ΛΕΝΑ ΒΟΥΔΟΥΡΗ: Ο ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΕ «ΑΓΙΟΣ», ΟΥΤΕ «ΦΤΩΧΟΥΛΗΣ», ΑΛΛΑ ΒΑΘΥΤΑΤΑ ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ

«ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΕΥΚΟΛΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ! ΚΑΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΑΥΤΟΝ ΣΤΟ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΜΑΣ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ. ΕΧΩ ΑΚΟΥΣΕΙ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΕΝΑ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΠΡΩΙ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΕΙ ΚΑΛΑ Η ΜΕΡΑ ΤΟΥΣ!»

Ο Παπαδιαμάντης ήταν ένας άνθρωπος με πολύ χιούμορ, έως καυστικό, και πολύν έρωτα για τον κόσμο γύρω του, σαρκαστικός για πολιτικούς και κακούς παπάδες και δεσπότες, και, ταυτόχρονα, πολύ ταπεινός και συγχωρητικός. Στην εποχή του, όταν ρωτήθηκε για τη σύγκρουση στο γλωσσικό ανάμεσα στους δημοτικιστές και καθαρευουσιάνους, ο Παπαδιαμάντης απάντησε: «Εγώ ασχολούμαι με το Ωραίον!»


Στον απόηχο του Πανοράματος Ελληνικού Κινηματογράφου, που το «παρακολούθησαν λίγοι, αλλά το αγάπησαν πολύ», η σκηνοθέτις Λένα Βουδούρη μιλά στη «Σ» για τις ταινίες της που συμμετείχαν στη βραδιά «Ελληνικός κινηματογράφος και Παπαδιαμάντης», οι οποίες πραγματικά κόσμησαν την εκδήλωση.

Στο πανόραμα ελληνικού κινηματογράφου, που είδαμε στη Λευκωσία, παίχτηκαν και οι δύο ταινίες που έχετε κάνει για τον Παπαδιαμάντη, το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ "Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον!" και η ταινία μυθοπλασίας "Η γωνιά του Παραδείσου". Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;

Όταν οι φίλοι και συνάδελφοι Θέκλα Κίττου και Λάμπρος Παπαδημητράκης μού πρότειναν να συμμετάσχω στο ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ με τη δουλειά μου για τον Παπαδιαμάντη, και τους ευχαριστώ γι’ αυτό, πρότεινα να παιχτούν αυτές οι δύο ταινίες, γιατί η μία ταινία συμπληρώνει την άλλη.

Η μία ασχολείται με το πρόσωπο του συγγραφέα και η άλλη με το έργο του. Ξεκινώντας το γύρισμα για τη «Γωνιά», είχα υπ' όψιν μου ότι η καλή λογοτεχνία σπανίως γίνεται και καλό σινεμά. Εν αρχή ην ο Λόγος και, ως πρώτος, είναι και ισχυρότερος. Και αναρωτιόμουνα πώς αναπαριστάς το μη αναπαριστάμενο, όταν έχεις έναν συγγραφέα που αδιαφορεί για την εξωτερική δράση, τις ανατροπές και τις άλλες γητειές της αφήγησης και προχωράει σε βαθύτερα στρώματα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Και, από την άλλη, έχεις το Σινεμά, την τέχνη της Εικόνας, άλλη μεγάλη γόησσα, που σε μαγεύει και σου παίρνει την προσοχή.

Οπότε, αποφάσισα η Εικόνα της ταινίας μου να μην ανταγωνισθεί τον Λόγο του συγγραφέα. Έκανα την επιλογή, να είναι μία Εικόνα ήσυχη και να σέβεται τον Λόγο. Να είναι μία Εικόνα όσο πατάει η γάτα! Να έχει τη δική της ομορφιά και αισθητική και να είναι σχετικά ανεξάρτητη από τον Λόγο.

