ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΔΑΦΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Νεαροί πτυχιούχοι βρίσκονται στην αβεβαιότητα «του ανάμεσα», απασχολούμενοι σε εργασίες που δεν έχουν καμία συνάφεια με τις σπουδές τους
Η Βικτόρια, η Ράνια και η Ρεβέκκα είναι τρία 24χρονα κορίτσια το ίδιο αγχωμένα και απογοητευμένα, απασχολούμενα σε προσωρινές, κακοπληρωμένες εργασίες, που νιώθουν ότι η νιότη και τα προσόντα τους πάνε χαμένα
Ένα καυτό κοινωνικό-οικονομικό, αλλά και πολιτικό ζήτημα, αυτό της ετερο-απασχόλησης και της υπο-απασχόλησης νεαρών πτυχιούχων κάτω των 30 σήμερα στην Κύπρο, αγγίζει με έρευνα που έκανε τον περασμένο μήνα η μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Ινστιτούτο Κοινωνικής και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης Δάφνη Δημητρίου από τη Λευκωσία.
Με το πρώτο πτυχίο πανεπιστημίου, «από εισιτήριο στην αγορά εργασίας και επαγγελματική ανέλιξη, να έχει καταντήσει διαβατήριο στην ανεργία και την υποαπασχόληση», όπως το απέδωσε ο Διευθυντής του CIIM (Cyprus International Institute of Management) Θεόδωρος Παναγιώτου, η εργασία της 24χρονης φοιτήτριας, που είναι γραμμένη στα Αγγλικά, αποκτά ιδιαίτερη σημασία τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
«Με ένα ποσοστό 27,9% στην ανεργία των νέων σήμερα στην Κύπρο και έπειτα από σχεδόν τέσσερα δύσκολα χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης του 2012-2013», γράφει η Δ. Δημητρίου, «πολλοί νεαροί προσοντούχοι αρχιτέκτονες, δικηγόροι, πολιτικοί μηχανικοί, ιστορικοί, γραφίστες και επιστήμονες ηλεκτρονικών υπολογιστών, ανάμεσα σε άλλους, είναι αντιμέτωποι με την ανεργία ή την υπο-απασχόληση και την ετεροαπασχόληση.
»Έχοντας μπροστά τους έναν πολύ περιορισμένο αριθμό καλών επαγγελματικών ευκαιριών, οι νεαροί πτυχιούχοι αναγκάζονται να είναι για πολύ καιρό σε αυτήν την κατάσταση διαιωνισμένης αβεβαιότητας - ένας αρχιτέκτονας που δουλεύει για πολύ καιρό τώρα, ως πωλητής σε κατάστημα, δεν εκπλήττει κανέναν, γιατί δεν είναι εξαίρεση. Αυτοί οι νεαροί ενήλικες δεν είναι ούτε φοιτητές, ούτε μισθωτοί επαγγελματίες καριέρας, απλώς βρίσκονται "στο ανάμεσα"».
Τρία κορίτσια «στο ανάμεσα»
Σε μια δημοσιογραφική απόδοση της μελέτης και αφήνοντας κατά μέρος τη θεωρητική της βάση, όπως αποτυπώθηκε από τη Δάφνη Δημητρίου, στηριγμένη σε εργασίες γνωστών κοινωνιολόγων, ανθρωπολόγων και οικονομολόγων στον δυτικό κόσμο (Arnold Van Gennep, Victor Turner και Guy Standing), επικεντρωθήκαμε στις συνεντεύξεις που πήρε τον Ιούλιο 2016 από τρεις 24χρονες απόφοιτες Πανεπιστημίων από τη Λευκωσία. Περιλαμβάνονται στον μεγάλο αριθμό ατόμων με πανεπιστημιακές σπουδές που έχουν κολλήσει "στο ανάμεσα", μια κατάσταση που αντανακλά την πραγματικότητα της επισφαλούς υποαπασχόλησης των μορφωμένων νέων.
