Αν και η πολιτική λιτότητας θα συνεχίσει…
Ακόμη και πριν από ένα χρόνο η βρετανική οικονομία βρισκόταν στο χείλος μια τριπλής οικονομικής ύφεσης….
Η ΤΡΑΠΕΖΑ της Αγγλίας από το 2009, λόγω ποσοτικής νομισματικής, αγόρασε ομόλογα ύψους £375 δις
Ο Βρετανός Υπουργός Οικονομικών, κ. Τζορτζ Όσμπορν, στις 19 Μαρτίου παρουσίασε τον πέμπτο προϋπολογισμό του, σε οικονομικές συνθήκες πολύ διαφορετικές σε σχέση με τους τέσσερις προηγούμενους. Μετά από μακρά περίοδο στασιμοπληθωρισμού, η βρετανική οικονομία αντιμετωπίζει τώρα βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης, αν και ο κ. Όσμπορν προειδοποίησε ότι η πολιτική λιτότητας θα συνεχίσει. Οι κρατικές δαπάνες σήμερα αποτελούν τo 48% του ΑΕΠ και το πρόγραμμα είναι ότι μέχρι το 2019 το ποσοστό αυτό θα πρέπει να μειωθεί κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες. Αναφέρεται δε ότι τόσο το Συντηρητικό κόμμα όσο και το Εργατικό έχουν ήδη δηλώσει ότι θα μειώσουν τις δημόσιες δαπάνες. Το ερώτημα είναι σε ποιους τομείς. Μεταξύ των τομέων που υπάρχει σκέψη για μειώσεις δαπανών είναι και ο τομέας της Άμυνας.
Ακόμη και πριν από ένα χρόνο, η βρετανική οικονομία βρισκόταν στο χείλος μια τριπλής οικονομικής ύφεσης. Από τότε, όμως, οι εξελίξεις στη βρετανική οικονομία έχουν βελτιωθεί σημαντικά και ο κ. Όσμπορν, κατά την κατάθεση του προϋπολογισμού της χώρας, ανέφερε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης, με εξαίρεση την Αμερική, είναι ο πιο ψηλός μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Η βρετανική οικονομία, σύμφωνα με τον κ. Όσμπορν, αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,7% κατά το 2014 σε σχέση με 2,4%, με βάση τις εκτιμήσεις του περασμένου φθινοπώρου, ενώ για το 2005 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 2,3%. Παράλληλα, ο κ. Όσμπορν δήλωσε ότι ενώ κατά το 2014 η Βρετανία αναμένει να επιστρέψει, όσον αφορά το ΑΕΠ, σε επίπεδα πριν από την κρίση, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ δεν θα επανέλθει στα προ της κρίσης επίπεδα πριν από το 2017.
Η κυβέρνηση συνασπισμού συντηρητικών - ελευθέρων δημοκρατών, με Πρωθυπουργό τον κ. Ντέιβιντ Κάμερον, που ήρθε στην εξουσία το 2010, ήλπιζε ότι κατά το δημοσιονομικό έτος 2015-2016 θα ισοσκέλιζε τον προϋπολογισμό. Όπως προβλέπεται όμως τώρα κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί δυο χρόνια αργότερα, δηλαδή το 2018-2019. Αλλά παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις όσον αφορά το ρυθμό ανάπτυξης, η Βρετανία συνεχίζει να είναι μεταξύ των πιο ψηλών δανειοληπτών. Η οικονομία βρίσκεται τέσσερα χρόνια σε πρόγραμμα λιτότητας, πρόγραμμα που τώρα επεκτείνεται μέχρι το 2019, αφού δεν κατέστη δυνατόν να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος.
Από το 2007 τα ονομαστικά ημερομίσθια στη Βρετανία αυξήθηκαν κατά μέσον όρο κατά 1,6% τον χρόνο. Αλλά ο ετήσιος πληθωρισμός ήταν πάνω από 3%, πράγμα που οδήγησε σε σωρευτική μείωση στους πραγματικούς μισθούς ύψους 7,8%. Στη Βρετανία οι οικονομολόγοι αναφέρουν ότι η πιο χαμηλή αύξηση των πραγματικών μισθών ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν στην παραγωγή περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό και λιγότερο κεφαλαιουχικό εξοπλισμό. Αυτό, αν και οδήγησε στην πτώση της παραγωγικότητας, αύξησε την απασχόληση. Αντίθετα, στην Αμερική παρόλο που η αύξηση των νομισματικών ημερομισθίων ήταν παρόμοια με εκείνη της Βρετανίας, ο πληθωρισμός ήταν πιο χαμηλός.
Σαν συνέπεια, οι πραγματικοί μισθοί στην Αμερική αυξηθήκαν κατά 2% από το 2007. Αυτό όμως οδήγησε σε αποθάρρυνση των επιχειρήσεων για πρόσληψη ανθρώπινου δυναμικού και ενεθάρρυνε τις επιχειρήσεις να έχουν πιο ψηλή παραγωγή από το υφιστάμενο ανθρώπινο δυναμικό. Αντίθετα, στη Βρετανία ο πιο ψηλός ρυθμός πληθωρισμού περιόρισε τις πραγματικές αυξήσεις ημερομισθίων και ενθάρρυνε τις επιχειρήσεις να αυξήσουν την απασχόληση παρά την αδύναμη ζήτηση.
