Ο Ραούφ Ντενκτάς προχώρησε, κατ' αρχήν, στη δημιουργία της «Ομόσπονδης Πολιτείας της Βόρειας Κύπρου». Και μας είπε: «Δημιουργήστε και εσείς την ομόσπονδη πολιτεία σας και ελάτε να ενωθούμε». Ήταν το προζύμι του σημερινού ψευδοκράτους. Στις 14 Νοεμβρίου 1983, μάντρισε νύκτα όλους τους Τουρκοκύπριους πολιτικούς ηγέτες και, μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας και εκβιασμών, έπεισε τους περισσότερους να ψηφίσουν στην ψευδοβουλή την ανακήρυξη χωριστού «κράτους».
Το πρωί της 15ης Νοεμβρίου, το ψευδοκράτος, υπό την επωνυμία «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», ήταν γεγονός. Και σημάδεψε ανεξίτηλα άλλη μία τραγωδία στην ιστορία της πολύπαθης πατρίδας μας. Η κυπριακή Κυβέρνηση προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο ενέκρινε καταδίκη της αποσχιστικής ενέργειας και ζήτησε ανάκλησή της.
Η κυπριακή πλευρά δήλωσε ότι δεν επρόκειτο να συναντήσει τον Ντενκτάς, ως «πρόεδρο» του ψευδοκράτους. Αλλά, ως συνήθως, η απόφαση δεν τηρήθηκε. Και κάτω από πιέσεις των «συμμάχων» μας, αλλά και των αιωνίων υποστηρικτών της «ρεαλιστικής σχολής», στο εσωτερικό, η ελληνοκυπριακή πλευρά, επέστρεψε με την ουρά στα σκέλια στις συνομιλίες.
Ο Γιώργος Βασιλείου αφαίρεσε το σύμβολο της Κυπριακής Δημοκρατίας από το προεδρικό αυτοκίνητο, προκειμένου να μην υψώσει και ο Ντενκτάς το δικό του σύμβολο στο αυτοκίνητό του, αλλά σιγά σιγά τα δεδομένα άλλαξαν.
Μετέπειτα Πρόεδροι Δημοκρατίας ύψωσαν ξανά το κυπριακό σύμβολο στο αυτοκίνητό τους, αλλά και οι κατοχικοί ηγέτες έπραξαν το ίδιο με το σύμβολο του ψευδοκράτους. Υπό τη σκέπη, δήθεν, του επίπλαστου ψευδοεπιχειρήματος, ότι οι συνομιλίες διεξάγονται μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων, στην ουσία οι ξένοι βλέπουν δύο Προέδρους, δύο κρατών, να συνομιλούν.
Το ψευδοκράτος παραμένει, μέχρι σήμερα, χωρίς διεθνή αναγνώριση. Στηρίζεται αποκλειστικά στη στρατιωτική ισχύ και στην οικονομική βοήθεια της Τουρκίας. Παραμένει ωστόσο, ωρολογιακή βόμβα, στα θεμέλια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αλλά ας επισημανθεί τούτο: Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το μόνο κράτος, το οποίο έχει ανοικτές τις πύλες με το παράνομο έκτρωμα. Είναι το μόνο κράτος, το οποίο διατηρεί μαζί του εμπορικές σχέσεις. Και υπό τη σκέπη των δικοινοτικών συνομιλιών, συνομιλεί μαζί του για εξεύρεση συμφωνίας.
Ωσάν το πρόβλημα είναι δικοινοτικό. Και όχι πρόβλημα εισβολής και κατοχής της Τουρκίας. Όλα υπό τη σκέπη του εφευρήματος των «δύο κοινοτήτων». Και πέραν αυτού, προετοιμάζεται η επίσημη αναγνώρισή του, μετά τη λύση, υπό τον μανδύα των «δύο ομόσπονδων κρατιδίων» ή των «δύο συνιστώσων πολιτειών».
Αποδοκιμάζομεν και αντιδρούμε στο απευθείας εμπόριο των κατεχομένων με τον έξω κόσμο. Και την ίδια στιγμή, έχουμε εμπορικές σχέσεις μαζί του. Διαμαρτυρόμαστε όταν ξένοι αξιωματούχοι συναντούν τους εγκάθετους αξιωματούχους του. Αλλά είμαστε οι πρώτοι που συνομιλούμε μαζί τους. Δεν αποδεχόμαστε τα «σύνορα». Αλλά τα διερχόμαστε επιδεικνύοντες διαβατήρια και ταυτότητες, και όταν εισέλθουμε, υπακούομεν στους «νόμους» και στους «κανονισμούς» του.
Οφείλει η ηγεσία να προβληματισθεί για τις επιλογές και τις αποφάσεις της. Να ομολογήσει τα λάθη της. Και να παραδεχθεί ότι με την πολιτική της, δίνει υπόσταση στο ψευδοκράτος. Δεν είναι με τους Τουρκοκύπριους που συνομιλεί, συναλλάττεται και ενίοτε συνεργάζεται. Είναι με τους εκπροσώπους της Τουρκίας, με τους εκπροσώπους του κατοχικού καθεστώτος.
Έχει συνειδητοποιήσει ποτέ ποιες είναι οι ευθύνες της;