Συγκέντρωση διαμαρτυρίας πραγματοποιείται σήμερα Σάββατο έξω από τη Νομική Υπηρεσία στη Λευκωσία, με αφορμή τη συμπλήρωση 20 χρόνων από την ημέρα που ο Θανάσης Νικολάου κατατάχθηκε στην Εθνική Φρουρά.

Τη διαμαρτυρία οργανώνει η μητέρα του, Ανδριάνα Νικολάου, η οποία με δημόσια ανάρτησή της κάλεσε τους πολίτες να συμμετάσχουν μαζικά, «ανεξαρτήτως κόμματος, χρώματος ή ιδεολογίας», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.

Η κινητοποίηση έρχεται στον απόηχο των πρόσφατων εξελίξεων στην πολύκροτη υπόθεση, με αιχμές για συγκάλυψη και ατιμωρησία. Ανάμεσά τους, η απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας να μην προχωρήσει σε ποινικές διώξεις, αλλά και η απόλυση της δικαστού Ντόριας Βαρωσιώτου, η οποία –σύμφωνα με την οικογένεια του Θανάση– πλήρωσε το τίμημα επειδή αρνήθηκε να αλλάξει το πόρισμα που είχε εκδώσει.

 

Ομιλία Ανδριάνας Νικολάου στη διαμαρτυρία έξω από τη Νομική Υπηρεσία

Με βαθιά συγκίνηση και απέραντο σεβασμό απέναντι στα πρόσωπά σας, βρίσκομαι και πάλι σήμερα εδώ ενώπιόν σας, με τη βοήθεια του Θεού. Χωρίς τη βοήθεια του Θεού, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

Ο λόγος που βρισκόμαστε εδώ είναι γιατί σήμερα, 12 Ιουλίου, συμπληρώνονται 20 χρόνια από την ημέρα που ο Θανάσης μου κατατάχθηκε στην Εθνική Φρουρά. Ήταν το πρωινό της 12ης Ιουλίου 2005, όταν ο αείμνηστος Θανάσης, παιδί επαναπατρισθέντος από την Αυστραλία, ξεκίνησε κατενθουσιασμένος για να υπηρετήσει τη μειωμένη εξάμηνη θητεία του.

Αντί όμως για θητεία, εκείνη την ημέρα υπέγραψε το συμβόλαιο του θανάτου του.

Μου έλεγε: «Ας πάω στην Κύπρον, και ας κάνω και 50 χρόνια στο στρατό». Φέτος, συμπληρώθηκαν 20 από τα 50… και ακόμα ο μαρτυρικός του θάνατος παραμένει ανεξιχνίαστος, ατιμώρητος και αδικαίωτος. Γιατί κάποιοι ψηλά ιστάμενοι εμποδίζουν με κάθε τρόπο την απονομή δικαιοσύνης.

Η απογοήτευσή του στη μονάδα που τον τοποθέτησαν δεν περιγράφεται. Το ανέλεγκτο καθεστώς, η αναρχία των ταραχοποιών και των ναρκομανών δεν του επέτρεψαν να ολοκληρώσει τη θητεία του. Αφού έπαιρναν τη δόση τους, του επιτίθονταν με μανία – τον κακοποιούσαν σωματικά και ψυχολογικά. Του έκαναν τη ζωή του κόλαση, με ακραίο μπούλινγκ και απάνθρωπα καψόνια.

Αφού έφτασε στο αμήν, αναγκάστηκε να μιλήσει στους ανωτέρους του, παρά τον φόβο του για αντίποινα. Την τελευταία ημέρα της ζωής του, μπήκε με δάκρυα στο γραφείο του επιτελάρχη και ζήτησε μετάθεση, για να σωθεί. Αντί για μετάθεση και προστασία, την επόμενη μέρα βρέθηκε νεκρός.

Όλα αυτά που αναφέρω βασίζονται στις δικές τους καταθέσεις και μαρτυρίες, δεν είναι λόγια δικά μου.

Ο τιτάνιος, ψυχοφθόρος και δαπανηρός αγώνας μας συνεχίζεται εδώ και είκοσι χρόνια. Χωρίς καμία απόδοση δικαιοσύνης. Αυτός ο εμπαιγμός μάς αναγκάζει να βγαίνουμε στους δρόμους και να διαμαρτυρόμαστε.

Το πιο οδυνηρό είναι ότι, λόγω της εσκεμμένης αδιαφορίας τους να δουν τα αυτονόητα, αναγκαζόμαστε να δημοσιεύουμε τις φωτογραφίες του νεκρού παιδιού μας. Να τις βλέπει ο κόσμος. Να δει με τα μάτια του το εξόφθαλμο έγκλημα και τη συνεχιζόμενη συγκάλυψη, εδώ και 20 χρόνια.

Μπορείτε να δείτε αυτές τις φωτογραφίες μέσα από τη σελίδα μου στο Facebook. Εκεί φαίνεται καθαρά πώς βρέθηκε το παιδί μου – κάτω από γέφυρα 30 μέτρων ύψος. Το έγκλημα ήταν ξεκάθαρο από την πρώτη στιγμή. Δεν χρειαζόταν ειδικός, μόνο κοινή λογική.

Όσοι έφτασαν πρώτοι στη σκηνή του εγκλήματος δεν ήταν ανίκανοι, ούτε αφελείς. Ήταν διεφθαρμένοι. Πήραν οδηγίες από ψηλά να καλύψουν το έγκλημα και να προστατέψουν τους δολοφόνους.

Εκμεταλλεύτηκαν τον πόνο μας, επειδή ήρθαμε από το εξωτερικό. Επειδή δεν γνωρίζαμε το μέγεθος της διαφθοράς στην Κύπρο. Νόμιζαν πως θα μας ξεγελάσουν.