Όπως και σε πολλά άλλα θέματα, έτσι και σχετικά με το θέμα της δημόσιας συζήτησης και αξιολόγησης της Έκθεσης της Παγκόσμιας Τράπεζας για την εκπαίδευση επικράτησε για δυο μήνες περίπου μια παράξενη κατάσταση στην Κύπρο. Η Έκθεση ήταν μέχρι τις 10 Ιουνίου εμπιστευτική αλλά, παρ’ όλα αυτά, για δυο μήνες όλοι την είχαν στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές τους, πολλοί τη συζητούσαν σε συνέδρια, ημερίδες και στα καφενεία, και ένας μεγάλος αριθμός έγραψαν άρθρα στις εφημερίδες, μερικοί, όπως οι ίδιοι ομολόγησαν, χωρίς να την έχουν διαβάσει. Οι μόνοι που δεν συμμετείχαν στις συζητήσεις ήταν οι λειτουργοί του Υπουργείου Παιδείας, επειδή δεσμεύονταν από την παρατεινόμενη εμπιστευτικότητά της.
Από το περιεχόμενο τόσο των άρθρων που δημοσιεύθηκαν όσο και των συζητήσεων που έγιναν στις ημερίδες στις οποίες παρευρέθηκα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το κλίμα που επικρατεί σχετικά με την Έκθεση είναι από αρνητικό μέχρι εχθρικό. Στο άρθρο αυτό θα σταχυολογήσω δώδεκα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν εναντίον της Έκθεσης, σε μια ημερίδα που παρευρέθηκα και θα προσπαθήσω να δώσω τις δικές μου απαντήσεις.
Επιχείρημα Πρώτο: Φοβού την Παγκόσμια Τράπεζα, γιατί οι παρεμβάσεις της σε άλλες χώρες δεν απέβησαν για το καλό των χωρών αυτών. Είναι ένας Δούρειος Ίππος.
Επιχείρημα Δεύτερο: Η Παγκόσμια Τράπεζα «δεν έχει ιδέα τι εστί δάσκαλος» και «τι εστί εκπαίδευση». Οι λειτουργοί της είναι όλοι οικονομολόγοι.
Επιχείρημα Τρίτο: Η Παγκόσμια Τράπεζα δεν μας παραχώρησε οικονομική βοήθεια για την εκπαίδευσή μας. Επομένως, δεν έχει δικαίωμα παρέμβασης στην εκπαίδευση της Κύπρου.
Επιχείρημα Τέταρτο: Σε προηγούμενες εκθέσεις της η Παγκόσμια Τράπεζα έδειξε ότι είναι εναντίον της δημόσιας εκπαίδευσης.
Επιχείρημα Πέμπτο: Η παρέμβαση της Παγκόσμιας Τράπεζας αποτελεί μέρος των μνημονιακών υποχρεώσεων της Κύπρου. Συνεπώς, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υποκρύπτει άνομα σχέδια και να σχετίζεται με τη γενικότερη από μακρού εξυφανθείσα συνωμοσία εναντίον της ακεραιότητας της χώρας μας.
Επιχείρημα Έκτο: Είναι πολύ ύποπτο το γεγονός ότι η Έκθεση στηρίχθηκε σε μια μόνο ακαδημαϊκή πηγή, απ' ό,τι δείχνουν οι παραπομπές και η βιβλιογραφία της.
Επιχείρημα Έβδομο: Εμείς έχουμε τους δικούς μας πολύ καλούς επιστήμονες και δεν χρειαζόμαστε «ξενόφερτα μοντέλα».
Επιχείρημα Όγδοο: Η Έκθεση περιέχει στατιστικά λάθη (για παράδειγμα για τον αριθμό των αποσπασμένων εκπαιδευτικών), άρα δεν είναι ακριβής και αξιόπιστη.
Επιχείρημα Ένατο: Η Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας δεν περιέχει τίποτε το καινούργιο. Όλα όσα προτείνει μας τα είπαν άλλοι προηγουμένως, όπως η Ουνέσκο στην Έκθεσή της το 1997 και ο Στρατηγικός Σχεδιασμός για την Εκπαίδευση το 2007.
Επιχείρημα Δέκατο: Η Έκθεση μας λέει τι να κάνουμε, αλλά δεν μας λέει πώς να το κάνουμε (παράδειγμα, στο θέμα της αξιολόγησης).
