Αποκαλυπτικό σημείωμα για τις συντάξεις εν ενεργεία αξιωματούχων δένει τα χέρια
Μελέτη της αρμόδιας υπηρεσίας ανάβει κόκκινο στις προσπάθειες κομμάτων για εκ νέου άρση της ταυτόχρονης καταβολής σύνταξης και μισθού σε αξιωματούχους


Δεν θα καταβάλλονται διπλές συντάξεις, αλλά θα καταβάλλονται συντάξεις σε όσους μετά τη συνταξιοδότηση διορίστηκαν σε δημόσιο αξίωμα και απολαμβάνουν αντιμισθίας. Αυτό προκύπτει από εσωτερικό, πολυσέλιδο σημείωμα της Υπηρεσίας Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, το οποίο δόθηκε στους Αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων και το οποίο εξασφάλισε και αποκαλύπτει η «Σημερινή». Το σημείωμα ετοιμάστηκε με οδηγίες της Προεδρίας της Βουλής, με προφανή στόχο να καθορισθεί κοινή δράση γι’ αντιμετώπιση των δυσμενών εξελίξεων που προκάλεσε η κήρυξη από το Ανώτατο Δικαστήριο, τον περασμένο Οκτώβριο, ως αντισυνταγματικού του νόμου που ψηφίσθηκε τον Μάιο του 2011 και ο οποίος επιχειρούσε να εκσυγχρονίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα, αλλά κυρίως να κατευνάσει τη λαϊκή κατακραυγή, που είχε προκαλέσει η ανακίνηση του θέματος.

Περιορισμένες δυνατότητες
Η άποψη των τεχνοκρατών του Κοινοβουλίου, μετά από ανάλυση των νομικών δεδομένων, είναι ότι παρά τη θέληση του συνόλου των κοινοβουλευτικών κομμάτων, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια ελιγμών, ώστε να επιχειρηθεί εκ νέου η απαγόρευση ταυτόχρονης καταβολής μισθού και σύνταξης σε αξιωματούχους του Δημοσίου. Αντίθετα, η αρμόδια Υπηρεσία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας ότι η όποια νέα παρέμβαση επιχειρηθεί θα πρέπει να είναι καλά μελετημένη και προσεκτική. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι «στην παρούσα φάση κρίνεται ότι οποιαδήποτε προσπάθεια για νομοθετική επαναφορά της προσβληθείσας διάταξης θα πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή και ιδιαίτερη περίσκεψη, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το κοινοτικό κεκτημένο, τη νομολογία του ΕΔΑΔ σε σχέση με το περιουσιακό δικαίωμα (σύνταξη), αλλά και τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες στη Δημοκρατία, τη δεδομένη στιγμή».

Καθολική εφαρμογή
Τα αρνητικά που εντοπίζει η αρμόδια κοινοβουλευτική υπηρεσία δεν περιορίζονται στο περιορισμένο εύρος κινήσεων στις οποίες μπορούν να προχωρήσουν τα κόμματα, αλλά επεκτείνονται και στο γεγονός ότι η καταβολή των συντάξεων σε αξιωματούχους θα πρέπει να καλύψει και αυτούς που δεν προσέφυγαν στη δικαιοσύνη. Όπως αναφέρεται συγκεκριμένα, «κρίνεται ότι η Διοίκηση (Δημοκρατία) στη βάση της αρχής της ισότητας οφείλει να εφαρμόσει εφεξής την εν λόγω απόφαση και συνεπώς ισότιμης μεταχείρισης με αυτό των αιτητών, συμμορφούμενη προς το δεδικασμένο. Σημειώνεται δε, περαιτέρω, ότι ούτε ακόμη στις περιπτώσεις άλλων αξιωματούχων που διορίστηκαν και τους οποίους το Κράτος είχε προειδοποιήσει για τις πρόνοιες της νέας νομοθεσίας, δεν μπορεί να εφαρμοστεί η απαγόρευση, ακόμη και αν αυτοί είχαν ρητώς συμφωνήσει.

Διορθωτικές κινήσεις
Παρά ταύτα, στο αποκαλυπτικό σημείωμά της η Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Επιτροπών καταθέτει εισηγήσεις στην περίπτωση που τα κόμματα εμμένουν στη δημόσια διακηρυχθείσα πρόθεσή τους να επανέλθουν
στο θέμα. Υπό την αίρεση της δέουσας προσοχής και περίσκεψης, εισηγείται όπως σε μια νέα νομοθετική πρωτοβουλία, εάν και εφόσον αυτή αναληφθεί, θα πρέπει να υπάρξει συγκεκριμένη και σαφής αιτιολογία για την ανάγκη προώθησης της εν λόγω ρύθμισης. Προσθέτει δε, έτι περαιτέρω, ότι η εν λόγω αιτιολογία θα πρέπει να περιλαμβάνεται και να αναλύεται εξαντλητικά στην αιτιολογική και εισηγητική έκθεση που θα συνοδεύουν είτε το νομοσχέδιο είτε την πρόταση νόμου.

Επίσης, στο προοίμιο του νόμου θα πρέπει να γίνεται ειδική, εξαντλητική και επισταμένη αναφορά στους λόγους του δημοσίου συμφέροντος ή δημόσιας ωφέλειας, βάσει των οποίων θα ζητείται η αποστέρηση ή ο περιορισμός του συγκεκριμένου περιουσιακού δικαιώματος. Σημειώνεται -και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία- ότι, σύμφωνα πάντα με το εσωτερικό σημείωμα, δεν αρκεί η αναφορά στη δημοσιονομική πολιτική μιας χώρας ή σε αποφυγή επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού με απρόβλεπτες δαπάνες. Επιπροσθέτως δε, ούτε το απλό ταμειακό συμφέρον του κράτους μπορεί να δικαιολογήσει την προσβολή του περιουσιακού δικαιώματος της σύνταξης.

