Ελπίζουμε όντως μέχρι τα Χριστούγεννα, όπως συχνά δηλώνει το Υπουργείο Εργασίας, να δοθεί το ΕΕΕ σε όσους το δικαιούνται

Όλο αυτό το διάστημα, από την αρχή της οικονομικής κρίσης του 2008, πολλά έχουν συζητηθεί και γραφτεί σχετικά με τις διαθέσιμες λύσεις, με το τι πρέπει επιτέλους να γίνει, ώστε όσο το δυνατόν περισσότερα από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να καταστούν εξυπηρετούμενα, αλλά επίσης ώστε να μπορέσουν οι τράπεζες και πάλι να αρχίσουν να δανείζουν σε έργα ανάπτυξης κατά προτίμηση, ώστε να απεγκλωβιστούμε από την παγίδα της τελμάτωσης στην οποία βρισκόμαστε.

Ένα από τα θέματα στα οποία έχει, και εξακολουθεί να γίνεται, πολλή συζήτηση είναι και το θέμα των επιτοκίων. Και αυτό διότι, όχι μόνο τα δανειστικά επιτόκια είναι από τα υψηλότερα της Ευρώπης, ίσως και παγκόσμια, αλλά διότι δεν υπάρχει όριο στο οποίο να σταματά η χρέωσή τους, έστω και μετά που εκδίδεται μια δικαστική απόφαση. Παλαιότερα υπήρχε νομική πρόνοια που απαγόρευε τον πέραν του διπλασιασμού οφειλομένου ποσού.

Η Βουλή, όμως, κατόπιν, προφανώς, πιέσεων τραπεζικών και άλλων κύκλων, τροποποίησε εκείνον τον νόμο και έτσι έκτοτε οι τόκοι επιβάλλονται χωρίς όριο. Και επιπρόσθετα, μόλις ένα δάνειο καταστεί μη εξυπηρετούμενο μεταβάλλεται και αυξάνεται, με αποτέλεσμα να είναι πρακτικά αδύνατο να εξοφληθεί, διότι έστω και αν κάποιος πληρώνει, πολύ δύσκολα μπορεί να καταφέρει εξόφληση. Συνεχώς ακούμε σε τηλεοπτικά προγράμματα απελπισμένους δανειολήπτες να εξιστορούν πώς μέσα σε λίγα χρόνια δάνειά τους πολλαπλασιάστηκαν.

Ιδίως λόγω των γνωστών συνεπειών της κρίσης, που μείωσαν τα οικογενειακά εισοδήματα και τα κέρδη εταιρειών, η δυνατότητα έστω και σταδιακών πληρωμών είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, άπιαστο όνειρο.

Και ας σταματήσουν κάποιοι να λένε πως κάποιοι στρατηγικά επιλέγουν να μην πληρώνουν. Αυτά είναι ανοησίες. Κανείς δεν θέλει να μην πληρώνει, αν όντως μπορεί να το κάνει. Παράλληλα όλοι μιλούν για ανάπτυξη, που όντως είναι η μόνη λύση για να απεγκλωβιστούμε από το τέλμα στο οποίο βρισκόμαστε. Όμως πώς θα έρθει ανάπτυξη, όταν αφενός τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αντί να μειώνονται, αυξάνονται και όταν πολύ λίγα νέα δάνεια δίνονται;

Επιπρόσθετα, ο θεσμός του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου, που μόλις πρόσφατα άρχισε να λειτουργεί, το μόνο ουσιαστικά που προσφέρει είναι τη δυνατότητα οι πιστωτές και χρεώστες να έρθουν σε επαφή στην παρουσία ενός διαπραγματευτή, χωρίς όμως το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης να είναι δεσμευτικό.

Πόσες τέτοιες διαπραγματεύσεις θα ευοδωθούν είναι κάτι που σύντομα θα δούμε, όμως φοβούμαστε πως θα απογοητευθούμε, παρά την όντως ειλικρινή και καλή διάθεση του Επιτρόπου. Και εν τω μεταξύ, ο νόμος για τις εκποιήσεις ήδη ισχύει και αν αρχίσει να εφαρμόζεται, θα θρηνήσουμε επί ερειπίων.

