Σύμφωνα με ισπανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Annals of Internal Medicine
Τα άτομα που διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής νόσου και ακολούθησαν μεσογειακή διατροφή, είχαν 30% λιγότερες πιθανότητες εκδήλωσης διαβήτη τύπου ΙΙ σε ορίζοντα τετραετίας
Η μεσογειακή διατροφή είναι ικανή να συντελέσει στην πρόληψη του διαβήτη στα άτομα που κινδυνεύουν να εκδηλώσουν καρδιακή νόσο, ακόμη και εάν δεν χάσουν βάρος ή αυξήσουν τον χρόνο εκγύμνασής τους, σύμφωνα με ισπανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Annals of Internal Medicine. Ερευνητές που έλαβαν χρηματοδότηση από το κρατικό ίδρυμα «Instituto de Salud Carlos III» κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα που διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιακής νόσου και ακολούθησαν μεσογειακή διατροφή (φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής άλεσης, ψάρια και φυτικά λιπαρά) είχαν 30% λιγότερες πιθανότητες εκδήλωσης διαβήτη τύπου ΙΙ σε ορίζοντα τετραετίας, συγκριτικά με άτομα που είχαν απλά ακολουθήσει διατροφή με λίγα λιπαρά.
Οι συμμετέχοντες, μάλιστα, που ενίσχυσαν τη διατροφή τους με φυτικά λιπαρά από έξτρα παρθένο ελαιόλαδο είχαν 40% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβήτη κατά τη διάρκεια της μελέτης, συγκριτικά με όσους έκαναν διατροφή ολίγων λιπαρών.
Κανείς εκ των συμμετεχόντων δεν είχε λάβει εντολή να μειώσει τον αριθμό των θερμίδων του ή να αυξήσει τον χρόνο εκγύμνασης, αν και οι περισσότεροι τελικά παρατήρησαν μικρή αλλαγή στο σωματικό τους βάρος κατά τη διάρκεια της έρευνας. Αξίζει να σημειωθεί ότι παλαιότερες μελέτες είχαν διαπιστώσει ότι η απώλεια βάρους και η γυμναστική προλαμβάνουν τον διαβήτη, αλλά η ισπανική μελέτη δείχνει ότι από μόνες τους οι διατροφικές αλλαγές είναι ικανές να μειώσουν τον κίνδυνο, τουλάχιστον σε ορισμένα άτομα.
Καυκάσια φυλή
Στην ισπανική μελέτη συμμετείχαν κυρίως άτομα της καυκάσιας φυλής, 55-80 ετών, με υψηλό κίνδυνο καρδιακής νόσου. Επρόκειτο για 3.541 ενήλικες που ζούσαν στην Ισπανία και κλήθηκαν να ακολουθήσουν ένα από τρία διατροφικά σχήματα: μεσογειακή διατροφή ενισχυμένη με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, μεσογειακή διατροφή εμπλουτισμένη με ξηρούς καρπούς ή διατροφή με λίγα λιπαρά. Κανείς εκ των συμμετεχόντων δεν είχε διαβήτη στην αρχή της μελέτης, αλλά είχαν τουλάχιστον τρεις παράγοντες κινδύνου για καρδιακή νόσο (υπέρταση, υπερχοληστερολαιμία, ιστορικό καπνίσματος ή οικογενειακό ιστορικό καρδιακής νόσου).
Καθένας ερωτήθηκε για το τι έτρωγε, ενώ ορισμένοι υποβλήθηκαν σε εξετάσεις αίματος και ούρων, προς αναζήτηση δεικτών της αυξημένης κατανάλωσης έξτρα παρθένου ελαιολάδου ή ξηρών καρπών. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 273 συμμετέχοντες εκδήλωσαν διαβήτη: 80 έκαναν μεσογειακή διατροφή με επιπλέον εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, 92 μεσογειακή διατροφή με επιπλέον ξηρούς καρπούς και 101 διατροφή με λίγα λιπαρά.
Αφού συνεκτιμήθηκαν και παράγοντες που επηρεάζουν τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη (σύνολο θερμίδων, γυμναστική, ποσοστό κατανάλωσης αλκοόλ), διαπιστώθηκε ότι οι συμμετέχοντες που έκαναν μεσογειακή διατροφή με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο είχαν μειωμένο κίνδυνο διαβήτη, συγκριτικά με την ομάδα των λίγων λιπαρών. Αλλά και όσοι έκαναν μεσογειακή διατροφή με επιπλέον ξηρούς καρπούς είχαν μειωμένο κίνδυνο διαβήτη.
