Σφοδρή κριτική στην προηγούμενη αλλά και στην παρούσα κυβέρνηση για το αδιέξοδο στο έργο του τερματικού στο Βασιλικό άσκησε ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, μιλώντας στην εκπομπή Πρωτοσέλιδο.
Ο κ. Στεφάνου τόνισε ότι αν δεν ολοκληρωθεί το έργο, η Κύπρος δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή, με αποτέλεσμα να συνεχίσει να πληρώνει «πανάκριβο ρεύμα και πρόστιμα για ρύπους». Όπως υπενθύμισε, από το 2018 έως και το πρώτο εξάμηνο του 2025 η χώρα έχει καταβάλει 1,3 δισ. ευρώ σε πρόστιμα, ποσό που –όπως είπε– θα μπορούσε να είχε αξιοποιηθεί για μεγάλα έργα υποδομής.
Αναφερόμενος στις αποφάσεις της κυβέρνησης Αναστασιάδη-ΔΗΣΥ, σημείωσε ότι «ήταν γνωστό από το 2019 πως θα υπάρξουν δυσκολίες από την ΕΕ για τη χρηματοδότηση των 101 εκατ. ευρώ». Παρά τις προειδοποιήσεις, πρόσθεσε, η συμφωνία με τους Κινέζους προχώρησε, ενώ «τόσο ο Γενικός Ελεγκτής όσο και η ΔΕΦΑ είχαν εκφράσει σοβαρές ενστάσεις».
Ο ΓΓ του ΑΚΕΛ καταλόγισε ευθύνες και στη σημερινή κυβέρνηση, η οποία –όπως είπε– υποσχέθηκε ταχεία επανεκκίνηση των διαδικασιών, αλλά μέχρι σήμερα «δεν μπορεί να δώσει σαφή χρονοδιαγράμματα». Υπενθύμισε ότι υπάρχει και διαδικασία διαιτησίας στο Λονδίνο με αξιώσεις 136 εκατ. ευρώ από την κινεζική πλευρά, καθώς και επιπλέον επιβάρυνση από ευρωπαϊκά κονδύλια και νομικά έξοδα.
«Η υπόθεση Βασιλικού δεν είναι μόνο ανικανότητα, αλλά και πιθανές σκοπιμότητες», υπογράμμισε, καλώντας την Αρχή κατά της Διαφθοράς να διερευνήσει ενδεχόμενα σκάνδαλα και διασπάθιση δημόσιου χρήματος.
Στο πολιτικό σκέλος, ο κ. Στεφάνου αναφέρθηκε στην προετοιμασία του ΑΚΕΛ για τις εκλογές, σημειώνοντας ότι τα ψηφοδέλτια θα είναι έτοιμα μέχρι το τέλος Νοεμβρίου, χωρίς τη συμμετοχή των βουλευτών Ειρήνης Χαραλαμπίδου και Κώστα Κώστα, καθώς εφαρμόζεται η καταστατική πρόνοια περί τριών θητειών. Για την κ. Χαραλαμπίδου είπε συγκεκριμένα
«Της είπαμε ότι θέλουμε να συζητήσουμε μαζί της και δικές της ιδέες ενδεχομένως αν υπάρχουν. Μέσα από αυτόν τον διάλογο το μήνυμα προς την φίλη την Ειρήνη είναι ότι θέλουμε να συνεχίσουμε και τη συνεργασία γιατί εκτιμούμε και το έργο που έχει κάνει και την εξειδίκευση που έχει αποκτήσει σε συγκεκριμένα ζήτημα».