Η Κύπρος χαρακτηρίζεται από την ανεκτικότητά της για την ελεύθερη και απρόσκοπτη άσκηση ενός θρησκευτικού πλουραλισμού. Επιτρέπεται και προστατεύεται η άσκηση θρησκευτικών εκφράσεων στους διαμένοντες στην Κυπριακή δημοκρατία.
Η αύξηση, όμως, των μεταναστευτικών ρευμάτων τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, και η διαφορετικότητα των θρησκειών σε σχέση με τον γηγενή πληθυσμό, έχει προξενήσει μια γενική κριτική αλλά και κάποιες επιφυλάξεις ως προς την αλλοτρίωση του γηγενούς πολιτισμού από τον μεγάλο αριθμό των διαφορετικών πολιτισμικών και θρησκευτικών ομάδων που διαβιούν στο νησί.
Γίνεται κατανοητό ότι η θρησκεία αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα πολιτισμού αλλά και στοιχειοθέτησης μιας συλλογικής ταυτότητας. Υιοθετείται η άποψη ότι αποτελεί ένα σύνολο πεποιθήσεων, πολιτισμικών υπο-συστημάτων αλλά και ερμηνείας του «κόσμου». Αντίστοιχα, το φαγητό, τα είδη αυτού αλλά και οι όποιες απαγορεύσεις, αρκετά συχνά ταυτίζονται με βασικά χαρακτηριστικά μιας θρησκείας. Σε αρκετές θρησκείες και στα «ιερά» βιβλία αυτών υπάρχουν διατροφικές προσταγές που προτρέπουν τους πιστούς είτε να απέχουν από συγκεκριμένες τροφές, είτε να επιλέγουν κάποιες άλλες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο σκοπός ύπαρξης των κανόνων αυτών είναι να εκφράσουν – αναδείξουν ανησυχίες-φιλοσοφίες σχετικά με την υγεία και ευημερία των πιστών.
Σκοπός του συγκεκριμένου άρθρου είναι να αναδείξει μια σειρά από διατροφικές συνήθειες που συνδέονται με την παράδοση και την πολιτισμική έκφραση, σε μια προσπάθεια ανάδειξης κοινών στοιχείων μεταξύ των διαφορετικών θρησκευτικών ομάδων αλλά και πολιτισμών.
Ξεκινώντας το θρησκευτικό ταξίδι του φαγητού από τον Βουδισμό, αναδεικνύεται η έντονη χορτοφαγία, αλλά κάποιοι τρώνε και ψάρι. Η συγκεκριμένη επιλογή αναδύεται από το γεγονός ότι τα φρούτα και τα λαχανικά υπάρχουν σε σχετική αφθονία στην φύση, οπότε ακολουθώντας μια ανάλογη διατροφική συνήθεια αναπτύσσεται μια οικολογική ισορροπία. Οι περισσότεροι απέχουν από την όποια κατανάλωση κρέατος. Επιπλέον, υπάρχουν περίοδοι νηστείας και ξεκούρασης, σε συγκεκριμένες γιορτές όπως της γέννησης, του φωτισμού και του θανάτου του Βούδα.
Συνεχίζοντας το ταξίδι με την Ινδουιστική θρησκεία, το φαγητό συνδέεται άμεσα με την πνευματική και σωματική ανάπτυξη ευεξία. Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες διατροφικές απαγορεύσεις. Η κατανάλωση κρέατος επιτρέπεται, εκτός από το βοδινό, καθώς η αγελάδα αποτελεί ιερό ζώο. Τα προϊόντα της αγελάδας, όπως το γάλα και το τυρί, θεωρούνται αγνά και μπορούν να καταναλώνονται από τους πιστούς. Επιπλέον συναντώνται περιορισμοί στην άκρατη κατανάλωση κρέατος όπως το χοιρινό, οι καμήλες, οι πάπιες, τα πουλερικά, αλλά και τα θαλασσινά. Η νηστεία αποτελεί ένα βασικό χαρακτηριστικό εξαγνισμού του σώματος και του πνεύματος και συνοδεύει την προετοιμασία για μεγάλα κοινωνικά γεγονότα, όπως γάμοι και κηδείες.
