Την απόφαση της κυβέρνησης για ανέγερση μνημείου στο Παραλίμνι για τη Γενοκτονία του Πόντου, οι εργασίες του οποίου θα ξεκινήσουν μόλις ο Δήμος υποδείξει τον χώρο, καθώς και τη διάθεση κρατικού κτηρίου, κυβερνητικής κατοικίας στη Λευκωσία, που θα λειτουργεί ως Κέντρο Ποντιακού Πολιτισμού, ανακοίνωσε απόψε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.

Σε ομιλία του στην επετειακή εκδήλωση Μνήμης  για τη Γενοκτονία  των Ελλήνων του Πόντου, που πραγματοποιήθηκε απόψε στο Παραλίμνι, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε πως κάθε φορά που συμμετέχει σε εκδηλώσεις για την επέτειο της 19ης Μαΐου 1919 για να τιμηθούν τα θύματα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, τον διαπερνά «ένα ρίγος συγκίνησης και περηφάνειας. Ιδιαίτερα, σήμερα, που βρισκόμαστε στην ακριτική περιοχή της Ελεύθερης Επαρχίας Αμμοχώστου, που είναι σχεδόν στο 85% υπό τουρκική κατοχή εδώ και μισό αιώνα, μαζί με ποντιακά σύνολα με τους Πόντιους αδελφούς μας από την Ελλάδα και την Κύπρο».

Πρόσθεσε ότι «τα αισθήματα είναι έντονα και ανάμεικτα» και σημείωσε πως «οι  Έλληνες του Πόντου με μια μακραίωνη παρουσία σχεδόν τριών χιλιάδων χρόνων στα χώματα του Πόντου, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να αναζητήσουν νέους προορισμούς, είτε βόρεια προς χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης είτε προς τη μητέρα Ελλάδα. Μαζί τους, όπου και αν πήγαν, κουβάλησαν την αδούλωτη και περήφανη ελληνική ψυχή τους, μετέφεραν την εργατικότητα τους, την ευφυΐα τους, την εντιμότητα τους και τον πολιτισμό τους».

Σημείωσε επίσης πως «παρά τις κακουχίες, τις αλλεπάλληλες μετοικήσεις, τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες επιβίωσης και εθνικές περιπέτειες, κατάφεραν μετά από 100 και πλέον χρόνια να διατηρούν άσβεστη τη μνήμη και ανεξίτηλη τη σφραγίδα της καταγωγής τους. Όπου κι αν βρέθηκαν οι αδελφοί μας Πόντιοι, όπου κι αν κατέληξαν, ζουν με αξιοπρέπεια και περηφάνια, μπόλιασαν τις κοινωνίες που τους φιλοξενούν και τις νέες τους πατρίδες και πρόσφεραν σε όλους τους τομείς της ζωής, στις τέχνες, στον πολιτισμό, στην επιχειρηματικότητα, στον αθλητισμό, στη λογοτεχνία, στην πολιτική».

Εκτός από την Ελλάδα, συνέχισε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «πολλοί Πόντιοι ταξίδεψαν και μετανάστευσαν για δεύτερη και ακόμα τρίτη φορά σε πολλά μέρη του κόσμου. Παντού, όμως, κράτησαν με σθένος και απαράμιλλο ζήλο τις παραδόσεις και τις καταβολές τους» είπε και πρόσθεσε πως «η γλώσσα, η μουσική, ο χορός και το τραγούδι τους ακούγονται μέχρι σήμερα και συνεπαίρνουν τους πάντες, Πόντιους και μη».

Κατάφεραν, ανέφερε ο Πρόεδρος, «να κάνουν μέτοχους και ακόλουθους της παράδοσής τους όλους τους Έλληνες και όχι μόνο, χάρη στη δύναμη της ψυχής τους και την απίστευτη ενέργεια που μεταδίδουν».

Σημείωσε ακόμα πως «ακόμα και στην Κύπρο, την πονεμένη και πληγωμένη από τα τραγικά γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας, ο Ποντιακός Ελληνισμός, και είμαστε περήφανοι για αυτό, δίνει τη δική του μαρτυρία και κερδίζει όλο και περισσότερες ψυχές Ελλήνων της Κύπρου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, πολλοί είναι οι συμπατριώτες μας που ενδιαφέρονται να μάθουν να τραγουδούν και να χορεύουν Ποντιακά, ενδιαφέρονται να μάθουν για την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού είτε μέσα από προσωπικές μαρτυρίες είτε μέσα από ιστορικές έρευνες και μελέτες».

