οι Ελληνοκύπριοι εκπροσωπούν καταχρηστικά την Κυπριακή Δημοκρατία και αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Καμία απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν είναι νόμιμη και δεν ισχύει, υποστηρίζουν, εφόσον αυτή δεν περιλαμβάνει και τη σύμφωνη γνώμη των Τουρκοκυπρίων.
Στη βάση του πιο πάνω σκεπτικού, η εκλογή Τουρκοκυπρίου ή Τουρκοκυπρίων μπορεί να λειτουργήσει είτε ως επιβεβαίωση είτε ως διάψευση ενός πολύ καλά γνωστού τουρκικού επιχειρήματος. Δηλαδή, μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να υποστηρίξει ότι, με την εκλογή Τουρκοκυπρίου καταρρίπτεται το τουρκικό επιχείρημα ή, από την άλλη, η Τουρκία και η ηγεσία των Τουρκοκυπρίων να θεωρήσουν την εκλογή Τουρκοκυπρίου ως την κατεύθυνση η οποία πρέπει να ακολουθηθεί προκειμένου να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη. Βεβαίως, τα δύο αυτά επιχειρήματα είναι προβληματικά και έχουν αδυναμίες, οι οποίες όμως δε θα συζητηθούν περαιτέρω εδώ. Σημασία έχει επίσης και το πως ψηφίζουν οι Τουρκοκύπριοι. Επιλέγουν μόνο Τουρκοκύπριους ή και Ελληνοκύπριους; Οι Ελληνοκύπριοι έχουν ήδη αποδείξει ότι επιλέγουν και Τουρκοκύπριους.
6. Τι θα γίνει στο μέλλον;
Χωρίς αμφιβολία, η εκλογή Τουρκοκυπρίου στο ΕΚ θα ανοίξει εκ νέου, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τη συζήτηση περί εκπροσώπησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η τουρκική θέση είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι η «ελληνοκυπριακή διοίκηση» ούτε και μπορούν να συνεχίσουν οι Ελληνοκύπριοι να την εκμεταλλεύονται μονομερώς. Αυτή η τουρκική θέση επηρεάζει διαγώνια όλες τις πτυχές του Κυπριακού, καθώς και σημαντικές πτυχές των συμφερόντων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Για παράδειγμα, οι επιθετικές ενέργειες της Τουρκίας στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας γίνονται με επίκληση του πιο πάνω άνομου επιχειρήματος. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει κατά πόσο και σε ποιο βαθμό θα ενισχυθεί ή θα αποδυναμωθεί το τουρκικό επιχείρημα στο πλαίσιο των εξελίξεων. Μέχρι σήμερα, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αντικρούσει επιτυχώς όλες τις προσπάθειες της Τουρκίας και των φίλων της να περιορίσουν την κυριαρχία της Δημοκρατίας πέρα από τα όρια της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής.
Η Τουρκία άρχισε πρόσφατα μια νέα εκστρατεία για επέκταση των περιορισμών στην κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τη χρήση στρατιωτικών μέσων. Υπάρχει ανησυχία ότι η εκλογή του κ. Κιζίλγιουρεκ στο ΕΚ μπορεί να δώσει έναυσμα για επαναφορά ιδεών και προτάσεων για αλλοίωση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο ΕΕ. Τα δύο αυτά ζητήματα είναι διαφορετικά και πρέπει να εκτιμηθούν και να εξεταστούν επί των ιδιαιτεροτήτων τους. Ιδιαίτερα το δεύτερο ζήτημα θα πρέπει να συζητηθεί με ψυχραιμία, χωρίς υπερβολές και χωρίς απλοποιήσεις.
29 May 2019
Τι θα πρέπει να αποφασίσει το Συμβούλιο της ΕΕ; Όχι άλλες δηλώσεις συμπαράστασης
Η σημερινή σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ στις Βρυξέλλες (13/5/2019) είναι μια ευκαιρία, όχι απλά για ενημέρωση, αλλά για διεκδίκηση μιας σαφούς Απόφασης από τους Υπουργούς Εξωτερικών της Ένωσης. Ενημέρωση έκανε ήδη ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, καθώς έγιναν και αρκετές ενημερώσεις σε διμερές επίπεδο. Είναι η ώρα για πράξεις, όχι για άλλες δηλώσεις συμπαράστασης.
Η τοποθέτηση της κ. Mogherini που έγινε στις 4 Μαΐου είναι μια καλή βάση για να χτιστεί μια ισχυρή Απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, η οποία να περιέχει πέντε άξονες :
1. Σαφή καταδίκη της Τουρκίας για τις παράνομες ενέργειές της εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας
2. Σαφή διαπίστωση ότι οι ενέργειες αυτές της Τουρκίας παραβιάζουν κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας
3. Να κληθεί η Τουρκία να τερματίσει άμεσα τις ενέργειες αυτές, καθώς και να μην προβεί σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες που να στρέφονται κατά των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας
4. Προειδοποίηση της Τουρκίας πως, εάν δεν τερματίσει άμεσα τις ενέργειές της, η ΕΕ θα λάβει απόφαση για κυρώσεις εντός χρονικού διαστήματος που θα οριστεί
5. Δέσμευση για λήψη περαιτέρω μέτρων τα οποία θα περιγραφούν
Οι δηλώσεις συμπαράστασης, στήριξης και αλληλεγγύης έχουν τη σημασία τους, αλλά δεν έχουν οποιονδήποτε πρακτικό αντίκρισμα. Μόνο όταν δηλώσεις και προθέσεις εκφραστούν στο πλαίσιο νομικά δεσμευτικών αποφάσεων με σαφή περιεχόμενο μπορεί να εκτιμηθούν ως ουσιαστικές. Οι αποφάσεις των Συμβουλίων της ΕΕ έχουν ακριβώς αυτόν τον χαρακτήρα.
Το Συμβούλιο της ΕΕ έχει λάβει δεκάδες τέτοιες αποφάσεις σε ανάλογες περιπτώσεις παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου. Γιατί να μην πάρει μία απόφαση και για την περίπτωση της Κύπρου;
Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκφράστηκε πρόθεση συμπαράσταση από όλα τα κράτη μέλη. Κάποια εξ αυτών έδειξαν και πρόθεση να εξετάσουν περαιτέρω κινήσεις. Είναι στο χέρι της Κυπριακής Κυβέρνησης και του Υπουργού Εξωτερικών να πείσει. Ευχόμαστε να το διεκδικήσει και να τα καταφέρει.
Η διαδικασία λήψης τέτοιων αποφάσεων σε επίπεδο Συμβουλίου είναι πολιτική και πολύ καλά γνωστή. Χρειάζεται προετοιμασία, πειθώ και ένα ισχυρό κράτος μέλος να προωθήσει ένα προσχέδιο απόφασης, σε συνεννόηση με την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία και πρέπει να έχει ήδη ετοιμάσει το δικό της προσχέδιο απόφασης. Από εκεί και πέρα είναι θέμα λόμπι.
Η επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά το κράτος το οποίο δέχθηκε μία ακόμα επιθετική ενέργεια, οφείλει να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του με αποφασιστικότητα. Ουδείς άλλος θα το πράξει γι' αυτό.
13 May 2019
Ο μύθος του πρώτου eurogroup II
06 March 2015
John Koenig: Persona non grata
Ο Αμερικανός Πρέσβης John Koenig αποφάσισε να ολοκληρώσει τη θητεία του στη Λευκωσία με μια προβοκάτσια ολκής. Με τη γνωστή ανάρτηση του στο tweeter προσπάθησε συγκαλυμμένα, αλλά σαφώς σκόπιμα να υποστηρίξει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία κάνει συμφωνίες με ένα κράτος το οποίο δολοφονεί μέλη της αντιπολίτευσης. Αυτή είναι μια σαφώς εχθρική ενέργεια προς τη Δημοκρατία.
O Πρόεδρος θα πρέπει άμεσα να ζητήσει από την Ουάσιγκτον να τον απομακρύνει, έστω και αν η θητεία του λήγει κανονικά. Με την ενέργεια του αυτή ο κ. Koenig θα έπρεπε να θεωρηθεί αμέσως persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο) στην Κυπριακή Δημοκρατία. Έχει ξεπεράσει τα εσκαμμένα εδώ και καιρό και η πράξη του αυτή πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σοβαρότητα από τη Δημοκρατία, διότι πλήττει το κύρος της χώρας και υποσκάπτει τις σχέσεις ΗΠΑ-Κυπριακής Δημοκρατίας.
Είναι πολύ καλά γνωστές οι προσωπικές θέσεις του Αμερικανού Πρέσβη για το Κυπριακό, τα ζητήματα ενέργειας, τις τουρκικές προκλήσεις και το πάγωμα των συνομιλιών. Με τη στάση και τις ενέργειές του τους τελευταίους μήνες έχει προκαλέσει προβλήματα στις σχέσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας και της Αμερικάνικης Πρεσβείας. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Κυπριακή Δημοκρατία έχουν κοινά συμφέροντα και επιδιώξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, τα οποία όμως δεν μπορούν να αναπτυχθούν με ομαλό τρόπο, όταν το κλίμα στις σχέσεις του Αμερικανού Πρέσβη και του Προέδρου δεν είναι καλό.
Η τελευταία, δημόσια αυτή τη φορά, ενέργεια του κ. Koenig να προκαλέσει δημόσια την Κυπριακή Δημοκρατία και να θίξει τον ίδιο τον Πρόεδρο της Κύπρου με προκλητικό και ανέντιμο τρόπο, δημιουργεί μια ακόμη πιο βεβαρημένη ατμόσφαιρα, η οποία μπορεί να εξομαλυνθεί μόνο όταν αντικατασταθεί ο κ. Koenig.
Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει χώρος για προβοκατόρικες και ακραίες συμπεριφορές, όπως αυτή του κ. Koenig, στην ανάπτυξη των σχέσεων ΗΠΑ-Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία και άλλοι δρώντες με επιρροή πρέπει να προσπαθήσουν, μέσω των οργανώσεων της ομογένειας και άλλων ομάδων πίεσης έτσι ώστε ο επόμενος Αμερικανός Πρέσβης στη Λευκωσία να είναι άτομο το οποίο μπορεί να προωθήσει με ορθολογικό τρόπο τις σχέσεις Λευκωσίας-Ουάσιγκτον.
02 March 2015
Η 7η Ιανουαρίου της Γαλλίας
Η Γαλλία δέχθηκε ένα στυγνό τρομοκρατικό κτύπημα στο όνομα μιας παράλογης ιδεολογίας, η οποία έχει μια αυξανόμενη επιρροή, ισχυρά μέσα και αμετροεπείς δυνατότητες. Οι τρομοκράτες-εκτελεστές φάνηκε ότι ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένοι, είχαν ένα καλά οργανωμένο σχέδιο και να έδρασαν στη βάση αρίστης πληροφόρησης. Το γεγονός ότι κατάφεραν να διαφύγουν της προσοχής των υπηρεσιών ασφαλείας της Γαλλίας (παρόλο που ήταν γνωστοί και σεσημασμένοι) και να δράσουν «υπό το φως του ηλίου», δείχνει κάτι παραπάνω από οργάνωση. Αποκαλύπτει το βάθος του εγχώριου (“home grown”) φονταμενταλισμού και τον τρόπο με τον οποίο αυτός πλάθεται από ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες και πατρονάρισμα.
Το κτύπημα στο Charlie Hebdo δεν ήταν καθόλου αυθόρμητο ούτε τυχαίο. Η εφημερίδα αυτή ήταν ένας διακηρυγμένος στόχος της τοπικής και διεθνούς τρομοκρατίας εδώ και χρόνια. Στο όνομα μιας σατιρικής και προβοκατόρικης εφημερίδας στοχοποιήθηκε ένα σύμβολο του δυτικού πολιτισμού. Ένα σύμβολο της ελεύθερης έκφρασης, της καυστικής κριτικής και της διακωμώδησης της πολιτικής. Μια κατάκτηση αιώνων, η οποία προκαλεί, αλλά και δοκιμάζει τα όρια του φιλελεύθερου δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι τρομοκράτες δεν επεδίωξαν απλά να δολοφονήσουν Γάλλους πολίτες. Επεδίωξαν να δολοφονήσουν συγκεκριμένους ανθρώπους για συγκεκριμένους λόγους και με συγκεκριμένους στόχους.
Στα πρόσωπα των θυμάτων τους οι στυγνοί τρομοκράτες-εκτελεστές «είδαν» την ταπείνωση ενός ολόκληρου έθνους και την τρομοκράτησή του. Δέκα χρόνια πριν, στις 7 Ιουλίου 2005, το Λονδίνο ξύπνησε με ένα ανάλογο εφιαλτικό τρομοκρατικό κτύπημα. Τέσσερεις νεαροί Βρετανοί πολίτες ανατίναξαν ισάριθμες βόμβες και αυτοκτονώντας παρέσυραν στο θάνατο 52 άλλους και τραυμάτισαν πέραν των 700. Όπως και το κτύπημα στο Λονδίνο – και προηγουμένως, το 2004 το κτύπημα στη Μαδρίτη και το 2001 το κτύπημα στις ΗΠΑ –, το κτύπημα στο Παρίσι ήταν πολύ καλά υπολογισμένο. Υπάρχουν πολλά κοινά όπως και πολλές διαφορές ανάμεσα στις περιπτώσεις αυτές, οι οποίες θα πρέπει να συζητηθούν. Το πιο ανησυχητικό είναι η εμφανής αδυναμία αναπτυγμένων δυτικών κοινωνιών να ενσωματώσουν μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς και να ελέγξουν την ανάδυση ακραίων ιδεολογιών και συμπεριφορών.
Η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι θα πρέπει να οδηγήσει σε μια διαδικασία εθνικής συσπείρωσης και διεθνούς αλληλεγγύης. Η τρομοκρατία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε να έχει άλλοθι. Ταυτόχρονα όμως το κτύπημα της 7ης Ιανουαρίου στο Παρίσι θα πρέπει να οδηγήσει τη γαλλική κοινωνία σε μια «άσκηση αυτογνωσίας» και επανεκτίμηση των σχέσεων της με άλλους πολιτισμούς, θρησκείες και κράτη.
09 January 2015
Πέρα από την κουλτούρα διαμαρτυρίας
Η αποχή από τις συνομιλίες δεν είναι επαρκής πολιτική επιλογή. Η απόφαση της Τουρκίας να συνεχίσει τις παράνομες έρευνες στη ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν αναμενόμενη και εν πολλοίς γνωστή σε Λευκωσία, Αθήνα, Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον. Η Τουρκία θα συνεχίσει και θα εντείνει την πολιτική αυτή ενόσω συνεχίζεται το πρόγραμμα γεωτρήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας και θα κορυφώσει τις αντιδράσεις της όταν η Κυπριακή Δημοκρατία και οι συμβαλλόμενες εταιρίες βρεθούν κοντά σε εμπορική συμφωνία για πώληση φυσικού αερίου.
Η προσδοκία του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι τώρα θα πρέπει να πεισθούν και οι πλέον δύσπιστοι για τις προθέσεις της Τουρκίας είναι προς τη λάθος κατεύθυνση. Η δήλωση αυτή αναπαράγει μια κουλτούρα διαμαρτυρίας, η οποία έχει εκφυλίσει τη τακτική της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Κυπριακό. Για την ιστορία, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης υποστήριξε έντονα στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 2013 ότι δε θα εμπλακεί σε ένα παιγνίδι επίρριψης ευθυνών (το λεγόμενο «blame game»). Δυστυχώς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος καταφεύγει ακριβώς στο παιγνίδι αυτό, το οποίο – ως έμπειρος και ικανός διπλωμάτης γνωρίζει ότι – είναι το καταφύγιο του αδυνάτου όταν βρεθεί σε αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο στο οποίο οδηγούν οι χειρισμοί των τελευταίων ετών. Αξίζει μνείας το γεγονός ότι η τακτική και του προκατόχου του κ. Αναστασιάδη, του κ. Χριστόφια, ήταν ακριβώς η ίδια. Μπήκε σε συνομιλίες το 2008 για να αποδείξει ότι η αδιάλλακτη πλευρά είναι η Τουρκία, κάτι που δεν πέτυχε τελικά. Αντίθετα, στα εσωτερικά τους σημειώματα τα Ηνωμένα Έθνη θεωρούσαν αδιάλλακτη την ελληνοκυπριακή «πλευρά».
Η κατευναστική κίνηση Αναστασιάδη προς την Τουρκία, μια μόλις μέρα πριν την ανανέωση της NAVTEX – να βάλει οικειοθελώς το φυσικό αέριο στο τραπέζι των συνομιλιών –, ήταν αχρείαστη. Γνώριζε πολύ καλά ότι οι τουρκικές προκλήσεις θα συνεχιστούν. Προτίμησε να κάνει μια περιττή κίνηση «καλής θέλησης», προς ζημία όμως της διαπραγματευτικής θέσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Για την ιστορία, μια μέρα πριν από την έκδοση της πρώτης NAVTEX ο κ. Αναστασιάδης δήλωσε ότι οι ΗΠΑ εγγυούνται την κυπριακή ΑΟΖ. Το μόνο που είπαν ή έκαναν οι ΗΠΑ όμως ήταν να ενημερώσουν τη Λευκωσία για τις προθέσεις της Τουρκίας.
