Στην Ελλάδα τού «ό,τι δηλώσεις είσαι», κάποιοι επιμένουν να δηλώνουν μέσα από τα γραφόμενά τους, ότι είναι κριτικοί βιβλίων. Υπάρχουν, όντως, κριτικοί βιβλίων στην Ελλάδα σήμερα;
Ως δημοσιογράφος που λατρεύει τα βιβλία, γράφω συχνά τις απόψεις μου για κάποια από αυτά. Τις θετικές μου απόψεις, διότι όσα βιβλία δεν μου αρέσουν και δεν τα θεωρώ αξιόλογα, απλά δεν τα παρουσιάζω καθόλου και δεν γράφω γι' αυτά. Δεν είμαι κριτικός βιβλίου και ούτε θα ήθελα ποτέ να γίνω. Άλλωστε έχω την πεποίθηση ότι ο κριτικός, όσο και αν καλείται να κινηθεί μέσα στα πλαίσια της αντικειμενικότητας, εντούτοις η άποψή του είναι πάντοτε υποκειμενική γιατί γράφει ένας άνθρωπος (κι όχι Θεός). Επιπλέον, πολλές φορές έχουμε δει άσχημες κριτικές για βιβλία που αποδείχθηκαν «θησαυροί» για το αναγνωστικό κοινό. Εγώ είμαι μια απλή δημοσιογράφος και σίγουρα το «κριτικός βιβλίου» από το «δημοσιογράφος» απέχουν πολύ. Κάτι που κάποιοι, όμως, αδυνατούν να αντιληφθούν.
Παυλίνα Νάσιουτζικ
Συζητώντας περί του θέματος «κριτικοί βιβλίων στην Ελλάδα» με τη συγγραφέα Παυλίνα Νάσιουτζικ, μέσα από μια συνέντευξη που μου είχε δώσει, μου είπε το εξής: «Ας μην ξεχνάμε και τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει με τις ελληνικές σπουδές μεταξύ του Βασίλειου Λαμπρόπουλου (καθηγητή στο Michigan, καθηγητής στην έδρα Καβάφη) και των τοπικών επαρχιακών παραγόντων, ότι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για κριτική βιβλίων στην Ελλάδα σήμερα. Δεν υπάρχει ούτε ένας Τερζάκης ο οποίος έγραφε, ούτε ένας Παλαμάς. Είναι πολύ χαμηλού επιπέδου αυτοί που γράφουνε κριτικές. Βλέπω τις απαντήσεις, τις οποίες δίνονται τώρα για την περίπτωση του Λαμπρόπουλου (ο οποίος είναι ένα έξοχο πνεύμα) και αντιμετωπίζεται με τόσο επαρχιωτισμό και τόση στενή αντίληψη, που έχω σοκάρει. Αυτό που σας λέω, είναι ότι για μένα η κριτική βιβλίου δεν σημαίνει τίποτα».
Η άποψη της Νάσιουτζικ μού κέντρισε το ενδιαφέρον. «Κι όλοι αυτοί οι Έλληνες που υπογράφουν τις διάφορες κριτικές βιβλίων;», σκέφτηκα.
Μετά, όμως, το πονηρό μου μυαλό (το οποίο, δυστυχώς, δουλεύει υπερωρίες) με έκανε να σκεφτώ πως ίσως η Νάσιουτζικ, η συγγραφέας με διδακτορικό, με σπουδές φιλολογίας και με ένα-δυο best sellers στο ενεργητικό της, να δηλώνει πως δεν υπάρχουν κριτικοί βιβλίου στην Ελλάδα σήμερα, επειδή τα δικά της βιβλία δεν έχουν πάρει καλές κριτικές (αντίθετα την έχουν πολεμήσει αρκετά, όλοι αυτοί που γράφουν τελοσπάντων «κριτικές»).
Βασίλης Βασιλικός
Πήρα αμέσως τηλέφωνο τον δεύτερο πιο πολυμεταφρασμένο Έλληνα συγγραφέα μετά τον Καζαντζάκη, το Βασίλη Βασιλικό, για να ακούσω τη δικιά του άποψη. Ένας συγγραφέας, του οποίου τα έργα έχουν αναγνωριστεί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και εκτός, θα έχει σίγουρα άποψη για αυτό.
