Το γεγονός ότι η Τουρκία συμμετέχει σε ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα, ούσα κατοχική δύναμη επί ευρωπαϊκού εδάφους (Κύπρος), αποτελεί αναντίρρητα κατάφωρη αντίφαση που φέρνει στο φως τη δομική υποκρισία της Ε.Ε. στον τομέα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής και της κοινοτικής αλληλεγγύης

Συγκεκριμένα, ως γνωστό από το 1974, η Τουρκία διατηρεί στρατιωτική κατοχή σε ευρωπαϊκή επικράτεια (την Κυπριακή Δημοκρατία). Ενώ το 2004 Κυριακή Δημοκρατίας το σύνολο της ακράτειας της εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο να αναστέλλεται στις κατεχόμενες περιοχές και να ισχύει μόνο επί των εδαφών που ελέγχονται από την διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία. Επιπλέον, το ψευδοκράτος (τουρκοκυπριακή διοίκηση) δεν αναγνωρίζεται από κανέναν πλην της Άγκυρας.Η Ε.Ε. αναγνωρίζει ολόκληρη την Κύπρο ως κράτος-μέλος, αλλά αποτυγχάνει να επιβάλει στην Τουρκία οποιοδήποτε κόστος για την συνεχιζόμενή κατοχή, επί ευρωπαϊκού εδάφους.

Το αποκορύφωμα της συγκεκριμένης παραδοξότητας είναι, ότι η ΕΕ, αντί να την πιέσει την Τουρκία, η Τουρκία επιβραβεύεται με πρόσβαση σε κοινά ευρωπαϊκά προγράμματα. Συγκεκριμένα Το 2024 ανακοινώθηκε ότι η Τουρκία θα συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (EDF) και της PESCO (Permanent Structured Cooperation). Αυτό σημαίνει ότι τουρκικές εταιρείες θα αντλούν χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς πόρους για να αναπτύσσουν τεχνολογία — ακόμα και οπλικά συστήματα.

Παράλληλα, όμως η Τουρκία εξακολουθεί, όπως έχει προαναφερθεί, να διατηρεί στρατεύματα κατοχής σε ευρωπαϊκό έδαφος , απειλεί με casus belli την Ελλάδα, αμφισβητεί χωρικά ύδατα και εναέριο χώρο της Ε.Ε. Συνεπώς, πρόκειται για μια κραυγαλέα περίπτωση “στρατηγικής αμετροέπειας ” της Ε.Ε. Η οποία συνιστά επιθετικότητα έναντι άλλων μελών της.

Πέραν τούτου, η Τουρκία διατηρεί πολιτική αναθεωρητισμού έναντι Ελλάδας και Κύπρου. Επιπλέον, ασκεί εκβιαστική διπλωματία μέσω μεταναστευτικών ροών. Παρουσιάζει στρατιωτική δραστηριότητα εντός ΑΟΖ της Κύπρου και πειρατική γεώτρηση χωρίς άδεια. Όλα αυτά δεν έχουν ως συνέπεια κυρώσεις ή απομόνωση, αλλά “διαλόγους”, “διαύλους επικοινωνίας” και προγράμματα χρηματοδότησης.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο, το ερώτημα που τίθεται, είναι το γιατί πιτρέπει κάτι τέτοιο η Ε.Ε.; Η απάντηση ενδεχομένως να εστιάζεται στους πιο κάτω παράγοντες: Πρώτο, Γεωπολιτικά Συμφέροντα: Συγκεκριμένα, η Τουρκία είναι μεγάλη στρατιωτική δύναμη, “αναγκαίος εταίρος” για ελέγχους μεταναστευτικών ροών και “φράγμα” προς τη Ρωσία. Δεύτερο,Οικονομικά συμφέροντα: Εξαγωγές όπλων, ενεργειακές συνεργασίες, αγορές. Τρίτο, διπλωματική ατολμία: Η Ε.Ε. δεν έχει ενιαία και μονολιθική εξωτερική πολιτική· η Γερμανία και άλλες χώρες μπλοκάρουν αποφάσεις κυρώσεων για λόγους συμφερόντων.

Καταληκτικά, το εν λόγω γεγονός, υπονομεύει τη νομιμοποίηση της ίδιας της Ε.Ε. Ταπεινώνει την Κύπρο και προσβάλλει την Ελλάδα. Ενισχύει μια επιθετική δύναμη με χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών. Επιπλέον η συγκεκριμένη εξέλιξη αποτελεί ένα ξεκάθαρο παράδειγμα όπου η αρχή της “αλληλεγγύης” και του “κοινού συμφέροντος” καταρρέει μπροστά στα συμφέροντα των ισχυρών και μαζί της καταρρέει και το ευρύτερο ευρωπαϊκό οικοδόμημα με τα θεμελιώδη ιδεώδη που του δίνουν σάρκα και οστά.

Δρ. Χάρης Φ. Σοφοκλέους