Πρόκειται για τη Βικτόρια, τη Ράνια και τη Ρεβέκκα (ψευδώνυμα), τρία 24χρονα κορίτσια το ίδιο αγχωμένα και απογοητευμένα, απασχολούμενα σε προσωρινές κακοπληρωμένες εργασίες, που νιώθουν ότι η νιότη και τα προσόντα τους πάνε χαμένα.
Η Βικτόρια, με πτυχίο Αγγλικής Φιλολογίας από πανεπιστήμιο της Βρετανίας, έχει ήδη πίσω της εμπειρία τριών χρόνων ως εργαζόμενη σε υπεραγορά. Πήρε τη δουλειά με τη μεσολάβηση ενός οικογενειακού φίλου που ήδη εργαζόταν εκεί, παρ' όλο που δεν είχε προηγούμενη γνώση ή εμπειρία στον συγκεκριμένο τομέα, θέλοντας να μαζέψει κάποια χρήματα, πριν συνεχίσει για το μεταπτυχιακό της.
Η Ράνια, με πτυχίο Αρχιτεκτονικής από το Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου, με έναν χρόνο υποχρεωτικής επαγγελματικής εμπειρίας σε αρχιτεκτονικό γραφείο στη Λευκωσία, αναγκάστηκε να συνεχίσει τις σπουδές της σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο στη Λευκωσία, αφού δεν μπορούσε να το κάνει στο Λονδίνο λόγω οικονομικών δυσκολιών και ταυτόχρονα εργάστηκε τα τελευταία δύο χρόνια ως μερικώς απασχολούμενη σε δύο διαφορετικά καταστήματα ρούχων.
Η Ρεβέκκα είναι απόφοιτη Φιλοσοφικής Σχολής Ελληνικού Πανεπιστημίου και εργάστηκε για τρία χρόνια σε τηλεφωνικό κέντρο εταιρείας εστιατορίων. Ταυτόχρονα έκανε το μεταπτυχιακό της στην Πολιτική και Κοινωνική Θεωρία στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και τώρα σκέφτεται να συνεχίσει για διδακτορικό ή να βρει μια ασφαλέστερη δουλειά.
Φτωχότερη η νέα γενιά
Από τις συνεντεύξεις προέκυψαν κοινά, επαναλαμβανόμενα ζητήματα, όπως η οικονομική ανάγκη. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, «η νέα γενιά φαίνεται να είναι φτωχότερη από προηγούμενες, έχοντας λιγότερες επαγγελματικές ευκαιρίες που να συνδέονται με τις σπουδές τους, είναι υπερ-προσοντούχα και ταυτόχρονα παίρνει λιγότερα χρήματα από τη γενιά των γονιών της, στην αντίστοιχη αρχική περίοδο της καριέρας της.
»Η Βικτόρια, η Ράνια και η Ρεβέκκα απαντούν στους ισχυρισμούς της προηγούμενης γενιάς, η οποία χαρακτηρίζει τους νέους τεμπέληδες που εκμεταλλεύονται τη γενναιοδωρία των γονιών τους. Και στους τρεις χώρους εργασίας υπο-απασχολούνται απόφοιτοι πανεπιστημίων σε διάφορους κλάδους. Η Βικτόρια υπογραμμίζει την ποικιλία ακαδημαϊκών προσόντων συναδέλφων της.
«Στο τμήμα μου εργάζονται επίσης δύο προσοντούχοι ψυχολόγοι και ένας μουσικός». Τα ίδια λένε και τα άλλα δύο κορίτσια: «Στο κατάστημα δουλεύουν μαζί μου και άλλα κορίτσια με πανεπιστημιακά πτυχία και μεταπτυχιακά, π.χ. στην ψυχολογία ή στα οικονομικά, που δεν μπορούν να εργοδοτηθούν στον δικό τους τομέα», ανέφερε η Ράνια, ενώ η Ρεβέκκα συμπλήρωσε ότι στη δική της δουλειά εργάζονται πολιτικοί μηχανικοί, δικηγόροι, πολιτικοί επιστήμονες, γραφίστες, ειδικοί στα κομπιούτερ και άλλοι επιστήμονες.
«Και στις τρεις περιπτώσεις, η βασική επιδίωξή τους είναι να φυλάξουν χρήματα για να συνεχίσουν τις σπουδές τους, αλλά οι χαμηλοί μισθοί τους κάνουν δύσκολη την επίτευξη των στόχων τους. «Όταν ήρθα πίσω, πίστευα ότι ένας χρόνος δουλειάς θα ήταν αρκετός για να μαζέψω λεφτά για το μάστερ μου, αλλά προφανώς είχα λάθος», είπε η Βικτόρια. «Μόνο τώρα, τρία χρόνια μετά, έχω τα χρήματα που χρειάζονται για το μεταπτυχιακό μου».
»Η Ράνια επισημαίνει ότι είναι η οικονομική ανάγκη που την υποχρεώνει να εργάζεται σε κατάστημα ρούχων και όχι η τεμπελιά, όπως ισχυρίζονται κάποιοι της προηγούμενης γενιάς. "Αν είχα οποιαδήποτε άλλη ευκαιρία, αν δεν είχα οικονομικές δυσκολίες και ήμουν σε θέση να επιβιώνω χωρίς αυτήν τη δουλειά, δεν θα εργαζόμουν εκεί".
»H Ρεβέκκα επιρρίπτει την ευθύνη στο κράτος για το υψηλό ποσοστό μορφωμένων νέων που δεν έχουν καλές επιλογές εργοδότησης και που βρίσκονται στην ανεργία ή υπο-απασχολούνται. "Το πτυχίο μου είναι μια καλή βάση για να μπορώ να εργοδοτηθώ ως φιλόλογος, αλλά δεν υπάρχει πιθανότητα εργοδότησής μου, καθώς υπάρχει μια μακρά λίστα που περιμένουν να διοριστούν πριν από μένα και είναι αδύνατο να καθίσω να περιμένω να έρθει η σειρά μου. Δεν γράφτηκα καν στον κατάλογο, γιατί θα πρέπει να περιμένω μια ολόκληρη ζωή για να εργοδοτηθώ. Η αδελφή μου είναι πτυχιούχος Ιστορικός και περιμένει τη σειρά της από το 2004. Δουλεύει στον ιδιωτικό τομέα, βοηθώντας παιδιά με τη σχολική εργασία ή τις εξετάσεις τους. Το πρόβλημα είναι τεράστιο, οι ευθύνες του κράτους μεγάλες, κι όμως υπάρχουν άτομα που μας μιλούν, λες και τους χρωστούμε κάτι"».
Αιτήσεις για άλλη εργασία
Η συγγραφέας σημειώνει ότι, «ενώ δουλεύουν στις προσωρινές εργασίες τους, τα τρία κορίτσια κάνουν συνεχώς αιτήσεις για πρόσληψη σε άλλες θέσεις που συνδέονται -ή, παραδόξως, δεν συνδέονται- με τον τομέα των σπουδών τους, προσπαθώντας απεγνωσμένα να βγουν από την κατάσταση αβεβαιότητας που βιώνουν τώρα. "Κάνω αιτήσεις για δουλειές στον τομέα μου, αλλά ποτέ δεν πήρα απάντηση", είπε η Βικτόρια. "Προχώρησα, όμως, ένα βήμα παρακάτω και έκανα αιτήσεις σε δουλειές του τομέα όπου τώρα δουλεύω, π.χ. στο μάρκετινγκ και πήρα κάποιες απαντήσεις…έκανα αιτήσεις σε σχολεία, σε εφημερίδες, έντυπες ή διαδικτυακές, σε ακαδημαϊκά περιοδικά.
»Η πιο πρόσφατη, ήταν για μια δουλειά που συνδυάζει τις σπουδές μου και την επαγγελματική μου εμπειρία και αφορούσε την εξασφάλιση χορηγών για φιλολογική έρευνα, αλλά δεν είχα ένα από τα απαιτούμενα προσόντα, της γνώσης της τουρκικής γλώσσας…έτσι αυτό ήταν. Έκανα φυσικά και άλλες αιτήσεις για άλλους χώρους εργασίας που τώρα έχω πια ξεχάσει, αφού υπήρξε περίοδος που ζητούσα δουλειά παντού".
