Μεταξύ των δύο Γιούρογκρουπ που αποφάσισαν το κούρεμα
Τι αναφέρεται στην έκθεση της Επιτροπής Θεσμών για το θέμα των εκροών καταθέσεων - Έφυγαν συνολικά 1,3 δις


Αρκετές σελίδες της έκθεσης της Επιτροπής Θεσμών καλύπτει το μέγα κεφάλαιο των εκροών καταθέσεων ειδικά κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου του 2013, πριν και μετά δηλαδή την απόφαση για το κούρεμα. Στην έκθεση αναφέρεται ότι ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας (ΚΤ) ενημέρωσε την Επιτροπή ότι ο ρυθμός εξόδου κεφαλαίων από τις κυπριακές τράπεζες παρεκολουθείτο στενά από την Κεντρική. Ωστόσο, ανέφερε ότι την περίοδο εκείνη δεν μπορούσε να επιβάλει περιορισμούς στη διακίνηση κεφαλαίων, επειδή όμως υπήρχε ανησυχία για τον ρυθμό της απόσυρσης κεφαλαίων, τόνιζε συνεχώς την ανάγκη συνομολόγησης μνημονίου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως ανέφερε, της ψυχολογίας του κοινού σε σχέση με το θέμα της απόσυρσης καταθέσεων αποτελεί μια μέρα τον Νοέμβριο του 2012, όταν η ΚΤ πληροφορήθηκε από τη Λαϊκή Τράπεζα ότι το κοινό παγκυπρίως προχωρούσε σε αποσύρσεις καταθέσεων και σε «σπάσιμο» γραμματίων. Ενημέρωσε, όπως είπε, τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Δ. Χριστόφια και τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, καθιστώντας σαφές ότι είναι αναγκαίο να αντιληφθεί το κοινό ότι θα υπογραφεί μνημόνιο και πρόσθεσε ότι «όταν πράγματι έγινε δήλωση του Δ. Χριστόφια, σε μια ώρα σταμάτησαν οι εκροές».

Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή γνώριζε εκ των προτέρων ότι η τεκμηρίωση της φημολογίας, περί προνομιακής πληροφόρησης προσώπων για την πρόθεση απόφασης του Eurogroup για κούρεμα καταθέσεων πριν από τη 15η Μαρτίου 2013, αποτελούσε εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, εντούτοις ζητήθηκαν στοιχεία.
Από όσα κατατέθηκαν ενώπιόν της εξάγεται το συμπέρασμα, με βάση στοιχεία, ότι τουλάχιστον δεκατρία άτομα «έβγαλαν» στο εξωτερικό 10,5 εκ. ευρώ την επίμαχη περίοδο.

Η «δικαιολογία» Σταυρινάκη
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, μεταξύ άλλων στην Επιτροπή Θεσμών εστάλη επιστολή από τον τότε Υποδιοικητή της ΚΤ Σ. Σταυρινάκη, ημ. 5 Απριλίου 2013, και κατατέθηκαν τρεις κατάλογοι με αποσύρσεις καταθέσεων πέραν των 100.000 ευρώ μόνο για τη περίοδο 1ης -15ης Μαρτίου 2013, με την αιτιολόγηση ότι το αίτημα για τις συναλλαγές μεγαλύτερης περιόδου θα κατέληγε στη συλλογή τεράστιου όγκου πληροφοριών, που πιθανό να μην εξυπηρετούσε τους σκοπούς της έρευνας.

«Η Επιτροπή», αναφέρεται στην έκθεση, «κρίνει ότι η πιο πάνω δικαιολογία, για τη μη κατάθεση όλων των εκροών, αποτελεί απλώς πρόσχημα, καθώς δεν θα μπορούσε να αποτελεί εμπόδιο ο όγκος των πληροφοριών, αν ληφθεί υπόψη η πρόοδος της τεχνολογίας της πληροφορικής, άρα, δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα σε σχέση με την απόφαση της ΚΤ». Ταυτόχρονα, εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για την υπόδειξη του τότε Υποδιοικητή για τα ζητηθέντα στοιχεία. Περαιτέρω, σημειώνει ότι η ενημέρωση που έλαβε ήταν ελλιπής όσον αφορά τον προορισμό των χρημάτων, των αριθμών δελτίου ταυτότητας των φυσικών προσώπων για την ταυτοποίησή τους και άλλων χρήσιμων δεδομένων, που θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς της για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων, κατά πόσο είχαν προνομιακή πληροφόρηση ή όχι τα εν λόγω πρόσωπα. Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να γνωρίζει αν οι κατάλογοι που στάλθηκαν σε αυτήν τόσο από την ΚΤ όσο και από τον Έφορο της Υπηρεσίας Εποπτείας Συνεργατικών Εταιρειών είναι πλήρεις, ή αποτελούν ενδεικτικές του συνόλου των πράξεων που πραγματοποιήθηκαν ή ακόμα και κατ’ επιλογή συναλλαγές.

Η Επιτροπή, παρόλο που αισθανόταν έντονα την ανάγκη δημοσιοποίησης των στοιχείων αυτών για σκοπούς διαφάνειας και πλήρους ενημέρωσης των πολιτών, έκρινε ότι η δημοσιοποίησή τους θα έπληττε άδικα το κύρος και την αξιοπιστία προσώπων στη Δημοκρατία οι οποίοι, για διάφορους λόγους, δεν είχαν προβεί σε οποιεσδήποτε κατακριτέες πράξεις. Την ίδια άποψη είχε, επίσης, ο τέως Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, όπως και ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Συνεπώς, ύστερα από έντονο προβληματισμό, αποφάσισε να μελετήσει τρόπους επεξεργασίας των στοιχείων με τρόπο που να εξαχθούν όσο το δυνατόν πιο ασφαλή συμπεράσματα, που να καταδεικνύουν αν ορισμένοι ενήργησαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πρακτικών ή ενήργησαν γιατί είχαν οποιουδήποτε είδους «προνομιακή» ή άλλη πληροφόρηση για την επερχόμενη απόφαση της απομείωσης των καταθέσεων».

Στην προσπάθεια αυτή, η Επιτροπή κάλεσε τους εμπλεκομένους να συνεργαστούν για την εξεύρεση τέτοιων τρόπων επεξεργασίας, αλλά διαφάνηκε ότι εκτός από την πολυπλοκότητα και την υποκειμενικότητα των κριτηρίων που θα μπορούσαν να τεθούν, οι πιθανότητες απόδειξης της ύπαρξης τέτοιου είδους πληροφόρησης φαίνεται να είναι μηδαμινές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να εγκύψει σε θέματα όπως είναι η ηθική διάσταση του όλου ζητήματος της εξαγωγής χρημάτων στο εξωτερικό, το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

Παράλληλα, η Επιτροπή επανειλημμένα κάλεσε την ΚΤ να επεξεργαστεί τον ρυθμό εκροών καταθέσεων, ώστε να διακριβωθεί ποιες ήταν οι αιτίες για την τακτική αυτή των καταθετών, ποιοι παράγοντες έπαιξαν ουσιαστικά ρόλο, ώστε ξένοι και Κύπριοι καταθέτες να αποσύρουν τα χρήματά τους, αλλά και για τον εντοπισμό ενδεχόμενων περίεργων εκροών, ως ένδειξη φυγάδευσης χρημάτων λόγω «προνομιακής» πληροφόρησης. Περαιτέρω, η Επιτροπή κάλεσε την ΚΤ να υποδείξει ποιοι από τους λογαριασμούς παρουσίασαν μη συνήθεις εκροές, ώστε να εξαχθεί συμπέρασμα για το κατά πόσο θα μπορούσαν ορισμένες από αυτές τις εκροές να οφείλονταν σε μη ευρεία στο κοινό πληροφόρηση.

Για το θέμα αυτό, ο Διοικητής της ΚΤ δήλωσε ότι ζήτημα «προνομιακής πληροφόρησης» τίθεται μόνο από όσους ήταν στη συγκεκριμένη σύνοδο του Eurogroup, καθώς τόσο ο ίδιος όσο και τα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών είχαν την ίδια πληροφόρηση η οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, έφθασε στην ΚΤ από λειτουργό του Υπουργείου Οικονομικών, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν τα ξημερώματα της 16ης Μαρτίου 2013».

Άλλα ο Διοικητής, άλλα η ΜΟΚΑΣ
Για το θέμα των εκροών, ο Διοικητής της ΚΤ ανέφερε στην Επιτροπή ότι:
«Η νομοθεσία δεν μας επιτρέπει να δώσουμε αυτά τα πράγματα λόγω του τραπεζικού απορρήτου, όμως η ΜΟΚΑΣ μπορεί να τα ζητήσει, πιστεύω».
Για το ίδιο θέμα, όμως, η εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ Ε. Παπακυριακού ανέφερε ότι:

«Ουδεμία ανάμειξη είχαμε μέχρι τώρα σ’ αυτό το θέμα και δεν έχουμε εκ του νόμου αρμοδιότητα για ανάμειξη για τις εξαγωγές χρημάτων, παρά μόνο αν μας έκαναν αναφορά ύποπτης συναλλαγής τραπεζικά ιδρύματα, γεγονός το οποίο δεν υπάρχει ενώπιόν μας».