Στην προσπάθεια του να δικαιολογήσει την απόφαση Αναστασιάδη να βάλει το φυσικό αέριο στο τραπέζι των συνομιλιών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε στο «ΜΕΓΑ» ότι «το φυσικό αέριο ήταν πάντοτε στις συνομιλίες», παραπέμποντας στο ζήτημα της διαχείρισης των φυσικών πόρων. Η δήλωση αυτή είναι άστοχη. Το ζήτημα των φυσικών πόρων αποτέλεσε ανέκαθεν ένα επουσιώδες ζήτημα στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό σε σχέση με τα κορυφαία ζητήματα στις συνομιλίες. Δεν αποτέλεσε ποτέ ζητήματα τριβής, αντίθετα ήταν γενικά αδιάφορο. Το 2004, το σχέδιο Ανάν προνοούσε ότι η διαχείριση των φυσικών πόρων θα ήταν αρμοδιότητα και των «συνιστόντων κρατών». Η τουρκοκυπριακή κοινότητα επέμενε σε αυτό και η ελληνοκυπριακή κοινότητα δεν είχε ιδιαίτερη αντίρρηση. Το ζήτημα των φυσικών πόρων παρουσίασε ενδιαφέρον στις συνομιλίες μετά την παροχή άδειας στη Noble και ιδιαίτερα μετά την ανακάλυψη ποσοτήτων φυσικού αερίου στο τεμάχιο Αφροδίτη. Όμως ουδέποτε συζητήθηκε θέμα αρμοδιοτήτων επί του φυσικού αερίου συγκεκριμένα. Αντίθετα, το ζήτημα αυτό προσέδωσε στην Κυπριακή Δημοκρατία ένα στρατηγικό πλεονεκτήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, το οποίο η Τουρκία επιδιώκει να εξουδετερώσει. Αρχικά η Τουρκία εμφανίστηκε ως ενδιαφερόμενο μέρος και αργότερα επεδίωξε να ακυρώσει το ερευνητικό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και των συμβαλλομένων εταιριών. Εάν το ζήτημα του φυσικού αερίου μπει στο τραπέζι των συνομιλιών, δε θα εξουδετερωθούν μόνο τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα απειληθεί σοβαρά όλο το πρόγραμμα για εξόρυξη και εμπορική εκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Αυτά είναι γνωστά και θα έπρεπε να γίνονται πιο προσεκτικές δηλώσεις από κυβερνητικής πλευράς. Το φυσικό αέριο δεν συζητήθηκε (ούτε πρέπει να συζητηθεί) ποτέ στις συνομιλίες. Δε χρειάζεται περεταίρω ανάλυση για να τεκμηριωθεί ότι το ζήτημα του φυσικού αερίου δεν είναι απλά ζήτημα φυσικών πόρων.
Η κατάσταση αρχίζει να γίνεται ιδιαζόντως ανησυχητική. Η Κυπριακή Δημοκρατία εμφανίζεται να εξαντλεί όλη τη διπλωματική της δεινότητα στην αναστολή της συμμετοχής της ελληνοκυπριακής κοινότητας στις συνομιλίες και στην αναζήτηση κατανόησης για την απόφαση αυτή. Αυτό δεν επαρκεί και είναι απογοητευτικό. Χρειάζονται επιπλέον κινήσεις και ένας εντελώς διαφορετικός τρόπος σκέψης. Ο χειρισμός του ενεργειακού προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να γίνει στο πλαίσιο των περιφερειακών σχεδιασμών και αναγκών κατά προτεραιότητα και, εφόσον επιβεβαιωθούν νέα κοιτάσματα, να ακολουθηθεί μια λελογισμένη εμπορική πολιτική σε αγαστή συνεργασία με τις εμπλεκόμενες εταιρίες και τους καλύτερους επενδυτές.
Στη διεθνή αγορά ενέργειας πολύ λίγη σημασία δίνεται στα εσωτερικά και τα εξωτερικά ζητήματα μιας εξαγωγικής χώρας, φτάνει αυτή να μπορεί αξιόπιστα να ανταποκριθεί στα συμφωνηθέντα. Αν η Κυπριακή Δημοκρατία γίνει μέρος της λύσης των ενεργειακών προβλημάτων στην περιοχή, πολύ λίγη σημασία θα δοθεί στον τρόπο αξιοποίησης των εσόδων. Γενικά στη διεθνή πολιτική επικρατεί ένας κυνισμός για τέτοια ζητήματα. Η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να επενδύσει στην οικοδόμηση αξιοπιστίας εξαγωγικού κράτους.
Για τους επόμενους 6-8 μήνες η προτεραιότητα είναι η κάλυψη των αναγκών της Αιγύπτου και της Ιορδανίας σε φυσικό αέριο. Αυτή είναι στρατηγική επιδίωξη και των ΗΠΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει δυνατότητες να αποκτήσει στρατηγική αξία και αξιοπιστία. Οι τουρκικές προκλήσεις πρέπει να ενεργοποιήσουν αλλού είδους αντανακλαστικά στην Κυπριακή Δημοκρατία.
07 January 2015
Δεν είναι «απλά μια αρχή» το Κοινό Ανακοινωθέν
Το Κοινό Ανακοινωθέν με το οποίο επαναρχίζουν οι συνομιλίες στο Κυπριακό δεν είναι απλά ένα κείμενο. Είναι στην ουσία μια νέα συμφωνία Υψηλού Επιπέδου ανάμεσα στις δύο κοινότητες, η οποία καθορίζει ουσιαστικές παραμέτρους μιας συνολικής συμφωνίας στο Κυπριακό. Είναι λοιπόν λανθασμένη η άποψη που εκφράστηκε ότι η συμφωνία αυτή δεν κρίνει το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Δεν κρίνει μόνο το πλαίσιο κορυφαίων ζητημάτων του Κυπριακού, αλλά τα ορίζει σε απόλυτο βαθμό.
Το κείμενο της συμφωνίας δεν μπορεί να θεωρηθεί απλά ως μια αρχή των συνομιλιών, αλλά πρέπει να αναγνωστεί ως το πλαίσιο της επιδιωκόμενης συμφωνίας σε σημαντικά θέματα. Το κείμενο ορίζει τα θεμέλια του κεφαλαίου της διακυβέρνησης, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο επιδιώκεται να διαρθρωθεί πολιτειακά το κράτος. Η διάρθρωση η οποία προβλέπεται είναι διχαστική, αφού αυτή αναφέρεται αποκλειστικά στον τρόπο με τον οποίο τα δύο συνιστώντα κράτη θα έχουν κυριαρχία, αυτοτέλεια και εξουσία, όντας ανεξάρτητο το ένα από το άλλο.
Η αναφορά σε ενιαία κυριαρχία, όπως αυτή ορίζεται από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία του κράτους ως υποκειμένου διεθνών σχέσεων και διεθνούς δικαίου. Το ζήτημα της κυριαρχίας που αφορούσε ανέκαθεν και κατεξοχήν το Κυπριακό, αναφέρεται στην οργάνωση και την κατανομή των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών με τρόπο που να μην υποσκάπτεται η ενότητα του κράτους, των θεσμών και της κοινωνίας. Το κείμενο δίνει αποκλειστικά έμφαση στις κυρίαρχες εξουσίες των συνιστώντων κρατών και παραβλέπει τις κυρίαρχες εξουσίες του ομόσπονδου κράτους, δηλαδή του συνεκτικού κρίκου ανάμεσα στα δύο συνιστώντα κράτη. Το ίδιο ισχύει και με την ιθαγένεια, η οποία επίσης διχοτομείται σε επίπεδο συνιστώντων κρατών. Στο πλαίσιο αυτό ορίζεται και θεσμοθετείται ένα καθαρά διχαστικό πλαίσιο πολιτειακής διάρθρωσης, το οποίο δεν εμπεριέχει ισχυρά στοιχεία ενός ενωμένου κράτους, ενός ενωμένου θεσμικού πλαισίου, μιας ενωμένης κοινωνίας. Στην ουσία η έννοια του κυρίαρχου κυπριακού κράτους υποβαθμίζεται εντελώς στο κείμενο, προς όφελος των δύο συνιστώντων κρατών.
Το πρώτο συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι το κείμενο της συμφωνίας καθορίζει απόλυτα τα όρια και το ουσιαστικό περιεχόμενο της διάρθρωσης του πολιτειακού μορφώματος που επιδιώκεται, διάρθρωση που προβλέπεται ότι θα είναι εξόχως διχαστική. Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί κανείς να μιλά για «απλώς μια αρχή», αλλά για ένα αυστηρό και απόλυτο πλαίσιο πολιτειακής διάρθρωσης, η οποία φαίνεται να απέχει πολύ από τις προσδοκίες των Ελλήνων της Κύπρου.
Δεν χρειάζεται ίσως να αναφερθούν άλλα παραδείγματα για να αποδειχθεί ότι το κείμενο δεν αποτελεί «απλά μια αρχή». Υπάρχει όμως μια πρόνοια η οποία όχι μόνο δεν παραπέμπει στην έννοια της «αρχής», αλλά καθορίζει εξ ολοκλήρου μια έννοια συνέχειας. Η πρόνοια για συζήτηση μόνο των ζητημάτων που θεωρούνται άλυτα υποχρεώνουν τις δύο κοινότητες να θεωρήσουν κάποια ζητήματα ως «λυμένα», ως «δεδομένα». Ποια είναι όμως τα ζητήματα αυτά; Η διατύπωση στο σημείο αυτό είναι τόσο γενική και αόριστη που δίνει στην κάθε κοινότητα τη δυνατότητα να θέσει στο τραπέζι των συνομιλιών τα ζητήματα που αυτή θεωρεί ως «λυμένα».
Σύμφωνα λοιπόν με την πρόνοια αυτή, αν δημιουργείται μια αρχή, αυτή θα είναι η αρχή μιας ατέρμονης συζήτησης για το «τι» και «πώς» έχει συμφωνηθεί. Με απλά λόγια, η μόνη αρχή η οποία υπάρχει στο κείμενο είναι η αρχή της ασάφειας. Αυτή είναι «απλά μια πολύ κακή αρχή» για τις διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό.