Επιχείρημα Ενδέκατο: Η Έκθεση προτείνει ένα χρονοδιάγραμμα που δεν μπορεί να εφαρμοστεί, αφού έχουν περάσει ήδη δύο μήνες χωρίς να γίνει τίποτε.
Επιχείρημα Δωδέκατο: Τα στοιχεία του προγράμματος αξιολόγησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων PISA, στα οποία αναφέρεται η Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για να δείξει τα χαμηλά μαθησιακά αποτελέσματα της Κύπρου, δεν έχουν αξία, γιατί ο τρόπος εξέτασης που χρησιμοποιεί το πρόγραμμα δεν μετρά σωστά την αναγνωστική ικανότητα των μαθητών.
Όπως είναι φανερό, τα πρώτα εφτά επιχειρήματα αφορούν την πατρότητα της έκθεσης και όχι το περιεχόμενό της, τρία έχουν σχέση με τεχνικές λεπτομέρειες, ένα αφορά την πληρότητά της (μας λέει τι να κάνουμε αλλά δεν μας λέει πώς να το κάνουμε), και ένα ασχολείται με το περιεχόμενο της Έκθεσης, σημειώνοντας πως η Έκθεση δεν λέει τίποτε το καινούργιο.
Τα πρώτα εφτά επιχειρήματα ξεκινούν από τις υποψίες που γεννά η προηγούμενη δράση της Παγκόσμιας Τράπεζας στον τομέα της εκπαίδευσης σε άλλες χώρες, καθώς και από το γεγονός ότι η ανάθεση της σύνταξης της Έκθεσης έγινε μέσα στο πλαίσιο της συμφωνίας της Κυβέρνησης της Κύπρου με την Τρόικα, για αναδιάρθρωση της δημόσιας υπηρεσίας της χώρας μας. Η απόρριψη ωστόσο μιας έκθεσης, απλώς και μόνο λόγω της πατρότητάς της, δεν νομίζω ότι δικαιολογείται λογικά. Βέβαια, αυτού του είδους τα επιχειρήματα είναι πολύ συνηθισμένα στην Κύπρο. Πολύ συχνά απορρίπτουμε μια πρόταση όχι για το περιεχόμενό της, αλλά γιατί δεν μας αρέσει αυτός που την είπε. Έτσι και στην περίπτωση αυτή, η προκατάληψη εναντίον της Παγκόσμιας Τράπεζας περιόρισε ήδη σε μεγάλο βαθμό το περιθώριο σοβαρού διαλόγου και αντικειμενικής συζήτησης των προνοιών της Έκθεσης.
Δεν θα ασχοληθώ με τα επιχειρήματα που θίγουν τεχνικές λεπτομέρειες, γιατί δεν νομίζω πως είναι σοβαρά. Παραμένουν δυο τελευταία, το επιχείρημα για την έλλειψη υποδείξεων για τον τρόπο εισαγωγής της αξιολόγησης και εκείνο που καταδικάζει την Έκθεση γιατί δεν μας λέει τίποτε καινούργιο. Το γεγονός ότι η Έκθεση δεν μας υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εισαγάγουμε την αξιολόγηση κανονικά θα έπρεπε να μας ικανοποιεί, γιατί μας αφήνει την ελευθερία να τον αποφασίσουμε εμείς, με βάση τις δικές μας ανάγκες, δυνατότητες και ευαισθησίες.
Τέλος, το γεγονός ότι η Έκθεση επανέρχεται σε προτάσεις που υποβλήθηκαν προηγουμένως από άλλες εκθέσεις, δείχνει ακριβώς την ευστοχία των παρατηρήσεών της. Επιμένει σε ουσιαστικές προτάσεις που σχετίζονται με καίριες αδυναμίες της ελληνοκυπριακής εκπαίδευσης, οι οποίες, παρόλο που υπογραμμίστηκαν ξανά και ξανά και συζητήθηκαν σε δεκάδες συσκέψεις μέχρι τώρα, δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά μέχρι σήμερα και συνεχίζουν όχι μόνο να ταλανίζουν μαθητές και εκπαιδευτικούς, αλλά και να εκθέτουν παγκοσμίως το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΕΡΣΙΑΝΗΣ
Πρώην Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου