ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Διακυμάνσεις στη θνησιμότητα μέσα στην ημέρα, την εβδομάδα και το έτος
Ο κίνδυνος θανάτου έπειτα από εγχείρηση είναι μεγαλύτερος τα απογεύματα, τα Σαββατοκύριακα και τον Φεβρουάριο


Δεν είναι όλες οι εγχειρήσεις εξίσου επικίνδυνες, από στατιστική τουλάχιστον άποψη. Μια νέα γερμανική επιστημονική έρευνα δείχνει ότι οι άνθρωποι που έχουν κάνει εγχείρηση, κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν τα απογεύματα, τα Σαββατοκύριακα και τον μήνα Φεβρουάριο (οπότε μάλλον κανείς πρέπει να αποφύγει να εγχειριστεί κάποιο απόγευμα κάποιου Σαββατοκύριακου μέσα στον Φεβρουάριο).

Οι ερευνητές του Ιατρικού Πανεπιστημίου Charite του Βερολίνου, με επικεφαλής τον δρα Φέλιξ Κορκ και την καθηγήτρια Κλαούντια Σπίες, που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο συνέδριο «Euroanaesthesia» της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Αναισθησιολογίας στη Στοκχόλμη (31 Μαΐου- 3 Ιουνίου), ανέλυσαν στατιστικά στοιχεία για περίπου 210.000 ασθενείς, που εγχειρίστηκαν σε δύο γερμανικά πανεπιστημιακά νοσοκομεία μεταξύ 2006-2011.

Γενικότερα, η θνησιμότητα μετά από εισαγωγή σε νοσοκομείο εμφανίζει διακυμάνσεις μέσα στην ημέρα, την εβδομάδα και το έτος, κάτι που έχει δειχτεί και από προηγούμενες έρευνες σε διάφορες χώρες. Η νέα μελέτη δείχνει ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει ειδικότερα όσον αφορά τη θνησιμότητα μετά από εγχείρηση. Αναλυτικότερα, όπως διαπιστώθηκε, η εγχείρηση που γίνεται τα απογεύματα, εμφανίζει κατά μέσο όρο 21% αυξημένο κίνδυνο θανάτου, σε σχέση με άλλες ώρες μέσα στην ημέρα. Η εγχείρηση στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου σχετίζεται με κατά 22% αυξημένο κίνδυνο θανάτου, σε σχέση με τις καθημερινές. Εξάλλου, ο Φεβρουάριος είναι ο χειρότερος μήνας για εγχείρηση, αφού τότε υπάρχει αυξημένος κατά 16% κίνδυνος θανάτου, σε σχέση με τους υπόλοιπους μήνες του έτους.

Προς το παρόν, οι Γερμανοί ερευνητές απέφυγαν να εξάγουν οριστικά συμπεράσματα για τις αιτίες αυτών των χρονικών διακυμάνσεων. Όπως είπαν, μπορεί το επίπεδο των νοσοκομειακών υπηρεσιών να πέφτει τα απογεύματα και τα Σαββατοκύριακα ή, εναλλακτικά, μπορεί οι ασθενείς που εγχειρίζονται μετά το μεσημέρι και μέσα τα Σαββατοκύριακα, να είναι γενικά σε πιο σοβαρή κατάσταση.

Μια άλλη μεγάλη ιαπωνική επιστημονική μελέτη (μετα-ανάλυση), που παρουσιάστηκε στο ίδιο αναισθησιολογικό συνέδριο, η οποία μελέτησε στοιχεία για συνολικά 55 εκατ. ανθρώπους, δείχνει ότι όντως όσοι ασθενείς εισάγονται σε νοσοκομείο μέσα στο Σαββατοκύριακο, εμφανίζουν υψηλότερη θνησιμότητα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Χιρόσι Χοσιτζίμα του Πανεπιστημίου Τοχόκου, αξιολόγησαν στοιχεία από 72 δημοσιευμένες επιστημονικές έρευνες από διάφορες περιοχές του κόσμου και έβγαλαν το συμπέρασμα ότι, κατά μέσο όρο, σε παγκόσμιο επίπεδο, η εισαγωγή σε νοσοκομείο μέσα στο Σαββατοκύριακο αυξάνει τη θνησιμότητα του ασθενούς μεταξύ 15% και 17%, σε σχέση με την εισαγωγή του κάποια καθημερινή ημέρα.

Οι Ιάπωνες επιστήμονες -όπως και οι Γερμανοί- εκτιμούν ότι γι' αυτόν τον αυξημένο κίνδυνο φταίει είτε το χαμηλότερο επίπεδο υπηρεσιών των νοσοκομείων κατά τα Σαββατοκύριακα είτε ότι μέσα σε αυτό το διήμερο εισάγονται πιο σοβαρά περιστατικά απ' ό,τι τις καθημερινές (προφανώς και οι δύο αυτές αιτίες μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα, καθώς η μία δεν αποκλείει την άλλη).

Η πολυγλωσσία κάνει καλό στον εγκέφαλο
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ που μιλάνε δύο -ή περισσότερες- γλώσσες σε προχωρημένη ηλικία, εμφανίζουν μειωμένη έκπτωση των νοητικών λειτουργιών τους, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη δείχνει ότι το ευεργετικό αποτέλεσμα της δεύτερης ή τρίτης ξένης γλώσσας υπάρχει ακόμη κι αν κανείς τις έμαθε μεγάλος. Το «κλειδί» είναι κατά πόσον, όλα αυτά τα χρόνια, χρησιμοποιούσε για να μιλήσει ή να διαβάσει και μια άλλη γλώσσα πέρα από τη μητρική του.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Τόμας Μπακ του Κέντρου Γνωστικής Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Annals of Neurology» της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, μελέτησαν τις περιπτώσεις 835 ατόμων, που είχαν κάνει το πρώτο τεστ νοημοσύνης σε ηλικία 11 ετών το 1947 και το επανέλαβαν μετά τα 70 χρόνια τους, μεταξύ 2008 και 2010.

Οι 262 γνώριζαν έστω άλλη μία γλώσσα πέρα από τη μητρική τους (τα Αγγλικά) και από αυτούς οι 195 είχαν μάθει τη δεύτερη γλώσσα πριν τα 18 τους, ενώ οι υπόλοιποι μετά την ενηλικίωσή τους. Η έρευνα έδειξε ότι οι δίγλωσσοι και οι πολύγλωσσοι είχαν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις στα νοητικά τεστ που έκαναν στα γεράματά τους, ιδίως όσον αφορά το επίπεδο της γενικής νοημοσύνης τους και την ικανότητα ανάγνωσης. Αυτές οι ανώτερες επιδόσεις υπήρχαν ανεξάρτητα από το πότε έμαθε κανείς τη δεύτερη ή τρίτη γλώσσα (πριν ή μετά τα 18 χρόνια του). Όπως δείχνει και η νέα μελέτη -επιβεβαιώνοντας προηγούμενες έρευνες- η διγλωσσία ή πολυγλωσσία επιβραδύνει την άνοια της τρίτης ηλικίας και διατηρεί πιο νεανικό τον εγκέφαλο, επειδή τον «γυμνάζει» καλύτερα.

Μια μικρή αλλαγή στο DNA είναι αρκετή για την εμφάνιση των ξανθών μαλλιών στους ανθρώπους
ΓΙΑ τις μελαχρινές όλου του κόσμου που ονειρεύονται να ήσαν φυσικές ξανθιές, ένας ανεπαίσθητος «αναλφαβητισμός» στο DNA τους θα ήταν τελικά αρκετός. Μία και μόνη αλλαγή σε ένα από τα τέσσερα «γράμματα» του γενετικού κώδικα είναι αρκετή για να εμφανιστούν ξανθά μαλλιά στους ανθρώπους, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Οι ερευνητές εντόπισαν μία συγκεκριμένη γενετική μετάλλαξη, που είναι κοινή στο DNA των ξανθών Βορειοευρωπαίων. Η συγκεκριμένη γενετική παραλλαγή σχετίζεται μόνο με τα ξανθά μαλλιά και όχι με το χρώμα των ματιών (π.χ. γαλανά) ή με άλλα χαρακτηριστικά του δέρματος (π.χ. ανοιχτόχρωμο).

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια και του Ιατρικού Ινστιτούτου Χάουαρντ Χιουζ, με επικεφαλής τον καθηγητή αναπτυξιακής βιολογίας Ντέιβιντ Κίνγκσλεϊ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό γενετικής «Nature Genetics», σύμφωνα με το «Science». Το εν λόγω μεταλλαγμένο γονίδιο έχει μια μακρά εξελικτική ιστορία και αρχικά είχε ανακαλυφθεί ότι αλλάζει το χρώμα μερικών ψαριών του γλυκού νερού. Το γονίδιο αυτό ελέγχει μια πρωτεϊνη, που βοηθά στην ανάπτυξη των κυττάρων, τα οποία παράγουν χρωστικές ουσίες, επηρεάζοντας έτσι το χρώμα του δέρματος ή των μαλλιών.

Συγκεκριμένα, μια αλλαγή ενός μόνο νουκλεοτιδίου στον γενετικό κώδικα (η αντικατάσταση μιας αδενίνης από μια γουανίνη στο ανθρώπινο χρωμόσωμα 12) διαφοροποιεί το γονίδιο που ρυθμίζει τη λειτουργία της πρωτεΐνης KITLG, ενός μορίου με ζωτικό ρόλο στη λειτουργία των βλαστικών κυττάρων. Αυτή η μικρή γενετική αλλαγή μεταβάλλει εν μέρει (κατά 20% περίπου) τον τρόπο που η συγκεκριμένη πρωτεϊνη «εκφράζεται» στα θυλάκια των τριχών της κεφαλής -αλλά όχι στο υπόλοιπο- ανθρώπινο σώμα. Είναι όμως αρκετή για να κάνει τα μαλλιά ξανθά.

Οι ερευνητές εισήγαγαν τη συγκεκριμένη γενετική μετάλλαξη σε ποντίκια με σκουρόχρωμες τρίχες και αυτό είχε ως συνέπεια να γεννήσουν απογόνους με σχεδόν ξανθό τρίχωμα. Οι επιστήμονες διευκρίνισαν ότι, όπως έχουν δείξει οι γενετικές έρευνες κατά τα τελευταία χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα, δεν είναι μόνο ένα γονίδιο, αλλά μία μικρή ομάδα τουλάχιστον οκτώ μεταλλαγμένων περιοχών του DΝA που καθορίζει το χρώμα των μαλλιών ενός ανθρώπου (σε αυτά τα γονίδια έχει αλλάξει ένα τουλάχιστον συγκεκριμένο «γράμμα» του γενετικού αλφαβήτου). Η μετάλλαξη σε αυτά τα γονίδια αλλάζει το χρώμα τόσο του δέρματος, όσο και των μαλλιών. Η διαφορά της νέας γενετικής μετάλλαξης, που ανακαλύφθηκε, είναι ότι ξανθαίνει μόνο τα μαλλιά, χωρίς να ασκεί άλλη επίδραση.