Παρουσιάζοντας τον προϋπολογισμό του ο κ. Όσμπορν δεν εισηγήθηκε σημαντικές δημοσιονομικές αλλαγές. Στα νοικοκυριά έχει προσφερθεί φορολογική πίστωση ύψους £2.000 για τη φροντίδα των παιδιών, πράγμα που προβλέπεται να βοηθήσει 2 εκ. οικογένειες. Παράλληλα, ο κ. Όσμπορν, για το δημοσιονομικό έτος 2014-2015 έχει αυξήσει το αφορολόγητο ποσό κατά £500. Επίσης, το ανώτατο ποσό πέραν του οποίου ο φόρος εισοδήματος αυξάνεται στο 40% έχει αυξηθεί ελαφρά. Επίσης, ο κ. Όσμπορν διπλασίασε και επέκτεινε το αφορολόγητο ποσό για επενδυτικές δαπάνες και σαν μια προσπάθεια βελτίωσης της εξαγωγικής επίδοσης της Βρετανίας, αύξησε τη στήριξη της κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση εξαγωγών.
Λανθασμένη η αυξομείωση του επιτοκίου
ΠΡΙΝ από την οικονομική κρίση η νομισματική πολιτική της Βρετανίας δεν ήταν αρκούντως δημιουργική. Το μόνο εργαλείο που χρησιμοποιούσε η Τράπεζα της Αγγλίας ήταν η αυξομείωση του επιτοκίου. Αλλά σύντομα αποκαλύφτηκε ότι το εργαλείο αυτό είναι ανεπαρκές για να αντιμετωπίσει μια σοβαρή πτώση στην παραγωγή, όπως και μια σημαντική μείωση στις πιστώσεις τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στα νοικοκυριά.
Έτσι η Τράπεζα της Αγγλίας, εκτός από τη μείωση του επιτοκίου στο 0,5%, αποφάσισε να ακολουθήσει την πολιτική «ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης» που ακολουθεί η Κεντρική Τράπεζα της Αμερικής, γνωστή ως FED. Η κλίμακα του προγράμματος αυτού ήταν εντυπωσιακή, αφού από το 2009, λόγω ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης, η τράπεζα της Αγγλίας αγόρασε ομόλογα ύψους £375 δις. Αν και είναι δύσκολο να επιμετρηθούν τα αποτελέσματα στην οικονομία από την ποσοτική νομισματική χαλάρωση, εντούτοις οι φόβοι για τη δημιουργία υπερπληθωρισμού διαψεύσθηκαν.
Βεβαίως, οι επικριτές της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης αναφέρουν ότι η πολιτική αυτή απέτυχε να οδηγήσει σε ανάκαμψη την οικονομία που η Τράπεζα της Αγγλίας και η κυβέρνηση ήλπιζαν. Ένας λόγος είναι ότι για πολλά χρόνια οι μεγάλες επιχειρήσεις προτιμούσαν να αποταμιεύουν παρά να επενδύουν, ενώ παράλληλα οι τράπεζες απέτυχαν να δανείζουν σε μικρές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στο ρυθμό ανάπτυξης.
Τον περασμένο Αύγουστο ο Μαρκ Κάρνεϊ, πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας του Καναδά, διορίστηκε διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας με στόχο να μεταρρυθμίσει τη νομισματική πολιτική στη Βρετανία. Έτσι και μετά από ένα μήνα από το διορισμό του η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής εισήγαγε μια πολιτική καθοδήγησης (Forward guidance), υποσχόμενη να μην αυξήσει τα επιτόκια ενόσω η ανεργία παραμένει πάνω από 7%. Αλλά έξι μήνες μετά ο στόχος που είχε θέσει ο κ. Κάρνει εξέπνευσε, αφού η ανεργία είναι ήδη 7%. Αλλά ο κ. Κάρνεϊ δήλωσε ότι είναι αποφασισμένος να αποφεύγει να βασίζεται σημαντικά σε ένα οικονομικό δείκτη και ότι οι αγορές δεν πρέπει να ανησυχούν για επικείμενη αύξηση των επιτοκίων.
Στην προσπάθειά της η Τράπεζα της Αγγλίας να προσφέρει καθοδήγηση βασίζεται τώρα κυρίως στην υπερβάλλουσα δυναμικότητα, δηλαδή το ποσοστό του ΑΕΠ που μπορεί να αυξηθεί χωρίς να οδηγεί σε αύξηση του πληθωρισμού. Το Γραφείο Προϋπολογισμού έχει σημαντικά αναθεωρήσει προς τα κάτω το ποσοστό υπερβάλλουσας δυναμικότητας από το 3,7% του δυνητικού ΑΕΠ πριν από ένα χρόνο στο 1,4% τώρα. Η Τράπεζα της Αγγλίας σκοπεύει να εξαλείψει αυτήν την υπερβάλλουσα δυναμικότητα σε τρία χρόνια και, κατά συνέπειαν, κανένας δεν πρέπει να αναμένει αύξηση των επιτοκίων στα ιστορικά κανονικά επίπεδα σύντομα.
KPMG
Λογιστικές, Ελεγκτικές, Φορολογικές και Συμβουλευτικές Υπηρεσίες
Οι απόψεις και γνώμες που διατυπώνονται στο παρόν είναι αυτές του
συγγραφέα και δεν εκπροσωπούν κατ’ ανάγκην τις απόψεις και γνώμες
της KPMG International ή Οίκων Μελών της KPMG.