Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και εφήβων
Ένα στα πέντε παιδιά στην Κύπρο κακοποιήθηκε σεξουαλικά, σύμφωνα με την πρώτη στο είδος της επιδημιολογική έρευνα
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Κύπρου - ναι σε Εθνική Ομάδα Δράσης
Στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων σεξουαλικής κακοποίησης, ο συνήθης φερόμενος ως θύτης τείνει να είναι γνωστό αγόρι κάτω των 18, ενώ για περιπτώσεις κακοποίησης μέσω διαδικτύου, ο συνήθης φερόμενος ως δράστης, τείνει να είναι άγνωστος ενήλικας άνδρας, αναφέρει χθεσινή ανακοίνωση του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, που διενήργησε την πρώτη στην Κύπρο επιδημιολογική έρευνα, για το φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και εφήβων.
Η έρευνα παρουσιάστηκε την περασμένη Τετάρτη (10.12.2014) σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ένα από τα συγκλονιστικά ευρήματά της είναι ότι ένα στα πέντε παιδιά στην Κύπρο έχει υποστεί κάποιας μορφής σεξουαλική κακοποίηση ή εκμετάλλευση. Από τα αποτελέσματα διαφάνηκε ότι ένα ποσοστό 23,7% είχε υποστεί κάποιαν από τις μορφές σεξουαλικής κακοποίησης, δηλαδή λεκτικά, έκθεση σε πορνογραφικό υλικό, άγγιγμα, επίδειξη γεννητικών οργάνων, ή συνουσία.
Τονίζεται ότι «ανησυχητικό ποσοστό για τα κυπριακά δεδομένα, αποτελεί η παραδοχή του 2% των συμμετεχόντων ότι έχουν εξαναγκαστεί, ή τους έχει ζητηθεί να εκπορνευθούν». Στην έρευνα, που έγινε στα πλαίσια της εκστρατείας του Συμβουλίου της Ευρώπης «1 στα 5», με χρηματοδότηση από το Συμβούλιο της Ευρώπης και το Ίδρυμα Α. Γ. Λεβέντη, συμμετείχαν 2000 έφηβοι και νέοι 15-22 χρονών από διαφορετικά σχολεία και πανεπιστήμια στην Κύπρο.
Ηλεκτρονικές ερωταπαντήσεις
Όπως αναφέρεται, οι συμμετέχοντες απάντησαν ηλεκτρονικά σε ερωτήσεις που αφορούσαν αν είχαν πέσει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης, η σχέση τους με τον φερόμενο ως δράστη και αν αποτάθηκαν για βοήθεια. Από το συνολικό δείγμα, 25% που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο ήταν αγόρια, ενώ το 75% των συμμετεχόντων ήταν κορίτσια? 62% του δείγματος ήταν ηλικίας 15 με 18 ετών, ενώ το 90% του δείγματος ήταν Κύπριοι (89% Ελληνο-Κύπριοι και 1% Τουρκο-Κύπριοι και Μαρωνίτες, 10% κάτοικοι Κύπρου από άλλες χώρες)? το 60% δήλωσε ως καταγωγή την πόλη και το 33% το χωριό, ενώ το 6% δήλωσε ως τόπο καταγωγής χώρα εκτός Κύπρου.
Από τα αποτελέσματα διαφάνηκε ότι ένα ποσοστό 23,7% είχε υποστεί κάποιαν από τις μορφές σεξουαλικής κακοποίησης, δηλαδή λεκτικά, έκθεση σε πορνογραφικό υλικό, άγγιγμα, επίδειξη γεννητικών οργάνων, ή συνουσία. Υψηλότερο ποσοστό (16,5%) καταγράφηκε αναφορικά με τη λεκτική σεξουαλική κακοποίηση, η οποία έκανε το θύμα να νιώσει άβολα. Χαμηλότερη συχνότητα (1,5%) παρουσιάζει η καταγραφή σε βίντεο ή
φωτογράφιση του θύματος σε σεξουαλικές πράξεις, μόνο, ή με άλλα άτομα.
Παράλληλα, σε ένα ποσοστό 23,8% των συμμετεχόντων, αναφέρθηκε προσπάθεια προσέγγισής τους σεξουαλικά μέσω διαδικτύου ή ηλεκτρονικών μέσων με σκοπό τη διέγερση και προσωπική ικανοποίηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, υψηλότερο ποσοστό (19%) παρουσίασε η λεκτική σεξουαλική προσέγγιση μέσω διαδικτύου ή κινητού, ενώ χαμηλότερο ποσοστό (3,4%) συγκέντρωσε η προσπάθεια διευθέτησης συνάντησης μέσω διαδικτύου ή μηνύματος, όπου το άτομο που προσέγγισε το θύμα παρουσίασε ψευδή στοιχεία αναφορικά με την ηλικία του.
Οι περισσότεροι το αποσιώπησαν
Αναφορικά με το φύλο του θύματος, αναφέρεται ότι «στις πλείστες μορφές κακοποίησης, δεν διαφάνηκαν διαφορές. Εκεί που σημειώθηκαν διαφορές, ήταν στην αυξημένη λεκτική σεξουαλική κακοποίηση πρόσωπο-με-πρόσωπο ή μέσω διαδικτύου για τα κορίτσια και στην έκθεση πορνογραφικού υλικού για τα αγόρια. Η εν λόγω διαφορά, πιθανότατα να μπορεί να αποδοθεί σε κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές, οι οποίες τοποθετούν το παιδί σε μειονεκτική θέση αναφορικά με την προάσπιση των δικαιωμάτων του.
»Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το συνταρακτικό γεγονός ότι πολύ μικρό ποσοστό (14%) των συμμετεχόντων που έχουν θυματοποιηθεί, ζήτησαν βοήθεια. Συγκεκριμένα, το 8% το ανέφεραν σε κάποιον επαγγελματία (π.χ., Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, Αστυνομία, ψυχολόγο, νοσηλευτή, ιδιώτη γιατρό, δικηγόρο), ενώ το 6% το ανέφεραν σε κάποιον άλλο - συνήθως οικογένεια ή φίλους. Το υπόλοιπο 86% αποσιώπησαν το γεγονός και δεν ζήτησαν κανενός είδους βοήθεια ή στήριξη.
Τα παραπάνω αποτελέσματα υποδεικνύουν την ανάγκη για πρόληψη και ενημέρωση των παιδιών και των εφήβων, καθώς και των οικογενειών τους σε θέματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, τρόπους αντιμετώπισης της κακοποίησης, αλλά και ανάπτυξης υγιών σχέσεων μεταξύ τους».
Υιοθέτηση παιδοκεντρικής προσέγγισης
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, στη δεύτερη φάση της έρευνας, ζητήθηκαν πληροφορίες από επαγγελματίες (π.χ. εκπαιδευτικούς, γιατρούς και νοσηλευτές, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, αστυνομικούς και δικηγόρους), οι οποίοι έρχονται σε επαφή με περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα. Οι επαγγελματίες που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση και ολοκλήρωσαν την έρευνα ήταν μόλις 169 και υπήρχε ίση εκπροσώπηση του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, κάτω από τους μισούς συμμετέχοντες (36%) έχουν σχετική εκπαίδευση αναφορικά με τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων. Αναφέρεται ότι «γενικά, υπήρξε σχετικά χαμηλός βαθμός γνώσεων στη διαχείριση περιστατικών και για το νομικό πλαίσιο ανεξάρτητα από επαγγελματικό τομέα ή τομέα εργασίας (δημόσιο ή ιδιωτικό). Σημαντικό συμπέρασμα από τα αποτελέσματα αυτά είναι ότι η επιμόρφωση των επαγγελματιών και η κατάρτιση τους σε θέματα σεξουαλικής κακοποίησης είναι πρωτεύον ζήτημα για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Σημαντικές εισηγήσεις απορρέουν από τα παραπάνω αποτελέσματα, οι οποίες είναι πολυ-επίπεδες και στοχεύουν στην πρόληψη και παρέμβαση για θέματα σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα, επισημαίνεται η ανάγκη για στελέχωση Εθνικής Ομάδας Δράσης, η οποία θα δημιουργήσει και θα εφαρμόσει ένα εθνικό σχέδιο αντιμετώπισης του φαινομένου.
Τονίζεται, δε, η επιτακτική ανάγκη για υιοθέτηση μιας παιδοκεντρικής προσέγγισης στη διαχείριση των περιστατικών, όπου το παιδί θα αποφεύγει την περαιτέρω θυματοποίηση και ταλαιπωρία μέσω του συστήματος αξιολόγησης και στήριξης, καθώς και η δημιουργία εξειδικευμένου κέντρου παροχής υπηρεσιών».
Κουρσουμπά: Εμπνέουν η Malala και ο Satyarthi
Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Λήδα Κουρσουμπά, με την ευκαιρία της απονομής του Νόμπελ Ειρήνης στην Πακιστανή ακτιβίστρια για το δικαίωμα κάθε παιδιού να απολαμβάνει το αγαθό της εκπαίδευσης, Malala Yousafzai, και τον Ινδό Kailash Satyarthi, προασπιστή των δικαιωμάτων του παιδιού και εμβληματική προσωπικότητα στον αγώνα κατά της παιδικής εργασίας, ανακοίνωσε ότι «η απονομή αυτή είναι μια εξαιρετικά σημαντική αναγνώριση του κινήματος για την προώθηση και διασφάλιση των δικαιωμάτων του παιδιού, σε οικουμενικό επίπεδο.
Όπως επισήμανε η νορβηγική Επιτροπή για το Νόμπελ Ειρήνης, ο Kailash Satyarthi, επιδεικνύοντας μεγάλο προσωπικό κουράγιο και διατηρώντας την παράδοση του Gandhi, ηγήθηκε διαφόρων μορφών διαμαρτυρίας και διαδηλώσεων, όλες ειρηνικές, εστιάζοντας στη σοβαρή εκμετάλλευση των παιδιών για οικονομικούς λόγους, ενώ είχε σημαντική συνεισφορά στην ανάπτυξη διεθνών συμβάσεων για τα δικαιώματα του παιδιού.
Σε ό,τι αφορά την Malala Yousafzay, η Επιτροπή επισήμανε ότι η Μalala έχει ήδη αγωνιστεί για αρκετά χρόνια για το δικαίωμα των κοριτσιών στην εκπαίδευση και έχει, εμπράκτως, αποδείξει -ενεργώντας κάτω από τις πιο επικίνδυνες συνθήκες- ότι τα παιδιά και οι νέοι άνθρωποι μπορούν επίσης να συνεισφέρουν για τη βελτίωση της δικής τους κατάστασης».
Η Επίτροπος καλεί όσες και όσους εργάζονται για την προώθηση των δικαιωμάτων του παιδιού στην Κύπρο, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, «να εμπνευστούν από τη δική τους αφοσιωμένη προσπάθεια προκειμένου μαζί να κτίσουμε μια παιδοκεντρική κοινωνία, που να σέβεται και να προωθεί τα δικαιώματα του παιδιού».