Έκπληξη αποτέλεσε για πολλούς από τους παλαιούς αλλά και τους νέους μετόχους της Τράπεζας Κύπρου, η αλλαγή του αντικειμένου της προσφυγής του Αρχιεπισκόπου και πέντε άλλων φυσικών και νομικών προσώπων στο Δικαστήριο: Αντί για αίτημα αναβολής της Γενικής Συνέλευσης της τράπεζας, η προσφυγή αφορά σε αίτημα για απαγόρευση στη διαχειρίστρια της Λαϊκής, η οποία εκπροσωπεί το 18,1 των νέων μετόχων, να ψηφίσει στη Συνέλευση.
 
Οι δικηγόροι υποστηρίζουν ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί έκδοση διατάγματος για αναβολή γιαυτό άλλαξαν το αντικείμενο της προσφυγής σημειώνοντας ότι αν γίνει αποδεκτή θα υπάρξουν εξελίξεις που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε αναβολή. Ο δικηγόρος όμως της διαχειρίστριας υποστήριξε χθες στο δικαστήριο ότι το αίτημα των μετόχων συνιστά φίμωση του 18,1%.
 
Η προσφυγή συζητήθηκε σε μια μαραθώνια συνεδρία του Δικαστηρίου Λευκωσίας,  το οποίο επιφυλάχθηκε να αποφασίσει την ερχόμενη Τρίτη αν θα εκδώσει το  διάταγμα.
 
Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος με δηλώσεις του στην «Σημερινή»  είπε ότι εκείνο που δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να δημιουργηθεί,  είναι  αντιπαράθεση μεταξύ των παλαιών και των νέων μετόχων.
 
«Σ’ αυτό το πλαίσιο ανέλαβα ήδη, προσπάθεια να υπάρξει συνεννόηση και να βρεθεί η χρυσή τομή ώστε να αποφευχθεί η αντιπαράθεση η οποία  μόνον ζημιά θα επιφέρει σε όλους, παλαιούς και νέους μετόχους» τόνισε. 
 
Να σημειωθεί ότι μέχρι το μεσημέρι της Πέμπτης,  ο Αρχιεπίσκοπος  Χρυσοστομος δήλωνε ότι η προσφυγή την οποία θα κατέθετε στο δικαστήριο θα ήταν για αναβολή της Γενικής Συνέλευσης.  Το απόγευμα  όμως, στη συνέλευση των παλαιών και των νέων μετόχων της Τράπεζας Κύπρου ανακοινώθηκε ότι η προσφυγή θα ήταν για να απαγορευθεί το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου, στη διαχειρίστρια.
 
Κληθείς να απαντήσει γιατί άλλαξε η προσφυγή, ο Αρχιεπισκοπος δήλωσε στην «Σημερινή» ότι οι δικηγόροι έκριναν πως θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί διάταγμα για αναβολή της συνέλευσης.  
 
Πάντως σημείωσε  ότι εκείνο που δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να δημιουργηθεί είναι η αντιπαράθεση μεταξύ των παλαιών και των νέων μετόχων και είπε ότι οι επενδυτές, δεν φταίνε σε τίποτε να πληρώνουν τα λάθη όσων διηύθυναν τις τράπεζες. Δεν δίστασε μάλιστα να αναλάβει μερίδιο της ευθύνης επειδή, όπως σημείωσε, η Εκκλησία δεν παρενέβη και δεν ζητούσε εξηγήσεις από τις διοικήσεις  για όσα συνέβαιναν ή δεν ασκούσε τον έλεγχο που όφειλε να ασκεί,  ως μέτοχος με μερίδιο 3,5% στην Τράπεζα Κύπρου. 
 
Ο Μακαριότατος τα έβαλε και με τον Διοικητή της Κεντρικής  λέγοντας ότι «είναι αυτός που συμφώνησε με την τρόικα και για το μέλλον των τραπεζών και για το μέλλον του Συνεργατισμού ο οποίος επίσης χρειάζεται βοήθεια για να ορθοποδήσει».
 
«Του έχω μιλήσει, είπε, αλλά επικαλείται συνεχώς την τρόικα και το μνημόνιο. Μα δεν είναι ευαγγέλιο το μνημόνιο για να μην μπορεί να δεχθεί αλλαγές. Μπορεί να έγιναν και λάθη. Είναι ανθρώπινο. Ο Διοικητής όμως δεν θέλει να ακούσει τίποτε».
 
Όχι στο διαχωρισμό
 
Ο Αρχιεπίσκοπος είπε ότι διαφωνεί και με το διαχωρισμό της Τράπεζας Κύπρου σε εμπορική και κτηματική.
 
«Τι θέλουν; διερωτήθηκε. Να αρχίσουν να βγαίνουν  στο σφυρί οι περιουσίες των συνανθρώπων μας; Να οδηγήσουν σε χρεοκοπία και τους επιχειρηματίες ανάπτυξης γης οι οποίοι εργοδοτούν χιλιάδες κόσμου; Έχουν σκεφτεί πόσοι θα οδηγηθούν στην ανεργία αν αρχίσουν να εκποιούνται επιχειρήσεις των developers;Πού θα εργοδοτηθούν οι κτίστες, οι ηλεκτρολόγοι, όλες αυτές οι χιλιάδες που εργάζονται στην οικοδομική βιομηχανία;»
 
Τέλος προειδοποίησε ότι αν η κοινωνία αντιδράσει, τότε θα ανάψει μια φωτιά την οποία κανείς δεν θα είναι σε θέση να σβήσει ή έστω να περιορίσει.
 
 «Πρέπει, κατέληξε,  να σκεφτούμε όλοι τις συνέπειες και να προλάβουμε το κακό. Κανείς δεν διαθέτει παντοδυναμία ούτε ο Διοικητής ούτε κανείς άλλος».