10 February 2014
Δεν είναι «απλά μια αρχή» το Κοινό Ανακοινωθέν
Το Κοινό Ανακοινωθέν με το οποίο επαναρχίζουν οι συνομιλίες στο Κυπριακό δεν είναι απλά ένα κείμενο. Είναι στην ουσία μια νέα συμφωνία Υψηλού Επιπέδου ανάμεσα στις δύο κοινότητες, η οποία καθορίζει ουσιαστικές παραμέτρους μιας συνολικής συμφωνίας στο Κυπριακό. Είναι λοιπόν λανθασμένη η άποψη που εκφράστηκε ότι η συμφωνία αυτή δεν κρίνει το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Δεν κρίνει μόνο το πλαίσιο κορυφαίων ζητημάτων του Κυπριακού, αλλά τα ορίζει σε απόλυτο βαθμό.
Το κείμενο της συμφωνίας δεν μπορεί να θεωρηθεί απλά ως μια αρχή των συνομιλιών, αλλά πρέπει να αναγνωστεί ως το πλαίσιο της επιδιωκόμενης συμφωνίας σε σημαντικά θέματα. Το κείμενο ορίζει τα θεμέλια του κεφαλαίου της διακυβέρνησης, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο επιδιώκεται να διαρθρωθεί πολιτειακά το κράτος. Η διάρθρωση η οποία προβλέπεται είναι διχαστική, αφού αυτή αναφέρεται αποκλειστικά στον τρόπο με τον οποίο τα δύο συνιστώντα κράτη θα έχουν κυριαρχία, αυτοτέλεια και εξουσία, όντας ανεξάρτητο το ένα από το άλλο.
Η αναφορά σε ενιαία κυριαρχία, όπως αυτή ορίζεται από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία του κράτους ως υποκειμένου διεθνών σχέσεων και διεθνούς δικαίου. Το ζήτημα της κυριαρχίας που αφορούσε ανέκαθεν και κατεξοχήν το Κυπριακό, αναφέρεται στην οργάνωση και την κατανομή των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών με τρόπο που να μην υποσκάπτεται η ενότητα του κράτους, των θεσμών και της κοινωνίας.
Το κείμενο δίνει αποκλειστικά έμφαση στις κυρίαρχες εξουσίες των συνιστώντων κρατών και παραβλέπει τις κυρίαρχες εξουσίες του ομόσπονδου κράτους, δηλαδή του συνεκτικού κρίκου ανάμεσα στα δύο συνιστώντα κράτη. Το ίδιο ισχύει και με την ιθαγένεια, η οποία επίσης διχοτομείται σε επίπεδο συνιστώντων κρατών. Στο πλαίσιο αυτό ορίζεται και θεσμοθετείται ένα καθαρά διχαστικό πλαίσιο πολιτειακής διάρθρωσης, το οποίο δεν εμπεριέχει ισχυρά στοιχεία ενός ενωμένου κράτους, ενός ενωμένου θεσμικού πλαισίου, μιας ενωμένης κοινωνίας. Στην ουσία η έννοια του κυρίαρχου κυπριακού κράτους υποβαθμίζεται εντελώς στο κείμενο, προς όφελος των δύο συνιστώντων κρατών.
Το πρώτο συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι το κείμενο της συμφωνίας καθορίζει απόλυτα τα όρια και το ουσιαστικό περιεχόμενο της διάρθρωσης του πολιτειακού μορφώματος που επιδιώκεται, διάρθρωση που προβλέπεται ότι θα είναι εξόχως διχαστική. Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί κανείς να μιλά για «απλώς μια αρχή», αλλά για ένα αυστηρό και απόλυτο πλαίσιο πολιτειακής διάρθρωσης, η οποία φαίνεται να απέχει πολύ από τις προσδοκίες των Ελλήνων της Κύπρου.
Δεν χρειάζεται ίσως να αναφερθούν άλλα παραδείγματα για να αποδειχθεί ότι το κείμενο δεν αποτελεί «απλά μια αρχή». Υπάρχει όμως μια πρόνοια η οποία όχι μόνο δεν παραπέμπει στην έννοια της «αρχής», αλλά καθορίζει εξ ολοκλήρου μια έννοια συνέχειας. Η πρόνοια για συζήτηση μόνο των ζητημάτων που θεωρούνται άλυτα υποχρεώνουν τις δύο κοινότητες να θεωρήσουν κάποια ζητήματα ως «λυμένα», ως «δεδομένα». Ποια είναι όμως τα ζητήματα αυτά; Η διατύπωση στο σημείο αυτό είναι τόσο γενική και αόριστη που δίνει στην κάθε κοινότητα τη δυνατότητα να θέσει στο τραπέζι των συνομιλιών τα ζητήματα που αυτή θεωρεί ως «λυμένα».
Σύμφωνα λοιπόν με την πρόνοια αυτή, αν δημιουργείται μια αρχή, αυτή θα είναι η αρχή μιας ατέρμονης συζήτησης για το «τι» και «πώς» έχει συμφωνηθεί. Με απλά λόγια, η μόνη αρχή η οποία υπάρχει στο κείμενο είναι η αρχή της ασάφειας. Αυτή είναι «απλά μια πολύ κακή αρχή» για τις διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό.
09 February 2014
Η ώρα της αλήθειας για τον Αναστασιάδη
Φτάσαμε στο σημείο όπου ο Πρόεδρος Αναστασιάδης θα πρέπει να πει ένα «ναι» ή ένα «όχι» στην έναρξη των συνομιλιών. Τη στιγμή αυτή οι Αμερικανοί έχουν αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο και ασκούν πιέσεις. Τους ενδιαφέρει η έναρξη των συνομιλιών. Όχι γιατί πιστεύουν ότι υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες να βρεθεί λύση, αλλά διότι πιστεύουν ότι με την έναρξη των συνομιλιών θα αποφορτιστεί η ατμόσφαιρα στην Ανατολική Μεσόγειο και θα αποφευχθεί η κλιμάκωση της έντασης. Αυτό είναι και το μήνυμα που θα μεταφέρει στον Πρόεδρο Αναστασιάδη η Αμερικανίδα Υφυπουργός Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ. Το τελευταίο στην ουσία χαρτί των Αμερικανών, της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών και των υπόλοιπων δρώντων που πιέζουν για συνομιλίες. Πώς άραγε θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις πιέσεις αυτές ο Πρόεδρος Αναστασιάδης;
Οι πληροφορίες μας είναι σαφείς και ξεκάθαρες. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είδε τον Πρόεδρο του ΔΗΚΟ και του είπε ότι «δεν μπορεί να επιμένει άλλο, πρέπει να προχωρήσει». Γνωρίζει ότι ο Νικόλας Παπαδόπουλος δεν συμφωνεί και σταθμίζει το κόστος μιας πιθανής αντίδρασης του ΔΗΚΟ, του μόνου ισχυρού εταίρου στην κυβέρνηση, πλην του ΔΗΣΥ, ο οποίος παραμένει ό,τι και αν συμβεί. Όχι όμως και το ΔΗΚΟ. Εάν ο Αναστασιάδης προχωρήσει στο Κυπριακό με τις γνωστές ασάφειες, η αντίδραση του ΔΗΚΟ θα είναι σφοδρή και δυνητικά θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση αποχώρησής του από την κυβέρνηση.
Από την άλλη, η πληροφόρηση που έχουμε αφορά και ένα άλλο μέτωπο. Συγκυριακό αυτή τη φορά. Οι δηλώσεις Μπαν Κι Μουν και η επιθετικότητα της Τουρκίας έχουν δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα, το οποίο δίνει έρεισμα στον Πρόεδρο Αναστασιάδη να αρνηθεί τις πιέσεις και να επιμείνει στις θέσεις του. Ο περίγυρος των συμβούλων του, οι οποίοι ευνοούσαν την άμεση έναρξη συνομιλιών, είναι σε δύσκολη θέση.
Τι μένει λοιπόν; Οξύμωρο μεν, αληθινό δε. Μένει εκείνο που απουσιάζει. Δηλαδή η οικοδόμηση μιας σαφούς στρατηγικής προσέγγισης της κατάστασης. Τη διέξοδο προσφέρει αφειδώλευτα ο αντίπαλος. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης οφείλει να εξηγήσει στην Αμερικανίδα Υφυπουργό Εξωτερικών την κατάσταση ως έχει. Αν αρχίσουν συνομιλίες μέσα σ’ αυτό το κλίμα, τότε όχι μόνο δεν θα αποκλιμακωθεί η επιθετικότητα της Τουρκίας, αλλά θα ενταθεί επικίνδυνα. Ο στόχος της Άγκυρας θα είναι σαφής: Να πιέσει τα πράγματα έτσι ώστε το ζήτημα των ενεργειακών πόρων να καταστεί μια διμερής διαφορά και αυτή, η Τουρκία δηλαδή, ενδιαφερόμενο μέρος. Πρέπει, με απλά λόγια, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης να υποδείξει στην Αμερικανίδα Υφυπουργό—όπως και στον Αμερικανό Πρέσβη, ο οποίος τον πιλατεύει συνεχώς—πως με την έναρξη των συνομιλιών η ένταση θα αυξηθεί και αυτό δεν συμφέρει ούτε στην Κύπρο, ούτε στην ΕΕ, ούτε στις ΗΠΑ, ούτε στο Ισραήλ, ούτε στα άλλα κράτη της περιοχής. Αντίθετα, οι ΗΠΑ πρέπει να ασκήσουν πιέσεις στην Τουρκία να αποκλιμακώσει την ένταση που εκείνη έχει δημιουργήσει και αφού επιτευχθεί αυτό, τότε οι συνομιλίες μπορούν να αρχίσουν.
Και κάτι τελευταίο: Το κοινό ανακοινωθέν δεν είναι ζήτημα λέξεων. Είναι ζήτημα ουσίας. Διότι εάν η ελληνοκυπριακή κοινότητα δώσει εξαρχής όλα όσα ζητά η τουρκοκυπριακή κοινότητα σε θέματα διακυβέρνησης, τότε θα χάσει οποιαδήποτε διαπραγματευτική ισχύ για τη συνέχεια των συνομιλιών. Και αυτό πρέπει να εξηγηθεί στους Αμερικανούς.
Η ώρα της αλήθειας έφτασε για τον Αναστασιάδη. Και αυτή η ώρα είναι η ώρα του ρεαλισμού και των συμφερόντων. Αυτή τη γλώσσα καταλαβαίνουν οι Αμερικανοί. Αυτή είναι η γλώσσα της αλήθειας.
04 February 2014
Γιατί δεν πρέπει να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις
Η πολιτεία μας περνά ένα κρίσιμο στάδιο. Σύμφωνα με πρόνοια του μνημονίου—δέσμευση δύο διαδοχικών κυβερνήσεων—οι ημικρατικοί οργανισμοί θα πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν. Ιδιωτικοποίηση των οργανισμών αυτών συνεπάγεται αποξένωση τους. Το κράτος δεν θα μπορεί να ασκεί οποιονδήποτε έλεγχο στους οργανισμούς αυτούς πέρα από τον θεσμικό έλεγχο στον οποίο υπόκεινται όλοι οι οργανισμοί ιδιωτικού δικαίου, κάτι που θα περιορίσει τη δυνατότητα του κυπριακού κράτους να παράγει και να παρέχει συγκεκριμένα δημόσια αγαθά.
Στη θεωρία υπάρχουν δύο προσεγγίσεις για το ζήτημα αυτό. Η μια υποστηρίζει τη φιλελευθεροποίηση/ιδιωτικοποίηση όλων των παρεχόμενων δημόσιων αγαθών. Η πράξη αυτή συμβάλλει στη διεύρυνση της ανθρώπινης ελευθερίας και του πλαισίου μέσα στο οποίο οι πολίτες ενός κράτους συναλλάσσονται. Την προσέγγιση αυτή υποστήριξε έντονα ο Robert Nozick. Στο πλαίσιο της οικονομικής διεργασίας, η φιλελευθεροποίηση οδηγεί στην αύξηση του ανταγωνισμού και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και αγαθών. Εν τέλει ευνοείται ο πολίτης-καταναλωτής. Η προσέγγιση αυτή δοκιμάστηκε στην πράξη εδώ και μερικές δεκαετίες και παρατηρήθηκε ότι στη θεωρία τα πράγματα δουλεύουν κάπως έτσι, αλλά στην πράξη η εφαρμογή του μοντέλου αυτού διαφέρει από κράτος σε κράτος. Οι λόγοι της διαφοροποίησης είναι οικονομικοί, κοινωνικοί και πολιτισμικοί.
Η δεύτερη προσέγγιση υποστηρίζει ότι το κράτος πρέπει να παρέχει συγκεκριμένα δημόσια αγαθά στην κοινωνία, στο πλαίσιο της εκπλήρωσης της αποστολής του. Σύμφωνα με τον Isaiah Berlin, ο οποίος υποστήριξε με πειστικότητα τη θέση αυτή, το κράτος οφείλει να διατηρεί υπό τον έλεγχό του μέσα και δυνατότητες που θα διασφαλίζουν ένα ελάχιστο δημόσιο πλαίσιο ελευθερίας και ευημερίας για την κοινωνία. Όπως και με την πρώτη προσέγγιση, η προσέγγιση του Berlin παρουσιάζει κάποια προβλήματα στην εφαρμογή της. Τα κράτη που διατηρούν μέσα και δυνατότητες παραγωγής και διάθεσης δημόσιων αγαθών αποτυγχάνουν στην εκπλήρωση της αποστολής αυτής.
Το κυπριακό κράτος λειτούργησε από την ίδρυσή του στο πλαίσιο της δεύτερης προσέγγισης. Με γεωμετρική πρόοδο όμως απέτυχε να εκπληρώσει την αποστολή του. Οι οργανισμοί οι οποίοι είχαν ως αποστολή την παραγωγή και διάθεση δημόσιων αγαθών, όπως οι ημικρατικοί οργανισμοί, μετατράπηκαν σε άντρο διαφθοράς και διαπλοκής. Ο συνδικαλισμός και ο παραγοντισμός, η κομματικοποίηση και η ημετεροκρατία έφθειραν και σταδιακά απαξίωσαν τους οργανισμούς αυτούς. Τα προβλήματα αυτά είναι γνωστά. Γι’ αυτό σήμερα οι ημικρατικοι οργανισμοί γίνονται εύκολη λεία στις δυνάμεις της φιλελευθεροποίησης, οι οποίες καραδοκούν για να τους ελέγξουν και να τους φέρουν στα μέτρα τους.
Χάνοντας τον έλεγχο των οργανισμών αυτών το κυπριακό κράτος θα χάσει μέσα και δυνατότητες παραγωγής και διάθεσης σπουδαίων δημόσιων αγαθών. Ταυτόχρονα όμως η κοινωνία θα απαλλαγεί από ένα αρρωστημένο και δαπανηρό σύστημα κακοδιαχείρισης δημόσιας περιουσίας και πλούτου. Στο πλαίσιο του σκεπτικού αυτού η ιδέα της ιδιωτικοποίησης των ημικρατικών οργανισμών φαίνεται μια καλή επιλογή και ίσως μια ιδανική λύση. Με την ιδιωτικοποίηση οι οργανισμοί αυτοί θα εξορθολογισθούν, θα γίνουν πιο αποδοτικοί και θα βελτιώσουν την παραγωγικότητά τους, όπως και την ποιότητα των αγαθών που παράγουν και διαθέτουν στην κοινωνία. Στη θεωρία αυτό ακούγεται λογικό. Στην πράξη όμως;
Στην πράξη το αποτέλεσμα των ιδιωτικοποιήσεων είναι αβέβαιο και απρόβλεπτο. Ουδείς μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια το αποτέλεσμα της φιλελευθεροποίησης των ημικρατικών οργανισμών στην Κύπρο. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι θεωρίες του Nozick (και όλων όσοι τις ανέπτυξαν περαιτέρω) πάσχουν από αναξιοπιστία. Γενικά το μοντέλο του φιλελευθερισμού περνά μια κρίση, η οποία δεν έφτασε ακόμα στα όρια της. Στη βάση του σκεπτικού αυτού πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι ιδιωτικοποιήσεις στην Κύπρο θα είναι ένα κοινωνικο-οικονομικό πείραμα.
Άποψή μου είναι ότι το κυπριακό κράτος οφείλει να διατηρήσει μια ακμαία δυνατότητα παραγωγής και διάθεσης δημόσιων αγαθών. Σε ένα τοπικό και διεθνές περιβάλλον αβεβαιότητας το κράτος θα αναδυθεί ως ο μόνος αξιόπιστος δρώντας. Κανένας άλλος δρώντας σε περιφερειακό ή διεθνές επίπεδο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της σημερινής εποχής. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζεται αδύναμη και απρόθυμη να συμβάλει στην ελευθερία και ευημερία των λαών. Επομένως η πρόταση που κατατίθεται εδώ είναι ο εξορθολογισμός των ημικρατικών οργανισμών από το κράτος και όχι η απαλλοτρίωσή τους στις δυνάμεις μιας αβέβαιης φιλελευθεροποίησης.
Φοβάμαι όμως ότι μπήκαμε ήδη σε μια τελεολογία ιδιωτικοποιήσεων. Στους κομματικούς, συντεχνιακούς και ευνοούμενους που οδήγησαν το κυπριακό κράτος στο σημείο αυτό δεν μένει παρά μόνο μια επιλογή: Μια «ηρωική» πράξη πολιτικής αυτοχειρίας. Αν δεν έχουν το θάρρος να πράξουν τούτο, τουλάχιστον ας μην εμφανίζονται ως μυρολογίστρες στα ΜΜΕ οδυρόμενοι για τις ιδιωτικοποιήσεις. Θα έχουν μόνο την απαξίωση και την αποδοκιμασία μας. Πέραν τούτου δεν αφαιρώ ούτε και ένα ιώτα από τη θέση μου: Δεν πρέπει να γίνουν ιδιωτικοποιήσεις!
ΥΓ. Οι δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου περί των ημικρατικών οργανισμών, τους οποίους χαρακτήρισε «αμπελοχώραφα των κομμάτων», προκαλούν την εξής απορία: Μήπως και οι επικεφαλής της Εκκλησίας της Κύπρου χειρίστηκαν την περιουσία της ως δικά τους αμπελοχώραφα; Ακόμα μια άστοχη δήλωση του Αρχιεπισκόπου, ο οποίος συνεχίζει να εμφανίζεται συχνά-πυκνά ως απολογητής της πολιτικής της τρόικας και της κυβέρνησης.
25 November 2013
Ο Γλαύκος Κληρίδης στα χέρια της ιστορίας
16 November 2013
Μαραθώνιος στη Λευκωσία τώρα!
Λίγες ώρες πριν από τον Κλασικό Μαραθώνιο στην Αθήνα. Μια θορυβώδης πόλη βιαστικών και ανυπόμονων ανθρώπων. Διερωτηθήκατε ποτέ για το φαινόμενο αυτό;
Σε μια πόλη όπου επικρατεί η κακοφωνία, για μια μέρα έστω, πώς μπορεί να επικρατήσει το ήθος του Μαραθωνίου; Μια πόλη η οποία δεν φημίζεται για την οργανωτική της ικανότητα. Κι όμως! Αν τα καταφέρνουν οι Νεοέλληνες να διατηρούν τον θεσμό του Μαραθωνίου στην Αθήνα, σε μια πόλη όπου σχεδόν κανείς δεν συμφωνεί με κανένα, τότε ο θεσμός αυτός μπορεί να εμπεδωθεί παντού, σε όλες τις πρωτεύουσες του κόσμου.
Οι Νεοέλληνες μπορεί να νικήθηκαν από τα πάθη και την κακοδαιμονία τους, αλλά οι πρωτόγονοι θεσμοί τους διαπερνούν ακόμα τις ψυχές τους. Αυτό το ήθος, το ήθος του Μαραθωνίου διαπερνά όλο τον κόσμο εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Πόλεις εκτατομμυρίων ανθρώπων αποδέχονται έναν ελληνικό θεσμό με πλήρη γνώση και συνείδηση. Η μέρα αυτή, η μέρα του Μαραθωνίου θα είναι αφιερωμένη στον θεσμό αυτό και το ήθος που κυοφορεί. Δεν σκέφτονται κατά πόσο θα κλείσουν κάποιοι δρόμοι ή θα «ταλαιπωρηθούν» οι κάτοικοι της πόλης· ότι θα επηρεαστεί το εμπόριο κλπ. Ενστερνίζονται ένα υψηλό ιδανικό, χωρίς πολλές φορές να σκέφτονται το πώς και το γιατί.
Στη Λευκωσία όμως το θαύμα αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Εκεί οι άνθρωποι είναι πιο απαιτητικοί. Αλίμονο! Να κλείσουν οι κεντρικοί δρόμοι της Λευκωσίας; Πώς θα κατέβει ο κόσμος στα καταστήματα Δεκέμβριο μήνα; Θέλετε να δημιουργηθεί κυκλοφοριακό κομφούζιο; Είστε σοβαροί; Αυτά και άλλα πολλά ακούστηκαν σε μια σύσκεψη που οργανώθηκε πριν από μερικές βδομάδες στη Λευκωσία. Βλέπετε, οι αρχές της Λευκωσίας, ο Δήμος, η Αστυνομία, οι επιχειρηματίες, οι καταναλωτές έχουν ως προτεραιότητα άλλα ιδανικά. Ούτε μια μέρα δεν μπορούν να τα περιορίσουν. Ούτε για μερικές ώρες!
Πέρσι είδαμε και ακούσαμε απίστευτα πράγματα. «Μας έκλεισαν τον δρόμο Δεκέμβριο μήνα! Είναι δυνατόν;» είπαν κάποιοι. Ένας οδηγός ακούστηκε να λέει: «Πώς θα πάρω τα μωρά να φάνε παγωτό στη Λήδρας»; Ναι, μια μέρα του Δεκέμβρη στη Λευκωσία μπορεί να είναι μια σχεδόν καλοκαιρινή μέρα. Σε μια διασταύρωση όπου γινόταν έλεγχος για τη διέλευση των μαραθωνοδρόμων, μια κυρία φώναζε μέσα από το παράθυρο του αυτοκινήτου της στον αστυνομικό: «Μα κύριε είσαι σοβαρός; Θα περιμένω εγώ τούτους τους κουρούπετους, τούτους τους αθκιανούς να περάσουν για να πάω στη δουλειά μου»; Ναι, υπάρχουν διαφόρων ειδών ιδανικά και προτεραιότητες. Αυτά που επικρατούν στη Λευκωσία φαίνεται να ματαιώνουν τη διοργάνωση του Μαραθωνίου φέτος.
Σε λίγες ώρες ξημερώνει Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013. Σε μια πόλη μερικών εκατομμυρίων, 30 και πλέον χιλιάδες ανθρώπων διαφόρων εθνικοτήτων θα ανηφορήσουν για τον Μαραθώνα. Εκεί όπου η ιστορία των Ελλήνων, η ιστορία όλης της οικουμένης, στρέφεται χρόνια πίσω, πάντα με την ίδια σκέψη, το ίδιο συναίσθημα, τον ίδιο στόχο: Αγώνας αντοχής, αγώνας για τη ζωή, αγώνας για ιδανικά και αξίες, αγώνας για να ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας. Τα συναισθήματα και τους στόχους αυτούς τους ενστερνίζονται και τους συντηρούν εκατομμύρια ανθρώπων σε όλη την οικουμένη. Σε δεκάδες πρωτεύουσες του κόσμου. Εκτός από τη Λευκωσία. Γιατί;
Αύριο το πνεύμα του πρώτου μαραθωνοδρόμου αναγεννάται στις καρδιές εκατομμυρίων Αθηναίων, εκατομμυρίων Ευρωπαίων, Αμερικανών, Αφρικανών, Ασιατών, ανδρών και γυναικών όλων των φυλών, θρησκειών και πολιτισμών. Φανταστείτε πώς ένα παιδάκι σε μια φτωχή κοινότητα στην Κένυα γίνεται παγκόσμιος πρωταθλητής Μαραθωνίου. Τι άραγε καθοδηγεί το πνεύμα του; Ελπίζω αυτό να διαπεράσει και το πνεύμα και τους θεσμούς των Λευκωσιατών, για να καταξιωθούν επιτέλους να θεσμοθετήσουν ένα Μαραθώνιο στη Λευκωσία, την πρωτεύουσα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
09 November 2013
Ο μύθος του πρώτου eurogroup
Κάποια πράγματα θα έπρεπε να είχαν ξεκαθαρίσει μια για πάντα. Πλην όμως, η πολιτική προπαγάνδα καλλιεργεί μια σειρά από μύθους, οι οποίοι μολύνουν τον δημόσιο διάλογο. Ένας μύθος σαν κι αυτούς αφορά την απόφαση του πρώτου eurogroup.
Η απόφαση αφορούσε «σε εφάπαξ εισφορά 9,9% για τις καταθέσεις σε κυπριακές τράπεζες άνω των 100.000 ευρώ και σε 6,7% για τις καταθέσεις που είναι κάτω από 100.000 ευρώ». Πού έγκειται λοιπόν ο μύθος και πού βρίσκεται η αλήθεια; Ο μύθος κατ’ αρχάς έγκειται στο γεγονός ότι κάποιοι—πολιτικοί, δημοσιογράφοι, αναλυτές, κ.ά.—επιμένουν ότι σε περίπτωση που γινόταν δεκτή η απόφαση αυτή, τότε τα πράγματα θα ήταν αλλιώς. Ναι, αλλά τέτοια απόφαση δεν υπήρξε εν τέλει. Πόσοι στ’ αλήθεια γνωρίζουν ότι τα μέλη του eurogroup συνεδρίασαν εκ νέου, προτού καν το θέμα πάει στο κυπριακό Κοινοβούλιο, και αποφάσισαν ότι κούρεμα δεν μπορεί να γίνει, σε καμιά περίπτωση, για καταθέσεις κάτω των 100 χιλιάδων ευρώ! Μάλιστα, υπήρξε μια «διορθωτική» απόφαση, η οποία στην ουσία ακύρωνε την «πρώτη», της οποίας δεν μάθαμε ποτέ την πατρότητα. Ή τη μάθαμε; Ποιοι την εισηγήθηκαν; Ο κ. Αναστασιάδης, όπως υποστήριξε η Μέρκελ, ή οι άλλοι Ευρωπαίοι, όπως υποστήριξε αρχικά ο κ. Αναστασιάδης;
Επομένως, για ποια απόφαση του πρώτου eurogroup μιλάμε; Προφανώς, η μόνη απόφαση του πρώτου eurogroup ήταν αυτή που «διορθώθηκε» λίγες ώρες αργότερα και άφηνε ανοικτά πολλά ζητήματα, τα οποία «αντιμετώπισε» το δεύτερο eurogroup. Στην ουσία η λεγόμενη απόφαση του πρώτου eurogroup, εκτός του ότι ήταν λανθασμένη, ήταν ασαφής και λανθασμένη. Η αλήθεια αυτή κρατήθηκε σχεδόν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και πολύ λίγοι ασχολήθηκαν μαζί της. Το ερώτημα που με βασανίζει από τότε είναι γιατί το Κοινοβούλιό μας πήρε θέση για μια απόφαση, η οποία είχε αλλάξει εν τω μεταξύ. Αυτό το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί πολύ απλά σε δύο σημεία: Πρώτο, το Κοινοβούλιό μας έχει παράδοση στη λήψη αποφάσεων με ελάχιστη έως καθόλου μελέτη και, δεύτερο, ο πανικός των ημερών επισκίασε τη λογική και τον ορθολογικό τρόπο σκέψης.
