Τη γεφύρωση των σημαντικών διαφωνιών μεταξύ των χωρών μελών στο θέμα της ευρωπαϊκής τραπεζικής ενοποίησης, θα επιδιώξει στη διάρκεια της διήμερης Συνόδου Κορυφής, που ξεκινάει την Πέμπτη, 18 Οκτωβρίου, το απόγευμα στις Βρυξέλλες, ο Πρόεδρος της ΕΕ Χέρμαν Βαν Ρόμπει.

Η ευρωπαϊκή τραπεζική ενοποίηση ενδιαφέρει διπλά την Κύπρο γιατί αφενός μεν η Κυπριακή Προεδρία θα αναλάβει την επίτευξη τελικής συμφωνία μέχρι το τέλος του έτους, στο πλαίσιο του Συμβουλίου ΕCO-FIN και αφετέρου από τις αποφάσεις που θα ληφθούν στο θέμα αυτό, θα εξαρτηθεί εάν οι κυπριακές τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητα χωρίς να επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος της χώρας.

Τον περασμένο Ιούνιο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ζήτησαν από τους υπουργούς οικονομικών να καταλήξουν μέχρι το τέλος του έτους σε συμφωνία για τη δρομολόγηση της ευρωπαϊκής τραπεζικής ενοποίησης με βάση πρόταση που θα κατέθετε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Στις 12 Σεπτεμβρίου η Κομισιόν υιοθέτησε μια φιλόδοξη δέσμη μέτρων, η οποία χαρακτηρίστηκε σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της τραπεζικής ενοποίησης στην Ευρωζώνη. Το κεντρικό σημείο των προτάσεων ήταν η σύσταση ενός Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος θα ελέγχει περίπου 6.000 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναφορικά με τις απαιτήσεις σε κεφάλαια, τη ρευστότητα και τη μόχλευση.

Η προώθηση του ΕΕΜ και η ανάθεσή του στην ΕΚΤ, αποτελούσε προϋπόθεση ώστε να επιτραπεί στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) να ανακεφαλαιοποιηθεί απευθείας τις ευρωπαϊκές τράπεζες, χωρίς αυτό να γίνεται μέσω των κρατών μελών επιβαρύνοντας το δημόσιο χρέος τους.

Ειδικότερα, με τη δέσμη μέτρων της Κομισιόν, προτείνεται η υιοθέτηση: 1) ενός κανονισμού με τον οποίο ανατίθενται στην ΕΚΤ διευρυμένες εξουσίες για την εποπτεία όλων των τραπεζών της ευρωζώνης, 2) έναν κανονισμό με τον οποίο εναρμονίζεται ο ισχύων κανονισμός για την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) με το νέο θεσμικό πλαίσιο για την εποπτεία των τραπεζών, και 3) μια ανακοίνωση στην οποία περιγράφεται η σφαιρική θεώρηση της Επιτροπής για την τραπεζική ένωση.

Στο νέο ενιαίο μηχανισμό, η τελική ευθύνη για συγκεκριμένα εποπτικά καθήκοντα που συνδέονται με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα όλων των τραπεζών της ευρωζώνης θα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Οι εθνικές εποπτικές αρχές θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την καθημερινή εποπτεία και την προετοιμασία και εφαρμογή των αποφάσεων της ΕΚΤ. Επιπλέον, η Επιτροπή προτείνει να εκπονηθεί από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) ενιαίο εγχειρίδιο για την εποπτεία, ώστε να διαφυλαχτεί η ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς και να εξασφαλιστεί η συνοχή της εποπτείας των τραπεζών στις 27 χώρες της ΕΕ.

Αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα, η Κομισιόν Επιτροπή προτείνει να έχει συγκροτηθεί ο ΕΕΜ έως την 1η Ιανουαρίου 2013. Για να καταστεί δυνατή η ομαλή μετάβαση στο νέο μηχανισμό προβλέπεται περίοδος σταδιακής εφαρμογής. Σε πρώτο στάδιο, από την 1η Ιανουαρίου 2013, η ΕΚΤ θα έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει να αναλάβει την πλήρη αρμοδιότητα εποπτείας οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, ιδίως εκείνων που έχουν λάβει ή ζητήσει δημόσια χρηματοδότηση. Από την 1η Ιουλίου 2013, θα τεθούν υπό την εποπτεία της ΕΚΤ όλες οι τράπεζες μεγάλης συστημικής σπουδαιότητας. Η περίοδος σταδιακής εφαρμογής πρέπει να ολοκληρωθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2014, μετά την οποία ο ΕΕΜ θα καλύπτει 6.000 τράπεζες της Ευρωζώνης.

Ωστόσο, η δέσμη που παρουσίασε η Κομισιόν προσκρούει στις διαφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και κυρίως στις επιφυλάξεις της Γερμανίας, η οποία διατυπώνει ενστάσεις τόσο σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα όσο και την ουσία των προτάσεων.

Αναφορικά με τη χρονοδιάγραμμα, η Γερμανία που υποστηρίζεται και από ορισμένες άλλες χώρες του κοινοτικούς βορρά, θεωρεί ότι θα πρέπει να δοθεί ο κατάλληλος χρόνος για την προετοιμασία της τραπεζικής ενοποίησης, θεωρώντας ότι η επίσπευση των αποφάσεων μέχρι το τέλος του έτους θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα. Επί της ουσίας το Βερολίνο πιστεύει ότι η ΕΚΤ τεχνικά δεν θα μπορέσει να εποπτεύσει 6.000 τραπεζικές ιδρύματα της Ευρωζώνης και για το λόγο αυτό ο ρόλος της θα πρέπει να περιοριστεί στην εποπτεία των πολύ μεγάλων τραπεζών, των λεγόμενων συστημικών.

Από την άλλη χώρες όπως η Ισπανία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Κύπρος επιθυμούν τη λήψη αποφάσεων άμεσα ώστε να επωφεληθούν της πρόνοιας να μπορούν να ανακεφαλαιοποιήσουν απευθείας τις τράπεζές τους από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας χωρίς να επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος. Τις παραπάνω χώρες υποστηρίζει η Γαλλία, αλλά και τα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωζώνης. Ωστόσο και στο θέμα αυτό η Γερμανία, η Φινλανδία και η Ολλανδία διατυπώνουν ενστάσεις θεωρώντας ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας δεν θα πρέπει να γίνει με αναδρομική ισχύ, δηλαδή να καλύψει τα υφιστάμενα προβλήματα του τραπεζικού τομέα, αλλά αυτά που θα υπάρξουν στο μέλλον.

Στην αυριανή συνεδρίαση ο Χέρμαν Βαν Ρόμπει θα επιχειρήσει αφενός μεν προσεγγίσει τις απόψεις των χωρών μελών και αφετέρου να αποσπάσει την ανανέωση της εντολής των Ευρωπαίων ηγετών του περασμένου Ιουνίου για λήψη απόφασης για τη σύσταση το ΕΕΜ μέχρι το τέλος του έτους. Στην συνέχεια τη «σκυτάλη» θα πάρει η Κυπριακή Προεδρία με στόχο την επίτευξη πλήρους συμφωνίας σε επίπεδο Συμβουλίου ΕCO-FIN.