»Παρόμοια κατάσταση βίωσε και η Ρεβέκκα, που είπε ότι "έκανε αιτήσεις εργασίας σε πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους εργασίες, τόσο σχετικές όσο και άσχετες με τα πτυχία της, αλλά δεν πήρε απαντήσεις"».
«Συνηθίζοντας να μην παίρνεις απαντήσεις και έτσι να δέχεσαι αυτήν την κατάσταση ως δεδομένη είναι μια παγίδα, όπου έπεσαν πολλοί συνάδελφοι των τριών κοριτσιών», παρατηρεί η Δάφνη Δημητρίου. «Η Ράνια ανέφερε ότι ένας τρόπος για να το προλάβεις αυτό είναι να κάνεις συνεχώς αιτήσεις παντού. "Αν δουλεύεις εκεί και σταματάς να ψάχνεις για διέξοδο, σταματάς να κάνεις αιτήσεις για εξεύρεση άλλης εργασίας, τελικά αποδέχεσαι αυτήν την κατάσταση, σαν τη δική σου πραγματικότητα. Όμως, σκέψου ότι αν αγαπάς αυτό που σπούδασες και πιστεύεις στις ικανότητές σου παραμένεις θετικός, συνεχίζεις να στέλνεις αιτήσεις και θα καταφέρεις κάποια στιγμή να ξεφύγεις και να προχωρήσεις για μια καλύτερη καριέρα"».
Η ντροπή και το «status frustration»
Όπως παρατηρεί η Δ. Δημητρίου, «οι νεαροί μορφωμένοι εργαζόμενοι έχουν περισσότερα προσόντα και έχουν περισσότερα να προσφέρουν από όσα ζητούνται κι αυτό τους δημιουργεί άγχος, που μεγαλώνει από την απασχόλησή τους σε αδιέξοδες εργασίες, χωρίς προοπτική καριέρας. Η Βικτόρια, η Ράνια και η Ρεβέκκα αντιλαμβάνονται πλήρως την προσωρινή φύση της παρούσας εργασίας τους αλλά, όσο προσωρινή και να είναι, οδηγεί σε αυτό που ο οικονομολόγος Guy Standing αποκαλεί "status frustration", την κατάσταση που βιώνουν τα άτομα με ανώτερο επίπεδο μόρφωσης, εργαζόμενα σε επαγγέλματα που δεν αντιστοιχούν στις γνώσεις και στις ικανότητές τους.
»Περαιτέρω, σύμφωνα με τις τρεις κοπέλες, υπάρχει προκατάληψη για ορισμένα επαγγέλματα που δεν απαιτούν ιδιαίτερα προσόντα, αλλά ευτυχώς τα νέα κοινωνικά δεδομένα βοηθούν στην αλλαγή του σκηνικού. Ρώτησα και τις τρεις κατά πόσο νιώθουν ντροπή να λένε ότι εργάζονται αντίστοιχα σε υπεραγορά, σε κατάστημα ρούχων ή σε εταιρεία εστιατορίων, λόγω της προκατάληψης που υπάρχει. "Δεν με πειράζει να το λέω, αλλά δείχνω πάντα ότι δεν είμαι και ενθουσιασμένη με αυτήν τη δουλειά", παρατήρησε η Βικτόρια. "Η ερώτηση που έρχεται μετά, είναι γιατί πήγα να εργαστώ εκεί και γιατί σπούδασα Ιστορία, αν γνώριζα πόσο δύσκολο ήταν να εργοδοτηθώ στην Κύπρο".
»Η Ράνια ανέφερε ότι δεν ντρέπεται να λέει πού εργάζεται και ότι το κάνει μέχρι να εργοδοτηθεί ως αρχιτέκτονας. "Όμως δεν πρόκειται να μπω σε συζήτηση για το πώς σπούδασα σε πανεπιστήμιο στο Λονδίνο και τα λοιπά, γιατί δεν νομίζω ότι αυτό είναι αναγκαίο".
