Αν αγνοήσουμε εντελώς την οικονομική αξία της φύσης επειδή είναι λογιστικά δύσκολος ο προσδιορισμός της, κινδυνεύουμε να «ξεχάσουμε» τη φύση στους υπολογισμούς μας
Οι «μαύρες» εικόνες που βλέπουμε αυτές τις μέρες από τα δάση της Κύπρου που καίγονται οδηγούν αυτονόητα σε «μαύρες» σκέψεις. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι -πέρα από τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές- η καταστροφή μιας από τις λίγες δασώδεις περιοχές του νησιού είναι κάτι πολύ αρνητικό από αισθητική και περιβαλλοντική σκοπιά, και πρέπει «πάση θυσία» να περιορίσουμε την καταστροφή όσο αυτό είναι δυνατό.
Όταν όμως έρθει ο καιρός να συζητήσουμε τα μέτρα αποκατάστασης των ζημιών και τα έργα που πρέπει να γίνουν για να μειώσουμε τις πιθανότητες να επαναληφθεί τέτοια καταστροφή στο μέλλον, αυτό το «πάση θυσία» οφείλει να γίνει πιο συγκεκριμένο. Οι αποζημιώσεις και τα μέτρα πρόληψης των πυρκαγιών έχουν κόστος, αλλά το δημόσιο ταμείο δεν είναι ανεξάντλητο. Οι κρατικές δαπάνες για δασοπροστασία πρέπει να ισοζυγιστούν με άλλες δαπάνες - για την υγεία, την εκπαίδευση, τους ανέργους, την άμυνα κ.λπ.
Λογικά, θα σκεφτεί κανείς ότι πρέπει να δαπανήσουμε πρώτα-πρώτα όσα χρειάζονται για να αποζημιωθούν όσοι είχαν οικονομικές απώλειες από τις πυρκαγιές. Αυτό σημαίνει αποζημιώσεις ίσες με την απώλεια περιουσίας των κατοίκων και την απώλεια εισοδήματος όσων βιοπορίζονταν από το δάσος και τις υπηρεσίες του:
Παραγωγή ξυλείας ή καυσόξυλων, αγροτική ή κτηνοτροφική παραγωγή, ξενοδοχεία και εστιατόρια που καταστράφηκαν ή θα χάσουν πελατεία. Αυτό ακούγεται εύκολο και αυτονόητο.
Έπειτα, θα εστιάσουμε στις δαπάνες για να επανέλθει το δάσος στην προηγούμενη κατάσταση. Αξίζει τον κόπο; Πέρα από συναισθηματισμούς, μήπως είναι καλύτερο να είμαστε συγκρατημένοι στις δαπάνες μας για τα δάση; Έχουμε τόσες άλλες ανάγκες - το καμένο δάσος είναι αισθητικά άσχημο, αλλά δεν χάλασε κι ο κόσμος…
Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Όμως για να δοθεί μια σωστή απάντηση, πρέπει να απαντήσουμε πρώτα στο σωστό ερώτημα, που είναι: «Ποια είναι η οικονομική αξία του δάσους»; Η ευρύτερα, ποια είναι η οικονομική αξία της προστασίας της φύσης;
Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι η συνολική οικονομική αξία ενός δάσους (όπως και οποιουδήποτε οικοσυστήματος) δεν εξαντλείται επ’ ουδενί στην οικονομική αξία των προϊόντων που παράγονται από αυτό. Τα δάση προστατεύουν από τη διάβρωση του εδάφους και από πλημμύρες. Συντηρούν σπάνια είδη πανίδας και διασφαλίζουν ισορροπία στη διατροφική αλυσίδα πολλών οργανισμών. Ρυθμίζουν το κλίμα μιας περιοχής. Απορροφούν διοξίδιο του άνθρακα και συμβάλλουν στην αποτροπή του φαινομένου του θερμοκηπίου. Συμβάλλουν στον καθαρισμό των υπόγειων υδάτων.
Και επιπλέον, σε περίπτωση αφανισμού ενός δάσους λόγω πυρκαγιάς, αυξάνονται τα προβλήματα υγείας στον πληθυσμό λόγω των εκλυόμενων σωματιδίων. Τέλος, πολλοί κάτοικοι των πόλεων χρησιμοποιούν τα δάση για εκδρομικούς χώρους, άρα τα δάση συντελούν στην ευημερία του πληθυσμού και με αυτό τον τρόπο.
Όλα τα παραπάνω οφέλη έχουν σημαντική οικονομική αξία. Επειδή όμως τα περισσότερα από αυτά -σε αντίθεση με την ξυλεία ή τα φρούτα του δάσους- δεν είναι αντικείμενο συναλλαγής σε αγορές, δεν ξέρουμε την «τιμή» τους: Πόσο «αξίζει» η διατήρηση της βιοποικιλότητας ή η ικανοποίηση των επισκεπτών των εκδρομικών χώρων;
Οι οικονομολόγοι προσπαθούν πλέον να αποτιμήσουν τη συνολική οικονομική αξία των οικοσυστημάτων, με διάφορες μεθόδους, παίρνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω. Δεν είναι εύκολη δουλειά, γιατί υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες. Έστω όμως και αν κάνουμε λάθος στην «ακριβή» αποτίμηση της αξίας της φύσης, παρ' όλα αυτά πρέπει να προσπαθήσουμε. Τα παραπάνω δεν είναι ακαδημαϊκές θεωρίες, ούτε οικολογικές «υπερευαισθησίες». Αποτελούν κοινό τόπο για τους πλέον επιφανείς διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Αν αγνοήσουμε εντελώς την οικονομική αξία της φύσης επειδή είναι λογιστικά δύσκολος ο προσδιορισμός της, κινδυνεύουμε να «ξεχάσουμε» τη φύση στους υπολογισμούς μας. Και τότε ο «λογαριασμός» -δηλαδή οι οικονομικές ζημιές από την επόμενη καταστροφή- θα είναι βαρύτερος.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Αναπληρωτής Καθηγητής και Κοσμήτορας,
Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος,
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου