Ο χώρος είναι το Λύκειο Αγίου Γεωργίου Λακατάμειας.

Μια εκδήλωση για την Κερύνεια. Η σκληρή, αδιάφορη αίθουσα πολλαπλής χρήσης, όπου τα παιδιά παίζουν μπάσκετ, βόλεϊ και ποδόσφαιρο, μαλάκωσε… λες και συνάντησε τον λόγο της ύπαρξής της σε αυτήν τη μια και κάτι ώρα που κράτησε το πρόγραμμα.

Σαν να φτιάχτηκε γι’ αυτήν τη μέρα της ποίησης, των τραγουδιών και των χορών για την Κερύνεια. Συγκρατώ τους εμβληματικούς στίχους του Νίκου Δήμου:

Πολλά λιμάνια μοιάζουν αγκαλιές - μα της Κυρήνειας πάνω απ' όλα. Η πιο κλειστή, ή πιο ζεστή, η πιο γλυκιά αγκαλιά - μάνας όχι, αλλά αδερφής ή ερωμένης. Το μικρό λιμάνι της Κυρήνειας. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ.

Πιο Ελλάδα από την Ελλάδα η Κύπρος μου δίνει μια αίσθηση αρχαϊκή, Ίσως είναι η γλώσσα, πιο σκληρά πελεκημένη, πιο άμεση, Ίσως είναι το φως το «χρυσό δίχτυ».

Υπήρχε ήδη μια βουβή απειλή γύρω - θυμάμαι που έκανα μεγάλη παράκαμψη για να πάω από τη Λευκωσία στην Κυρήνεια. Ο δρόμος του Αγίου Ιλαρίωνα ήταν κλειστός. Τούρκικη σημαία ανέμιζε στο παλιό κάστρο.

Είπα: θα ξανάρθω στην Κυρήνεια, θα ΄ρθω να μείνω. Όταν γύρισα στην Αθήνα πέθαινε ο Σεφέρης. Τρία χρόνια μετά, χάθηκε η Κυρήνεια.

Λίγα πράγματα στη ζωή μου έχουν λείψει όσο αυτή η μικρή πολιτεία.

Αισθάνομαι εξόριστος όταν τη σκέπτομαι, εξόριστος από μια πατρίδα, που ο ίδιος διάλεξα. Το μόνο που μπόρεσα να κάνω όταν έμαθα την καταστροφή, ήταν να γράψω δύο λέξεις: «δεν ξεχνώ», και να τις στείλω σ' όλο τον κόσμο.

Γιατί, αν σε ξεχάσω Κυρήνεια, αν σε ξεχάσω Κύπρος, θα λιγοστέψω σαν Έλληνας, θα φτωχύνω σαν άνθρωπος, θα μικρύνω, θα μαραθώ.

Τα ίδια είπε ο Κλεάνθης Ερωτοκρίτου, εκ μέρους των γονιών της πόλης και επαρχίας Κερύνειας, με τον δικό του τρόπο:

«Αγαπητοί μαθητές και μαθήτριες, είναι αποδεκτό σε όλους ότι πρέπει να μελετούμε το παρελθόν, να κοιτάμε το παρόν και να προβλέπουμε το μέλλον. Ποιο ήταν το παρελθόν μας; Λαός και ηγεσία ήμασταν πάντα διαιρεμένοι, με τη διχόνοια να βασιλεύει ανάμεσά μας, εκπληρώνοντας τους στόχους των εχθρών μας που εφάρμοζαν το διαίρει και βασίλευε και μάλιστα το χρηματοδοτούσαν. Κατά τη νεότερη ιστορία μας, μας χώρισαν σε μακαριακούς και γριβικούς, ενωτικούς και μη, αριστερούς και δεξιούς, μέχρι και ομονοιάτες και αποελίστες...

Έτσι φτάσαμε στο μαύρο καλοκαίρι του ΄74, στις 15 Ιουλίου και στο ξενοκίνητο πραξικόπημα. Με τον αδελφό να σκοτώνει τον αδελφό του… έτσι διχασμένους, αποδιοργανωμένους, προδομένους, μας βρήκε εύκολη λεία η Τουρκία, που εισέβαλε στην Κύπρο καταλαμβάνοντας παράνομα τη μισή μας πατρίδα. Αποτέλεσμα, χιλιάδες νεκροί κι αγνοούμενοι, 200 χιλιάδες πρόσφυγες και οικονομική καταστροφή.

»Και τώρα ερχόμαστε στο παρόν, με το σαράκι της διχόνοιας και πάλι ανάμεσά μας, χωρισμένοι σε πρόσφυγες και μη, σε αυτούς που επιστρέφουν και σε αυτούς που δεν επιστρέφουν, σε ομοσπονδιακούς και μη, στο ναι και το όχι, σε πλούσιους και φτωχούς και φτωχότερους. Ποιο θα είναι το μέλλον μας; Σε αυτό το ερώτημα πρέπει να ζητήσετε απάντηση οι ίδιοι, σαν ελεύθεροι πολίτες με δική σας κριτική σκέψη. Μην αφήσετε τους διάφορους επιτήδειους να σας κατευθύνουν και να σας διχάζουν. Να θυμάστε. Το 1974, αν ήμασταν μονοιασμένοι, χωρίς ξένες επιρροές, κανένας Τούρκος δεν θα πατούσε το πόδι του στην Κύπρο.

Αγαπητοί μαθητές και μαθήτριες, εσείς είστε οι αυριανοί πολίτες και ηγέτες της Κύπρου. Μην κάνετε τα ίδια λάθη, μείνετε ενωμένοι και δυνατοί».

Τα λόγια του Κλεάνθη μοιάζουν παλιά και φθαρμένα, σαν χαρτονομίσματα που βγήκαν εκτός κυκλοφορίας.

Νιώθω όμως πως σε αυτήν την ψυχρή αίθουσα πολλαπλής χρήσης, αυτό το κρύο μεσημέρι του Δεκέμβρη, έκαναν δεκάδες έφηβους να καρδιοκτυπήσουν.

Ίσως, τελικά, να μην έχασαν καθόλου την αξία τους…