»Από την πλευρά της η Ρεβέκκα σχολίασε ότι καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. "Δεν ντρέπομαι για τη δουλειά μου, για να είμαι ειλικρινής. Ξέρω ότι δεν είμαι η μόνη σε αυτήν τη θέση και ότι υπάρχουν πολλοί που κάνουν το ίδιο - πρόκειται για ένα προβληματικό, κοινωνικό φαινόμενο. Υπάρχει, ανάμεσά τους, ένας συγκεκριμένος αριθμός αποφοίτων από ένα συγκεκριμένο τμήμα του κρατικού πανεπιστημίου, κι όμως το κράτος δεν προσφέρει εργοδότηση σε αυτούς τους αποφοίτους.
»Κάνοντας αυτό, το κράτος χάνει επίσης το κέρδος που θα είχε, αν αυτά τα άτομα παρήγαν έργο προς όφελός του. Το πρόβλημα είναι κοινωνικό, όχι προσωπικό. Ναι, είναι γενικά ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Βλέπω ανθρώπους που σκέφτονται πόσο αντιπαθούν τη δουλειά τους, πόσο λίγο τους εκτιμούν, πόσο πολύ τους υποτιμούν. Είναι άτομα που φοβούνται ότι κόλλησαν σε αυτήν την κατάσταση, παρ' όλο που μπορούν ν' αντικατασταθούν από κάποιους άλλους, οποιαδήποτε στιγμή"».
Η αντίληψη ότι είναι… αμόρφωτοι
«Το προαναφερόμενο status frustration και η προκατάληψη γίνονται πολύ εμφανή όταν οι πελάτες υποθέτουν, λανθασμένα, ότι οι κυρίες είναι αμόρφωτες, αφού οι συγκεκριμένες εργασίες δεν απαιτούν πτυχία ή άλλα προσόντα», σχολίασε η Δάφνη Δημητρίου και συνέχισε:
«Είπε σχετικά η Βικτόρια: "Είχα αυτήν τη συζήτηση με έναν φίλο, που τώρα δουλεύει σε εταιρεία τηλεπικοινωνιών ως εργοδοτούμενος μερικής απασχόλησης και έχει πτυχία Αεροδιαστημικής Μηχανικής. Μου έλεγε για έναν πελάτη, που δυστυχώς δεν είναι η εξαίρεση, πολύ αγενή και προσβλητικό απέναντί του, που αμφισβητούσε τις γνώσεις του. Ο φίλος μου το παρέβλεψε χωρίς να διαμαρτυρηθεί, αλλά εξέφραζε την οργή του προς εμένα, εκ των υστέρων, λέγοντάς μου τι ξέρει κανείς για το δικό του background και πώς μπορεί κανείς να νομίζει ότι έχει το δικαίωμα να τον προσβάλλει, νομίζοντας ότι είναι ένας part-time υπάλληλος".
»Η Ράνια παρατήρησε ότι "είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να έχεις πελάτες που σε υποτιμούν, όταν είναι πολύ πιθανόν να είσαι πιο μορφωμένος απ' αυτούς. Είναι μια δουλειά που δεν απαιτεί προσόντα, γνώσεις ή εξειδίκευση. Πρέπει απλώς να είσαι ευγενικός και γρήγορος. Αυτό είναι όλο".
«Οι υποαπασχολούμενοι νέοι οδηγούνται σε περισσότερο status frustration και βρίσκονται σε συνεχή ένταση, μέσα από έναν συνδυασμό υπερ-προσόντων, σε μια εργασία χαμηλού εισοδήματος και χαμηλών ή καθόλου προσόντων και μέσα σε ένα περιβάλλον λανθασμένης προκατάληψης από άλλους, που μπορεί οι ίδιοι να μην είναι σε θέση να κρίνουν», παρατηρεί η συγγραφέας της μελέτης.
