Τις προάλλες, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Δημήτρης Χριστόφιας είπε ότι, εάν συνεχιστεί το υφιστάμενο αδιέξοδο στο Κυπριακό, θα οδηγηθούμε στη διχοτόμηση. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι είναι ορθή η προσέγγιση αυτή. Όμως, εάν επιστρέψουμε σε συνομιλίες για μια λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, πού θα οδηγηθούμε; Προφανώς σε μια χειρότερη μορφή διχοτόμησης από την υφιστάμενη, αφού η Κυπριακή Δημοκρατία θα διχοτομηθεί σε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη. Και στην ουσία θα διαλυθεί.
Διότι, εάν πάει κάτι στραβά, το σύνθετο πλέον ομόσπονδο πολιτειακό σύστημα, που θα προκύψει, δεν θα μπορεί να επιστρέψει στην ενιαία προτέρα μορφή του. Άλλωστε, πρώτο το ΑΚΕΛ, όταν η Σοβιετική Ένωση τον Φεβρουάριο του 1965 τάχθηκε υπέρ της ομοσπονδίας, διαφώνησε δημόσια προβάλλοντας τη θέση ότι πρόκειται για απαράδεκτη τουρκική διχοτομική λύση. Τώρα, μετά την εισβολή, πώς η διχοτομική ομοσπονδία έγινε παντιέρα έντιμου συμβιβασμού και επανένωσης;
Είναι πρόδηλο πού στοχεύει το ΑΚΕΛ με μερίδα της ηγεσίας του ΔΗΣΥ: Να πιέσουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να επιστρέψει μετά τη λήξη της δεύτερης NAVTEX, μετά τις 6 Απριλίου, στις συνομιλίες. Για να κάνει, όμως, τι; Για να τον παγιδεύσουν και αυτόν και την Κύπρο; Ο ισχυρισμός που προβάλλεται για τη διακοπή των συνομιλιών είναι ο εξής: Η Τουρκία πρέπει να τερματίσει τις απειλές της και την αδιάλλακτη πολιτική της, ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες, που θα βοηθούν σε μια βιώσιμη δημοκρατική λύση.
Η τουρκική απειλή όχι μόνο δεν τερματίζεται, αλλά κλιμακώνεται και στο Αιγαίο. Οι δικοί μας συντελεστές ισχύος είναι εκμηδενισμένοι. Με αυτήν την τουρκική στάση και με αυτά τα δεδομένα εάν πάμε σε συνομιλίες είτε θα καταλήξουν σε αδιέξοδο, με τον κίνδυνο να επωμιστούμε νέες ευθύνες και να γίνουν βήματα προς τη μετατροπή της de facto διχοτόμησης σε de jure, είτε θα μας επιβάλει η Τουρκία τη συνθηκολόγηση. Και η ηγεσία μας να αναλάβει τον ρόλο του πλασιέ για θα ισχυρίζεται ότι νενικήκαμεν!
Το ζητούμενο δεν είναι εάν θα πάμε στις συνομιλίες, αλλά τι θα κάνουμε στις συνομιλίες. Ποιος είναι ο στόχος; Και είναι αντιληπτό ότι η ομοσπονδιακή πολιτική για να περάσει από την ουτοπία στον ρεαλισμό πρέπει να υπογράψουμε ό,τι θέλει η Τουρκία. Επειδή εμείς δεν ανήκουμε στο απορριπτικό στρατόπεδο, διατυπώνουμε επί μακρόν εναλλακτικές θέσεις δράσης στη βάση μιας νέας στρατηγικής, που αφενός θα αλλάζει τα ισοζύγια δυνάμεων με περιφερειακές συμμαχίες και, αφετέρου, θα αποκτά πρωτοβουλία κινήσεων εντός της Ε.Ε. Και αυτό σημαίνει ότι ο στόχος, δηλαδή η λύση, δεν θα πρέπει να είναι η διχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη, αλλά η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου 10, που προνοεί την επανενσωμάτωση των κατεχομένων στο ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία εντάχθηκε ολόκληρη στην Ε.Ε.
Για να πάμε σε συνομιλίες, η Τουρκία είναι αυτή που πρέπει να αποδείξει ότι θέλει λύση, ξεκινώντας από τις δεσμεύσεις που στο παρελθόν έχει αναλάβει και ποτέ δεν έχει εφαρμόσει. Αρχής γενομένης από την επιστροφή της πόλης της Αμμοχώστου. Και την εφαρμογή του πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Αλλά και την υλοποίηση των όσων η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 καθορίζει για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Εάν πάμε σε συνομιλίες χωρίς προηγουμένως να αλλάξει η στάση της Τουρκίας και να επιδείξει εμπράκτως ότι θέλει λύση και όχι διάλυση, θα δεχθούμε τέτοια διπλωματικά και άλλα γρονθοκοπήματα που δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι θα μας σπάσουν τα μούτρα! Κι αυτό στην τελευταία ανάλυσή του σημαίνει διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και σταδιακή τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου, που είναι και ο τελικός στόχος της Τουρκίας.





