Σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανεμφανίζεται ενεργά στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου (GSI), ύστερα από μια περίοδο πολύμηνης σιωπής που είχε ουσιαστικά παγώσει την πρόοδό του. Παρότι πρόκειται για έργο Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος (PCI), με εγκεκριμένη χρηματοδότηση 657 εκατ. ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους, η Κομισιόν είχε αποφύγει να τοποθετηθεί δημόσια για τις γεωπολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στην αναστολή των ερευνών του υποθαλάσσιου καλωδίου, οι οποίες είχαν φτάσει μέχρι το αίτημα έκδοσης Navtex.
Η στάση αυτή ερχόταν σε αντίθεση με την προηγούμενη έντονη εμπλοκή της, όταν ασκούσε πιέσεις για την πρόοδο του έργου και ζητούσε τακτική ενημέρωση από την Ελλάδα, την Κύπρο και τον φορέα υλοποίησης (ΑΔΜΗΕ), με στόχο την άρση των εμποδίων και την επίσπευση των διαδικασιών. Η γαλλική Nexans, ανάδοχος της κατασκευής του καλωδίου, ασκούσε τότε επίσης πίεση, αναμένοντας την ομαλή εξέλιξη του έργου.
Νέα παρέμβαση της Κομισιόν
Η κρίσιμη κατάσταση που διαμορφώνεται φαίνεται ότι κινητοποιεί ξανά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία συγκαλεί σύσκεψη την επόμενη εβδομάδα με τη συμμετοχή της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) και του ΑΔΜΗΕ. Η πρωτοβουλία αυτή έρχεται τη στιγμή που ο ΑΔΜΗΕ πιέζει έντονα την κυπριακή ρυθμιστική αρχή να εγκρίνει το επιτρεπόμενο έσοδο για το έργο – μια απόφαση που έχει ήδη ληφθεί από τη ΡΑΑΕΥ και είναι απαραίτητη για την ανάκτηση των μέχρι τώρα δαπανών και τη χρηματοδότηση της συνέχειας του έργου.
Κυπριακή επιφυλακτικότητα
Σύμφωνα με το NewMoney.gr η κυπριακή πλευρά, μέσω της ΡΑΕΚ, εξακολουθεί να προβάλλει αντιρρήσεις, αρνούμενη να αναλάβει το κόστος των δαπανών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Κυπριακές πηγές αναφέρουν ότι η Λευκωσία δεν απορρίπτει τη συμμετοχή στο έργο, ούτε και τη συνεισφορά ύψους 25 εκατ. ευρώ ετησίως από το 2026 για πέντε χρόνια – συνολικά 125 εκατ. ευρώ από έσοδα δημοπρασιών ρύπων. Παρ’ όλα αυτά, η κυπριακή κυβέρνηση εμφανίζεται διστακτική απέναντι σε νέες δεσμεύσεις από τον ΑΔΜΗΕ, εκφράζοντας ανησυχίες για τους τεχνικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους του έργου.
Ορατός ο κίνδυνος διακοπής
Η διοίκηση του ΑΔΜΗΕ δεν κρύβει την ανησυχία της. Σύμφωνα με δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου, Μάνου Μανουσάκη, ο Διαχειριστής έχει ήδη επενδύσει περίπου 250 εκατ. ευρώ στο έργο, επιπλέον των 50 εκατ. ευρώ που κατέβαλε για την εξαγορά του από τον Κύπριο επιχειρηματία Νάσο Κτωρίδη. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχει έως τώρα ανακτήσει καμία δαπάνη.
«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να χρηματοδοτούμε το έργο με ίδια κεφάλαια. Για να εξασφαλίσουμε τραπεζικό δανεισμό ή χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ), απαιτείται να έχει εγκριθεί έσοδο από τους ρυθμιστές Ελλάδας και Κύπρου. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα και η προοπτική διακοπής της χρηματοδότησης είναι απολύτως ρεαλιστική», προειδοποίησε πρόσφατα ο κ. Μανουσάκης.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο αντιπρόεδρος Γιάννης Μάργαρης, ο οποίος υπογράμμισε πως χωρίς τις απαραίτητες ρυθμιστικές αποφάσεις, ο ΑΔΜΗΕ δεν θα μπορεί να συνεχίσει τις πληρωμές, με αποτέλεσμα η Nexans να διακόψει την παραγωγή του καλωδίου. «Αυτό θα μπορούσε να έχει δυσάρεστες γεωπολιτικές προεκτάσεις, τις οποίες θα πρέπει να αποφύγουμε», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Το έργο σήμερα
Μέχρι σήμερα έχει ολοκληρωθεί περίπου το 60% των υποθαλάσσιων ερευνών, ενώ έχει κατασκευαστεί σχεδόν το ένα τρίτο του καλωδίου, δηλαδή περί τα 200 χιλιόμετρα. Η Nexans έχει ήδη πληρωθεί για την παραγωγή έως τον Αύγουστο, γεγονός που δημιουργεί πίεση για άμεσες αποφάσεις, καθώς η παράταση της αβεβαιότητας απειλεί να τινάξει το έργο στον αέρα.
Το μήνυμα της Επιτροπής
Η παρέμβαση της Κομισιόν μπορεί να εκληφθεί ως μήνυμα προς τη Λευκωσία, να αναλάβει τις ευθύνες της και να διασφαλίσει την ολοκλήρωση ενός έργου στρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν πως ενδεχόμενη αποτυχία του GSI θα μπορούσε να αποτελέσει πεδίο γεωπολιτικής εκμετάλλευσης, ιδιαίτερα από την Άγκυρα.
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν η προγραμματισμένη τηλεδιάσκεψη της επόμενης εβδομάδας θα δώσει λύση ή αν το έργο θα παραμείνει εγκλωβισμένο στον φαύλο κύκλο καθυστερήσεων, ρυθμιστικής αβεβαιότητας και πολιτικής στασιμότητας.