Όλες οι διαστάσεις του bullying από τον Θεόδωρο Π. Παπαθεοδώρου

Τη δική του άποψη γύρω από το φαινόμενο αναλύει με συνέντευξή του στη «Σημερινή» ο πρώην Υφυπουργός Παιδείας της Ελλάδος, πρώην Πρύτανης και Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και Επισκέπτης Καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

ΠΟΛΛΕΣ χώρες υστερούν σε πρωτοβουλίες κατάλληλες να συγκροτήσουν μία ενιαία και οργανωμένη δημόσια πολιτική για την πρόληψή του


Πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί γύρω από το θέμα του ενδοσχολικού εκφοβισμού (bullying), ειδικότερα τις τελευταίες μέρες, μετά και την τραγική κατάληξη του Ελλαδίτη φοιτητή Βαγγέλη Γιακουμάκη. Τη δική του άποψη γύρω από το φαινόμενο αναλύει με συνέντευξή του στη «Σ» ο πρώην Υφυπουργός Παιδείας της Ελλάδος, πρώην Πρύτανης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και Επισκέπτης Καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Λευκωσίας Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου.

Το bullying, τονίζει, είναι έκφραση αντικοινωνικών συμπεριφορών στο σχολικό περιβάλλον, προκαλείται από τη σύγκρουση των συμπεριφορών μεταξύ μαθητών και τη δυναμική των ομάδων, που διαμορφώνονται από αυτούς ως ένδειξη μίας κακώς εννοούμενης άσκησης κυριαρχίας και επιβολής δύναμης σε αδυνάτους. Τροφοδοτείται δε τόσο από τη χαλάρωση των δομών κοινωνικού ελέγχου, όσο και από την παραμέληση της αξίας της πρόληψης ως οργανικού στοιχείου της μαθησιακής διαδικασίας.

Υποδεικνύει, ακόμη, πως ο «θύτης» μπορεί να μετατραπεί σε «θύμα» και το αντίστροφο, ανάλογα με τη δυναμική των συνθηκών και τις δυνατότητες άσκησης του κοινωνικού ελέγχου. Ταυτόχρονα, ο κ. Παπαθεοδώρου τονίζει πως χρειάζονται μόνιμες δομές εκπαιδευτικής πολιτικής και οργανική ένταξη της πρόληψης στη μαθησιακή διαδικασία, για την αντιμετώπιση του bullying.

Θα θέλαμε να μας εξηγήσετε με απλά λόγια τι είναι το bullying και τι το προκαλεί.

To φαινόμενο της βίας και του εκφοβισμού στον σχολικό χώρο έχει πολλές εκφάνσεις. Πρόκειται για λεκτική, ψυχολογική, σωματική, ρατσιστική και ηλεκτρονική βία, η οποία είτε αναπτύσσεται στον μικρόκοσμο της σχολικής μονάδας είτε εισάγεται σε αυτόν από τον εξωσχολικό χώρο. Παρά το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό είχε αποτελέσει εδώ και χρόνια αντικείμενο του επιστημονικού διαλόγου σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και είχε κατ’ επανάληψη επισημανθεί από την εκπαιδευτική κοινότητα, εντούτοις, πολλές χώρες υστερούν σε πρωτοβουλίες κατάλληλες να συγκροτήσουν μία ενιαία και οργανωμένη δημόσια πολιτική για την πρόληψή του.

Το bullying είναι έκφραση αντικοινωνικών συμπεριφορών στο σχολικό περιβάλλον, προκαλείται από τη σύγκρουση των συμπεριφορών μεταξύ μαθητών και τη δυναμική των ομάδων, που διαμορφώνονται από αυτούς ως ένδειξη μίας κακώς εννοούμενης άσκησης κυριαρχίας και επιβολής δύναμης σε αδυνάτους. Τροφοδοτείται δε τόσο από τη χαλάρωση των δομών κοινωνικού ελέγχου, όσο και από την παραμέληση της αξίας της πρόληψης ως οργανικού στοιχείου της μαθησιακής διαδικασίας. Η κρίση, τέλος, επιδεινώνει τις αρνητικές συνέπειες της απόσυρσης του κράτους από την εγγυητική λειτουργία του και την ενίσχυση των δομών καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων.

