Η τελική πρόταση του Υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και του εκπαιδευτικού έργου, η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 20 Μαΐου 2025, δεν ευθυγραμμίζεται με τις βασικές θέσεις και τη φιλοσοφία που η ΠΟΕΔ έχει ήδη καταθέσει.

Πολύ ορθά, με ομόφωνη απόφασή του, το Παγκύπριο Συμβούλιο Γενικών Αντιπροσώπων της ΠΟΕΔ απέρριψε την εν λόγω πρόταση, θεωρώντας ότι όχι μόνο δεν διορθώνει τις στρεβλώσεις του υφιστάμενου συστήματος, αλλά τις διογκώνει.

Η συγκεκριμένη πρόταση για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών παρουσιάζεται από το ΥΠΑΝ ως μια προσπάθεια εισαγωγής ενός «δίκαιου, σύγχρονου και αντικειμενικού» μηχανισμού, η οποία θα εστιάζει στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών και στην ποιοτική αναβάθμιση των σχολείων. Το βασικό ερώτημα παραμένει: κατά πόσο η εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος αξιολόγησης θα ενισχύσει την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, θα αμβλύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες και θα έχει θετικό αντίκτυπο στα μαθησιακά αποτελέσματα των  μαθητών/τριών. 

Δυστυχώς, η εφαρμογή αντιπαιδαγωγικών πολιτικών στην εκπαίδευση, και ειδικά στη συγκεκριμένη πρόταση, προκαλεί αυξημένες πιέσεις τόσο στους εκπαιδευτικούς όσο και στους διευθυντές, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν τέτοιες διαδικασίες αξιολόγησης που έχουν ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη μείωση της εκπαιδευτικής ελευθερίας αλλά και την υποβάθμιση της ποιότητας της διδασκαλίας. Βασικοί πυλώνες της συγκεκριμένης πρότασης είναι η αυξημένη λογοδοσία και η γραφειοκρατία.

Σίγουρα, ο διευθυντής έχει σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή μιας τέτοιας εκπαιδευτικής πολιτικής. Σε ένα ιδανικό σενάριο, ο ρόλος του είναι να υποστηρίζει τους εκπαιδευτικούς και να διασφαλίζει ότι η αξιολόγηση γίνεται με δίκαιο και διαφανή τρόπο, προάγοντας την επαγγελματική τους ανάπτυξη και δημιουργώντας ένα περιβάλλον αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας. Ωστόσο, όταν ο διευθυντής εμπλέκεται στην αριθμητική αξιολόγηση, ο ρόλος του μετατρέπεται από υποστηρικτικός σε ελεγκτικός και καταπιεστικός. Η εμπλοκή του διευθυντή ως «ελεγκτή» μετατοπίζει την έμφαση από την ενδυνάμωση και ανάπτυξη των εκπαιδευτικών σε μια διαδικασία συνεχούς και καταπιεστικού ελέγχου. Αυτό το μοντέλο αξιολόγησης οδηγεί σε μείωση των κινήτρων των εκπαιδευτικών για καινοτομία, καθώς η πίεση για επίτευξη συγκεκριμένων στόχων καταπιέζει τη δημιουργικότητα και την πρωτοβουλία.

Γενικότερα, τέτοιες διαδικασίες αξιολόγησης οι οποίες επιδιώκουν να διατηρήσουν την ιεραρχία και να περιορίσουν την επαγγελματική αυτονομία των εκπαιδευτικών είναι ανασταλτικές για την εκπαιδευτική καινοτομία και την ποιότητα της εκπαίδευσης. Σε περιβάλλοντα όπου οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν τον διευθυντή με καχυποψία, οι διαδικασίες αξιολόγησης μπορούν να αποδειχθούν αντίθετες προς την αναμενόμενη ανάπτυξη της επαγγελματικής κουλτούρας και της συνεργασίας.

Επιπλέον, η συγκεκριμένη πρόταση ενισχύει δραματικά τη γραφειοκρατία εις βάρος του πραγματικού εκπαιδευτικού έργου. Είναι επιτακτική ανάγκη το σύστημα αξιολόγησης να μετατραπεί σε δομή υποστήριξης και ενδυνάμωσης, που να επιτρέπει στους εκπαιδευτικούς να αναπτύσσονται επαγγελματικά μέσα σε ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης και συνεργασίας. Αντί για γραφειοκρατικές διατάξεις που σημειώνουν αποκλειστικά τις αδυναμίες, πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην ενεργό συμμετοχή των εκπαιδευτικών, στην παροχή εποικοδομητικής ανατροφοδότησης και στην ενσωμάτωση προγραμμάτων επαγγελματικής μάθησης.

Μέσα από την πρόταση, αντί για στήριξη, συνεργασία και βελτίωση, προωθείται ένα σύστημα ελέγχου που αποξενώνει τους εκπαιδευτικούς από τον κρίσιμο ρόλο τους και απομακρύνει το δημόσιο σχολείο από τον ανθρωπιστικό και μορφωτικό/παιδαγωγικό του χαρακτήρα, κάτι που μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης. Η εμπειρία άλλων εκπαιδευτικών συστημάτων, όπου η υπερβολική έμφαση σε αριθμητικές αξιολογήσεις και σε αύξηση της γραφειοκρατίας απέτυχε να βελτιώσει πραγματικά την ποιότητα της διδασκαλίας, λειτουργεί ως προειδοποιητικό καμπανάκι και για εμάς εδώ στην Κύπρο. Η προδιαγραφόμενη παταγώδης αποτυχία στην εφαρμογή της συγκεκριμένης πρότασης είναι αναπόφευκτη. 

Μάριος Στυλιανού

Μέλος ΕΔΣ ΠΟΕΔ

Πρόεδρος Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών