Η δημοσιογράφος Μελικέ Τσαπάν πίσω από τη σύνοδο που έθεσε τις βάσεις της χριστιανικής πίστης
Μνήμη, έρευνα και σύγχρονη Χριστιανική συνείδηση συνομιλούν σε ένα ντοκιμαντέρ που ανατέμνει τη σημασία της Α’ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας, 1.700 χρόνια μετά τη σύγκλησή της.Με αφορμή την ιστορική επέτειο, παρουσιάστηκε στην ιστορική Μαράσλειο Σχολή στο Φανάρι, παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου, ένα ντοκιμαντέρ με ξεχωριστό πνευματικό και πολιτισμικό βάρος.
Το ντοκιμαντέρ φωτίζει τις καθοριστικές πτυχές μιας Συνόδου που υπήρξε όχι μόνο κορυφαίο θρησκευτικό γεγονός, αλλά και ιστορικό σημείο καμπής: Εκεί διαμορφώθηκε το Σύμβολο της Πίστεως (το “Πιστεύω”), εκεί καθορίστηκε ο τρόπος υπολογισμού του Πάσχα — να εορτάζεται κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί την εαρινή ισημερία, δηλαδή μετά τις 21 Μαρτίου, όταν η μέρα και η νύχτα έχουν ίση διάρκεια.
«Σε κάθε Θεία Λειτουργία, η οποία είναι ένα από τα ιερά μυστήρια για εμάς, απαγγέλλουμε το Σύμβολο της Πίστεως της Νίκαιας, το οποίο αρχίζει με την ομολογία της πίστης. Πρόκειται για μια απόφαση που ελήφθη στη Σύνοδο της Νίκαιας», όπως υπογράμμισε στο ντοκιμαντέρ ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας, Μακάριος.
Η προβολή συγκέντρωσε όχι μόνο πλήθος Χριστιανών, αλλά και μουσουλμάνους και ανθρώπους άλλων δογμάτων, σε ένα εμβληματικό μήνυμα συνύπαρξης.
Δημιουργός του ντοκιμαντέρ η έγκριτη Τουρκάλα δημοσιογράφος Μελικέ Τσαπάν, με μεγάλη γνώση των θρησκευτικών και μειονοτικών θεμάτων της Τουρκίας, η οποία κατάφερε να αναδείξει την παγκόσμια σημασία της Συνόδου, όχι μόνο ως θρησκευτικό, αλλά και ως ιστορικό και πολιτικό γεγονός.
Α’ Οικουμενική Σύνοδος, το θεμέλιο της χριστιανικής πίστης
Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη σύναξη της Εκκλησίας, που συγκάλεσε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας, ανοίγοντας το δρόμο για την ενοποίηση της πίστης μέσα από κοινές αποφάσεις, γι' αυτό και θεωρείται θεμέλιο της πίστης τόσο για την Ορθοδοξία όσο και για τον Καθολικισμό.
Καθόρισε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι "ομοούσιος" με τον Πατέρα, απορρίπτοντας την αιρετική άποψη ενός ιερέα από την Αλεξάνδρεια, του Αρείου, που υποστήριζε ότι ο Θεός (Πατέρας) και ο Ιησούς Χριστός (Υιός) ήταν δύο διαφορετικά όντα, και συνεπώς, μέσα σε ένα μονοθεϊστικό πλαίσιο, ο Χριστός δεν μπορούσε να είναι Θεός.
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αποφάσισε λοιπόν να επιλύσει τη θρησκευτική διαμάχη, που είχε προκαλέσει μεγάλο διχασμό στον Χριστιανισμό και εξαπλωνόταν ταχύτατα στα εδάφη της αυτοκρατορίας.
«Έστειλε μήνυμα σε όλες τις εκκλησίες και τους πνευματικούς ηγέτες του κόσμου. Τους προσκάλεσε στη Νίκαια», αναφέρει ο Πατριαρχικός Επίτροπος της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας, Γιουσούφ Τσετίν.
Προσκλήθηκαν 315 επίσκοποι από Ανατολή και Δύση. Ανάμεσά τους και ο αιρετικός Άρειος, ο Αθανάσιος, αλλά και ο Άγιος Νικόλαος των Μύρων (ο γνωστός Άγιος Βασίλειος).
«Εκεί θα αντιμετωπίζονταν όλα τα ζητήματα και θα επιλύονταν μια για πάντα», προσθέτει ο Τούρκος ιστορικός, Κουτλού Ακαλίν.
Μέγας Κωνσταντίνος: ο ηγέτης πίσω από την ενότητα Εκκλησίας και Αυτοκρατορίας
Η απόφαση για τη Σύνοδο είχε διαθρησκειακό, αλλά και πολιτικό υπόβαθρο: η ενοποίηση της Εκκλησίας συνέπιπτε με την ανάγκη ενότητας της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας στάθηκε στο πρόσωπο του Μεγάλου Κωνσταντίνου ως του κοσμικού προστάτη της Εκκλησίας και του συντονιστή της Α’ Συνόδου.