Ο Γενικός Εισαγγελέας ήδη δήλωσε πως αν δεν ψηφιστούν κανονισμοί, δεν μπορεί ο νόμος να εφαρμοστεί, το ίδιο λένε και πολλοί βουλευτές. Όμως η Τρόικα πιέζει για την εφαρμογή του, απειλώντας ότι δεν θα εκταμιευτεί η επομένη δόση.

Είναι λοιπόν φανερό ότι πρέπει τάχιστα να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Αφενός η Βουλή οφείλει άμεσα, έστω και με κίνδυνο να μην εκταμιευτεί η δόση, να αποφασίσει αναστολή της εφαρμογής του νόμου για τις εκποιήσεις μέχρι να ψηφιστούν οι κανονισμοί, μέχρι που να ψηφιστεί ο νόμος περί αφερεγγυότητας και μέχρι να επανέλθει η νομοθετική πρόνοια ορίου στον ανατοκισμό μη εξυπηρετουμένων δανείων.

Επίσης, πρέπει να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση του ανωτάτου επιτοκίου το οποίο μπορεί να επιβάλλεται (και για να μη θεωρηθεί ότι επεμβαίνει η Βουλή νομοθετικά στη λειτουργία της οικονομίας, θα μπορούσε η ρύθμιση να συνδεθεί με κάποιο μακροοικονομικό παράγοντα, όπως τον ρυθμό ανάπτυξης).

Επίσης, ελπίζουμε όντως μέχρι τα Χριστούγεννα, όπως συχνά δηλώνει το Υπουργείο Εργασίας, να δοθεί το ΕΕΕ σε όσους το δικαιούνται, και παράλληλα να υπάρξει αναστολή διώξεων και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων σε όσους είναι άνεργοι ή αποδεδειγμένα μειώθηκαν αισθητά τα εισοδήματά τους.

Και γι' αυτές τις αδύναμες, όντως, ομάδες να υπάρξει ρύθμιση στις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους, όπως προς το Κράτος (φορολογικές και άλλες, όπως και προς τα Δημαρχεία ή το Αποχετευτικό) μέχρι να μπορέσουν να καταστούν οικονομικά βιώσιμοι. Ίσως μάλιστα το ΕΕΕ θα έπρεπε, εκτός από τους τόκους στεγαστικών δανείων, να προνοούσε και γι' αυτές τις υποχρεώσεις, τουλάχιστον για το διάστημα που ο λήπτης εξαρτάται από το ΕΕΕ.

Τέλος, και επειδή δυστυχώς σίγουρα και μοιραία κάποιες εκποιήσεις θα γίνουν, τόσο η Κυβέρνηση όσο και η Βουλή οφείλουν, αν δεν το έχουν κάνει, να σκεφτούν πού θα στεγαστούν όσοι η κύρια κατοικία τους θα εκποιηθεί. Είχαν για παράδειγμα ακουστεί κατά καιρούς κάποιες ιδέες για ενοίκιο αντί δόσης, όπως και ανάληψη του χρέους από τον Οργανισμό Ανάπτυξης Γης.

Ελπίζουμε οι ιδέες αυτές να μπορέσουν όντως να λειτουργήσουν, αν και φυσικά το ιδανικότερο θα ήταν να μπορούν όλα τα δάνεια να αναδιαρθρωθούν σε δόσεις και χρονική περίοδο εξόφλησης που να ταιριάζει όχι στις ανάγκες των τραπεζών ή της Τρόικας, αλλά στις ανάγκες και δυνατότητες των δανειοληπτών.

Ας μην ξεχνούμε επίσης πως ήδη πολλοί από αυτούς, που σήμερα ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες, βίωσαν και τις συνέπειες της προσφυγιάς και θα ήταν πολύ άδικο, μέχρι και απάνθρωπο, να βιώσουν και την τραγωδία μιας εκποίησης, διότι, όπως και το ΄74, έτσι και τώρα είναι απλά θύματα καταστάσεων που άλλοι δημιούργησαν για τους δικούς τους πολιτικο-οικονομικούς κερδοσκοπικούς σκοπούς.

ΔΡ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΙΟΛΑΡΗΣ
Οικονομολόγος