Η Κοινή Διακήρυξη δεν αποτελεί τη λύση του Κυπριακού, αλλά θέτει τις βασικές αρχές και το πλαίσιο, στο οποίο θα κινηθούμε για αναζήτηση λύσης, τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, προσπαθώντας να διασκεδάσει τις ανησυχίες, που διατυπώνονται στο εσωτερικό μέτωπο για το περιεχόμενό της.

Στο πλαίσιο της διακαναλικής διάσκεψης που παραχώρησε χθες το βράδυ δήλωσε ότι σέβεται πλήρως τις διαφορετικές απόψεις, που εκφράζουν πολιτικά κόμματα και κάλεσε την πολιτική ηγεσία να ενώσει τις δυνάμεις της για αυτά που ακολουθούν.

«Δεν θα αποδεχόμουν», τόνισε, «την έναρξη ενός νέου κύκλου συνομιλιών, αν δεν ικανοποιούντο βασικές αρχές, που θα πρέπει να διέπουν τη μορφή του υπό μετεξέλιξη κράτους».

Παρουσιάζοντας τις πρόνοιες του κοινού ανακοινωθέντος, είπε ότι η λύση δεν θα έχει νικητές και ηττημένους, ούτε τη δυνατότητα επιβολής εξουσίας της μίας πλευράς επί της άλλης.
 Όπως ανέφερε, «το άλυτο του Κυπριακού, που για σαράντα τόσα χρόνια κρατά διαιρεμένη την πατρίδα και το λαό μας, είναι το ύψιστο των προβλημάτων που απασχόλησε και απασχολεί την παλαιότερη, τη νεότερη γενιά και αν συνεχίσει το σημερινό στάτους κβο θα επηρεάσει δραματικά το μέλλον και των επερχoμένων γενεών.

Στο Κοινό Ανακοινωθέν είναι σαφώς διατυπωμένη η μία διεθνής προσωπικότητα, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, ενώ έκανε λόγο για «επίτευγμα» αναφορικά με την αναφορά ότι η κυριαρχία πηγάζει εξίσου από Ε/κ και Τ/κ.

Απέρριψε την άποψη ότι η «εσωτερική ιθαγένεια» ενέχει κινδύνους νομιμοποίησης της εθνοκάθαρσης και είπε ότι ενισχύεται ο αγώνας για επιστροφή των προσφύγων, καθώς η επανεγκατάστασή τους δεν προκαλεί κινδύνους στην αλλοίωση της πολιτικής ισότητας των συνιστωσών πολιτειών.

Ακόμη, απέρριψε τη θέση για «παρθενογένεση» αναφορικά με τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, λέγοντας ότι διασφαλίζεται η συνέχειά της.

Αναφερόμενος στη μία και μόνη διεθνή προσωπικότητα, είπε ότι «είναι τόσο σαφώς διατυπωμένη, που δεν επιδέχεται ούτε και επιτρέπει την όποιαν άλλη ερμηνεία».Για τη μια και μόνη κυριαρχία και τον ισχυρισμό πως αυτή διαιρείται στα τρία, είπε ότι «όσοι προβάλλουν αυτή τη θέση συγχέουν την κυριαρχία του ομόσπονδου κράτους με τις εξουσίες και αρμοδιότητες που εξ υποχρεώσεως εκχωρούνται από το σύνταγμα στις συνιστώσες πολιτείες για θέματα εσωτερικών αρμοδιοτήτων».

Μίλησε για εξουσίες και αρμοδιότητες των πολιτειών που θα τους εκχωρούνται εκ του ομόσπονδου συντάγματος, αφού συμφωνηθούν και καθορισθούν από το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα οι τομείς αρμοδιοτήτων της κεντρικής κυβέρνησης.

Ανέφερε επίσης πως, το ότι η κυριαρχία πηγάζει εξίσου από τους Ε/κ και τους Τ/κ και όχι από τις δύο κοινότητες όπως είχαμε αποδεχτεί στο παρελθόν θα πρέπει να θεωρείται επίτευγμα, αφού παραπέμπει στα συστατικά στοιχεία που αποτελούν τον κυπριακό λαό και όχι στις κοινότητες όπως αυτές αναγνωρίζονται και από το σύνταγμα του 1960. Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, καμιά κυριαρχία δεν εκχωρείται χωριστά σε πολίτες που αποτελούν το λαό ενός κράτους.

Συνέχισε, αναφερόμενος στο επιχείρημα της ύπαρξης χωριστής κυριαρχίας λόγω της πρόνοιας για χωριστά ταυτόχρονα δημοψηφίσματα και υπενθύμισε πως «δεν είναι το Κοινό Ανακοινωθέν που προβλέπει για πρώτη φορά» κάτι τέτοιο, αλλά έγινε και στο δημοψήφισμα του 2004, επί προεδρίας Τάσσου Παπαδόπουλου, ενώ και με το Σύνταγμα του 1960, το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι ασκείτο χωριστά από Ε/κ και Τ/κ.
Υπέδειξε ότι ανάλογοι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν γιατί «το κράτος υπάρχει, δεν θα ιδρυθεί» ενώ πρόσθεσε ότι «εκείνο που θα συμβεί είναι η μετεξέλιξή του σε ομοσπονδία και ως εκ τούτου το δικαίωμα που δίνεται στις δύο κοινότητες δεν είναι κυριαρχικό ή ιδρυτικό, αλλά συντακτικό».

