Η ύφεση επιδεινώνει τα δεδομένα στην πραγματική οικονομία και στον χρηματοπιστωτικό τομέα
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Κύπρο, ο Πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο οποίος ήταν υπέρμαχος του bail-in/κουρέματος καταθέσεων και πρωτοστάτησε στην εφαρμογή του, ζήτησε τη συνέχιση της πιστής εφαρμογής του Μνημονίου. Ταυτόχρονα, αναφέρθηκε στην προοπτική της κυπριακής οικονομίας, την οποία χαρακτήρισε «δυναμική και ευέλικτη». Όμως την προοπτική αυτήν την υπέσκαψαν πολύ σοβαρά οι αποφάσεις του Eurogroup. Είπε, επίσης, ότι η ανάπτυξη «αναμένεται από τον ιδιωτικό τομέα».
Προφανώς αγνοεί ή δεν κατανοεί ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι σήμερα βαθύτατα τραυματισμένος και δεν μπορεί να αναμένεται αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα. Επίσης όμως, και με προκλητικό τρόπο, ο Ολλανδός Υπουργός Οικονομικών και Πρόεδρος του Eurogroup δήλωσε ότι «η απόφαση για το κούρεμα των καταθέσεων ήταν σκληρή, αλλά αναπόφευκτη υπό τις περιστάσεις». Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική. Η κυπριακή οικονομία είχε πολύ σοβαρά προβλήματα, αλλά θα ήταν δυνατόν να αντιμετωπισθούν με διαφορετικό τρόπο.
Η αλήθεια είναι ότι το Eurogroup έδρασε με έναν τιμωρητικό τρόπο, ενώ χειρότερο απ’ όλα είναι ότι η Κύπρος χρησιμοποιήθηκε ως πειραματόζωο. Ο κ. Ντάισελμπλουμ ανέφερε, επίσης, ότι στη στενότητα του χρόνου που ισχυρίζονται ότι αντιμετώπισαν τότε δεν υπήρχαν επιλογές. Τώρα όμως υπάρχουν και πρέπει να επιστρατευθούν, και γι’ αυτό έχει ευθύνη η Κυβέρνηση να τις αναπτύξει και να πείσει τους εταίρους μας. Η Κυβέρνηση θα έπρεπε, εντός του πλαισίου που επιτρέπει το πρωτόκολλο, επιστρατεύοντας τον οικονομικό ορθολογισμό αλλά και την εθνική αξιοπρέπεια, να επεξηγήσει στον κ. Ντάισελμπλουμ ότι στην Κύπρο διεπράχθη ένα έγκλημα και ότι θα πρέπει να υπάρξει επανόρθωση.
Το ολιγότερο θα ήταν η ουσιαστική διαφοροποίηση των όρων του Μνημονίου, καθώς και μια νέα οικονομική προσέγγιση, ούτως ώστε να τερματισθεί η κρίση και να αρχίσει αμέσως η ανάκαμψη. Η Κυβέρνηση όμως ενστερνίζεται εντελώς και μοιρολατρικά τη φιλοσοφία του Μνημονίου, και ο Υπουργός Οικονομικών το χαρακτηρίζει ως Μανιφέστο. Έτσι, ενώ ο Υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι η παρουσία του κ. Ντάισελμπλουμ στην Κύπρο «είναι συμβολική και ουσιαστική», δεν έχει εξασφαλισθεί οποιαδήποτε χαλάρωση του Μνημονίου ή άλλη πρακτική στήριξη.
Οι δηλώσεις Ντάισελμπλουμ και Γεωργιάδη εν πολλοίς στερούνται οικονομικού ορθολογισμού. Η πραγματικότητα είναι ότι η φιλοσοφία του bail-in δεν οδήγησε στην εξυγίανση, αλλά στη δημιουργία σοβαρότερων προβλημάτων και στην εμβάθυνση της κρίσης. Έτσι, η ανεργία και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξάνονται, οι μισθοί μειώνονται, έχει παρουσιαστεί δημογραφική αιμορραγία, ενώ δεν διαφαίνεται αναπτυξιακή προοπτική. Στις εργασιακές σχέσεις περάσαμε από την υπερβολή των παχέων αγελάδων στην υπερβολή των ισχνών αγελάδων.
Σημειώνεται, συναφώς, ότι ενώ η πηγή των προβλημάτων ήταν εν πολλοίς ο τραπεζικός και ευρύτερος δημόσιος τομέας, οι μειώσεις μισθών και οι απολύσεις ήταν/είναι πολύ μεγαλύτερες στους άλλους τομείς της οικονομίας. Αναζητείται το μέτρο ως αναπόσπαστο κομμάτι ενός νέου υποδείγματος. Η ύφεση επιδεινώνει τα δεδομένα στην πραγματική οικονομία και στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Για παράδειγμα, η απουσία ρευστότητας δημιουργεί ασφυξία στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Αυτός ο φαύλος-κύκλος σπρώχνει την κοινωνία σε μια πολύ σκληρή δοκιμασία. Εάν η κρίση εμβαθυνθεί, θα απαιτηθεί νέο Μνημόνιο με επαχθέστερους όρους. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι τα δεδομένα σε όλα τα επίπεδα θα είναι δυσβάστακτα: υψηλότερη ανεργία, δυστοκία στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, χαμηλότεροι μισθοί, αύξηση της φορολογίας, περιθωριοποίηση των χαμηλότερων στρωμάτων, συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, συνέχιση της δημογραφικής αιμορραγίας και γήρανση της κοινωνίας.
Συνεπώς, αποτελεί επιτακτική αναγκαιότητα μια νέα οικονομική προσέγγιση, η οποία πολιτικά και πρακτικά να είναι ορθολογιστική και διεκδικητική. Εν κατακλείδι, από τις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ διαφαίνεται ότι το Eurogroup και η Τρόικα δεν διαφοροποιούν την πολιτική της δρακόντειας λιτότητας. Ούτε και υπάρχει μεταμέλεια για το έγκλημα που διεπράχθη εις βάρος της Κύπρου. Πάνω απ’ όλα όμως η Κυβέρνηση, διακατεχόμενη από ιδεολογικές αγκυλώσεις, δεν προβληματίζεται για άλλες προσεγγίσεις, χάνοντας τη μια ευκαιρία μετά την άλλη, και διαπράττοντας το ένα λάθος μετά το άλλο. Τα όρια στενεύουν για την οικονομία, αλλά και για την ίδια την Κυβέρνηση.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ
Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και
Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας