Στα στάδια της δημιουργίας της τραπεζικής ένωσης στην Ευρωζώνη αλλά και στις αλλαγές που θα επιφέρει η εποπτεία των τραπεζών σε κεντρικό επίπεδο, αναφέρθηκαν ομιλητές του συνεδρίου του Economist, στην Λευκωσία.

Ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής Οικονομικών και Χρηματοπιστωτικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Maarten Verwey είπε ότι η Κύπρος αποτελεί ένα παράδειγμα των προβλημάτων που προκύπτουν μεταξύ της λειτουργίας ενός μεγάλου χρηματοπιστωτικού τομέα σε διεθνή βάση από τη μια και της επίβλεψης και διαχείριση των κρίσεων σε τοπικό επίπεδο από την άλλη,

Ο ΓΓ της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Χρήστος Γκόρτσος εξέφρασε απ την πλευρά του την εκτίμηση ότι η τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης θα δημιουργηθεί σταδιακά και σε φάσεις, προσθέτοντας ότι ενδέχεται να ολοκληρωθεί το 2014 ή στα επόμενα δύο χρόνια.
Τέλος, ο πρώην Υπουργός Οικονομικών και πρώην Πρόεδρος της Λαϊκής Τράπεζας Μιχάλης Σαρρής αναφέρθηκε στην ανάγκη ισχυρών δημοκρατικών κυβερνήσεων για την λήψη των απαραίτητων αποφάσεων για την υπέρβαση της κρίσης.

Ο κ. Verwey, αναφερόμενος στα αίτια της οικονομικής κρίσης, είπε ότι τα σημαντικότερα προβλήματα έχουν τις ρίζες τους στον ιδιωτικό τομέα και σε λανθασμένες αποφάσεις που πάρθηκαν από τις τράπεζες. «Σκεφτείτε την Ισπανία, σκεφτείτε την Ιρλανδία, σκεφτείτε όμως και την Κύπρο», είπε.
Συνέχισε, λέγοντας ότι σήμερα υπάρχει η ανάγκη να δοθεί έμφαση στην αναδιαμόρφωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και του τρόπου που γίνεται η ρύθμιση και επίβλεψη του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Είπε ότι μετά το Συμβούλιο του περασμένου Ιουνίου, η ΕΕ αποφάσισε την εγκαθίδρυση της τραπεζικής ένωσης ως συμπλήρωμα της νομισματικής ένωσης.
Μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, συνέχισε, το πάρτι του εύκολου δανεισμού τελείωσε και έγινε σαφές ότι για να τρέξει κανείς χρειάζεται δύο δυνατά πόδια και όχι ένα.

Αναφερόμενος στην ανάγκη για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλαισίου για τραπεζική εποπτεία, ο κ. Verwey είπε ότι με τον διασυνοριακό χαρακτήρα και την γιγάντωση των χρηματοπιστωτικών ομίλων, μεταφέρθηκαν και οι κίνδυνοι για τις οικονομίες των διαφόρων χωρών, ενώ οι εθνικοί μηχανισμοί ρύθμισης και εποπτείας απεδείχθησαν ανεπαρκείς.
Συνέχισε, λέγοντας ότι η επιτήρηση υπερεθνικών εταιριών και των δραστηριοτήτων τους δεν μπορούσε να λειτουργήσει σε εθνικό επίπεδο και πρόσθεσε ότι όταν τα πράγματα πήγαν στραβά, οι φορολογούμενοι έπρεπε να πληρώσουν.

Ο κ. Verwey, συμπλήρωσε ότι η Κύπρος αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα, όπου «τα πράγματα πήγαν στραβά».

Ανέφερε ότι η Κομισιόν πιστεύει πως όλες οι τράπεζες στην Ευρώπη θα πρέπει να καλύπτονται από τον ρυθμιστικό και επιβλέποντα θεσμό ενώ πρόσθεσε ότι αν μας έχει διδάξει κάτι η κρίση, είναι ότι ο συστημικός κίνδυνος μπορεί να προκύψει τόσο από μικρές όσο και μεγάλες τράπεζες.

Χαρακτήρισε σημαντικό βήμα προς την τραπεζική ένωση την εγκαθίδρυση του μηχανισμού επίβλεψης, είπε όμως ότι πρέπει να συμπληρωθεί από ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο αντιμετώπισης κρίσεων και σε κάποια φάση από ένα κοινό σύστημα εγγύησης καταθέσεων.

Ο κ. Γκόρτσος ανέφερε ότι ο ίδιος θεωρεί φιλόδοξο τον στόχο να αρχίσει η εποπτεία των τραπεζών την 1η Ιανουαρίου του 2013, όπως προνοούν οι προτάσεις της Κομισιόν, συμπλήρωσε όμως ότι βρισκόμαστε κοντά σε κάτι τέτοιο.
Αναφερόμενος στις προτάσεις της Κομισιόν για την τραπεζική ένωση, είπε ότι πιθανόν να αποτελέσει μια «τομή» στην επίλυση των προβλημάτων, αν και είπε ότι δεν είναι βέβαιο πως κάτι τέτοιο είναι από μόνο του αρκετό.

Είπε ότι σε πρώτη φάση τίθεται η βάση για την δημιουργία πανευρωπαϊκής εποπτικής αρχής από 1ης Ιανουαρίου του 2013, μόνο για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κάτι που δεν αφορά όμως τις ασφαλιστικές και χρηματιστηριακές εταιρείες και τα hedge funds.

Συμπλήρωσε ότι η εποπτική αρχή είναι μόνο μια από τις τρεις προτάσεις για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, με τις άλλες δύο - που δεν υλοποιούνται ακόμη - να περιλαμβάνουν την δημιουργία πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων και ενιαίου μηχανισμού για διευθέτηση των προβληματικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ο κ. Γκόρτσος είπε ότι σύμφωνα με τις προτάσεις της Επιτροπής, η ΕΚΤ μετατρέπεται σε εποπτική, παράλληλα με νομισματική αρχή, ενώ η εποπτεία της ΕΚΤ θα αφορά μόνο τα πιστωτικά ιδρύματα.

Το πρώτο κύμα, που αναμένεται να ξεκινήσει τον Ιανουάριο του 2013, θα περιλαμβάνει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην Ευρωζώνη, τα οποία δέχονται κρατικές ενισχύσεις στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης τους.

Σε αυτά, είπε, συγκαταλέγονται και τα συστημικά σημαντικά ελληνικά και κυπριακά πιστωτικά ιδρύματα.
Σε δεύτερο στάδιο, πρόσθεσε ότι θα υπαχθούν σε εποπτεία τα ιδρύματα εκείνα που θα χαρακτηρισθούν ως συστημικά σημαντικά από την Κομισιόν, όσα δηλαδή έχουν μεγάλο μέγεθος και σημαντική διασυνοριακή δραστηριότητα.

Το τρίτο στάδιο, το οποίο ο κ. Γκόρτσος χαρακτήρισε ως ιδιαίτερα φιλόδοξο και το οποίο είπε ότι μπορεί τελικά να μην υλοποιηθεί , αφορά την υπαγωγή του συνόλου των πιστωτικών ιδρυμάτων από 1ης Ιανουαρίου του 2014 στην εποπτεία της ΕΚΤ.

Σημείωσε ότι κάτι τέτοιο θα αποτελέσει τομή καθώς ενέργειες που αφορούν την αδειοδότηση ή το κλείσιμο πιστωτικών ιδρυμάτων, τις εξαγορές και συγχωνεύσεως και το σύνολο της εποπτείας δεν θα γίνονται σε εθνικό επίπεδο αλλά από την ΕΚΤ.

Συμπλήρωσε ότι κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα αλλάξει το κέντρο βάρος των αποφάσεων, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τις επιχειρηματικές αποφάσεις για συγχωνεύσεις τραπεζών.

Ο ΓΓ της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών είπε ότι οι εθνικές εποπτικές αρχές δεν θα καταργηθούν αλλά θα συνεχίσουν να υπάρχουν ως τοπικός βραχίονας της ΕΚΤ. Οι επιτόπιοι έλεγχοι θα γίνονται δηλαδή από τις τοπικές αρχές, με τις κατευθύνσεις που θα δίνονται σε κεντρικό επίπεδο, είπε.

Τέλος, ο κ. Γκόρτσος ανέφερε ότι καθιερώνονται διατάξεις για τον διαχωρισμό της λειτουργίας της ΕΚΤ ως νομισματικής και ως εποπτικής αρχής, κάτι που είπε ότι είναι σημαντικό για την αξιοπιστία και την φήμη της ΕΚΤ σε σχέση με τον ρόλο της για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.

Ο πρώην Υπουργός Οικονομικών και πρώην Πρόεδρος της Λαϊκής Τράπεζας Μιχάλης Σαρρής εξέφρασε από την πλευρά του την άποψη ότι η τραπεζική ένωση αποτελεί σημαντικό βήμα, συμπλήρωσε όμως ότι κάτι τέτοιο προϋποθέτει πολύ καλό σχεδιασμό.

Χαρακτήρισε πρόκληση την νέα αρχιτεκτονική που προωθείται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο καθώς και το ότι πρέπει να πεισθούν οι αγορές και το κοινό γενικότερα ότι δημιουργούνται πλέον τα εργαλεία για την αντιμετώπιση της κρίσης. Είπε παράλληλα ότι η εποπτεία ανατίθεται στην ΕΚΤ, έναν θεσμό που τυγχάνει εμπιστοσύνης.

Τέλος είπε ότι χρειάζονται ισχυρές δημοκρατικές κυβερνήσεις που θα λαμβάνουν γρήγορα αποφάσεις για την υπέρβαση της κρίσης και οι οποίες θα μπορούν να γίνουν κατανοητές από την πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών και θα καταμερίζουν το κόστος στην προσπάθεια επίλυσης της κρίσης.