Και αυτό, είπε «διότι οι Έλληνες του Πόντου και οι Έλληνες της Κύπρου, με την αδιάψευστη και αδιάκοπη ελληνική τους καταγωγή, νιώθουν και είναι αδέλφια στην ψυχή, αδέλφια στη μοίρα, αδέλφια στους αγώνες, αδέλφια στην πίστη και τον πολιτισμό».

Στον χαιρετισμό του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε σε μία από τις πρώτες αποφάσεις που έλαβε η κυβέρνηση στο Υπουργικό Συμβούλιο και εξέφρασε ικανοποίηση για το γεγονός πως ήδη εφαρμόζεται, δηλαδή «να διδάσκεται στα σχολεία μας η 19η Μαΐου, να μάθουν όλα τα παιδιά στην Κύπρο τι έγινε στους αδελφούς μας Πόντιους τόσα χρόνια πριν. Η Υπουργός Παιδείας μπορεί να μαρτυρήσει το ενδιαφέρον των παιδιών μας αυτά τα δύο χρόνια που διδάσκεται στα σχολεία μας η Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού και το δράμα των αδελφών μας από τον Πόντο» σημείωσε.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, «η Παναγία Σουμελά και ο Απόστολος Ανδρέας αποτελούν τρανά σύμβολα της πίστης και του πόθου των Ποντίων, προσκυνήματα και τόποι προσευχής και υπόσχεσης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου έχουν ανεγερθεί εκκλησίες προς τιμήν της Παναγίας Σουμελά και Ελληνοπόντιοι κάνουν τάματα στην κατεχόμενη Μονή του Αποστόλου Ανδρέα στο Ριζοκάρπασο».

Αφού είπε πως «μας ενώνουν πολλά, τα ίδια που μας ενώνουν με όλους τους Ρωμιούς της Μικράς Ασίας, της Καππαδοκίας, της Κωνσταντινούπολης» ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης εξήγησε πως αυτά είναι «η γλώσσα, η πίστη, ο πολιτισμός, η Ιστορία, με μία φράση, η πονεμένη Ρωμιοσύνη. Αυτοί οι δεσμοί ενισχύονται καθημερινά, όπως αποδεικνύεται και από την πραγματοποίηση της αποψινής εκδήλωσης και από τις πρόσφατες αποφάσεις, και τιμά όλους αυτούς που έλαβαν τις αποφάσεις, των Σχολικών Εφορειών στην Αμμόχωστο και στην Πάφο που έχουν επιβεβαιώσει την ονοματοδοσία δύο αιθουσών προς τιμή του εθνομάρτυρα του Πόντου Νίκου Καπετανίδη, μία στο Γυμνάσιο της Θεοσκέπαστης στην Πάφο και μία στο Λύκειο Παραλιμνίου».

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε και στην εκδήλωση στην οποία προσκλήθηκε στη Θεσσαλονίκη για τον Νίκο Καπετανίδη και τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη και κάλεσε όλους να αφιερώσουν λίγα λεπτά για να διαβάσουν την ιστορία του Νίκου Καπετανίδη και να δουν «πόσα χρόνια μετά, 30 χρόνια, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ακολούθησε ακριβώς τον ίδιο δρόμο».

Αναφερόμενος στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε πως «δέχθηκε το πρώτο πλήγμα του τουρκικού φανατισμού, κυρίως μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το κίνημα των Νεοτούρκων, με αρχηγό τον Μουσταφά Κεμάλ, αποβιβάζεται στη Σαμψούντα στις 19 Μαΐου του 1919 για να συντονίσει την ήδη αρχινημένη από το 1914 εκστρατεία εθνοκάθαρσης στον Πόντο».

