Αναντίλεκτα, τις τελευταίες μέρες βιώνουμε ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό σοκ, ένεκα των ειδεχθών εγκλημάτων του φερόμενου κατά συρροή δολοφόνου Ορέστη. Κοινωνικό σοκ το οποίο ταρακούνησε συθέμελα το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών.
Ο λόγος, κατά την άποψή μου, που ως κοινωνία συγκλονιστήκαμε σε τέτοιο βαθμό -πέρα σαφώς από τη φύση καθ΄ αυτών των εγκλημάτων- συνίσταται στο ότι η είδηση ύπαρξης στη δική μας κοινωνία ενός κατά συρροή δολοφόνου κατάφερε να «βιάσει» το υπόστρωμα της κοινωνικής μας συνείδησης.
Τα εγκλήματα κατά συρροή δολοφόνων τρέχουν σίγουρα σε βάθος χρόνων και παρατηρούνται σε όλον τον κόσμο. Από αυτό το φαινόμενο η Κύπρος φαίνεται να μην εξαιρείται, ως δείχνουν και οι δολοφονίες που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας.
Οι κατά συρροή δολοφονίες έχουν ένα ιδιαίτερο κοινωνικό ενδιαφέρον καθότι αγγίζουν βαθιά την κοινωνική ψυχοσύνθεση της πολιτείας όπου λαμβάνουν χώρα. Οι πολίτες προσπαθούν να απωθήσουν εάν είναι δυνατό -που δεν είναι- αυτήν την εγκληματική μορφή μακριά από τα δικά τους στενά, κοινωνικά θεμέλια. Το βασικό δε ερώτημα που τους ταλανίζει είναι το ποιο είναι αυτό το άτομο-δράστης, ποια τα βιολογικά, ψυχολογικά, κοινωνικά του χαρακτηριστικά.
Δυστυχώς, οι κατά συρροή δολοφόνοι, στην συντριπτική πλειοψηφία τους, είναι άνθρωποι «της διπλανής πόρτας», με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατος ο εκ των προτέρων εντοπισμός τους. Η δράση τους, από πλευράς εγκληματολογίας, εδράζεται στη σεξουαλική και/ή σαδιστική ικανοποίηση που τους προσφέρει η δολοφονία. Επομένως, πολλές φορές μόνο εφόσον διαπραχθούν εγκλήματα με τέτοιο υπόβαθρο έχουμε τα πρώτα ερεθίσματα και/ή ενδείξεις πως πρόκειται για εγκλήματα προσώπου με προφίλ κατά συρροή δολοφόνου.
Αν και στο ευρύ κοινό κυριαρχεί η αντίληψη πως ένας κατά συρροή δολοφόνος έχει χαρακτηριστικά ψυχοπάθειας με συμπτώματα όπως η κοινωνική αποκοπή και η μη επικοινωνία με την πραγματικότητα, τούτο δεν ισχύει πάντοτε. Αντίθετα, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, πρόκειται για άτομα με αυξημένο δείκτη νοημοσύνης, αντίληψη των ηθικών κανόνων της κοινωνίας και πλήρη συναίσθηση των πράξεών τους.
Το φαινόμενο των κατά συρροή δολοφόνων αγγίζει, μεταξύ άλλων, τις επιστήμες της νομικής ποινικολογίας, της εγκληματολογίας και της ψυχολογίας. Τρεις επιστήμες άρρηκτα συνδεδεμένες που φωτίζουν τόσο τη σκιαγράφηση του προφίλ του δράστη (criminal profiling) όσο και το ερευνητικό και ανακριτικό έργο πριν την καταχώρηση ποινικής υπόθεσης εναντίον του.
Στόχος του παρόντος άρθρου δεν είναι να κατατάξει τον φερόμενο κατά συρροή δολοφόνο σε μια από τις δύο κατηγορίες κατά συρροή δολοφόνων ως ορίστηκαν από τον Canter (2004), ήτοι αυτές των οργανωμένων και των μη οργανωμένων δολοφόνων, ούτε και να αναλύσει το γνωστό έως τώρα μοτίβο δράσης του προκειμένου να εξαχθούν οποιαδήποτε συμπεράσματα για το προφίλ του. Και τούτο, γιατί οι έρευνες αναφορικά με τα εγκλήματα του Ορέστη δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα η εξαγωγή οποιωνδήποτε συμπερασμάτων και η ένταξή του σε κάποια από τις ανωτέρω κατηγορίες να είναι επισφαλής και πρόωρα. Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να παραθέσει κάποιες γενικές κατευθυντήριες γραμμές σκιαγράφησης του προφίλ ενός φερόμενου κατά συρροή δολοφόνου.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Fraud ως αναπτύχθηκε και/ή αξιοποιήθηκε από τον Seltzet (1995), ο άνθρωπος αναπτύσσει τον χαρακτήρα του στα πρώιμα στάδια της ζωής του και διακρίνεται σε τρείς πυλώνες: την «ταυτότητά» του, ήτοι την αρχέγονη φύση αναζήτησης τροφής και σεξουαλικής ικανοποίησης, το «εγώ» του, ήτοι την ευθυγραμμισμένη συμμετοχή του στην κοινωνία που ζει, και το «υπέρ εγώ» του, ήτοι την ανάπτυξη στην ψυχοσύνθεσή του των ηθικών κανόνων.
Με οδοδείκτη, λοιπόν, την ανωτέρω θεωρία, και αντλώντας πληροφορίες από νομικούς-ποινικολόγους, εγκληματολόγους, καθώς και ψυχίατρους που ασχολήθηκαν εκτεταμένα με την μελέτη κατά συρροή δολοφόνων, όπως Leyton, Vrosky, Canter, Seltzer και άλλοι, θα έλεγε κανείς πως υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής στο «δέντρο του DNA» των κατά συρροή δολοφόνων. Κάποια κοινά στοιχεία στην ταυτότητα, στο εγώ και στο υπερεγώ τους. Παρόλα αυτά, η διαμόρφωση των τριών αυτών πυλώνων επηρεάζεται από τα ερεθίσματα κάθε ανθρώπου, επί του προκειμένου κατά συρροή δολοφόνου. Τούτο σημαίνει πως παρόλο που κάποια στοιχεία είναι κοινά στην πλειοψηφία των κατά συρροή δολοφόνων ανεξάρτητα από τη χώρα, την κοινωνία, στην οποία έδρασαν, κάποια άλλα δεν μπορούν να τύχουν τέτοιας γενίκευσης διότι σχετίζονται ακριβώς με την εν λόγω κοινωνία.
Ως εκ τούτου, ένας κατά συρροή δολοφόνος στην Κύπρο αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση, ο οποίος μπορεί να παρουσιάζει κάποια κοινά χαρακτηριστικά με άλλους κατά συρροή δολοφόνους που ενήργησαν σε άλλες χώρες, ενδεχομένως, όμως, να παρουσιάζει και κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά, τα οποία να οφείλονται ακριβώς στο κυπριακό κοινωνικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε, έζησε και τελικά έδρασε. Επομένως, τα κοινωνικά ερεθίσματα που επηρέασαν το κοινωνικό DNA του ενδεχομένως να διαφέρουν από αυτά άλλων κατά συρροή δολοφόνων που ενήργησαν κάπου αλλού, και ένεκα τούτου χρήζουν εκτεταμένης και λεπτομερούς μελέτης από διάφορες επιστήμες, όπως η νομική-ποινικολογία, η εγκληματολογία και η ψυχολογία.
Με άλλα λόγια, η διατύπωση συμπερασμάτων όσον αφορά το προφίλ του Ορέστη δια της γενίκευσης χαρακτηριστικών που απαντώνται σε κατά συρροή δολοφόνους άλλων χωρών ενδεχομένως να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, να είναι πρόωρα και ίσως πρόχειρα. Απαιτείται χωριστή και εις βάθος μελέτη του ιδίου και των ενεργειών του και μόνο τότε θα είναι δυνατό να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και απαντήσεις στα ερωτήματα που ταλανίζουν αναφορικά με το ποιόν του.
Αλέξανδρος Χ. Αλεξάνδρου
Δικηγόρος - Νομικός
LL.B in Law,
LL.M (Cand) in Criminal Law and Criminology – University of Essex
Degree in «Justice» – Harvard University
Degree in «The Psychology of Criminal Justice» – University of Queensland
Degree in «Criminal Psychology» – National Kapodistrian University of Athens