Εναλλακτική
Αν και η μπάλα βρίσκεται σαφώς στο γήπεδο των ίδιων των πολιτικών κομμάτων, η τεχνοκρατική υπηρεσία της Βουλής υποδεικνύει, εμμέσως πλην σαφώς, ως προσφοροδότερη οδό την πρόβλεψη στον ίδιο το νόμο σε καταβολή δίκαιης αποζημίωσης υπό μορφήν αντισταθμίσματος για την απώλεια είτε αμέσως, είτε σε εύθετο χρόνο. Κάτι βεβαίως που ουδόλως ικανοποιεί τους νοοθέτες, αφού σε μια τέτοια περίπτωση τίποτα δεν θα είχε αλλάξει, με τους δικαιούχους να απολαμβάνουν το ίδιο συνολικό χρηματικό δικαίωμα είτε με την καταβολή εφάπαξ αποζημίωσης για τα όσα θα χάσουν, είτε με την καταβολή των όσων θα χάσουν, αμέσως μετά τη λήξη της θητείας τους στο Δημόσιο.

Στοπ στις πολλαπλές
Από το σημείωμα ωστόσο, το οποίο ήδη τυγχάνει μελέτης από τις κοινοβουλευτικές ομάδες, προκύπτουν και κάποια θετικά συμπεράσματα. Συγκεκριμένα, η Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, μετά από ανάλυση σε βάθος της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καταλήγει στο συμπεράσμα/σχόλιο προς τα πολιτικά κόμματα ότι «ο επίδικος νόμος δεν κρίθηκε αντισυνταγματικός στην ολότητά του», άρα σημειώνει όλες οι υπόλοιπες διατάξεις, πέραν αυτής που αφορά την ταυτόχρονη καταβολή αντιμισθίας και σύνταξης, είναι σε ισχύ. Συνεπακόλουθα, θα συνεχιστεί η μη καταβολή πολλαπλών συντάξεων σε αξιωματούχους του Δημοσίου που υπηρέτησαν σε περισσότερες της μίας θέσης, με την υποσημείωση, ωστόσο, ότι η ισχύς τής εν λόγω πρόνοιας μπορεί ανά πάσα στιγμή να ακυρωθεί με βάση μελλοντικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σε εκκρεμούσες σχετικές προσφυγές.

Άλλες απαγορεύσεις
Όπως προαναφέρθηκε, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακύρωσε εκείνη την πρόνοια του νόμου που απαγόρευε την καταβολή σύνταξης σε συνταξιούχο, ο οποίος διορίστηκε ή ανέλαβε δημόσιο αξίωμα έναντι αμοιβής. Απ’ εκεί και πέρα, σειρά άλλων διατάξεων, πέραν της απαγόρευσης των πολλαπλών συντάξεων, εξακολουθούν να ισχύουν.

Αυτές προνοούν:
•Κατάργηση του δικαιώματος επιλογής  μεταξύ σύνταξης μόνο ή ελαττωμένης  σύνταξης και εφάπαξ ποσού.

•Καταβολή της σύνταξης μόνο με τη συμπλήρωση της ηλικίας των 63 ετών. Σε περιπτώσεις ωστόσο αξιωματούχων/υπαλλήλων που δικαιούνται σύνταξη με βάση τις διατάξεις της νομοθεσίας για τις συντάξεις ή τις διατάξεις του Σχεδίου Συντάξεων όμοιου με το Κυβερνητικό, η εν λόγω σύνταξη, με τη λήξη της θητείας ή τον τερματισμό της υπηρεσίας τους, να καταβάλλεται σε όλους από την ημερομηνία που καθορίζεται στις εν λόγω νομοθεσίες για σκοπούς πρόωρης αφυπηρέτησης, ανάλογα με την περίπτωση και μέχρι τη συμπλήρωση της ηλικίας των 63 ετών. Σε τέτοια περίπτωση προβλέπεται ο περιορισμός του συνόλου των συντάξεων που τα εν λόγω πρόσωπα δικαιούνται στο ήμισυ των υψηλότερων απολαβών τους.

•Κατάργηση του συνυπολογισμού στα συνταξιοδοτικά ωφελήματα αξιωματούχου οποιασδήποτε πλασματικής υπηρεσίας έχει αποφασισθεί και του έχει δοθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Τα σημεία στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση
ΣyΜΦΩΝα με την ανάλυση από την αρμόδια Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Επιτροπών, η απόφαση του Ανωτάτου στηρίχθηκε κυρίως στο αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα στην περιουσία των πολιτών, αφού ως τέτοιο περιουσιακό δικαίωμα χαρακτηρίζεται και η σύνταξη. Επίσης, ένα άλλο νομικό σημείο του Ανωτάτου αφορά στο ότι δεν συγκεκριμενοποιήθηκε το δημόσιο όφελος από τη θέσπιση της επίδικης νομοθεσίας, το οποίο, όπως σημείωσε, δεν μπορεί και δεν εξαντλείται σε απλή επίκληση των δύσκολων οικονομικών συνθηκών. Υπενθυμίζεται ότι με βάση την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, από τις πρόνοιες της νομοθεσίας θα εξοικονομούνταν περίπου €1 εκ. από ένα σύνολο €4 εκ. δαπανών για τις συντάξεις των αξιωματούχων του Δημοσίου.