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται εδώ. Η μυθολογία περί του πρώτου eurogroup συνεχίζει και επεκτείνεται σε ανεδαφικούς συνειρμούς, οι οποίοι είναι από εξωφρενικοί έως αστείοι. Σύμφωνα με το κύριο επιχείρημα των μυθολόγων του πρώτου eurogroup, εάν γινόταν κούρεμα με οριζόντιο τρόπο, εάν δηλαδή «πληρώναμε όλοι μας από κάτι», τότε «τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά». Αυτό το «διαφορετικά» ακούγεται πολύ γενικό. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να το συγκεκριμενοποιήσουμε. Αν δηλαδή, υποθετικά πάντα μιλώντας, υπήρχε απόφαση για οριζόντιο κούρεμα θα σωζόταν η Λαϊκή Τράπεζα; Δεν θα χανόταν η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό μας σύστημα; Δεν θα διαλυόταν εν τέλει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου; Δεν θα είχαμε τα σκληρά μέτρα του μνημονίου; Θα άλλαζαν οι ανάγκες για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών; Πόσο θα ήταν το τελικό ποσό του κουρέματος; Ποιοι και πώς θα το πλήρωναν; Τι ακριβώς θα γινόταν δηλαδή;
Αυτές οι εικασίες και εικοτολογίες, οι οποίες δεν είναι μόνο ανέξοδες και ανεύθυνες, είναι πρωτίστως ανήθικες, πρέπει επιτέλους να σταματήσουν. Η ενημερωμένη κοινωνία πρέπει να αποστραφεί μια για πάντα τους μυθολόγους της δήθεν πρώτης απόφασης του eurogroup.
07 November 2013
Η τραγική αποτυχία Αναστασιάδη στο Κυπριακό
Ο Γενικός Γραμματέα του ΟΗΕ έδωσε στον κ. Αναστασιάδη τελεσίγραφο τεσσάρων ημερών για να αποδεχθεί τους όρους και τη διαδικασία ενός νέου γύρου συνομιλιών στο Κυπριακό. Αυτό είναι πρωτάκουστο. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κάποιου είδους κακόγουστης φάρσας, αλλά δυστυχώς δεν είναι. Ενώ ο κ. Αναστασιάδης ανάλωνε τις δυνάμεις του στο εσωτερικό μέτωπο και προσέφευγε σε πύρινες δηλώσεις, δεσμεύσεις, όρκους και υποσχέσεις, στο διεθνές επίπεδο εξελισσόταν ένα οργιώδες παρασκήνιο, πίσω από το οποίο βρισκόταν η ομάδα Ντάουνερ και διπλωμάτες τουλάχιστο ενός μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Βρετανίας. Ο κ. Ντάουνερ επέβαλε εύκολα στον άβουλο Μπαν Κι Μουν τη διαδικασία του τελεσίγραφου.
Από τη πρώτη στιγμή της εκλογής του, προειδοποιήσαμε τον Πρόεδρο. Με σαφή τρόπο επεξηγήθηκε το παρασκήνιο και υποδείχθηκε ότι δε θα έπρεπε να μπει σε μια διαδικασία για έναρξη συνομιλιών στο Κυπριακό τη περίοδο αυτή. Υπήρχαν και υπάρχουν άλλοι στόχοι και προτεραιότητες. Δε θα έπρεπε να μπει σε άμυνα ούτε και να κάνει ανέξοδες κινήσεις, οι οποίες θα προκαλούσα κόστος στην Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Υποδείχθηκε επίσης δημοσίως ότι ο κ. Ντάουνερ είχε ατζέντα και σαφείς στόχους. Θα έπρεπε να συγκρουστεί μαζί του με τρόπο που να μην αφήνει άλλη επιλογή στον Γενικό Γραμματέα παρά την αντικατάστασή του. Μια τέτοια κίνηση θα έδινε χρόνο για σχεδιασμό. Αγνοήθηκαν όλες οι άλλες απόψεις. Ο κ. Αναστασιάδης ακολούθησε τις συμβουλές της επικοινωνιακής ομάδας του Προεδρικού. Δήλωσε ότι δε θα πρέπει να ασχολούμαστε με τον κ. Ντάουνερ. Το αποτέλεσμα δε θα μπορούσε να είναι χειρότερο. Η αποτυχία είναι καταθλιπτική.
Το σκηνικό μοιάζει γνώριμο. Η φήμη του κ. Αναστασιάδη, η οποία εξελίσσεται σε «κατάρα», επιβεβαιώνεται σε διάστημα μόλις επτά μηνών. Κατάφερε να του βάλουν άλλο ένα πιστόλι στον κρόταφο και να τον απειλήσουν: «Έχεις τέσσερεις ημέρες». Αν είναι δυνατόν! Κάποιοι ίσως σκεφτούν ότι αυτό επεδίωκε. Να διευκολυνθεί προκειμένου να επιδιώξει τις ενδόμυχές του προθέσεις στο πλαίσιο ενός σκηνικού απειλών και διλημμάτων. Αυτό ίσως να ήρθε πιο νωρίς απ’ ότι περίμενε. Μάλλον είχε άλλο επικοινωνιακό σχέδιο, αλλά ο κ. Αναστασιάδης, όπως και ο κ. Χριστόφιας προηγουμένως, έπεσε θύμα του ιδεαλισμού του. Αυτής της επικίνδυνης τακτικής η οποία έφερε το Κυπριακό στο χείλος του γκρεμού.
Ο κ. Αναστασιάδης δεν απέτυχε μόνο στη τακτική και τους χειρισμούς του. Υπέστηκε κάτι πολύ χειρότερο: Ο κ. Ντάουνερ και οι συνεργάτες του τον εξευτέλισαν. Με το τελεσίγραφο των τεσσάρων ημερών του έστειλαν το μήνυμα ότι, όχι μόνο δεν έχει λόγο στη διαδικασία, αλλά θα πρέπει να κάνει ακριβώς ότι του πούνε.
Τραγική ειρωνεία: Ο ίδιος ο κ. Αναστασιάδης σε συνέντευξή του μας προέτρεψε να περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει όταν η υπόσταση και η κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας θα κινδυνεύσουν. Μα γιατί να μπούμε σε μια τέτοια διαδικασία; Τώρα τι θα κάνει; Πολύ φοβάμαι ότι το σχέδιο του είναι να κάνει ακόμα μια-δύο «σκληρές» δημόσιες δηλώσεις προτού αλλάξει το τροπάριο. Τα κεφάλια μέσα. Καιρός για νέες «συναινέσεις» στο Κυπριακό.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ο κ. Αναστασιάδης έχει δύο επιλογές: Είτε θα δημιουργήσει μια ελεγχόμενη κρίση εναντίον του κ. Ντάουνερ και να επιμείνει στην αντικατάστασή του προκειμένου να κερδίσει χρόνο για να σχεδιάσει την έξοδο από το αδιέξοδο στο οποίο έχει εισέλθει είτε θα ακολουθήσει το τελεσίγραφο Μπαν Κι Μουν και θα μπει κι αυτός, όπως και ο προκάτοχός του, σε μια πορεία πολιτικής απομόνωσης και απαξίωσης στο εσωτερικό αρχικά και στο εξωτερικό αργότερα.
03 November 2013
Η θεσμική κατάρρευση του κράτους
Είμαστε μάρτυρες μιας τραγικής ιστορικής στιγμής για τη πατρίδα μας. Η θεσμική υπόσταση του κράτους μας καταρρέει μέσω μιας πρωτόγνωρης διαδικασίας απαξίωσης και άρνησης. Κάποιοι ίσως να πιστεύουν ότι η στάση των πολιτών, η καθολική καταδίκη των θεσμών, είναι απλά μια αντίδραση, η οποία αργά ή γρήγορα θα ξεπεραστεί. Αυτή είναι μια λανθασμένη εκτίμηση, όπως επίσης λανθασμένο είναι και το συμπέρασμα ότι οι πολίτες τελούν υπό καθεστώς ανασφάλειας. Η κατάσταση των πραγμάτων δεν είναι καθόλου αυτή.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Κύπρο σε πολιτικό και πολιτειακό επίπεδο είναι δραματικό: Έχει αρχίσει μια ξεκάθαρη διαδικασία απονομιμοποίησης των πολιτικών και πολιτειακών θεσμών, δηλαδή των θεσμών που διαμεσολαβούν ανάμεσα στους πολίτες και το κράτος. Με τη στάση τους αυτή, οι πολίτες αφαιρούν από το πολιτικό σύστημα τη νομιμοποιητική βάση της εξουσίας τους. Όλοι όσοι ανατρέξουν σε ένα έστω εγχειρίδιο πολιτικής θεωρίας θα διαπιστώσουν ότι το κράτος και η εξουσία του, ιδιαίτερα όταν αυτό το κράτος είναι δημοκρατικό, με σαφή ή/και υποτυπώδη τρόπο, πηγάζει από τον λαό και εξαντλείται σ’ αυτόν.