Δεδομένου ότι η Επιτροπή θεωρεί πως η διακρίβωση της ύπαρξης προνομιακής πληροφόρησης προσώπων θα πρέπει να γίνει από εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, δεν προχώρησε σε λεπτομερή επεξεργασία των καταλόγων που κατατέθηκαν ενώπιόν της.

Στοιχεία για όσους έβγαλαν εκατομμύρια στο εξωτερικό
Όπως αναφέρεται σε επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων και Εφόρου Φ.Π.Α. στην Επιτροπή Θεσμών, στους δύο καταλόγους που έλαβε από τη Βουλή, οι οποίοι αφορούν εκροές καταθέσεων από τη Λαϊκή Τράπεζα, τόσο κατοίκων της Δημοκρατίας όσο και μη κατοίκων, περιλαμβάνονται συνολικά συναλλαγές 1102 φυσικών και νομικών προσώπων, ενώ το συνολικό ποσό αποσύρσεων κατά την εν λόγω περίοδο ανέρχεται στο €1,32 δις. Από το εν λόγω σύνολο, προκύπτει ότι οι πιο πάνω συναλλαγές πραγματοποιήθηκαν από 470 πρόσωπα κατοίκους της Δημοκρατίας, ενώ 632 πρόσωπα μη κατοίκους της Δημοκρατίας. Από το σύνολο των 1102 προσώπων, 242 πρόσωπα είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Φ.Π.Α., τα οποία απέσυραν συνολικά €353 εκατομ.

Στην επιστολή αναφέρεται, επίσης, ότι 13 φυσικά πρόσωπα παρουσιάζονται στον κατάλογο με τις εκροές καταθέσεων από κατοίκους της Δημοκρατίας, ενώ οι αποσύρσεις ανήλθαν στα €10,5 εκατομ. Από το σύνολο των 13 φυσικών προσώπων, μόνο ένα είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Φ.Π.Α., ενώ κάποιοι άλλοι παρουσιάζονται ως διαγραμμένοι από το Μητρώο Φ.Π.Α. Το 50% των προσώπων αυτών είναι εγγεγραμμένοι στην Επαρχία Λευκωσίας, το 35% στην Επαρχία Λεμεσού και το υπόλοιπο 15% στις υπόλοιπες επαρχίες.

Σχετικά με τους καταλόγους που αφορούν τις εκροές από τη Λαϊκή Τράπεζα, η εν λόγω επιστολή καταλήγει στις ακόλουθες γενικές διαπιστώσεις:
1.Μεγάλος αριθμός από τις εγγεγραμμένες εταιρείες παρουσιάζουν πιστωτικό υπόλοιπο, ενώ μπορεί να έχουν αποσύρει εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τους καταλόγους. Όπως προέκυψε από τους ελέγχους, 120 εταιρείες, ποσοστό περίπου 50%, είναι ξένων συμφερόντων που έχουν φορολογική έδρα τη Δημοκρατία και έχουν εγγραφεί εθελοντικά στο Μητρώο Φ.Π.Α., απλώς για να παίρνουν την επιστροφή του φόρου που επιβαρύνονται στη Δημοκρατία. Σημειώνεται ότι παρόλο που κάποιες από τις εν λόγω εταιρείες παρουσιάζουν αρκετά υψηλά πιστωτικά υπόλοιπα, δεν υπέβαλαν οποιοδήποτε αίτημα για επιστροφή τους.
2. Από τις υπόλοιπες εταιρείες, υπάρχουν εξαγωγικές εταιρείες (δεν επιβάλλουν φόρο στις πωλήσεις τους), οι οποίες έχουν σημαντικές εκροές κεφαλαίων για πληρωμές των προμηθευτών τους στο εξωτερικό.
3. Για κάποιες εταιρείες ο έλεγχος θα συνεχιστεί, ώστε να λάβει υπ' όψιν τυχόν λανθασμένους χειρισμούς σε σχέση με την εφαρμογή του Φ.Π.Α.