Τη στιγμή που η Τουρκία και ο «ειρηνευτής» ηγέτης των Τουρκοκυπρίων κ. Ακιντζί δίνουν ρεσιτάλ αδιαλλαξίας και μαξιμαλισμού, η Κυβέρνηση, συνεπικουρουμένη από τις ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ, στρέφει τα βέλη αποκλειστικά προς το λαϊκό αίσθημα, αναμασώντας διαρκώς τη γνωστή «τουρκική καραμέλα», για «ευθυγράμμιση των άστρων και για άλλη μια «τελευταία ευκαιρία» για λύση. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, το μόνο που πετυχαίνουν είναι να εκφοβίζουν τον λαό με τον κίνδυνο της ενδεχόμενης διχοτόμησης, εθελοτυφλώντας μπροστά στον άμεσο και πλέον σαφή κίνδυνο, να ενδώσουμε αμαχητί στις αδηφάγες ορέξεις της Τουρκίας.

Επιπλέον, στην πραγματικότητα η εν λόγω θεώρηση δίνει το έναυσμα στην Τουρκία, προκειμένου να αλλάξει άρδην τον πραγματικό χαρακτήρα του κυπριακού προβλήματος, μετατρέποντας το όλο ζήτημα από πρόβλημα εισβολής και κατοχής σε απλή δικοινοτική διαφορά, αναβαθμίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο την ίδια από εισβολέα-κατοχική δύναμη σε ουδέτερο παρατηρητή και δήθεν υπέρμαχο της λύσης του Κυπριακού και της «ειρήνης», απενοχοποιώντας την παράλληλα από τις ευθύνες της.

Είναι δε προφανές πως όσο προχωρούν οι συνομιλίες, αποδεικνύεται σταδιακά ότι όσοι θέτουν το δίλημμα «ή λύση τώρα ή διχοτόμηση», επί της ουσίας προκρίνουν και οδηγούν με τις πράξεις τους τα πράγματα προς μια συγκεκαλυμμένη πλην νόμιμη (de jure) διχοτόμηση, η οποία μάλιστα θα φέρει τη δική μας υπογραφή και ανοχή.
Σε αυτή τη βάση, η στήριξη, την οποία o ΠτΔ επιζητά από τη Βρετανία και το ΔΝΤ, κινείται γενικώς προς την κατεύθυνση της αποζημίωσης των προσφύγων και την οριστική παραμονή τους μακριά από τις πατρογονικές τους εστίες και τις περιουσίες τους. Συνεπώς, η λύση που προάγουν οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι πολιτικοί κύκλοι δεν θα επιτρέπει σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους να ζουν ελεύθερα στην πατρίδα τους και να ζουν σε μεικτά χωριά και πόλεις, παρά μόνο θα τους διαχωρίζει γεωγραφικά και δημογραφικά σε μια αυστηρώς εθνοτική βάση.

Με άλλα λόγια, προωθούν εν ολίγοις ως επανένωση τη συγκεκριμένη «λύση»/ διευθέτηση, ακριβώς γιατί υπολείπονται της στοιχειώδους πολιτικής τόλμης να προβούν στην παραδοχή, ενώπιον του κυπριακού λαού, ότι με την πολιτική των μονομερών υποχωρήσεων καταστρέφουν κάθε προοπτική μιας δίκαιης λύσης και τσιμεντώνουν τη διχοτόμηση.

Αν, δε, πράγματι υπάρχει η «μοναδική ευκαιρία για λύση και επανένωση», όπως ακριβώς «ευθαρσώς» την ευαγγελίζονται οι γνωστοί προωθητές του ούτω καλουμένου «ρεαλισμού», τότε η λαϊκή αποδοχή θα ήταν δεδομένη και θα ερχόταν αβίαστα, χωρίς καν να χρειαστεί η οποιαδήποτε κατευθυνόμενη στρέβλωση με αποδέκτες το κατακερματισμένο λαϊκό αίσθημα και τη λαβωμένη ελπίδα του κυπριακού λαού. Συνεπώς, το ενδεχόμενο μιας εκ νέου απόρριψης από τον κυπριακό λαό δεν θα έπρεπε να απασχολεί κανένα, εφόσον οι θέσεις, οι προτάσεις και εντέλει ένα ενδεχόμενο σχέδιο λύσης που θα τυχαίνει της στήριξής του, θα κινούνται σε ένα λογικό πλαίσιο και δεν μπορούν να μεταφραστούν ως «σταθερός βηματισμός» στα «βήματα» της δεδομένης τουρκικής αδιαλλαξίας.

Εν κατακλείδι, υπό το πρίσμα της ατελέσφορης αυτής διαδικασίας και δεδομένης της ολικής υποβάθμισης του ρόλου του εθνικού Συμβουλίου, το μόνο που μπορώ εκ του ασφαλούς να συμπεράνω είναι απλούστατα το ότι: «Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα...»

ΧΑΡΗΣ Φ. ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ
Μέλος της Πολιτικής Συγκλήτου Συμμαχίας Πολιτών, Εκπρόσωπος Τύπου Συμμαχίας Πολιτών Πάφου