Ο τόπος ταφής της Θεομήτορος έγινε αιτία σύγκρουσης ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών
Το γενεαλογικό δέντρο της Παναγίας έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών, καθώς προκύπτει ότι είχε συγγένεια με τον Ιωσήφ καθώς και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Το filiοque, το αλάθητο και το πρωτείο του Πάπα αποτελούν τους τρεις βασικούς πυλώνες της διαίρεσης μεταξύ Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ωστόσο, με την πάροδο των αιώνων θεολόγοι, μοναχοί και κληρικοί με τις μελέτες, τις ερμηνείες αλλά και τα οράματά τους προσέθεταν διαρκώς ζητήματα στο μακρύ κατάλογο των μικρών ή μεγάλων διαφορών που χωρίζουν την Ανατολή από τη Δύση.
Ανάμεσά τους και μια μοναχή, οι ενοράσεις της οποίας απασχόλησαν την Αγία Εδρα, την Υψηλή Πύλη, την τσαρική Ρωσία, και προκάλεσαν ακόμη μεγαλύτερα ρήγματα στο Σχίσμα που δημιουργήθηκε τον 11ο αιώνα στο Χριστιανισμό, καθώς έφεραν την Παναγία να ζει και κατά μια εκδοχή να ενταφιάζεται στην Έφεσο. Τα οράματά της προκάλεσαν ανασκαφές και δημιούργησαν δοξασίες, οι οποίες ενισχύθηκαν στη Δύση με αποφάσεις της Αγίας Εδρας, που χαρακτήρισε την Έφεσο «ιερό τόπο», τους Πάπες που επισκέπτονται το σημείο και τους Τούρκους οι οποίοι προβάλλουν το προσκύνημα ως σπίτι της «Μαρίας ανά», δηλαδή ως σπίτι της «Μαρίας Μητέρας». Θέσεις, απόψεις και αντιλήψεις όμως που απορρίπτονται στην ορθόδοξη Ανατολή.
Η Άννα Αικατερίνη Έμεριχ, μοναχή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, γεννήθηκε και μεγάλωσε στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου σε ένα χωριό της Βεστφαλίας, στη Γερμανία. Κατάκοιτη επί πολλά χρόνια, έγινε παγκοίνως γνωστή όταν άρχισε να βλέπει οράματα, να εμφανίζει στίγματα στο σώμα της και μεταξύ άλλων να περιγράφει πώς έζησε τους χτύπους της καρδιάς της Αγίας Τριάδας.
Με οδηγό τα οράματα
Σύμφωνα με τον Αρχιεπίσκοπο Κερκύρας των ρωμαιοκαθολικών και καθηγητή της Δογματικής Ιωάννη Σπιτέρη , «η Έμεριχ έγραψε προτού πεθάνει στον πνευματικό της ότι είδε, σαν ταινία θα λέγαμε σήμερα, τη ζωή της Παναγίας και τους χώρους όπου έζησε. Έναν αιώνα μετά, ο λαζαριστής π.Ρaulen, έχοντας στα χέρια τις μαρτυρίες της, έφθασε στην Έφεσο με μια ομάδα εργατών και ανασκάπτοντας την περιοχή βρήκε τα ερείπια του λεγόμενου ''σπιτιού της Παναγίας''»
. Όπως σημειώνει ο κ. Ιωάννης, η παρουσία της Παναγίας στην Έφεσο ενισχύεται από μελέτες Πατέρων της Εκκλησίας, όπως ο Ειρηναίος της Λυών και ο Τερτυλλιανός, όπου αναφέρεται ότι η Παναγία πήγε στην Έφεσο συνοδεύοντας τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη. Από την πλευρά του ο Μητροπολίτης Αυστρίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου κ. Μιχαήλ απορρίπτει τα περί Εφέσου και τονίζει:
«Το 1894 λαζαριστές και καπουτσίνοι μοναχοί από τη Σμύρνη επισκέπτονται την Έφεσο, αγοράζουν ένα οικόπεδο από μουσουλμάνο και δηλώνουν ότι βρήκαν τον τάφο και το σπίτι της Παναγίας στη θέση Καπουλού. Ο Μητροπολίτης Σμύρνης Βασίλειος», προσθέτει ο κ. Μιχαήλ, «απέρριψε τις απόψεις τους. Ωστόσο, η υποτιθέμενη ανακάλυψη είχε λάβει διαστάσεις και η Αγία Εδρα ετοιμαζόταν να αποστείλει στην περιοχή τρεις καρδιναλίους και μοναχούς, για να καθιερώσουν το σημείο ως τόπο λατρείας.