Οι Νεότουρκοι, συνέχισε «μεθοδευμένα και συστηματικά, με διωγμούς, εκτελέσεις, σφαγές, πυρπολήσεις, πορείες θανάτου, τα Τάγματα Εργασίας, προσπαθούν να εξουθενώσουν και να εξαλείψουν κάθε χριστιανικό στοιχείο στην περιοχή. Μετά τους Αρμένιους, σειρά παίρνουν οι Έλληνες».

Ωστόσο, σημείωσε «παρά την αντίσταση από ομάδες ανταρτών, ομάδες ανταρτών όπως η ΕΟΚΑ, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις, κυρίως από την Εκκλησία, προς τη Δύση και την Ελληνική Κυβέρνηση για βοήθεια και παρά τις μαρτυρίες από ξένους ιεραποστόλους και διπλωμάτες, το έργο του κινήματος των Νεοτούρκων προχωρούσε κανονικά και απρόσκοπτα. Κατά τη διάρκεια της εθνοκάθαρσης έχασαν τη ζωή τους 350 χιλιάδες αδελφοί μας Έλληνες Πόντιοι».

Το οριστικό τέλος, ανέφερε ο Πρόεδρος «δόθηκε με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών. Εκατοντάδες χιλιάδες Ποντίων ανάμεσα στο ενάμιση εκατομμύριο Μικρασιατών, εγκαταλείπουν την πατρίδα τους, αφήνουν τη Σινώπη, τη Σαμψούντα, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα, αφήνουν τις πυκνόφυτες Ποντιακές Άλπεις και τις πενταγάλανες ακτογραμμές, αφήνουν τα μνημεία, τις εκκλησιές, τα Μοναστήρια, τις οικίες τους, τα ειδυλλιακά τοπία, τις περιουσίες, τα εύφορα χώματα, τις καλλιέργειες, αφήνουν το βιός τους και εγκαθίστανται σε νέες πατρίδες, μακρινές και άγνωστες γι’ αυτούς».

Από τότε, είπε ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «οι Πόντιοι αγωνίζονται να κρατήσουν ζωντανή την πίστη και την καταγωγή τους. Ιδρύουν Σωματεία και Συλλόγους, ανεγείρουν μνημεία και προσκυνήματα για να μην ξεχνούν, να μεταλαμπαδεύουν τις θύμησες και να μαρτυρούν το μεγαλείο της ψυχής τους».

Ανέφερε ακόμα ότι «από τότε οι Πόντιοι αγωνίζονται για το ιστορικά αυταπόδεικτο, την αναγνώριση της Γενοκτονίας από μέρους της Τουρκίας. Η Τουρκία την αρνείται μέχρι σήμερα και επικαλείται λόγους ατεκμηρίωτους, υποστηρίζει ότι έγιναν εγκλήματα και βιαιότητες δήθεν από μεμονωμένες ομάδες αλλά όχι Γενοκτονία. Μέχρι σήμερα, όμως, με τις επίμονες προσπάθειες των Ποντίων του κόσμου, τη Γενοκτονία, εκτός από την Ελλάδα και την Κύπρο, έχουν έμμεσα ή άμεσα αναγνωρίσει κι άλλες χώρες, όπως η Σουηδία, η Αρμενία, η Ολλανδία, ορισμένες Πολιτείες των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αυστραλίας», ενώ, όπως είπε «αυτή η προσπάθεια συνεχίζεται».

Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης αναφέρθηκε σε ορισμένα θέματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα των Ποντίων, όπως αυτά του είχαν κοινοποιηθεί πέρσι σε μια παρόμοια εκδήλωση, και για τα οποία όπως είπε «είχα δημόσια υποσχεθεί ότι ως Κυβέρνηση τα εξετάζουμε με θετική προσέγγιση και διερευνούμε σχετικές λύσεις. Ξεκινήσαμε με την πρώτη απόφαση της κυβέρνησης που ήταν η διδασκαλία στα σχολεία» και στη συνέχεια αναφέρθηκε στα συγκεκριμένα θέματα.

Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στις «διαδικασίες πολιτογράφησης και ειδικά για τους αιτητές ελληνικής καταγωγής» και είπε ότι «ως πρώτο στάδιο προχωρήσαμε με νομοθετικές ρυθμίσεις, ώστε να μην απαιτείται η πιστοποίηση της γνώσης της ελληνικής γλώσσας - ειδικότερα είναι ένα θέμα που αφορά τους γονείς σας, τους πιο ηλικιωμένους - και μάλιστα για αυτούς που προκύπτει ανάγκη διευθετήσαμε, μετά από δικό σας αίτημα, να γίνεται πιο συχνά η σχετική εξέταση για να αποφύγουμε τις όποιες καθυστερήσεις».

Όπως είπε ο Πρόεδρος είχε σήμερα συνάντηση με τον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος τον ενημέρωσε πως «αυτή τη στιγμή εκκρεμούν τέσσερεις χιλιάδες αιτήσεις οι οποίες θα προχωρήσουν αμέσως».

Ένα άλλο θέμα είναι και η παροχή κοινωνικής σύνταξης, είπε, το οποίο έθεσε στον Έλληνα Πρωθυπουργό, σημειώνοντας πως «μέσα στο πλαίσιο της θεσμοθετημένης, πλέον, διακυβερνητικής συνεργασίας με την Ελληνική Κυβέρνηση, το θέμα έχει τεθεί ως προτεραιότητα και προχωρούμε σε συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων Αρχών Ελλάδας και Κύπρου για επίλυσή του».

Ταυτόχρονα, ανακοίνωσε «την απόφαση της Κυβέρνησης για ανέγερση μνημείου για τη Γενοκτονία του Πόντου στο Παραλίμνι» και απευθυνόμενος στον Δήμαρχο Παραλιμνίου – Δερύνειας, Γιώργο Νικολέττο, είπε πως μόλις υποδείξει το χώρο «ξεκινούμε τις εργασίες, έτσι ώστε του χρόνου τέτοια μέρα να εγκαινιάσουμε το Μνημείο για τη Γενοκτονία του Πόντου».

Ακόμα, συνέχισε, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «ως Κυβέρνηση έχουμε αποφασίσει τη διάθεση κρατικού κτηρίου, κυβερνητικής κατοικίας στη Λευκωσία, το οποίο θα λειτουργεί ως Κέντρο Ποντιακού Πολιτισμού, ως ελάχιστη αναγνώριση των κοινών μας αγώνων, των κοινών μας στόχων και των κοινών μας επιδιώξεων».

Ταυτόχρονα συνεχάρη «όλα τα εμπλεκόμενα σύνολα Κύπρου και Ελλάδας, τον Ποντιακό Σύλλογο “Τεμέτερον” Αμμοχώστου, το Σωματείο Δράσης “Νίκος Καπετανίδης”, την Ένωση Ποντίων Αργυρούπολης Αττικής, τη Λέσχη Ποντίων Νομού Καβάλας και το Ινστιτούτο Ελληνικού Πολιτισμού Κύπρου που μας κάνει περήφανους για τη δράση και την προσφορά τους, τόσο σε θέματα διατήρησης της ιστορικής μνήμης όσο και σε θέματα πολιτισμού, παιδείας και κοινωνικής αλληλεγγύης».

Συνεχάρη επίσης τον Δήμο Παραλιμνίου-Δερύνειας και προσωπικά τον Δήμαρχο αφού, όπως είπε, η συγκεκριμένη είναι «μια από τις πιο φιλόξενες περιοχές της Κύπρου και είναι σε μια περιοχή που 85% της επικράτειας της είναι υπό κατοχή».

Απόψε, κατέληξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας «τιμούμε όλους τους ήρωες που έπεσαν για την προάσπιση της πατρίδας, όσους θυσιάστηκαν και έχασαν τη ζωή τους κατά τους εθνικούς και απελευθερωτικούς αγώνες, όλα τα θύματα κάθε ξένης, βίαιης, επεκτατικής και εχθρικής θηριωδίας. Θυμόμαστε, δεν ξεχνούμε τα θύματα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και δεν ξεχνούμε τα θύματα της τουρκικής εισβολής του 1974».

Σημειώνεται ότι παρόντες στην εκδήλωση ήταν μεταξύ άλλων η Υπουργός Παιδείας, οι Υφυπουργοί Τουρισμού και Μετανάστευσης, ο Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου, ο Αστυνομικός Διευθυντής Αμμοχώστου, βουλευτές, αντιδήμαρχοι και πλήθος κόσμου.

