Όταν στα 1964-65 άρχισε να δημιουργείται και να στήνεται η Εθνική Φρουρά, ένα κυβερνητικό σύμπλεγμα που αποδόθηκε σ’ αυτή για να το χρησιμοποιήσει σαν στρατόπεδο ήταν και το ψυχιατρείο ή το γνωστό «τρελάδικο», απέναντι ακριβώς από το ξενοδοχείο XIΛΤΟΝ στη Λευκωσία.

Μετακίνησαν τους τροφίμους και ψυχικά ασθενείς στην Αθαλάσσα, σε χώρους που δημιουργήθηκαν εκεί, αφήνοντας ελεύθερο το παλιό «τρελάδικο». Σ’ αυτόν τον χώρο, απ’ ό,τι θυμάμαι, στρατοπέδευσαν τα ΣΕΜ (αυτοκίνητα μεταφορών) και η Στρατονομία.

Τοποθετήθηκαν οι απαραίτητες σκοπιές γύρω από τον τοίχο του στρατοπέδου, όπως επίσης και στην κύρια είσοδό του με τη παρουσία ενόπλου εθνοφρουρού. Μία ηλικιωμένη που ερχόταν από το χωριό της στη Λευκωσία, κάθε τόσο, και γνώριζε ότι εκεί βρισκόταν το τρελάδικο, όταν είδε τον εθνοφρουρό με το όπλο στο χέρι, στην πύλη του στρατοπέδου, με φόβο αλλά και με μεγάλη απορία ρώτησε ευγενικά τον εθνοφρουρό:

«Εδώκαν σας τζιαι σας, γιε μου, όπλα;». «Βέβαια, γιαγιά», της απαντά ο εθνοφρουρός, με την ηλικιωμένη να απομακρύνεται από κοντά τους με όση ταχύτητα μπορούσε, κοιτάζοντας πίσω της με φόβο, αγωνία και προβληματιζόμενη για τη συμπερίληψη και των τρελών στην Εθνική Φρουρά.

Ο προβληματισμός της τότε ηλικιωμένης θα πρέπει να συμβεί και σε μας σήμερα, διότι η κοινωνία μας, δυστυχώς, έχει κατακλυστεί από ελεύθερους ψυχικά αρρώστους, ευέξαπτους, εγκληματούντες, διακατεχόμενους από ψυχικές διαταραχές και διαστροφές, εκδικητικούς, βίαιους φραστικά αλλά και χειροδικούντες, κακεντρεχείς και μ’ ένα σωρό άλλα κακά χαρακτηριστικά.

Και ερωτώ, πώς μπορώ να εμπιστευτώ εγώ αλλά και όλοι μας γενικά, αυτούς τους ανθρώπους και μάλιστα όσοι βρίσκονται πολύ κοντά σ' αυτούς, όπως σύζυγοι, παιδιά, γονείς κ.λπ, όταν τους επιτρέπεται να κατέχουν πυροβόλα όπλα, στρατιωτικά ή κυνηγετικά; Χρειάζεται, πιστεύω, λίγη περισσότερη σοβαρότητα σ’ αυτό το θέμα, για να νιώθουμε κι εμείς πιο ασφαλείς και να θρηνήσουμε ξανά στο μέλλον άλλα θύματα.