Αναφερόμενος στη μία και μόνη ιθαγένεια του κράτους και τις αμφισβητήσεις που εκφράζονται, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης υπενθύμισε το λεκτικό του Κοινού Ανακοινωθέντος, λέγοντας ότι ουδείς μπορεί να αποκτήσει «εσωτερική ιθαγένεια» είτε της μίας είτε της άλλης συνιστώσας πολιτείας, εκτός αν είναι πρώτιστα πολίτης της ενωμένης Κύπρου σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Νόμο, ενώ ανάλογη πρόνοια υπάρχει και στο ισχύον Σύνταγμα.

Είπε πως η αναφορά σε «εσωτερική ιθαγένεια» γίνεται για να προστατευθεί το δικαίωμα πολιτικής ισότητας των δύο συνιστωσών πολιτειών, λόγω του ότι η συμφωνία για λύση προβλέπει πως η μετεξέλιξη του σημερινού ενιαίου κράτους θα οδηγήσει σε μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δύο συνιστωσών πολιτειών.

Ανέφερε ότι δεν τον βρίσκει σύμφωνο η άποψη πως η εσωτερική ιθαγένεια ενέχει τους κινδύνους νομιμοποίησης της εθνοκάθαρσης, αλλά συνηγορεί και ενισχύει τον αγώνα για διασφάλιση του δικαιώματος επιστροφής και επανεγκατάστασης των προσφύγων.

Συμπλήρωσε πως το δικαίωμα ψήφου για την Άνω βουλή ή τη Γερουσία με το οποίο διασφαλίζεται η πολιτική ισότητα θα ενασκείται όχι με βάση τον τόπο κατοικίας αλλά την ιδιότητα του πολίτη της κάθε μιας των συνιστωσών πολιτειών.

Ως προς τον ισχυρισμό ότι υιοθετείται η τουρκική θέση για τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την ενωμένη Κύπρο να είναι αποτέλεσμα συνένωσης δύο συνιδριτικών κρατών, ο Πρόεδρος είπε ότι «πουθενά στο Κοινό Ανακοινωθέν δεν υπάρχει η όποια μνεία για προϋπάρχοντα ή ιδρυτικά ή συνιδρυτικά κράτη» και είπε ότι υπάρχει ρητή πρόνοια ότι η ομοσπονδία θα αποτελείται από δύο συνιστώσες πολιτείες.

Υπενθύμισε ότι η Συνθήκη Προσχώρησης στην ΕΕ προβλέπει πως η ένταξη καλύπτει το σύνολο του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας ενώ στο Κοινό Ανακοινωθέν γίνεται αναφορά στην Ενωμένη Κύπρο, ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της ΕΕ.  «Γίνεται σαφές πως όχι μόνον δεν γίνεται δεκτή η παρθενογένεση αλλά αντίθετα διασφαλίζεται η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας στη μετεξελιγμένη μορφή της νέας κατάστασης πραγμάτων, δηλαδή της Ομοσπονδιακής δομής», τόνισε.

Διευκρίνισε ότι αν συνέβαινε το αντίθετο, θα απαιτείτο νέα αίτηση για να καταστεί η χώρα μέλος του ΟΗΕ και διαπραγματεύσεις για να ενταχθεί στην ΕΕ.

Ο Πρόεδρος της δημοκρατίας αναφέρθηκε στην αναβάθμιση των σχέσεων της Κύπρου με τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ και το σύνολο των Ευρωπαίων εταίρων, ενώ είπε ότι δεν επηρεάστηκαν οι άριστες σχέσεις με μεγάλες δυνάμεις, όπως η Ρωσία, η Κίνα και τα αραβικά κράτη.

Είπε επίσης ότι για να είναι συμβατή η λύση με της ευρωπαϊκές αρχές, έγινε κατορθωτό να αναβαθμιστεί ο ρόλος που θα διαδραματίσει η ΕΕ στον υπό έναρξη διάλογο, όπως σαφέστατα φαίνεται από την ανακοίνωση των κυρίων Βαν Ρόμπαι και Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης προειδοποίησε ότι τυχόν απόρριψη από την ε/κ πλευρά ενός σχεδίου λύσης, ελλοχεύει τον κίνδυνο διχοτόμησης της Κύπρου και αναγνώρισης του παράνομου καθεστώτος και ενδεχομένως ν’ αναγνωρίσει δικαιώματα επί της κυπριακής αποκλειστικής οικονομικής ζώνης.
Διαβεβαίωσε, όμως, ότι η εμπειρία της απόρριψης του Σχεδίου Ανάν δεν επιτρέπει σε κανένα να το επαναφέρει.

Ως εκ τούτου, είπε, όλοι μαζί πρέπει να δώσουμε τη μάχη να φέρουμε ένα σχέδιο, που να γίνει αποδεκτό από την πλειοψηφία του κυπριακού λαού.
Τόνισε, μάλιστα, ότι στα δημοψηφίσματα που θα γίνουν θα συμμετέχουν όσοι είναι πολίτες της ΚΔ και διαβεβαίωσε ότι η πλευρά μας θα διεκδικήσει την απογραφή του πληθυσμού στα κατεχόμενα.