Την κατηγορηματική θέση ότι, πλέον, έχει τελειώσει ο «κλεφτοπόλεμος» στο θέμα του Αλ. Ντάουνερ εξέφρασε ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Γιαννάκης Ομήρου, σε συνέντευξη του στην Κυριακάτικη Σημερινή, υπογραμμίζοντας ότι θα πρέπει η Κυβέρνηση και επισήμως να ζητήσει την απομάκρυνσή του, μη αρκούμενη σε ρητορικές αναφορές. Τονίζει, παράλληλα, ότι με την ίδια σαφήνεια και διά της επισήμου οδού θα πρέπει να ζητηθεί η απόσυρση του λεγόμενου εγγράφου συγκλίσεων, το οποίο δεν μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο υλικό για διαπραγμάτευση.
Ρίχνει, παράλληλα, το γάντι στις υπόλοιπες δυνάμεις του ενδιάμεσου χώρου, της Συμμαχίας Πολιτών συμπεριλαμβανομένης, για συνεργασία, επί τη βάσει πολιτικών συμφωνιών και συγκλίσεων.
Δεν σας ανησυχούν οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις αξιωματούχων της διεθνούς κοινότητας, της Ε.Ε. συμπεριλαμβανομένης, που επιχειρούν να διασυνδέσουν τις διεργασίες επανεκκίνησης του Κυπριακού με το φυσικό αέριο και την οικονομική κρίση;
Όχι μόνον ανησυχητικές, αλλά και εξοργιστικές είναι αυτές οι δηλώσεις… Εντελώς απαράδεκτες, ιδιαίτερα όταν εκφράζονται από χείλη επίσημων αξιωματούχων της Ε.Ε. όπως ο κ. Ρομπάι. Και λέω ιδιαίτερα από πλευράς Ε.Ε., διότι η σύμβαση του ΟΗΕ για το δίκαιο της θάλασσας είναι τμήμα του ευρωπαϊκού κεκτημένου, σύμφωνα με απόφαση του δικαστηρίου της Ε.Ε. Εν πάση περιπτώσει, γενικά όσες δηλώσεις έχουν γίνει, είτε εντός Ευρώπης είτε στις ΗΠΑ, που διασυνδέουν το θέμα της λύσης με την οικονομική κρίση, είναι φανερόν ότι αποσκοπούν σ’ έναν και μοναδικό στόχο: να χρησιμοποιηθεί η οικονομική κρίση ως μοχλός πίεσης, για να αποδεχθούμε προφανώς ελλειμματική, άδικη και ετεροβαρή λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Γι’ αυτό θα πρέπει να είναι στεντόρεια η φωνή μας, με το μήνυμα ότι, ας μην αναμένουν πως θα καμφθεί η αντίσταση του λαού μας και η ισχυρή του θέληση να υπάρξει μια λύση, η οποία θα στηρίζεται στο διεθνές και στο ευρωπαϊκό δίκαιο και θα κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες του κυπριακού λαού.
Υπό αυτό το πρίσμα, φοβάστε μια ενδεχόμενη εντατικοποίηση της διαδικασίας στο Κυπριακό, εφόσον επαναρχίσει;
Θέλω να είμαι σαφής, σε ό,τι αφορά το δέον γενέσθαι: Πού βρισκόμαστε τώρα; Διακόπηκαν οι συνομιλίες με πρωτοβουλία της τουρκικής πλευράς, η οποία αντέδρασε στην ανάληψη της προεδρίας του συμβουλίου της Ε.Ε., από την ΚΔ, με επιμονή να πραγματοποιηθεί μια διεθνής διάσκεψη, η οποία, ουσιαστικά, θα λειτουργούσε με τη μορφή της επιδιαιτησίας. Εμείς θα πρέπει τώρα να διαμορφώσουμε τη στρατηγική μας. Η δική μας η άποψή είναι ότι,
α) ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επίσημα και εγγράφως, θα πρέπει να απευθυνθεί στον Γ.Γ. των Η.Ε., και να τον πληροφορήσει ότι το έγγραφο των λεγόμενων συγκλίσεων δεν μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο υλικό σε οιαδήποτε διαπραγμάτευση,
β) θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα περίγραμμα λύσης του κυπριακού προβλήματος, το οποίο να καταθέσουμε ενώπιον της διεθνούς κοινότητας, για να είναι πλέον σαφές ότι πέραν των όσων θα αναφέρονται σε αυτό το περίγραμμα λύσης, δεν θα είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχθούμε οιαδήποτε λύση, δηλαδή, με λίγα λόγια, θα είναι οι κόκκινές μας γραμμές, πέραν των οποίων δεν θα είναι δυνατόν να μετακινηθούμε.
Θα είναι ένα περίγραμμα λύσης το οποίο θα στηρίζεται στο πνεύμα και στο γράμμα του κοινού ανακοινωθέντος του Ε.Σ. του Σεπτεμβρίου 2009, και βεβαίως θα είναι διαποτισμένο από το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο, για να μην μπορεί οποιοσδήποτε να ισχυριστεί ότι η ε/κ πλευρά κινείται εκτός των ορίων της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.
Δεν υπήρξε κοινή βάση…
Πιστεύω ότι εάν επαναρχίσουν συνομιλίες με βάση την ανεπαρκή βάση στην οποία είχαν συμφωνήσει ο Δ. Χριστόφιας και ο Μ.Α. Ταλάτ το 2008, δεν θα πρέπει να αναμένεται οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα απ’ οποιαδήποτε διαπραγματευτική διαδικασία. Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της πλάνης περί τα πράγματα, ως προς τη βάση που είχε συμφωνηθεί, μπορεί να διαπιστώσει, από τη ανάγνωση του εγγράφου συγκλίσεων, ότι τέτοια συμφωνία δεν υπήρξε. Δεν υπήρξε, διότι δεν τηρήθηκε το περιεχόμενο της συμφωνημένης επιστολής Καμπάρι, για να διαμορφωθεί μια αποκρυσταλλωμένη και μη επιδεχόμενη αμφισβήτησης διαπραγματευτική βάση. Λοιπόν, το έγγραφο δείχνει πανηγυρικά ότι δεν υπήρξε διαπραγματευτική βάση μη επιδεχόμενη οιασδήποτε αμφισβήτησης.
Απόδειξη τούτου είναι το γεγονός ότι στο έγγραφο δεν υπάρχει συμφωνία των δύο πλευρών στο στοιχειώδες: την ονομασία των δύο συστατικών μερών του πολιτεύματος της ομοσπονδίας. Ομόσπονδη μονάδα αποκαλείται από την ε/κ πλευρά και συνιστών κράτος από την τ/κ πλευρά. Από αυτό και μόνο μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι απουσίασε η κοινή βάση… Από εκεί και πέρα, θα πρέπει τα θέματα της αποχώρησης των στρατευμάτων και των εποίκων, και της κατάργησης των αναχρονιστικών εγγυήσεων να τεθούν και να προταχθούν ως τα κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να λυθούν, προκειμένου να υπάρξει θετική εξέλιξη στις υπόλοιπες πτυχές του Κυπριακού. Και αυτά είναι ευθύνη της Τουρκίας. Εμείς λέμε ναι σε μια διεθνή διάσκεψη, αν η Τουρκία είναι έτοιμη να συζητήσει αυτά τα θέματα. Πρέπει να είναι έτοιμη να συζητήσει αυτά τα θέματα. Γι’ αυτό λέμε ότι χρειάζεται μια νέα προσέγγιση του Κυπριακού.
Ανάμειξη της Ε.Ε.
Φαντάζομαι είναι σ’ αυτό το πεδίο που βλέπετε ενδεχόμενη ενεργό ανάμειξη της Ε.Ε.
Κοιτάξτε, σε μια διεθνή διάσκεψη, ασφαλώς η Ε.Ε. πρέπει να είναι παρούσα. Δηλαδή, πέραν της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Σ.Α. του ΟΗΕ, θα πρέπει η Ε.Ε. να είναι παρούσα, δεδομένου ότι η όποια λύση θα πρέπει να είναι συμβατή με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Άρα, ναι, και ασφαλώς με τη συμμετοχή της Τουρκίας, της Ελλάδας και της Βρετανίας ως εγγυητριών δυνάμεων, αφού θα συζητηθεί το θέμα της κατάργησης των εγγυήσεων.
Μετ’ επιτάσεως, διάφορες πολιτικές δυνάμεις, αλλά και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μιλούν περί της αναγκαιότητας απόσυρσης των λεγόμενων απαράδεκτων υποχωρήσεων του Δ. Χριστόφια. Διαχρονικά, όμως, με βάση την εμπειρία του κυπριακού προβλήματος και τη διαδικασία διαπραγμάτευσης, σπάνια έως ουδέποτε αναιρέθηκαν θεωρούμενα συμφωνηθέντα ή πλαίσια προόδου στις συνομιλίες. Πώς είναι δυνατόν να γίνει αυτήν τη στιγμή;
Αυτός ήταν και ο μεγάλος μας φόβος, και είναι γι’ αυτό που επιμείναμε ότι ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έπρεπε να αποσύρει τις αποκληθείσες τότε από την ίδια την κυβέρνηση γενναιόδωρες προσφορές, γιατί υπήρχε ο κίνδυνος, παρά την αρχή ότι τίποτε δεν θεωρείται ως συμφωνηθέν αν δεν συμφωνηθούν όλα, διότι η αρχή αυτή είναι μεν καλόηχη, πλην όμως δεν έχει και πολλή σχέση με την πολιτική και διπλωματική πρακτική, ιδιαίτερα όταν είσαι το αδύνατο μέρος. Από εκεί και πέρα, ναι, πιστεύω ότι θα χρειαστεί πολλή και σκληρή προσπάθεια, αλλά αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας περιορίζεται σε κάποιες δηλώσεις και σε κάποιες προφορικές διατυπώσεις, δεν νομίζω να υπάρξει αποτέλεσμα. Γι’ αυτό επιμένουμε ότι πρέπει να αποταθεί επισήμως και εγγράφως στον Γ.Γ. για να τον ενημερώσει ότι πρώτα-πρώτα αυτό το έγγραφο δεν μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο υλικό. Και να πω και κάτι άλλο…
Μια μελέτη του εγγράφου, έστω και πρόχειρη, δημιουργεί την εντύπωση, ότι πρόκειται για μια λεγόμενη ενδιάμεση συμφωνία. Διότι καλύπτονται όλες οι πτυχές του Κυπριακού, και εκεί όπου υπάρχουν οι λεγόμενες συγκλίσεις και εκεί όπου δεν υπάρχουν Δηλαδή η εικόνα που εκπέμπει αυτό το έγγραφο, είναι αυτή μιας πρότασης λύσης του Κυπριακού. Και δεν είναι μόνον οι γενναιόδωρες προσφορές που πρέπει να μας ανησυχούν. Για παράδειγμα, επιλέγεται ένα ιδιότυπο συνταγματικό μόρφωμα που υιοθετεί τη δυαρχία. Και είναι βέβαιον ότι θα οδηγήσει σε δυσλειτουργία και παράλυση και δυσλειτουργία.
Στο υπουργικό συμβούλιο, εξάλλου, σύμφωνα με τη δική μας πλευρά, θα πρέπει να υπάρχει θετική ψήφος, επί όλων των θεμάτων, μιας εξ εκάστης των κοινοτήτων, η τουρκική πλευρά, αντίθετα, μιλά για δύο θετικές ψήφους εξ εκάστης των κοινοτήτων. Μα φανταζόμαστε τι θα συμβεί; Όταν στο σύνταγμα της Ζυρίχης υπήρχε ένας περιορισμένος αριθμός ζητημάτων επί των οποίων υπήρχε το βέτο, και κατέρρευσε το σύνταγμα, είναι δυνατόν να αναμένει κανείς ότι με μια τέτοια ρύθμιση, θα μπορεί να λειτουργεί κράτος;
Άρα είναι και άλλα ζητήματα. Γι’ αυτό λέω πως αυτό το έγγραφο πρέπει να απορριφθεί.
Ενεργειακές συμμαχίες
Κρίνετε ότι η κυβέρνηση είναι σε θέση να κατανοήσει και να χειριστεί, αξιόπιστα, τις πρωτοφανείς συγκυρίες και συμπτώσεις συμφερόντων και ενδιαφερόντων πολλών δυνάμεων στην περιοχή, με αφορμή την ενεργειακή και γεωστρατηγική αναβάθμιση της Κύπρου;
Κοιτάξτε, για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία της η Κύπρος μπορεί να χρησιμοποιήσει τη γεωγραφική της θέση, από επαχθές βάρος, που ήταν και αιτία και πηγή δουλειών, ως ένα συγκριτικό πλεονέκτημα. Είναι γι’ αυτό που πρέπει να υπάρξει σώφρων διαχείριση των ενεργειακών πηγών της ΚΔ με κατάλληλες συμμαχίες, οι οποίες θα δημιουργούν και μιαν ασπίδα ασφάλειας. Πρέπει παράλληλα να πείσουμε τους Ευρωπαίους εταίρους μας, ότι, για την ενεργειακή αυτάρκεια της Ευρώπης, η Κύπρος είναι χώρα-κλειδί, ενώ, ταυτόχρονα, δεν θα πρέπει να παραλείπουμε, και σ’ αυτό το θέμα, την ανάπτυξη σχέσεων με άλλες δυνάμεις, όπως είναι η Ρωσία και η Κίνα. Γι’ αυτό χρειάζεται πλήρης στάθμιση όλων των δεδομένων, αξιολόγηση όλων των παραγόντων που εμπλέκονται στα συμφέροντα της περιοχής, για να εξυπηρετήσουμε και τα δικά μας εθνικά συμφέροντα.