Τότε, με παρέμβαση του Φαναρίου στη ρωσική πρεσβεία στην Πόλη και με τις πιέσεις που άσκησαν στη συνέχεια οι επικεφαλής της στην Υψηλή Πύλη, η επίσκεψη ματαιώνεται. Με το θέμα ασχολήθηκε και ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, ο οποίος με δημοσιεύσεις του απέρριψε το ενδεχόμενο να έζησε στην Έφεσο η Παναγία και πολύ περισσότερο να ενταφιάστηκε στην περιοχή».
Συγγενής με τον Ιωσήφ
Το γενεαλογικό δέντρο της Παναγίας έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών, καθώς προκύπτει ότι είχε συγγένεια με τον Ιωσήφ, αλλά και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. «Τα Ευαγγέλια καταγράφουν το γενεαλογικό δέντρο του Ιωσήφ και του Χριστού», δηλώνει η καθηγήτρια της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Δήμητρα Κούκουρα. Όλα τα πρόσωπα, προσθέτει, «συνδέονται με τον Αβραάμ και τον Δαβίδ. Μάλιστα ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, στο πρώτο κεφάλαιο, αναφέρει ότι ''ο γενεαλογικός κατάλογος του Ιησού Χριστού προερχόταν από τον Δαβίδ, απόγονο του Αβραάμ''».
Φαίνεται όμως από τους Ευαγγελιστές ότι και η Μαρία και ο Ιωσήφ προέρχονται από την ίδια ρίζα, αυτήν του Αβραάμ. Παρ΄ όλα αυτά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Ιωσήφ είναι προστάτης της Παναγίας και σε καμία περίπτωση πατέρας του γιου της, ο οποίος εγεννήθη «εκ Πνεύματος Αγίου». Είναι όμως φανερό ότι ο Ιωσήφ και η Μαρία είναι συγγενείς. Συγγενής της Παναγίας ήταν και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, αφού η Ελισάβετ, μητέρα του Βαπτιστή, ήταν θεία της Παναγίας και αδελφή της μητέρας της Άννας.
Η ζωή της Θεομήτορος
Κατά τους θεολόγους, οι πληροφορίες που υπάρχουν για τη ζωή της Παναγίας είναι ελάχιστες. «Όλες οι θεολογικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί για την Παναγία βασίζονται σε αναφορές που γίνονται από τους Ευαγγελιστές, για τη Γέννηση και τη Σταύρωση του Χριστού, και κυρίως στα απόκρυφα Ευαγγέλια, ιδιαίτερα από το Πρωτευαγγέλιο του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, καθώς και ορισμένες μελέτες του 6ου και του 7ου αιώνα, και την υμνολογία. Πιθανολογούμε περισσότερο τη ζωή της Παναγίας, καθώς οι Πατέρες των πρώτων αιώνων αλλά αργότερα και θεολόγοι ήθελαν να αποφύγουν μια λατρεία της μητέρας του Χριστού, γιατί μπορεί να συγχεόταν με τη λατρεία της θεάς Σελήνης», τονίζει ο καθηγητής Γ.Φίλιας. «Ακόμη απ΄ όλες τις πηγές μας», προσθέτει, «προκύπτει ότι έζησε και τα 33 χρόνια του Χριστού.
Γνωρίζουμε ότι ο ίδιος ο Χριστός την εμπιστεύθηκε στον Ιωάννη. Ωστόσο, απ' εκεί και πέρα όλες οι έρευνες παρουσιάζουν αποκλίσεις. Σύμφωνα με τις αναφορές, η Παναγία καθημερινά έκλαιγε και ζητούσε από τον γιο της να την πάρει δίπλα Του. Έτσι, κατά μια εκδοχή, η Παναγία έζησε μόνο ένα χρόνο μετά την Ανάσταση. Μια άλλη εκδοχή την εμφανίζει να ζει τουλάχιστον δέκα χρόνια μετά τη Σταύρωση. Ωστόσο, σχεδόν όλοι οι ερευνητές εκτιμούμε ότι δεν πρέπει να έζησε περισσότερο από πέντε χρόνια μετά την Ανάσταση».