Σε δύο βασικούς λόγους αποδίδει ο Ευρωπαίος Επίτροπος Όλι Ρεν, την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στην οποία περιήλθε η Κυπριακή οικονομία. Πρώτον, δημιουργήθηκε ένας «υπερδιογκωμένος τραπεζικός τομέας ο οποίος άνθισε με την προσέλκυση αλλοδαπών καταθέσεων με πολύ ευνοϊκούς όρους». Δεύτερον, «τα τραπεζικά προβλήματα επιδεινώθηκαν από τις χαμηλής ποιότητας πρακτικές σε θέματα διαχείρισης κινδύνου».
- «Τα τραπεζικά προβλήματα επιδεινώθηκαν από τις χαμηλής ποιότητας πρακτικές σε θέματα διαχείρισης κινδύνου».
- Εντοπίζεται επίσης «έλλειψη επαρκούς εποπτείας» στις μεγαλύτερες Κυπριακές τράπεζες
Αυτά σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Επίτροπος Ρεν σε απάντησή του προς την Ευρωβουλευτή Αντιγόνη Παπαδοπούλου, προσθέτοντας πως «με την έλλειψη επαρκούς εποπτείας, οι μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες δημιούργησαν καταστάσεις που τις εξέθεταν σε υπέρμετρο βαθμό σε κινδύνους».
Ο κ. Ρεν επιρρίπτει επίσης ευθύνες στην Κυπριακή Κυβέρνηση για καθυστέρηση στη λήψη μέτρων, παρά το γεγονός ότι είχε προειδοποιηθεί έγκαιρα από την Κομισιόν στα πλαίσια του πρώτου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου τον Ιούνιο του 2011, καθώς και αργότερα τον Νοέμβριο του 2011.
Η Ευρωβουλευτής είχε καλέσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δηλώσει αν έχει ουσιαστικούς λόγους να πιστεύει ότι το μεγάλο μέγεθος του κυπριακού τραπεζικού τομέα συνέβαλε άμεσα στην οικονομική κρίση στην Κύπρο. Επίσης, υπέβαλε το ερώτημα προς την Κομισιόν αν συμφωνεί με την άποψη της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που διόρισε η Κεντρική Τράπεζα, ότι η συρρίκνωση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου υποστηρίχθηκε από ορισμένες χώρες που είχαν αμφιβολίες για τη νομιμότητά του, παρά για τις επιπτώσεις του στην οικονομική υγεία των τραπεζών.
Η κα Παπαδοπούλου, διερωτήθηκε αν ο κυπριακός τραπεζικός τομέας ήταν πιο επιρρεπής σε παράνομες πράξεις από ό,τι εκείνος άλλων κρατών μελών, τη στιγμή που είναι γνωστό ότι πολλές ανεξάρτητες μελέτες αποκαλύπτουν πως άλλα κράτη μέλη, όπως η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο, κατατάσσονται πολύ ψηλότερα όσον αφορά τον κίνδυνο ξεπλύματος χρήματος και παράνομων πράξεων.
Στην απάντησή του ο Επίτροπος, αρμοδιος για οικονομικές υποθέσει, Όλι Ρεν , περιορίστηκε να αναφερθεί στις Εκθέσεις από τη Moneyval (που αποτελεί μέρος του Συμβουλίου της Ευρώπης) και από την Deloitte Financial Advisory S.r.l. Όπως σημειώνει ο κ. Ρεν, « το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν είναι ότι το νομικό και ρυθμιστικό σύστημα στην Κύπρο εφαρμόζονται ελλιπώς από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.»
Είναι αξιοσημείωτο, σχολίασε η κα Παπαδοπούλου, ότι ο κ. Ρεν απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί σε άλλες σχετικές Εκθέσεις όπως π.χ. αυτές του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών και του Ινστιτούτου της Βασιλείας για τη Διακυβέρνηση (Δείκτης AML), οι οποίες τοποθετούν την Κύπρο σε πολύ καλύτερη θέση από πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, αναφορικά με τους κινδύνους ξεπλύματος χρήματος.