ΠτΔ: Η Τουρκία να καταλάβει πως η πορεία προς την Ευρώπη περνά μέσα και από την Κύπρο

 Η Τουρκία, όπως και στην περίπτωση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, οφείλει πρωτίστως να καταλάβει ότι η πορεία της προς την Ευρώπη περνά αναπόδραστα μέσα και από την Κύπρο, ανέφερε απόψε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.

Σε ομιλία του στην επετειακή εκδήλωση Μνήμης  για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που πραγματοποιήθηκε απόψε στο Παραλίμνι, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης αναφέρθηκε και στο Κυπριακό και είπε πως «οι πρόσφατες εξελίξεις, ως αποτέλεσμα των δικών μας στοχευμένων ενεργειών, η ευρύτερη γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή μας και η αναβάθμιση του ρόλου της Κυπριακής Δημοκρατίας διεθνώς, δημιουργούν μια νέα δυναμική και προοπτική. Η Τουρκία, όμως, όπως και στην περίπτωση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, οφείλει πρωτίστως να καταλάβει ότι η πορεία της προς την Ευρώπη περνά αναπόδραστα μέσα και από την Κύπρο».

Πρόσθεσε ότι «ως Έλληνες Κύπριοι διεξάγουμε και εμείς τον δικό μας μακροχρόνιο αγώνα. Πενήντα και πέραν χρόνια μετά την τουρκική εισβολή και 70 χρόνια από την έναρξη του πιο αγνού αγώνα του τόπου, του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ του 1955-59, η ειρήνη και η ενότητα στην Κύπρο είναι ακόμα ζητούμενα».

Η μοιρασμένη μας πατρίδα, συνέχισε «λόγω της τουρκικής εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής και της παράνομης παρουσίας των τουρκικών στρατευμάτων, ακόμα αναμένει την απελευθέρωση. Ο Κυπριακός Ελληνισμός το 1974 δέχθηκε το πιο βαρύ πλήγμα και όπως οι Μικρασιάτες, οι Καππαδόκες και οι Πόντιοι, αναγκάστηκε κατά χιλιάδες να εγκαταλείψει με τη βία τις πατρογονικές του εστίες, να καταφύγει στις ελεύθερες περιοχές ή στο εξωτερικό και να αρχίσει τη ζωή του από το μηδέν».

Ανέφερε επίσης ότι «μαζί με τους πεσόντες, τους αγνοούμενους, τους αιχμάλωτους και τους τραυματίες αποτελούν τον τραγικό επίλογο της τουρκικής εισβολής».

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναφέρθηκε στη συνέχεια σε ένα συλλογισμό που συνειρμικά, όπως είπε, κάνει κάθε φορά σε τέτοιες εκδηλώσεις, δηλαδή «την τραγική σύμπτωση της μεταφοράς αριθμού Κυπρίων αιχμαλώτων του 1974 στις φυλακές της Αμάσειας του Πόντου, εκεί που πριν από 100 και πλέον χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 1921, συντελέστηκε ένα ειδεχθές έγκλημα, ο απαγχονισμός 168 προκρίτων, διανοούμενων, κληρικών και επιφανών Ποντίων από τα λεγόμενα “δικαστήρια ανεξαρτησίας” των Νεοτούρκων».

Εκεί, στον ίδιο τόπο, συνέχισε «βρέθηκαν και οι δικοί μας αιχμάλωτοι, βασανισμένοι, κατάκοποι και εξουθενωμένοι το τραγικό καλοκαίρι του 1974. Εκεί, Πόντος και Κύπρος, ένωσαν το μαρτύριό τους και έγιναν τα θύματα ενός κοινού εγκλήματος».

Ο Πρόεδρος σημείωσε ακόμα πως «οι Κύπριοι πρόσφυγες, όπως όλοι οι διωγμένοι Έλληνες πρόσφυγες, προσπαθούμε και καταφέρνουμε μέσα από μνημεία, εκκλησίες, εκδηλώσεις και άλλες δράσεις να διατηρήσουμε άσβεστη τη μνήμη της καταγωγής μας και να διεκδικούμε την απελευθέρωση, την ειρήνη και την επανένωση της πατρίδας μας».