Ο Όσκαρ Ουάιλντ γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1854 και πέθανε στο Παρίσι στις 30 Νοεμβρίου 1900. Ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός και κριτικός. Έχοντας περάσει από διάφορα είδη γραπτού λόγου καθ' όλη τη δεκαετία του 1880, γεύτηκε τη δόξα ως θεατρικός συγγραφέας στο Λονδίνο. Στις μέρες μας έχει γίνει γνωστός για τα ευφυολογήματά του, το μοναδικό του μυθιστόρημα «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», τα θεατρικά έργα του, τις συνθήκες φυλάκισής του καθώς και τον πρόωρο θάνατό του.

Στο πανεπιστήμιο ασχολήθηκε με τις κλασικές σπουδές, επιδεικνύοντας από μικρή ηλικία κλίση προς τον Kλασικισμό, τόσο στο Δουβλίνο όσο και αργότερα στην Οξφόρδη. Μετά το πανεπιστήμιο, ο Ουάιλντ μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου εντάχθηκε στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους. Ως εκπρόσωπος του κινήματος του Αισθητισμού ασχολήθηκε με όλες τις μορφές διανόησης: εξέδωσε μία ποιητική συλλογή, έδωσε ομιλίες στις Η.Π.Α. και στον Καναδά σχετικά με τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη» και έπειτα επέστρεψε στο Λονδίνο, όπου έγραψε μεγάλο αριθμό άρθρων ως δημοσιογράφος. Γνωστός για το οξυδερκές πνεύμα, τις εξεζητημένες εμφανίσεις και τους πνευματώδεις διαλόγους του, ο Ουάιλντ έγινε μια από τις διασημότερες προσωπικότητες της εποχής του.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 τελειοποίησε τις ιδέες του σχετικά με την ανωτερότητα της τέχνης σε μια σειρά από διαλόγους και δοκίμια, ενώ ενσωμάτωσε σκέψεις του για την παρακμή, τη δολιότητα και την ομορφιά στο μοναδικό του μυθιστόρημα, «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι». Έγραψε το θεατρικό «Σαλώμη» στο Παρίσι, στα γαλλικά, έργο που δεν ανέβηκε στην Αγγλία παρά μόνο χρόνια αργότερα, εξαιτίας της απαγόρευσης έργων με Βιβλικό περιεχόμενο στο αγγλικό θέατρο. Ανεπηρέαστος από τις αντιδράσεις, ο Ουάιλντ έγραψε τέσσερεις ακόμα κοινωνικές σάτιρες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας, οι οποίες τον έκαναν έναν από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς του ύστερου Βικτωριανού Λονδίνου.

Ύστερα από δύο δίκες, κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια καταναγκαστικά έργα για ομοφυλοφιλία. Το 1897, στη φυλακή, έγραψε το «Εκ Βαθέων» (De Profundis), μία επιστολή 80 περίπου σελίδων που εκδόθηκε το 1905, όπου αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, δημιουργώντας ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στη φιλοσοφία της απόλαυσης. Μετά την αποφυλάκισή του έφυγε για τη Γαλλία, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί έγραψε και το τελευταίο του έργο, «Η μπαλάντα της φυλακής του Ρίντινγκ» (1898), ένα μακροσκελές ποίημα όπου παρουσιάζει τις κακουχίες της ζωής στη φυλακή. Πέθανε άπορος στο Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1900, σε ηλικία 46 ετών.

Για περισσότερες πληροφορίες αποταθείτε στο www.artaeri.com.
Μακαρίου 71, Λ/σία