Το πολιτικό σύστημα αρνείται να αποδεχθεί τη συντριβή και προσπαθεί να βρει διεξόδους. Αυτό που επιτυγχάνεται με τον τρόπο αυτό όμως είναι να παρασέρνεται η πολιτεία μας σε μια βαθύτερη κρίση. Σε συνέργεια τούτου, η άθλια πρακτική των μέσων μαζικής ενημέρωσης να ανακυκλώνουν το λόγο του αποτυχημένου και ένοχου πολιτικού προσωπικού της χώρας, οδηγεί και το θεσμό αυτό (τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δηλαδή) στην ίδια οδό της απαξίωσης. Η μόνη λύση στο πρόβλημα αυτό είναι η εθελούσια παραίτηση και έξοδος του πολιτικού προσωπικού από τα πολιτικά και πολιτειακά θεσμικά πόστα της χώρας και η τροχιοδρόμηση μιας διαδικασίας στελέχωσης των θεσμών αυτών με πολιτικά αμόλυντους άνδρες και γυναίκες. Η κομματοκρατία έκλεισε τον ιστορικό της κύκλο με άδοξο τρόπο και το μόνο που της απομένει είναι ένα αξιοπρεπές τέλος.
H κοινωνία της χώρας μας, μπορεί να αναστέλλει με υγιή τρόπο (μέσω της απαξίωσης) τη νομιμοποίηση της εξουσίας των θεσμών, αλλά παραμένει σε συλλογικό επίπεδο ανώριμη και γενικά συνένοχη της κατάστασης των πραγμάτων. Δεν πρέπει κανείς να αναμένει θαύματα και ριζοσπαστικές αλλαγές από μια τέτοια κοινωνία. Η μόνη ελπίδα είναι η ανάδυση κάποιων πεφωτισμένων ανδρών και γυναικών, οι οποίοι θα ηγηθούν ενός νέου πολιτικού δρόμου στην Κύπρο. Τέτοιοι άνθρωποι δε δημιουργούνται από το πουθενά ούτε και εντοπίζονται με συμβατικά μέσα. Η πολιτική ιστορία σε παγκόσμιο επίπεδο διδάσκει ότι τέτοιοι άνθρωποι αναδεικνύονται μέσα από συγκυρίες, αγώνα και προσφορά.
Δύο μόνο διέξοδοι υπάρχουν για τη δική μας κοινωνία. Πρώτο, αφού οι δευτερογενείς πολιτικοί και πολιτειακοί θεσμοί του κράτους μας έχουν καταρρεύσει, ας προστατεύσουμε τουλάχιστον τους πρωτογενείς θεσμούς, την οικογένεια, τη φιλία, την αξιοπρέπεια, τη συναδελφικότητα, το σεβασμό στο συνάνθρωπο, την αλληλεγγύη και όποιους άλλους θεσμούς μας συνδέουν και διαρθρώνουν τις σχέσεις μας ως Έλληνες της Κύπρου. Δεύτερο, αφού οι πολιτικοί και οι πολιτειακοί θεσμοί ούτε εμπιστοσύνη εμπνέουν ούτε ελπίδα κυοφορούν, ας ενταχθούμε σ’ ένα κίνημα, ανορθόδοξο και ασύντακτο αρχικά, οργανωμένο και επιδέξιο στη συνέχεια, αγώνα. Μόνο μέσα από μια τέτοια διεργασία θα αναδειχθούν οι άξιοι άνθρωποι, οι οποίοι θα καταξιωθούν και θα μπορέσουν να ηγηθούν στον τόπο αυτό.
31 October 2013
Δεύτερη προτεραιότητα
Μια κορυφαία αρετή του ανθρώπου είναι να θέτει και να ιεραρχεί τις προτεραιότητες του. Μέσα από τον αποφθεγματικό του λόγο ο Ηράκλειτος έθεσε τα θεμέλια της στρατηγικής σκέψης για τον ορθό τρόπο καθορισμού προτεραιοτήτων. Στην «Πολιτεία», ο Πλάτωνας θεωρεί την αρετή αυτή ως κυρίαρχη στην τέχνη της πολιτικής και, ιδιαίτερα, στην άσκηση πολιτειακής εξουσίας. Φυσικά, αυτός ο οποίος καθιέρωσε με συστηματικό τρόπο τη στρατηγική στον καθορισμό και στην ιεράρχηση προτεραιοτήτων ήταν ο Θουκυδίδης. Αρκεί κάποιος να διαβάσει τα πρώτα δύο βιβλία της ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου για να διαπιστώσει τη μαεστρία με την οποία ο Περικλής ιεράρχησε τις προτεραιότητες της Αθήνας και των συμμάχων της. Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Γεννήθηκαν πολλοί άλλοι στρατηγιστές και έζησαν άλλοι τόσοι ικανοί ηγέτες. Όπως και έζησαν και άλλοι τόσοι—και ίσως και περισσότεροι—ανίκανοι και ανάξιοι πολιτικοί. Το ζητούμενο όμως παρέμενε πάντα το ίδιο: Ο ορισμός και η ιεράρχησης προτεραιοτήτων.
Στις μέρες μας, στη τρέχουσα συγκυρία που περνά η πατρίδα μας, ποιες είναι στ’ αλήθεια οι προτεραιότητες που πρέπει να έχει το κράτος μας; Πως πρέπει να ιεραρχηθούν; Πολύ φοβάμαι ότι αυτές οι προτεραιότητες (αν υπάρχουν) είναι διατυπωμένες με ασαφή τρόπο και σίγουρα δεν είναι ιεραρχημένες. Η πηγής αυτής της σύγχυσης οφείλεται στην απουσία μιας ξεκάθαρης στρατηγικής σκέψης, η οποία να υπαγορεύει τις προτεραιότητες του κράτους και τη μέθοδο με την οποία θα πρέπει να ιεραρχηθούν. Εν τη απουσία λοιπόν μιας ουσιώδους και καθαρής στρατηγικής σκέψης, χρειάζεται να αποτυπωθεί ένας σαφής και απλός τρόπος καθορισμού των προτεραιοτήτων που θα πρέπει να έχει η Κυπριακή Δημοκρατία σήμερα, όπως επίσης χρειάζεται να γίνει και μια ιεράρχηση των προτεραιοτήτων αυτών.
Τη στρατηγική την καθορίζει η ανάγκη και η θεμελιώδης ανάγκη που έχει διαχρονικά η Κυπριακή Δημοκρατία και ο λαός της είναι η ανάγκη επιβίωσης. Η επιβίωση λοιπόν είναι το ζητούμενο. Ο παράγοντας που παρεμβαίνει και καθιστά την επιβίωση της Κύπρου επισφαλή είναι η τουρκική απειλή και η βούληση της Τουρκίας να επικυριαρχήσει στην Κύπρο. Επομένως η πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η ανάσχεση της τουρκικής απειλής και η ανατροπή των σχεδιασμών της Τουρκίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την ενδυνάμωση και ενίσχυση των συντελεστών ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στο παρελθόν η προσπάθεια αυτή ήταν σχετικά ανεπιτυχής με αποτέλεσμα οι προοπτικές επιβίωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας να περιορίζονται. Η αιτία αυτής της διαχρονικής αποτυχίας ήταν πρωτίστως και κυρίως η ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού και η ανώριμη πολιτική συμπεριφορά των πολιτών. Συμπληρωματικά αυτού του παράγοντα μπορεί να συμπεριληφθούν και τα περιορισμένα διεθνή ερείσματα του κράτους μας.
Σήμερα όμως υπάρχει μια σαφής προοπτική ενίσχυσης των υλικών και άυλων συντελεστών ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι πλέον σαφές ότι στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δημιουργείται μία δυναμική συνεργασίας στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας, η οποία θα αποφέρει ερείσματα και ισχύ στα κράτη που θα εργαστούν μαζί. Εργαζόμενη πρωτίστως με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αλλά και σε δεύτερο στάδιο με τον Λίβανο, η Κύπρος θα αποκτήσει για πρώτη φορά στην ιστορία της αυτόβουλο στρατηγικό ρόλο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Στο πλαίσιο αυτό η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης θα πρέπει να θεωρείται και να ενταχθεί στο πλαίσιο των συμπληρωματικών προτεραιοτήτων για ανάπτυξη των συντελεστών ισχύος του κράτους. Πρέπει να γίνει καλά κατανοητό ότι η οικονομική ανάκαμψη δεν είναι ούτε αναγκαία, αλλά ούτε και απαραίτητη προϋπόθεση για το νέο στρατηγικό ρόλο που θα έχει δυνητικά η Κύπρος στην περιοχή. Πολλά κράτη τα οποία τελούν σε οικονομική δυσχέρεια έχουν στρατηγικό ρόλο στην Μέση Ανατολή.
Η πιο πάνω ανάλυση αποκαλύπτει ότι η οποιαδήποτε διαδικασία για διαπραγμάτευση επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος πρέπει να θεωρείται και να είναι στον κατάλογο των δευτερευουσών προτεραιοτήτων. Μια στρατηγική αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού οδηγεί στο απλό λογικό συμπέρασμα ότι, τόσοι γύροι αποτυχιών στο Κυπριακό οφείλονται στην ανισορροπία ισχύος και ερεισμάτων ανάμεσα στην Τουρκία και την Κυπριακή Δημοκρατία. Επομένως, αναζήτηση λύσης του Κυπριακού μπορεί να γίνει μόνο όταν η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτήσει ερείσματα ισχύος και επιρροής. Μέχρι τότε, το Κυπριακό θα πρέπει να είναι η δεύτερη προτεραιότητα.
25 October 2013