Ποια τα συμπτώματα του «θύτη» και ποια του «θύματος»; Μπορεί ένα «θύμα» να γίνει στη συνέχεια «θύτης»;

Στο φαινόμενο αυτό οι ρόλοι συχνά δεν είναι στατικοί, αλλά εναλλασσόμενοι. Υπάρχουν δύο κυρίαρχα χαρακτηριστικά. Το πρώτο σχετίζεται με την άσκηση βίας και εκφοβισμού ως μέσου πίεσης, κυριαρχίας, δύναμης,
ελέγχου και χειραγώγησης του «δυνατού» προς τον «αδύνατο» σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο. Αυτές οι συμπεριφορές ευνοούνται όταν είναι ανεκτές ή όταν συγκαλύπτονται από τη συμβίωση των ανηλίκων σε έναν κλειστό χώρο, όπως αυτός του σχολείου.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι το σύμπτωμα της στρεβλής κοινωνικοποίησης που αναπτύσσεται στον σχολικό χώρο και η έλλειψη οργανωμένης πρόληψης των περιστατικών αυτών. Ο «θύτης» μπορεί να μετατραπεί σε «θύμα» και το αντίστροφο, ανάλογα με τη δυναμική των συνθηκών και τις δυνατότητες άσκησης του κοινωνικού ελέγχου. Μία έρευνα, η οποία διεξήχθη στην Ελλάδα το 2013 σε ένα δείγμα 60.000 μαθητών Γυμνασίων και Λυκείων, παρουσίασε ενδιαφέροντα αποτελέσματα.

Είναι ενδεικτικό ότι από τα στοιχεία προκύπτει πως η βία που ασκήθηκε σε μαθητές είχε σχέση κατά 32,23% με τη χώρα καταγωγής των μαθητών ή των γονιών τους και κατά 10,93% με το ότι τα θύματα ανήκαν σε κάποια μειονότητα. Τα ποσοστά βίαιης συμπεριφοράς με ρατσιστικά χαρακτηριστικά θυματοποίησης θεωρούνται αυξημένα στην πρώτη έρευνα και για τον λόγο αυτό πιστεύω ότι οι πολιτικές πρόληψης στα σχολεία πρέπει να επικεντρωθούν στην έγκαιρη αντιμετώπιση του φαινομένου. Πέραν τούτου, στην ερώτηση «έχεις ασκήσει βία;», το 34% απαντά θετικά και το 66% αρνητικά. Το μεγαλύτερο δε ποσοστό των περιστατικών (56,08%) πραγματοποιήθηκε στον προαύλιο χώρο του σχολείου. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη της πρόληψης.

Η αντιμετώπιση του φαινομένου

Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί και να προληφθεί το φαινόμενο αυτό;


Χρειάζονται μόνιμες δομές εκπαιδευτικής πολιτικής και οργανική ένταξη της πρόληψης στη μαθησιακή διαδικασία. Την περίοδο που είχα την ευθύνη αυτού του τομέα ως Υφυπουργός Παιδείας δημιουργήσαμε το 2012 το «Παρατηρητήριο για την πρόληψη της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού.

Το Παρατηρητήριο λειτούργησε ως κεντρικός θεσμός του Υπουργείου Παιδείας και ορίσθηκε Συντονιστική Επιτροπή, αποτελούμενη από εξειδικευμένους επιστήμονες, εκπαιδευτικούς, ανώτερους υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου, εκπροσώπους της ΚΕΔΕ και άλλων θεσμικών φορέων. Άμεσα η δομή του αποκεντρώθηκε σε όλες τις Περιφερειακές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης της χώρας και ορίσθηκαν οι Συντονιστές Πρόληψης σε κάθε Περιφέρεια και υλοποιήθηκαν δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των εκπαιδευτικών, όπως και τοπικά ειδικά προγράμματα πρόληψης.

Στόχος, μέσω ενός ειδικού Προγράμματος ΕΣΠΑ στο οποίο εντάξαμε τις δράσεις, ήταν η επιμόρφωση των σχολικών συμβούλων και των «πολλαπλασιαστών», δηλαδή των εκπαιδευτικών που θα αναλάμβαναν δράσεις πρόληψης σε κάθε σχολείο της χώρας. Θα πρέπει να τονίσω ότι η ανταπόκριση της εκπαιδευτικής κοινότητας υπήρξε άμεση, σημαντική και μαζική. Βασική αποστολή του Παρατηρητηρίου παραμένει η γνώση, η καταγραφή και η άμεση διαχείριση των περιστατικών, καθώς και η ανάπτυξη δράσεων σχετικών με τη δημοκρατική θωράκιση του σχολικού περιβάλλοντος.

Σήμερα απαιτείται η περαιτέρω ανάπτυξη του θεσμού αυτού με παράλληλη θωράκιση του Σχολείου της Δημοκρατίας, η οποία προϋποθέτει να συμφωνήσουμε στο περιεχόμενο ενός ισχυρού μαθησιακού πυλώνα πρόληψης και ουσιαστικής πολιτειακής παιδείας, αντιμετωπίζοντας με σταθερότητα και αποτελεσματικότητα τα φαινόμενα της ενδοσχολικής βίας.