Δεν διαισθάνεστε ότι ενδεχομένως να σχοινοβατούμε πάνω από την άβυσσο των μεγάλων συμφερόντων, δεδομένου ότι ενώ, συμφώνως προς τις διακηρύξεις της κυβέρνησης, ανήκουμε στο δυτικό σύστημα ασφάλειας, την ίδια στιγμή παρατηρούμε μια διασάλευση της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής ισορροπίας στην περιοχή εις βάρος των ρωσικών συμφερόντων;
Η Κύπρος έχει παραδοσιακές σχέσεις με τη Ρωσική Ομοσπονδία, σχέσεις φιλίας, οι οποίες εκδηλώθηκαν κατά τρόπο αποφασιστικό σε κρίσιμες στιγμές της κυπριακής ιστορίας, όπως στη δεκαετία του 1960 λ.χ. Η συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, δεν προϋποθέτει είτε πάγωμα είτε υποβάθμιση των σχέσεών μας με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Άλλωστε και η Ε.Ε. επιθυμεί και έχει πολύ αναβαθμισμένες σχέσεις. Ο ελλιμενισμός ρωσικών πολεμικών σκαφών στο λιμάνι της Λεμεσού είναι μια απόδειξη τού τι μπορεί να προσφέρει η ΚΔ στη Ρωσία, αλλά υπάρχουν και άλλες δυνατότητες.
Και εάν υπάρξουν αντιδράσεις από πλευράς εταίρων, που δεν νομίζω, θα πρέπει να τους επεξηγηθεί ότι η Κύπρος είναι μια χώρα που συμπεριφέρεται πάντοτε υπέρ της ασφάλειας, της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή.
Αναπτύσσεται μια ιδιαίτερα έντονη αρνητική ρητορική όσον αφορά τον ρόλο του κ. Ντάουνερ στο Κυπριακό. Δεν νομίζετε ότι θα έπρεπε, πλέον, να απαιτηθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας η υποβολή αιτήματος για απομάκρυνσή του;
Αυτό το θέμα με τον κ. Ντάουνερ δεν πάει άλλο, είναι προφανές. Ουσιαστικά έχει τρωθεί ο ρόλος και η αποστολή του από πράξεις, παραλείψεις, διαγωγές και συμπεριφορές του ιδίου. Είναι προφανές ότι ο κ. Ντάουνερ έχει απολέσει πλέον την έξωθεν καλή μαρτυρία. Συνεπώς, δεν είναι πια ο καιρός για κλεφτοπόλεμο. Θα πρέπει να υποδειχθεί προς τον Γ.Γ., με πειστικότητα, ότι πλέον έχει χάσει την εμπιστοσύνη της ε/κ πλευράς και δεν μπορεί να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο. Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, δεν ωφελεί να μασούμε τα λόγια μας. Ο κ. Ντάουνερ πρέπει να απομακρυνθεί, διότι τελικά είναι εμπόδιο για την όποια λύση στο Κυπριακό.
Ανοικτοί για συνεργασίες
Ως ΕΔΕΚ, πώς αντικρίζετε την πολιτική κίνηση του Γ. Λιλλήκα, τόσο όσον αφορά το ευρύτερο πολιτικό σκηνικό, όσο και ειδικότερα τον ενδιάμεσο χώρο.
Δεν εναπόκειται σ΄ εμένα να σχολιάσω τη δημιουργία ενός πολιτικού κόμματος. Το δημοκρατικό μας πολίτευμα θέλει τους πολίτες να οργανώνονται σε πολιτικά σχήματα και πολιτικο-κομματικούς σχηματισμούς. Καθ’ όσον μας αφορά, εμείς πάντα είμαστε ανοικτοί και πρόθυμοι να συνεργαστούμε, αν είναι δυνατόν με όλες τις πολιτικές δυνάμεις, για να υπηρετήσουμε τις αρχές και τις αξίες τις οποίες πιστεύουμε. Είμαστε ανοικτοί για κάθε συνεργασία με όλες τις πολιτικές δυνάμεις και ιδιαίτερα με εκείνες τις δυνάμεις με τις οποίες είτε συμφωνούμε είτε έχουμε συγκλίσεις.
Και τις εσωκομματικές διεργασίες στο Δημοκρατικό Κόμμα πώς τις αντικρίζετε; Θεωρείτε ότι θα έχουν επιπτώσεις στις ευρύτερες διεργασίες στον χώρο του κέντρου;
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ό,τι συμβαίνει στα κόμματα, επηρεάζει την ευρύτερη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών. Βεβαίως, θα απαντήσω, σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στο ΔΗΚΟ, με την πάγια δική μου θέση και προσέγγιση, ότι δεν παρεμβαίνουμε στα εσωτερικά οιουδήποτε άλλου πολιτικού κόμματος. Από εκεί και πέρα, οι αποφάσεις και οι επιλογές όλων κρίνονται από τους πολίτες και την κοινωνία.