Ο Ιουδαϊσμός και ιδιαίτερα κάποια ιερά βιβλία της συγκεκριμένης θρησκείας αναφέρονται σε κάποια ζώα ως ακάθαρτα. Για τον λόγο αυτό και συστήνουν τον πλήρη αποκλεισμό αυτών από την διατροφή των πιστών. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν ζώα που δεν διαιρούν την οπλή, δηλ. τα μόνοπλα, αλλλά και σχιστόποδα, όπως ο λαγός, η καμήλα και το γουρούνι. Ακόμη απαγορεύονται τα θαλασσινά και ο συνδυασμός κρέατος και γαλακτοκομικών στο ίδιο γεύμα.
Περνώντας τώρα στο ισλαμισμό, κρίνεται αρχικά σκόπιμο να γίνει αναφορά σε δύο βασικούς όρους. Ο όρος χαλάλ (αραβική λέξη) αναφέρεται σε όλα τα επιτρεπόμενα τρόφιμα, ενώ το χαράμ σε εκείνα που απαγορεύονται, όπως το χοιρινό αλλά και με τα παράγωγα του αίματος των ζώων, ή ζώων που δεν σφάζονται με σκοπό να αποτελέσουν τροφή. Το αλκοόλ θεωρείται, επίσης, haram. Το Κοράνι διδάσκει πως τα ζώα πρέπει να φροντίζονται και να αντιμετωπίζονται με σεβασμό και πως αν σκοπεύει κανείς να φάει κρέας πρέπει να σφάζει σωστά και να στραγγίζει το αίμα από το ζώο. Η νηστεία των μουσουλμάνων συνιστά, σε συγκεκριμένη περίοδο των νηστειών, την πλήρη αποχή από το φαγητό από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου και καθιερωμένες νηστείες είναι η Δευτέρα και η Πέμπτη, 6 μέρες Σοουγάλ και ένα μήνα το γνωστό ραμαντάνι. Η νηστεία για τους μουσουλμάνους συνοδεύεται απαραιτήτως από προσευχή και φιλανθρωπίες. Η νηστεία διακόπτεται μετά την δύση του ηλίου με γεύμα που καλείται ιφτάρ και περιλαμβάνει την λήψη χουρμάδων και νερού ή γλυκών αφεψημάτων.
Τελευταία αλλά ίσως η κεντρικότερη θρησκεία για την περίπτωση της Κύπρου είναι η ανατολική ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, δεν απαγορεύεται κάποια τροφή, καθώς ο Θεός είναι ο δημιουργός των πάντων και τα οποία προσφέρει στον άνθρωπο. Η φιλοσοφία όμως της συγκεκριμένης θρησκείας συνδέεται άμεσα με την οικολογική ισορροπία. Η νηστεία κατέχει κεντρική θέση στην ζωή της Εκκλησίας και προετοιμάζει τους πιστούς για τις μεγάλες γιορτές της Γέννησης του Χριστού, της Ανάστασης και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Επιπλέον, δύο ημέρες της εβδομάδας (Τετάρτη και Παρασκευή) συστήνονται ως ημέρες νηστείας, εκτός αν συμπίπτουν με κάποια μεγάλη γιορτή.
Η αναφορά των βασικών διατροφικών συνηθειών αλλά και οι όποιες απαγορεύσεις θα πρέπει επίσης να εξετασθούν από το πρίσμα της γεωγραφίας, των περιβαλλοντικών συνθηκών – ζέστη, υγρασία κλπ. (τουλάχιστον στις χώρες από όπου ξεκίνησαν) αλλά και με τα οφέλη για την υγεία. Οι βασικές παρουσιαζόμενες θρησκείες αναγνωρίζουν την συσχέτιση χορτοφαγίας με τη μακροζωία και τον σεβασμό του περιβάλλοντος, σε μια προσπάθεια μείωσης της υπερκατανάλωσης. Η κατανάλωση κρέατος θα πρέπει να γίνεται με μέτρο, αποφεύγοντας μια αλόγιστη χρήση.
Κλείνοντας, συστήνεται ότι σε όποια θρησκεία και εάν ανήκετε, είναι σημαντικό να απολαμβάνετε το φαγητό, στον βαθμό που σας προσφέρει υγεία και ευτυχία.
Δρ Στέφανος Σπανέας
Αναπληρωτής Καθηγητής
Κοινωνικής Εργασίας
Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
[email protected]
Το έργο ‘Τηλεοπτική εκπομπή μαγειρικής: Γνωριμία του πολιτισμού τρίτων χωρών μέσω της γαστρονομίας’, συγχρηματοδοτείται από το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και την Κυπριακή Δημοκρατία.