Γιατί και όλα τα χρήματα του Χόλιγουντ να έχεις, πώς μπορείς να συναγωνιστείς την ομορφιά που αποπνέει η αναφορά στις νεράιδες που χορεύουν εις τον βυθόν της θάλασσας που περιγράφει ο Παπαδιαμάντης; Δεν νομίζω πως μπορείς και ούτε θα άξιζε τον κόπο. Αντιθέτως, θα πλησίαζε το κιτς, ενώ η γλώσσα μεγαλουργεί. Και αξίζει να ακούσει κανείς αυτόν τον Λόγο.

Αυτή ήταν η δική μου άποψη για την Κινηματογράφηση του Παπαδιαμάντη. Φυσικά, υπάρχουν και θα υπάρξουν και άλλες προσεγγίσεις, από άλλους σκηνοθέτες, τόσο του Θεάτρου, όσο και του Κινηματογράφου. Δεν τελειώνουμε εύκολα από τον Παπαδιαμάντη!

Κάτι γίνεται με αυτόν στο συλλογικό μας ασυνείδητο.

Έχω ακούσει ότι υπάρχουν άνθρωποι που διαβάζουν ένα διήγημά του κάθε πρωί για να πάει καλά η μέρα τους!

Ένας πραγματικός Άρχοντας

Ποια είναι τελικά η Γωνιά του Παραδείσου που υπαινίσσεσθε στον τίτλο της ταινίας;

Η Γωνιά του Παραδείσου είναι το μοναστηράκι της Παναγιάς της Κουνίστρας στη Σκιάθο, απ’ όπου είναι η τελευταία εικόνα που παίρνει μαζί του ο ήρωας του Νεκρού Ταξιδιώτη πριν πνιγεί στη θάλασσα. Είναι μαζί και η ίδια η Σκιάθος που νοσταλγεί ο Παπαδιαμάντης ζώντας στην Αθήνα «των πλουτοκρατών», όπως την αποκαλεί. Είναι όλη η πλάση με όλα τα πλάσματά της ως πρόγευση Παραδείσου, όπως μας τη μετέφερε μέσα από τα διηγήματά του.

Η ταινία γυρίστηκε στη Σκιάθο και στην Αθήνα. Η Σκιάθος παραμένει και σήμερα το νησί του Παπαδιαμάντη. Ιδιαίτερα αν πας σε μία περίοδο μη τουριστική, οι απόγονοι των ηρώων του είναι εκεί, με τα ίδια ονόματα, κουβαλώντας την ιστορία των οικογενειών τους που περιέγραψε ο Παπαδιαμάντης. Υπάρχει η μαρτυρία ότι, όταν έφτανε η εφημερίδα από την Αθήνα στο καφενείο στη Σκιάθο με το διήγημά του, ο Παπαδιαμάντης την εξαφάνιζε στην τσέπη του, για να μη δουν οι ενδιαφερόμενοι τι είχε γράψει γι’ αυτούς.

Οι κάτοικοι της Σκιάθου μάς βοήθησαν πολύ στα γυρίσματα, ήταν συγκινητική η προσφορά τους και αποκτήσαμε φίλους εκεί.

Οι σκηνές στην Αθήνα γυρίστηκαν στο Μοναστηράκι, σε χώρους όπως κοντά στον Άγιο Ελισσαίο, όπου έψελνε, και σε δρομάκια στου Ψυρρή, όπου έζησε. Για να παίξει τον ρόλο του Παπαδιαμάντη, διάλεξα τον ηθοποιό Ντίνο Μακρή, ο οποίος αποπνέει μία αρχοντιά και μία δύναμη στην εμφάνιση και στον χαρακτήρα. Δεν ήθελα οποιαδήποτε σύνδεση του Παπαδιαμάντη με κακομοιριά. Ναι, ήταν πάμπτωχος και φορούσε σχοινί αντί για ζώνη στο παντελόνι του, αλλά ήταν Άρχοντας και κυκλοφορούσε με ημίψηλο! Είναι ένας γίγας για μένα και έτσι ήθελα να τον παρουσιάσω.

Γιατί διαλέξατε αυτά τα συγκεκριμένα διηγήματα από το έργο του;

Ήθελα να αποφύγω τα γνωστά που όλοι μάθαμε στο σχολείο και είναι κυρίως τα χριστουγεννιάτικα και πασχαλινά του διηγήματα. Διάλεξα σχετικά άγνωστα και εξαιρετικά διηγήματά του που εκφράζουν τα τρία βασικά στάδια της πορείας προς το θείο, τον ΝΕΚΡΟ ΤΑΞΙΔΙΩΤΗ, που εκφράζει την πίστη, τη ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ ΚΑΜΑΡΑ, που εκφράζει τη συγχώρεση, και τον ΓΑΜΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΧΜΕΤΗ, που είναι και το τελευταίο διήγημα που έγραψε και εκφράζει την αγιότητα.

Και ο ΞΕΠΕΣΜΕΝΟΣ ΔΕΡΒΙΣΗΣ είναι ο καλλιτέχνης που με το νάι του υμνεί τον Θεό του, ενώ δεν έχει πού την κεφαλή κλίναι. Μία εικόνα που πιστεύω πως είχε και ο Παπαδιαμάντης για τον εαυτό του. Ο Γιώργος Σεφέρης, που αγάπησε πολύ το νησί σας την Κύπρο και θεωρούσε τον Παπαδιαμάντη τον μεγαλύτερο συγγραφέα της νεότερης Ελλάδας, έχει πει «όταν το φως χορεύει, μιλώ δίκαια… Στον Παπαδιαμάντη, το φως χορεύει και αυτός μιλά δίκαια…».

Αντιθέτως, ήταν ένας άνθρωπος με πολύ χιούμορ, έως καυστικό, και πολύν έρωτα για τον κόσμο γύρω του, σαρκαστικός για πολιτικούς και κακούς παπάδες και δεσπότες, και, ταυτόχρονα, πολύ ταπεινός και συγχωρητικός. Στην εποχή του, όταν ρωτήθηκε για τη σύγκρουση στο γλωσσικό ανάμεσα στους δημοτικιστές και καθαρευουσιάνους, ο Παπαδιαμάντης απάντησε: «Εγώ ασχολούμαι με το Ωραίον!». Δηλαδή, με το Κάλλος, την Ομορφιά, την ομορφιά της Φύσης, την ομορφιά της Γλώσσας, την ομορφιά των Ανθρώπων, την ομορφιά του Θεού. Στον Παπαδιαμάντη, η ασχήμια και η κακία υπάρχει, αλλά δεν είναι ισότιμη με το Κάλλος και είναι ανάμεσα στη θεία και ανθρώπινη δικαιοσύνη.

Γιατί ασχολούμαστε ακόμα με τον Παπαδιαμάντη;

Προτού κάνω τις ταινίες, είχε προηγηθεί ένα σεμινάριο για τον Παπαδιαμάντη με τον σπουδαίο φιλόλογο και συγγραφέα Κώστα Γανωτή, που με μύησε στον συγγραφέα. Ο κύριος Γανωτής είχε πει ότι, αν ζούσε σήμερα ο Παπαδιαμάντης, θα ήταν ντοκιμαντερίστας! Γιατί μας άφησε μία τοιχογραφία του νησιού του και της εποχής του, μία εποχή οικονομικής Πτώχευσης και τότε.

Και, κυρίως, μας δίνει μία πολύ σπάνια εικόνα του κόσμου όπου ζούμε όλοι, ο οποίος κόσμος μεταμορφώνεται όταν πέφτει επάνω του το φως της πίστης, δηλαδή της αγάπης.

Ένας άλλος Παπαδιαμάντης

Είναι, τελικά, αυτό που έχει αποκληθεί, «ο Άγιος των Γραμμάτων μας»;

Δεν ξέρω, αν είναι ο Άγιος των Γραμμάτων μας. Σίγουρα, πάντως, είναι θύμα αυτής της εικόνας που δημιουργήθηκε λίγο πριν και μετά τον θάνατό του και αυτών των κλισέ εκφράσεων που τον στιγμάτισαν: Άγιος των Γραμμάτων, Φτωχούλης του Θεού, κυρ Αλέξανδρος κ.λπ.