«Το ντοκιμαντέρ αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, διότι μας υπενθυμίζει τη σπουδαιότητα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και φέρνει ενώπιόν μας μια μεγάλη προσωπικότητα που είναι ο Μέγας Κωνσταντίνος», ανέφερε.
«Το πρώτο διάταγμα που υπέγραψε ως αυτοκράτορας ήταν να καταργήσει τη λατρεία στον αυτοκράτορα... Αυτό σημαίνει ότι μέσα του, ενδόμυχα, ήξερε ότι ξεκινούσε ένα μακρύ ταξίδι με προορισμό τον Χριστιανισμό», σημείωσε, τονίζοντας τον αποφασιστικό ρόλο που διαδραμάτισε η μητέρα του Κωνσταντίνου στη διαμόρφωση της πνευματικής του ταυτότητας. Πέρα από την πολιτική ιδιοφυΐα του αυτοκράτορα, η μητρική επίδραση υπήρξε καθοριστική για την εσωτερική του στροφή προς τη νέα πίστη, προετοιμάζοντας το έδαφος για μια ιστορική στροφή όχι μόνο στην προσωπική του διαδρομή, αλλά και στην πορεία ολόκληρης της Αυτοκρατορίας.
«Ο Μέγας Κωνσταντίνος ανατράφηκε ως χριστιανός. Αυτό συνέβη επειδή είχε μια αγία μητέρα, που ονομαζόταν Αγία Ελένη», είπε, ενώ την προσωπική επιρροή της μητέρας του στη θρησκευτική ταυτότητα του Κωνσταντίνου επισήμανε κι ο Αρμένιος Πατριάρχης στην Τουρκία, Σαχάκ Μασαλιάν.
«Όπως θα έκανε κάθε μητέρα, τού εξήγησε τις αρχές του χριστιανισμού και του μίλησε για τον Ιησού».
Μάλιστα, υπογραμμίζει πως μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων, «ανέλαβε το ρόλο του υπερασπιστή του χριστιανισμού», επιδιώκοντας να τον χρησιμοποιήσει «ως τσιμέντο για την αυτοκρατορία του», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Αρμένιος Πατριάρχης.
Άλλωστε, ήταν και η κοινωνική συγκυρία που επέταξε μια τέτοια πρωτοβουλία από έναν πολιτικό ηγέτη. Όπως παρατηρεί ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, Χρυσόστομος Καλαϊτζής «οι άνθρωποι στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχαν κουραστεί από τον παγανισμό».
Η κρίσιμη σύνοδος
Η σύνοδος διήρκεσε από το Μάιο έως τον Ιούλιο του 325 μ.Χ. και η απόφαση του αυτοκράτορα να τη συγκαλέσει δεν ήταν χωρίς αντιδράσεις. Κατά τη διάρκεια της συνόδου υπήρξαν έντονες διαφωνίες και συγκρούσεις, σύμφωνα με τον Μασιμιλιάνο Παλινούρο, επίσκοπο της Ιταλικής Καθολικής Εκκλησίας, ενώ, όπως εξηγεί η Τουρκάλα ιστορικός Ελίφ Τοκάι από το Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης, ο Κωνσταντίνος επικρίθηκε από τα μέλη της συγκλήτου, ακόμη και γιατί χρησιμοποίησε τις μεταφορές και ταχυδρομικές υπηρεσίες του κράτους για την εκκλησία.
Ο βυζαντινός αυτοκράτορας «ήξερε, ωστόσο, από την αρχή πού πήγαινε», σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, και η παρέμβασή του αποδείχθηκε τελικά κρίσιμη για την ενότητα της χριστιανικής πίστης.
Συγκεντρώθηκαν 315 επίσκοποι από όλο τον κόσμο, αλλά μόνο δύο πήραν το μέρος του Άρειου. Οι απόψεις του απορρίφθηκαν και η θεϊκή φύση του Ιησού ως «Υιού του Θεού» έγινε αποδεκτή. Η απόφαση αυτή αποτέλεσε τη βάση της χριστιανικής πίστης από εκείνη την ημερομηνία και μετά.
Οι αποφάσεις που σφράγισαν την ιστορία της Εκκλησίας
Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος της Νίκαιας έλαβε μια σειρά από θεμελιώδεις αποφάσεις που αποτέλεσαν τη βάση για τη θεσμοποίηση του Χριστιανισμού:
Υιοθετήθηκε το Σύμβολο της Πίστεως (το «Πιστεύω»), που καθόρισε τη βάση της πίστης.
Καταδικάστηκε ο Αρειανισμός, δηλαδή η άρνηση της θεότητας του Ιησού Χριστού.
Συζητήθηκε η κοινή ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα για όλη την Εκκλησία.
Τέθηκαν οι πρώτες βάσεις για την εκκλησιαστική διοίκηση και την ιεραρχία.
