Συμφωνία για σύσταση Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης

Οι εγγυημένες καταθέσεις είναι διασφαλισμένες με εθνική ευθύνη, ενώ οι ανασφάλιστες καταθέσεις ιδιωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων αποκτούν προνομιακή μεταχείριση ως προς την ιεραρχία κάλυψης ζημιών

Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ δεν αποσυνδέει την αλληλεξάρτηση μεταξύ τραπεζών και κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα, όπως ήταν ο στόχος


Όταν τον Ιούνιο του 2012 η Ιρλανδία βρισκόταν σε ένα πρόγραμμα στήριξης για το τραπεζικό της σύστημα και η Ισπανία αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να συστήσουν μια τραπεζική ένωση που θα είναι υπεύθυνη για τις τράπεζες της Ευρώπης ως σύνολο. Η απόφαση αυτή στόχο είχε να μεταφέρει το κόστος της κατάρρευσης μιας τράπεζας από τα εθνικά ταμεία σ’ ένα πανευρωπαϊκό σύστημα διάσωσης-εξυγίανσης ή και διάλυσης μιας τράπεζας. Για μια τραπεζική ένωση θα πρέπει να συσταθεί ένας ενιαίος μηχανισμός εποπτείας των Τραπεζών της Ευρωζώνης, μια Αρχή Εξυγίανσης των τραπεζών και μια Αρχή που να προσφέρει εγγυήσεις στους καταθέτες.

Ο πρώτος πυλώνας, δηλαδή ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας των τραπεζών έχει ήδη αποφασιστεί ότι θα είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που από την 1η Νοεμβρίου του 2014 θα εποπτεύει άμεσα τις 128 μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης που θεωρούνται συστημικές, είτε για την Ευρωζώνη στο σύνολό της είτε για ένα κράτος-μέλος και εμμέσως, σε συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές Αρχές, τις 6.200 άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες.

Υπεύθυνη για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό της Ευρωζώνης που θα είναι κάτω από την ΕΚΤ, έχει διοριστεί η Γαλλίδα Ντανιέλ Νουί, που σήμερα είναι η Πρόεδρος της Αρχής Εποπτείας του γαλλικού χρηματοπιστωτικού τομέα. Όσον αφορά το ενιαίο σχέδιο εγγύησης των καταθέσεων, το θέμα αυτό αφέθη να αποφασιστεί αργότερα.

Η περίπτωση της Κύπρου

Αλλά όσον αφορά τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Εξυγίανσης των τραπεζών, που έχει καθοριστεί, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι υπουργοί Oικονομικών της Ε.Ε. σε εκτενή συνεδρία αποφάσισαν όπως από το 2016 συσταθεί ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξυγίανσης, το οποίο θα χρηματοδοτείται από εισφορές από τις τράπεζες. Παράλληλα, αποφασίστηκε ότι το μεγαλύτερο κόστος για την εξυγίανση τραπεζών, ειδικά για τα επόμενα δέκα χρόνια, θα συνεχίσει να είναι ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων ή των ιδιωτών επενδυτών. Βέβαια, η απόφαση είναι ότι η διάσωση τραπεζών που αντιμετωπίζουν προβλήματα δεν θα προέρχεται κυρίως από τους φορολογούμενους, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ιρλανδίας, αλλά θα χρησιμοποιηθεί η περίπτωση της Κύπρου.

Τόσο οι μέτοχοι όσο και οι μεγαλοκαταθέτες θα αναλάβουν το κόστος διάσωσης μέσων ιδίων πόρων (bail-in). Οι εγγυημένες καταθέσεις ως €100.000 είναι διασφαλισμένες με εθνική ευθύνη, ενώ οι ανασφάλιστες καταθέσεις ιδιωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων αποκτούν προνομιακή μεταχείριση ως προς την ιεραρχία κάλυψης ζημιών. Όπως, όμως, αναφέρουν οι αναλυτές, η συμφωνία που επιτεύχθηκε δεν αποσυνδέει την αλληλεξάρτηση μεταξύ τραπεζών και κυβερνήσεων που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα, όπως ήταν ο στόχος.

Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε. θα δημιουργηθούν Ταμεία σε κάθε χώρα της Ευρωζώνης κάτω από την επίβλεψη της Ε.Ε. και θα καταβάλλονται εισφορές της τάξης του 1% επί των ασφαλισμένων καταθέσεων. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δέκα χρόνων, αυτά τα Ταμεία σταδιακά θα ενοποιηθούν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξυγίανσης, όταν το Ταμείο αυτό θα διαθέτει €55 δις. Το ποσό αυτό, όμως, δεν θα αποτελεί παρά μόνο το 0,2% των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών και θα είναι ένα πολύ μικρό ποσό για να αντιμετωπίσει την κατάρρευση μιας έστω και μεσαίου μεγέθους τράπεζας. Κατά συνέπεια υπάρχει κίνδυνος το ποσό αυτό να είναι ανεπαρκές σε περίπτωση που αντιμετωπίζεται κατάρρευση μιας τράπεζας.

Περίπλοκη διαδικασία

Για τη διάσωση-εξυγίανση η διάσωση μιας τράπεζας δεν θα χρειάζεται η άδεια της χώρας στην οποία βρίσκεται. Η απόφαση για τον σκοπό αυτό, όμως, θα είναι περίπλοκη. Ως Αρχή για τον σκοπό αυτό έχει καθοριστεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αν η ΕΚΤ αποφασίσει ότι μια τράπεζα αντιμετωπίζει προβλήματα θα ζητήσει από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Εξυγίανσης που θα συσταθεί να εισηγηθεί ένα σχέδιο διάσωσης σε μια διαδικασία που παρέχει σημαντική ευθύνη στις Αρχές. Μια τέτοια απόφαση θα χρειάζεται έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αν η Επιτροπή διαφωνήσει, το θέμα θα υποβάλλεται στους υπουργούς Οικονομικών για τελική απόφαση.

Ακόμη και ο Michel Barnier, ο κοινοτικός επίτροπος της Ε.Ε. για την ενιαία αγορά, έχει δηλώσει ότι η διαδικασία αυτή είναι πολύ περίπλοκη. Αλλά ακόμη και αν για την απόφαση για την εξυγίανση ή τη διάλυση μιας τράπεζας δεν υπάρχει ένσταση και με βάση το πιο απλοποιημένο σχέδιο του κ. Barnier, για μιαν απόφαση για τον σκοπό αυτό θα χρειάζονται 107 ψήφοι από 80-90 πρόσωπα από τον ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας των Τραπεζών, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, δύο Επιτροπές από τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης και τελικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Όπως δήλωσε ο κ. Ντράγκι, αν η ΕΚΤ αποφασίσει ότι μια τράπεζα αντιμετωπίζει προβλήματα και δεν μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται, η απόφαση για τη διάλυση ή την εξυγίανσή της θα πρέπει να είναι δυνατό να γίνεται αμέσως. Δεν μπορεί η απόφαση να χρειάζεται διαβούλευση με εκατοντάδες πρόσωπα στο κατά πόσο μια τράπεζα είναι βιώσιμη ή όχι, ανέφερε ο κ. Ντράγκι. Με βάση τις τελευταίες προτάσεις, η διαδικασία θα μπορούσε να εμπλέξει εννέα Επιτροπές με 143 ψήφους για μιαν απόφαση διάλυσης μιας μεσαίου μεγέθους διασυνοριακής τράπεζας.

Οι 128 μεγάλες τράπεζες που αρχικά θα εποπτεύει η ΕΚΤ θα αποτελούν το 85% όλων των περιουσιακών στοιχειών στο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης. Υπολογίζεται ότι σήμερα τα περιουσιακά στοιχειά του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης, με εξαίρεση τις κεντρικές τράπεζες, είναι €35,5 τρις. Κατά συνέπειαν το 85% των περιουσιακών αυτών στοιχειών ανέρχονται γύρω στα €30 τρις, ενώ το Ταμείο Εξυγίανσης των τραπεζών που θα δημιουργηθεί στο τέλος της δεκαετούς αυτής περιόδου θα ανέρχεται στα €55 δις, που δεν είναι παρά 0,2% των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών αυτών.

Θα είναι ελάχιστα τα οφέλη

ΚΑΤΑ συνέπεια, σε περίπτωση συστηματικής κρίσης κατά την οποία απότομα τράπεζες καταρρέουν, όλο το Ταμείο Εξυγίανσης δεν θα είναι αρκετό για τη στήριξη παρά για μια μετρίου μεγέθους τράπεζα. Συνεπώς, το ταμείο αυτό είναι δυνατό να χρειάζεται πιστωτικές διευκολύνσεις από ορισμένους οργανισμούς. Ένας από αυτούς θα μπορούσε να είναι η ΕΚΤ, αλλά θα αντιμετώπιζε νομικά προβλήματα. Κατά συνέπεια δεν απομένει παρά ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ), το ταμείο του οποίου ανέρχεται στα €500 δις και παρέχει δάνεια στις κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα, ως ο καλύτερος μηχανισμός για να προσφέρει πιστωτικές διευκολύνσεις.

Αλλά, δυστυχώς, η Γερμανία και άλλες πιστώτριες χώρες μέχρι τώρα διαφωνούν. Αν αυτή η θέση επικρατήσει και το Ταμείο Εξυγίανσης τραπεζών παραμείνει μόνιμα χωρίς πιστωτικές διευκολύνσεις, τότε τα οφέλη που θα προσφέρει η Τραπεζική Ένωση θα είναι ελάχιστα.

KPMG
Λογιστικές, Ελεγκτικές, Φορολογικές και Συμβουλευτικές Υπηρεσίες
(Οι απόψεις και γνώμες που διατυπώνονται στο παρόν, είναι αυτές του
συγγραφέα και δεν εκπροσωπούν κατ’ ανάγκην τις απόψεις και γνώμες
της KPMG International ή Οίκων Μελών της KPMG)