Δεν έχει παρά να διαβάσει κανείς ένα από τα διηγήματά του για να διαπιστώσει πόσο αυτά τα κλισέ τον περιορίζουν και τον διαχωρίζουν από τους άλλους συγγραφείς με μία έμφαση στη θρησκευτικότητά του από την τότε διανόηση της Αθήνας, για να αποφύγουν τη σύγκριση μαζί του ως συγγραφέα. Για μένα, ο Παπαδιαμάντης δεν είναι ούτε Αγιούλης, ούτε Φτωχούλης, όπως το εννοούσαν. Είναι ένα Γίγαντας και ένας βαθύτατα Αναρχικός, που αποποιήθηκε όλους τους κοινωνικούς και προσωπικούς ρόλους, οικογένεια, όνομα, σταδιοδρομία, χρήμα, για να γράψει.

Όπως οι παλιοί αγιογράφοι κάνανε νηστεία για να ζωγραφίσουν, ο Ευριπίδης πήγαινε στη σπηλιά του στη Σαλαμίνα για να γράψει και οι Άγιοι πηγαίνανε στην έρημο για να βρουν τον Θεό.

Ετοιμάζετε κάτι άλλο αυτήν την εποχή;

Είμαι σε προετοιμασία για μία ταινία μεγάλου μήκους που έχει εγκριθεί από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, σε δικό μου σενάριο, με τίτλο 39 Ηλιοβασιλέματα στο Φάληρο. Τα πράγματα δεν είναι εύκολα στην Ελλάδα, αλλά προσπαθώ να ακολουθώ τη συμβουλή του Παπαδιαμάντη και να ασχολούμαι με το Ωραίον, δηλαδή τον Κινηματογράφο, το δικό μου Ωραίον.

Λένα Βουδούρη: Βιογραφικό σημείωμα

Η Λένα Βουδούρη γεννήθηκε στην Αθήνα, τελείωσε το Λύκειο στο PΙΕRCE-DEREE και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο DEREE COLLEGE.

Επίσης σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου και στο NATIONAL FILM AND TELEVISION SCHOOL, Beaconsfield, στην Αγγλία, όπου η διπλωματική της ταινία DUST DANCE πήρε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ της Ουψάλα στη Σουηδία το 1985.

Έχει γυρίσει τις ταινίες μεγάλου μήκους: Καραγκιόζης (τιμητική διάκριση φεστιβάλ Θεσσαλονίκης) Δίκαιος και άδικος λόγος, Γωνιά του Παραδείσου και συμμετείχε στη σπονδυλωτή ταινία ΑΤΗΕΝS BLOGS.

Επίσης, έχει σκηνοθετήσει σειρές μυθοπλασίας για την ελληνική τηλεόραση (Ατέλειωτη αγάπη, Ερωτικές ιστορίες, Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα), καθώς και πολλά ντοκιμαντέρ. Μεταξύ αυτών: Γεώργιος Ν. Παπανικολάου (Μεγάλοι Έλληνες , ΣΚΑΪ, 2008). Μίλλερ της Νεμέας (Παρασκήνιο, ΕΡΤ, 2010). Καραγκιόζη! Δεν είμαι εδώ! (Παρασκήνιο, ετ1, 2011). Εγώ ασχολούμαι με το Ωραίον (Παρασκήνιο, ΕΤ1 2012). Λεόνιν (Ες αύριον τα σπουδαία, ΕΤ1, 2013). Ο αρχαιολόγος του μέλλοντος (Παρασκήνιο, ΕΤ1 2013).

Έχει διδάξει, επίσης, σενάριο και σκηνοθεσία σε ιδιωτική ανώτερη σχολή (Ακμή) και έχει γράψει σενάρια για τη σειρά Δεν είσαι μόνος ΕΡΤ-ΝΕΡΙΤ 2013-14, Ο Θανάσης και ο Αθανάσιος Διάκος (Ες αύριον τα σπουδαία) ΕΡΤ 2015.

Βρίσκεται σε προετοιμασία για την ταινία 39 Ηλιοβασιλέματα στο Φάληρο, παραγωγή ΕΚΚ 2017.