Ο κ. Βασιλικός μάς είπε: «Κριτικός, κατά έναν παλαιό ορισμό, είναι ''το κρασί που έγινε ξίδι''. Σήμερα υπάρχουν κριτικοί, που κυρίως είναι σημειοματογράφοι. Παλαιότερα, κριτικοί όπως ο Βάσος Βαρίκας, ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, ο Ανδρέας Καραντώνης, ο Απόστολος Σαχίνης, ο Γιάννης Χατζίνης και από τους νεότερους ο Παναγιώτης Μουλλάς, σηματοδοτούσαν μια ''στάση'', που κατά τον Καβάφη ''νιώθετε''. Σήμερα, εκτός από το Δημοσθένη Κούρτοβικ, δεν μπορώ να βρω άλλον που να αποφεύγει όσο αυτός την ''λογοτεχνίτιδα'', ως συνώνυμη της ''κυτταρίτιδας''. Κι αυτό συμβαίνει γιατί ο Κούρτοβικ είναι συνάμα και ταλαντούχος συγγραφέας.
»Στις μέρες μας, ωστόσο, υπάρχουν ταλαντούχοι δοκιμιογράφοι (όπως ο Νάσος Βαγενάς, η Ζέτα Φαρίνου-Μαλαματάρη, κ.ά.). Είναι εκείνοι/ες που δεν κατεβάζουν από το ίντερνετ κείμενα άλλων για να τα μεταλλάξουν ως δικά τους. Ο Τερζάκης ναι. Εκτός από πολύ σημαντικός πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος κ.τ.λ., υπήρξε και κριτικός κυρίως του θεάτρου. Για μένα προσωπικά, αν και άκρως αντίθετος σε ιδεολογικές τοποθετήσεις, ο πιο σημαντικός anchorman της ελληνικής λογοτεχνίας από το Μεσοπόλεμο και μετά, πριν από την εμφάνιση της σημειολογίας, υπήρξε ο Αντρέας Καραντώνης».
Μάριος Καζίκας
«Έχω την εντύπωση ότι η οποιαδήποτε μορφή αξιολόγησης ενός λογοτεχνικού έργου οφείλει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια. Πρώτα απ’ όλα, ένας αξιόλογος κριτικός βιβλίου, όταν θέτει το κείμενο κάτω από το ''μικροσκόπιο'' του κριτικού ελέγχου, χρειάζεται να υποβάλει πρώτα ο ίδιος ερωτήματα στον εαυτό του. Ερωτήματα σχετικά με τις πτυχές του έργου που προτίθεται να διερευνήσει. Αν αντιληφθεί το κείμενο ως σύνθετη οντότητα και εξετάσει ξεχωριστά τα συστατικά της μέρη (λόγος, αφήγηση, πλοκή, θεματική, κ.τ.λ.), τότε μόνο είναι σε θέση να προχωρήσει επαγωγικά και στη διατύπωση συνολικής εκτίμησης. Διαφορετικά, αν η κριτική πηγάζει απλά και μόνο από μια γενική και απροσδιόριστη εντύπωση, τότε υπάρχει ο κίνδυνος υποκειμενισμού» μας είπε ο Μάριος Καζίκας, καθηγητής φιλολογίας στο Λύκειο Αραδίππου Λάρνακας, ο οποίος κάνει τη διατριβή του στο λογοτεχνικό έργο του Γιάννη Βλαχογιάννη (Επαχτίτη).
Κριτικοί χωρίς να έχουν γράψει
ΟΤΑΝ ο Παλαμάς έγραφε κριτική για το Ρίτσο, «παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις», παρόλο που ο ίδιος έγραφε λαμπρά και σπουδαία, εντούτοις έλεγε αυτά τα όμορφα λόγια για έναν άλλο ποιητή. Σήμερα, οι περισσότεροι «κριτικοί βιβλίου» μόνο αρνητικά σχόλια έχουν να πουν για τα διάφορα βιβλία και μάλιστα χωρίς να έχουν γράψει ποτέ κάτι σπουδαίο οι ίδιοι, ή ίσως χωρίς να έχουν γράψει τίποτα.
Υπάρχουν, όντως, κριτικοί βιβλίων στην Ελλάδα σήμερα; Ή, μήπως, στην χώρα τού «ό,τι δηλώσεις είσαι», ισχύει τελικά πως, όντως, ό,τι δηλώσεις είσαι;
Εν κατακλείδι, επειδή κάποιος γράφει την άποψή του για ένα βιβλίο (συνήθως με την ιδιότητα του δημοσιογράφου), δεν σημαίνει αυτόματα πως είναι και κριτικός βιβλίου. Και μπορεί στη σημερινή Ελλάδα να υπάρχουν αρκετοί δημοσιογράφοι, οι οποίοι υπογράφουν ως κριτικοί βιβλίου, αλλά το «δηλώνω» από το «είμαι» απέχουν πολύ. Και, τέλος, το θέμα «βιβλίο» είναι υπόθεση παιδείας αλλά και αισθητικής και σίγουρα διαφέρει από τον έναν αναγνώστη στον άλλο.