Επιπρόσθετα οφέλη
Αν και η μελέτη αρχικά είχε σχεδιαστεί να ερευνήσει την επίδραση της μεσογειακής διατροφής στην καρδιακή νόσο, οι Ισπανοί επιστήμονες παρατήρησαν όντως ότι σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο εγκεφαλικών επεισοδίων και εμφραγμάτων. Επαναξιολόγησαν όμως τα στοιχεία για να δουν αν η μεσογειακή διατροφή προλαμβάνει επίσης τον διαβήτη, πράγμα που επιβεβαιώθηκε. Επειδή, όμως, ο σχεδιασμός της μελέτης δεν εστίαζε αρχικά στην πρόληψη του διαβήτη, οι επιστήμονες διευκρινίζουν ότι το εύρημα θα πρέπει να θεωρηθεί βάσιμο μεν, αλλά όχι καταληκτικό. «Σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να θεωρούμε ως λιγότερο αποτελεσματικές μεθόδους τη γυμναστική και την απώλεια βάρους, στην πρόληψη του διαβήτη. Ωστόσο, η μεσογειακή διατροφή έχει τα δικά της επιπρόσθετα οφέλη», επισημαίνεται στα συμπεράσματα της μελέτης.
Το καφέ λίπος ευθύνεται για την αύξηση του βάρους
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΤΩΝ 45 ΕΤΩΝ
Η προοδευτική αύξηση του σωματικού βάρους μετά την ηλικία των 45 ετών οφείλεται σε ένα είδος λίπους που γίνεται λιγότερο ενεργό καθώς μεγαλώνουμε, σύμφωνα με μία νέα μελέτη. Πρόκειται για το καφέ λίπος, το οποίο έχει ως κύρια λειτουργία την παραγωγή θερμότητας, μέσω διέγερσης του μεταβολισμού. Οι επιστήμονες ήξεραν εδώ και δεκαετίες ότι τα μωρά διαθέτουν καφέ λίπος που τα βοηθεί να διατηρούν τη σωματική θερμοκρασία τους μετά τη γέννησή τους, αλλά έως πρότινος πίστευαν ότι αυτό εξαφανίζεται στη νηπιακή ζωή, επειδή πλέον δεν είναι απαραίτητο. Πριν από λίγα χρόνια, όμως, ανακάλυψαν ότι το ανθρώπινο σώμα διαθέτει μικρές ποσότητες καφέ λίπους και στην ενήλικη ζωή, καθώς και ότι οι γυναίκες έχουν περισσότερο καφέ λίπος απ’ ό,τι οι άνδρες.
Το καφέ και λευκό λίπος
Στη νέα μελέτη, Ιάπωνες επιστήμονες ανακάλυψαν ότι, καθώς μεγαλώνουμε, ελαττώνεται η θερμογενετική ικανότητα του καφέ λίπους, με συνέπεια να «καίει» ο οργανισμός λιγότερο λευκό λίπος - το είδος που συσσωρεύεται κάτω από το δέρμα της κοιλιάς και των μηρών όταν καταναλώνει κάποιος περιττές θερμίδες. «Ένα συνηθισμένο παράπονο στους μεσήλικες και ηλικιωμένους είναι ότι πρέπει να προσέχουν ολοένα περισσότερο τη διατροφή και τη φυσική τους δραστηριότητα για να μην παχύνουν», δήλωσε ο δρ Τζέρλαντ Βάισμαν, ομότιμος καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και εκδότης της ιατρικής επιθεώρησης «The FASEB Journal», όπου δημοσιεύεται η νέα μελέτη.
«Τώρα ξέρουμε ότι αυτό οφείλεται στο ότι το καφέ λίπος παύει να λειτουργεί καθώς μεγαλώνουμε, με συνέπεια να πρέπει κάποιος να τρώει ολοένα πιο υγιεινά και να γίνεται ολοένα πιο δραστήριος, εάν δεν θέλει να παχύνει στη μέση και τρίτη ηλικία». Οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Shizuoka που πραγματοποίησαν τη νέα μελέτη, ανακάλυψαν επίσης έναν μεταβολικό «διακόπτη» που μπορεί να ενεργοποιεί εκ νέου το καφέ λίπος. Ο «διακόπτης» αυτός είναι το γονίδιο PAFR, το οποίο αδρανοποίησαν οι ερευνητές σε μία ομάδα ποντικιών, με συνέπεια αυτά να γίνουν παχύσαρκα, επειδή προκλήθηκε δυσλειτουργία του καφέ λίπους στο σώμα τους.
Κατά της παχυσαρκίας
Το εύρημα αυτό εκτιμάται ότι μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την επινόηση νέων θεραπειών για την παχυσαρκία. Οι ειδικοί υπολογίζουν ότι για να διατηρηθεί σταθερό το σωματικό βάρος, πρέπει κανείς να τρώει καθημερινά 200 θερμίδες λιγότερες απ’ όσες έτρωγε όταν ήταν πιο νέος, καθώς και να ασχολείται με φυσικές δραστηριότητες όπως το περπάτημα, με γρήγορο βήμα, επί 30-45 επιπλέον λεπτά κάθε εβδομάδα.