Καθιερώθηκε η πρακτική της σύγκλησης Συνόδων για την επίλυση δογματικών και εκκλησιαστικών θεμάτων.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος ήταν ουσιαστική για την ιστορία της εκκλησίας, θα πει ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Μακάριος.
«Διότι μας έδειξε τον τρόπο και τον τρόπο λήψης αποφάσεων. Με την πάροδο του χρόνου, ορισμένες εκκλησίες έλαβαν τις δικές τους αποφάσεις και επέλεξαν το δικό τους δρόμο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ενότητα, τουλάχιστον μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία».
Το θεμέλιο της πενταμερούς εκκλησίας, η αποκαλούμενη πενταρχία, τέθηκε επίσης στη Σύνοδο της Νίκαιας, όπως υπογράμμισε η ιστορικός στο πανεπιστήμιο Μαρμαρά, Σιρέν Τσελίκ.
Επίσκεψη Πάπα Λέοντος το Νοέμβριο στο Φανάρι
Από τον Μέγα Κωνσταντίνο ως τον Πάπα και τον Οικουμενικό Πατριάρχη, όλοι σήμερα αναγνωρίζουν σε αυτή τη σύνοδο το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίστηκε η εκκλησιαστική και θεολογική ταυτότητα του χριστιανικού κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο πως Ορθόδοξοι και Καθολικοί αναγνωρίζουν τη Σύνοδο αυτή ως ακρογωνιαίο λίθο του Χριστιανισμού – ούτε ότι ο Πάπας Φραγκίσκος σχεδίαζε να παραστεί στις επετειακές εκδηλώσεις μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, πριν εκδημήσει. Ο νέος Πάπας Λέων, υλοποιώντας την παρακαταθήκη του προκατόχου του, αναμένεται να τιμήσει την επέτειο με μια ιστορική επίσκεψη στο Φανάρι τον προσεχή Νοέμβριο, ανήμερα της θρονικής εορτής του Αγίου Ανδρέα.
Ντοκουμέντο για το μέλλον
Όπως επισημάνθηκε και στο ντοκιμαντέρ, η ιστορία της Συνόδου δεν αφορά μόνο τους θεολόγους ή τους πιστούς· είναι κομμάτι του κοινού παγκόσμιου πολιτισμού. Μια συνάντηση που επηρέασε τη θρησκεία, την πολιτική και την ίδια τη δομή της κοινωνίας σε Ανατολή και Δύση.
Η δημοσιογράφος και σκηνοθέτις του ντοκιμαντέρ, Μελικέ Τσαπάν, περιγράφει την προσωπική της διαδρομή με αυτό το έργο ως «επιστροφή στο πεδίο». Παρότι μη Χριστιανή η ίδια, κατανόησε τη σημασία της Συνόδου ως μίας διατοπικής και διαθρησκευτικής ιστορικής τομής.
«Όταν μου προτάθηκε να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ, δεν ήμουν σίγουρη γι' αυτό. Αλλά όταν ξεκίνησα, συνειδητοποίησα ότι αυτό δεν είναι μόνο για την ιστορία του Χριστιανισμού, αλλά και ένα θέμα που είναι συνυφασμένο με την πολιτική ιστορία, την ιστορία των πόλεων και των θρησκειών», θα πει στο SigmaLive.
«Πιστεύω ότι αφήσαμε στο μέλλον ένα πολύ καλό ντοκουμέντο για ένα ελάχιστα γνωστό θέμα», προσθέτει.
H υποχρέωση της μνήμης
Ο Άρχοντας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Λάκης Βίγκας, ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στην παραγωγή του ντοκιμαντέρ, υπογράμμισε, με τη σειρά του, τη σημασία της Συνόδου όχι μόνο στο χριστιανικό κοινό, αλλά στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
«Είναι η Οικουμενική Σύνοδος που έβαλε τις βάσεις στη χριστιανική πίστη και νομίζω ότι δεν είναι γνωστό σε όλους, όσο θα έπρεπε τουλάχιστον… Οφείλαμε να το κάνουμε γνωστό και κατανοητό. Είναι ένα ντοκιμαντέρ που ερευνά, μελετάει, και ακούγονται διαφορετικές φωνές. Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί άλλων δογμάτων, συνδυάζοντας την ιστορία της εποχής», ανέφερε στην ομιλία του.
Το ντοκιμαντέρ αυτό, καρπός πρωτοβουλίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου με αφορμή τα 1700 χρόνια από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο, αυτό ακριβώς επιδιώκει να φωτίσει: τη Νίκαια όχι απλώς ως έναν σταθμό της ιστορίας, αλλά ως ένα σημείο συνάντησης πολιτισμών και θρησκειών, σε μια εποχή που κυριαρχείται από θρησκευτικές και εκκλησιαστικές συγκρούσεις, ανάδειξη της διαφορετικότητας και απομάκρυνση από την πίστη. Μέσα από τον φακό της Μελικέ Τσαπάν, το έργο ανοίγει το διάλογο για την ιστορική συνείδηση, πέρα από δόγματα, σύνορα και εποχές.