Οι εργοδότες και η εκμετάλλευση
Η νεαρή Ανθρωπολόγος επικαλείται την επισήμανση του Guy Standing, ότι «η ανασφάλεια που επικρατεί στην προσωρινή εργασία είναι συχνά ένα χαρακτηριστικό που αξιοποιούν οι εργοδότες, επιβάλλοντας εξαντλητικά ωράρια εργασίας στους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης (part-timers) και, ταυτόχρονα, πληρώνοντάς τους πολύ λιγότερο από την αξία της δουλειάς που παράγουν». Αναφέρθηκε σε μια σημαντική αποκάλυψη της Ράνιας. «Οι εργοδότες γνωρίζουν ότι χρειαζόμαστε τα λεφτά για να επιβιώσουμε και το εκμεταλλεύονται», είπε η κοπέλα.
«Τον περασμένο χρόνο, πρόσεξα ότι οι εργοδότες μου δεν έβαζαν μέρος του μισθού μου, ως όφειλαν, στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με πλήρωναν λιγότερα και αυτά ήταν λιγότερα από 4 ευρώ την ώρα, κι αυτό ήταν εξοργιστικό. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, γιατί ξέρουμε ότι είμαστε αναλώσιμοι. Απλώς δεν έχω άλλη επιλογή και χρειάζομαι τα χρήματα. Αν είχα τη δυνατότητα να μη δουλέψω ούτε μια μέρα περισσότερη, δεν θα ξαναπατούσα εκεί».
Στο ίδιο πλαίσιο και η εμπειρία της Ρεβέκκας: «Ναι, δουλεύω περισσότερες ώρες από έναν υπάλληλο πλήρους απασχόλησης. Η εταιρεία έχει καταγγελθεί στο Υπουργείο Εργασίας γι' αυτό. Εγώ δουλεύω για 3.50 ευρώ την ώρα…ναι και αφαιρούν από τον μισθό μου την αναλογία που θα έπαιρνα, στη διάρκεια του 15λεπτου διαλείμματος…».
Όπως σημείωσε η Δάφνη Δημητρίου, «καθώς αυξάνονται τα ποσοστά της ανεργίας των νέων, η ανάγκη για εργασία μεγαλώνει. Αυτό δεν φαίνεται να συγκινεί τους εργοδότες, αφού επιμένουν να μειώνουν ακόμα περισσότερο τους μισθούς, προκαλώντας αγανάκτηση στους νέους. Γνωρίζοντας ότι είναι αντικείμενα εκμετάλλευσης, αλλά ταυτόχρονα, μη έχοντας πού αλλού να πάνε, οι υπο-απασχολούμενοι ή ετερο-απασχολούμενοι νεαροί ενήλικες νιώθουν πικραμένοι και ηττημένοι».
Όταν το «ξεκόλλημα» μοιάζει αδύνατο…
«Πέρα από τα διάφορα προαναφερόμενα αρνητικά στοιχεία για τα επαγγέλματα κατώτατου μισθού χωρίς προοπτικές καριέρας», αναφέρει η Δ. Δημητρίου, «μερικοί πτυχιούχοι νέοι παραμένουν σε αυτά για τόσο μεγάλη χρονική περίοδο, που η παραίτησή τους παραμένει ευσεβοποθισμός ή σταματά πια να είναι στόχος. Όπως επεσήμανε ο Standing, η εργοδότηση σε επισφαλείς εργασίες για μεγάλα χρονικά διαστήματα, μπορεί να περιορίσει την πιθανότητα για μια μελλοντική, επικερδή καριέρα.
»Ο φόβος να συμβεί αυτό και ο φόβος να μονιμοποιηθεί η παρούσα κατάσταση είναι ένα στοιχείο που διαμορφώνει την επιθυμία των κοριτσιών να αλλάξουν την κατάσταση και να δραπετεύσουν από την αβεβαιότητα, κάνοντας σχέδια να εγκαταλείψουν, το συντομότερο, την παρούσα εργασία τους. "Όταν ανακάλυψα ότι είχα αρχίσει να συνηθίζω αυτήν τη ρουτίνα", είπε η Βικτόρια, "να συνηθίζω που έπαιρνα κάποια λεφτά, αρκετά για να πληρώνω το ενοίκιό μου και για να συντηρώ τον εαυτό μου, είπα στον εαυτό μου ότι είναι καιρός να φύγω γιατί, αν δεν το έκανα, θα έμενα εκεί για πάντα.
»Αυτό που βλέπουν οι εργοδότες, είναι ότι κράτησα εκείνη τη θέση στην υπεραγορά για τρία χρόνια και αυτό θέλω πραγματικά να το αλλάξω. Αυτό ήταν και το κίνητρό μου για να επιστρέψω στις σπουδές μου και να γίνω εκείνο που ήμουν προηγουμένως, μια φοιτήτρια φιλολογικών σπουδών"».
»Είπε η Ράνια, από την πλευρά της, πως "πάντα είχε στο μυαλό της ότι αυτό που κάνει είναι προσωρινό, το κάνει για να επιβιώσει και θα συνεχίσει να εργάζεται εκεί, μέχρι να βρει δουλειά σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο".
»Ενώ, η Ρεβέκκα επισημαίνει ότι "είναι ένα ζήτημα εταιρικό. Μας κακοπληρώνουν, μας υποτιμούν, δεν αναγνωρίζουν ακόμα και την πιο εκπληκτική μας προσπάθεια, δεν ενεργούν αξιοκρατικά, είναι πολύ…καπιταλιστές. Γενικά ψάχνω ήδη για δουλειά, αλλά είναι τόσο δύσκολο να βρω…ακόμα και για μια δουλειά ως σερβιτόρα, πρέπει "να ξέρω" κάποιον…όλα είναι συνδεδεμένα και οι άνθρωποι θα προσλάβουν ανθρώπους που ήδη γνωρίζουν…Πιστεύω ότι υπάρχουν άτομα που υποσυνείδητα, σιγά-σιγά, αφήνονται (give up).
»Έχω μια φίλη δικηγόρο, είναι έτοιμη να ασκήσει το επάγγελμα που σπούδασε, κάνει συνεχώς αιτήσεις τα τελευταία δύο χρόνια για δουλειά σε δικηγορικό γραφείο και δεν υπάρχει τίποτα εκεί έξω γι' αυτήν. Παράτησε αυτήν τη δουλειά ήδη τρεις φορές, αλλά δεν μπόρεσε να βρει κάτι καλύτερο και αυτό είναι το μόνο της εισόδημα και τίποτε άλλο δεν έρχεται…Υπάρχουν τόσοι πολλοί εκεί έξω σε αυτήν την κατάσταση…Αυτό είναι που συζητούμε όλη μέρα στη δουλειά. Μας έχει γίνει εμμονή, κατά κάποιο τρόπο. Έχει γίνει τόσο αρνητικό κομμάτι της ζωής μου, που με σπρώχνει να θέλω απλώς να φύγω…"».
«Τυχερές» που έχουν μια δουλειά…
«Με την ανεργία να είναι η άλλη επιλογή, η Βικτόρια και η Ράνια παρατηρούν ότι είναι τυχερές που έχουν μια δουλειά, ακόμα και κάτω από αυτές τις κακές προϋποθέσεις», γράφει η Δάφνη Δημητρίου. «Σε έναν ιδανικό κόσμο που οι ευκαιρίες για εργασία θα ήταν πολλές, οι κυρίες αυτές δεν θα ήθελαν ποτέ να εργάζονται υπό τις συνθήκες που το κάνουν τώρα. Εφόσον, όμως, δεν είναι ένας ιδανικός κόσμος, προσπαθούν να δουν τα θετικά, όπως για παράδειγμα η Ράνια, η οποία, μετά τη δουλειά ως πωλήτρια για δύο χρόνια, είναι τώρα πιο κοινωνική και έμαθε να διαχειρίζεται και να ελέγχει τον θυμό της, ενώ η Βικτόρια απέκτησε πολλή εμπειρία στο marketing και στις διαπραγματεύσεις.
«Η αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό είναι μια τελευταία λύση, εφόσον τα κορίτσια θέλουν να ζήσουν στην Κύπρο», παρατηρεί η συγγραφέας. «Δεν απορρίπτουν την ιδέα να ζήσουν για λίγα χρόνια στο εξωτερικό, αν αυτό είναι σημαντικό για την καριέρα τους. Από τη στιγμή που οι εργοδότες ανταποκρίνονται περισσότερο στην εργασιακή εμπειρία και λιγότερο στα προσόντα και στα πτυχία, οι κυρίες είναι πεπεισμένες ότι, ενόψει των λιγοστών ευκαιριών στην Κύπρο, μια λύση θα ήταν η εργασία στο εξωτερικό για λίγα χρόνια, η απόκτηση εμπειρίας και η επιστροφή στο νησί, με την ελπίδα της εξεύρεσης μιας εργασίας, σε συνάφεια με τις σπουδές τους.
»Για τώρα η Βικτόρια χαμήλωσε τις προσδοκίες της και, όπως είπε, "οτιδήποτε ταιριάζει έστω και λίγο με το ακαδημαϊκό μου ιστορικό είναι καλό για μένα. Προς το παρόν συμβιβάζομαι και θα συνεχίσω να το κάνω, καθώς η εργασιακή εμπειρία έχει μεγαλύτερη αξία στην αναζήτηση δουλειάς από τα πτυχία μου. Δεν έχει πλέον σχέση το ότι έχω το πτυχίο που έχω".
»Ανάλογη και η αντίδραση της Ρεβέκκας, που σημειώνει ότι οι φίλοι της που εργάζονται στη Γερμανία έχουν τριπλάσιο μισθό από τον δικό της στο νησί, ενώ κάνουν παρόμοιες δουλειές σε φρουταγορά, σε φούρνο ή σε κρεαταγορά. Πληρώνονται 10 ευρώ την ώρα, την Κυριακή διπλάσια, κι ακόμα περισσότερα τις εθνικές επετείους».
Αυτό είναι το μέλλον των πτυχιούχων;
«Παραμένει ν' απαντηθεί το ερώτημα, κατά πόσον αυτό είναι το μέλλον της μορφωμένης νεολαίας της Κύπρου, δεδομένου ότι αυτό συμβαίνει σε πολλούς», καταλήγει η Δ. Δημητρίου. "Εξακολουθώ να πιστεύω ότι αυτό είναι παράξενο", είπε η Βικτόρια, "αλλά, μιλώντας με φίλους μου, κάποιοι από τους οποίους δουλεύουν στη Βρετανία, θεωρείται μια πραγματικότητα της Κύπρου, σχεδόν φυσιολογική. Πιστεύουν ότι αν επιστρέψουν κάποτε στο νησί θα αναγκαστούν οπωσδήποτε να δουλέψουν κάπου άσχετα με τις σπουδές τους, όπως πολλοί άλλοι - αυτό είναι αφύσικο αλλά, με την επανάληψη, έφτασε να θεωρείται τυπικό και φυσιολογικό".
»Η Ράνια σημειώνει ότι "η προτεραιότητα τώρα είναι να βρεις μια δουλειά που θα σε βοηθήσει να πληρώσεις το ενοίκιο και να σταματήσεις να εξαρτάσαι αποκλειστικά από τους γονείς σου. Κι αυτό οδηγεί πολλούς πτυχιούχους στο να ψάξουν για δουλειά έξω από το πεδίο των σπουδών τους. Υπάρχει όμως ένα ποσοστό πτυχιούχων που θεωρούν ότι το να δουλεύεις σε ένα εμπορικό κατάστημα είναι υποτιμητικό και προτιμούν να είναι άνεργοι μέχρι να εργοδοτηθούν στον τομέα των σπουδών τους, αλλά μόνο λίγοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν αυτό".
»Όπως παρατηρεί η Ρεβέκκα "αν κάποιος έρθει και πει ότι σπούδασε πολιτικός μηχανικός και δουλεύει πολιτικός μηχανικός, πραγματικά θα εκπλαγώ! Θα νιώσω μεγάλη χαρά αν κάποιος τα έχει καταφέρει!"».