Με την κατάθεση και αντεξέταση τεσσάρων άλλων μαρτύρων κατηγορίας ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου που συνεδρίασε στη Λάρνακα, συνεχίστηκε σήμερα η ακροαματική διαδικασία για τη φονική έκρηξη που σημειώθηκε στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί στις 11 Ιουλίου 2011.

 

Αρχικά κατέθεσε ως 61ος μάρτυρας ο Μάριος Σωκράτους, επικελευστής στα ΟΥΚ, ο οποίος στην κατάθεσή του στην Αστυνομία, την οποία ανέγνωσε στο Δικαστήριο, είπε ότι είχε ακούσει πως υπήρχαν στη ναυτική βάση 72 εμπορευματοκιβώτια που περιείχαν πρώτες ύλες για πυρομαχικά. Πρόσθεσε ότι στις 11/7/2011 γύρω στις 03.30 τα ξημερώματα ενώ ξεκουραζόταν άκουσε θορύβους σαν φυσήματα και είδε λάμψεις στον ουρανό. Αμέσως μετέβη για να ελέγξει τη κατάσταση των εμπορευματοκιβωτίων και πρόσεξε πως 1-2 από αυτά φλέγονταν. Στο χώρο είδε τον Κλεάνθη Κλεάνθους ενώ καίγονταν και τα χόρτα γύρω από τα εμπορευματοκιβώτια. Πήγε στο Διοικητήριο για να πάρει πυροσβεστήρες και μόλις κατέβηκε από το αυτοκίνητο του άκουσε την έκρηξη. Το Διοικητήριο γκρεμιζόταν, συνέχισε και παρέμεινε κρυμμένος εκεί για πέντε λεπτά αφού έπεφταν γύρω αντικείμενα. Σημείωσε ακόμα ότι μετά την έκρηξη ακολούθησε πανικός, ενώ δεν ήξερε ποια άτομα βρίσκονταν κοντά στα εμπορευματοκιβώτια την ώρα της έκρηξης.

 

Εξήγησε ότι απλά οι άνδρες της Υπηρεσίας του έκαναν οπτικό έλεγχο στα εμπορευματοκιβώτια και υπέγραφαν σε ένα βιβλίο που βρισκόταν σε μια υπερυψωμένη σκοπιά. Πρόσθεσε ότι στις 4/7/2011 άκουσε για ένα διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο και την επομένη πήγε και είδε ότι πραγματικά έτσι ήταν. Κανένας δεν μας ενημέρωσε γιατί διογκώθηκε το εμπορευματοκιβώτιο και από την αρχή είχαμε ακούσει φήμες πως αυτά δεν ήταν επικίνδυνα, είπε. Σημείωσε πως την ημέρα της έκρηξης γύρω από τα εμπορευματοκιβώτια δεν είδε πυροσβεστικά οχήματα και ότι ο Κλεάνθους και ο στρατιώτης που βρισκόταν μαζί του έβλεπαν τα εμπορευματοκιβώτια να παίρνουν φωτιά χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτε. Ανέφερε «πιστεύαμε ότι τα εμπορευματοκιβώτια ήταν ακίνδυνα. Αν ξέραμε ότι ήταν επικίνδυνα δεν θα πηγαίναμε κοντά να τα ελέγχουμε και να υπογράφουμε» στην υπερυψωμένη σκοπιά, σημείωσε.

 

Ο Ερωτόκριτος Ερωτοκρίτου, που εργάζεται στο Τελωνείο Λεμεσού, κατέθεσε ως ο 62ος μάρτυρας κατηγορίας και στην κατάθεση του ημερομηνίας 14/7/2011 είπε ότι κλήθηκε από τη Λιμενική Αστυνομία να λάβει μέρος σε σύσκεψη στις 29/1/2009, όπου συζητήθηκε το θέμα του πλοίου. Αργότερα στη σύσκεψη και με την παρουσία στρατιωτικών με επικεφαλής το Συνταγματάρχη της ΔΥΠ Γιώργο Γεωργιάδη αποφασίστηκε να γίνει έρευνα στο πλοίο. Πρόσθεσε ότι σε τέσσερις επισκέψεις στο πλοίο έγινε καταγραφή των 98 εμπορευματοκιβωτίων και του περιεχόμενου τους.

 

Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής, ο κ. Ερωτοκρίτου είπε ότι ο Συνταγματάρχης Γεωργιάδης του ανέφερε πως υπήρχαν 5 εμπορευματοκιβώτια με επικίνδυνο υλικό, ότι σε κάθε εμπορευματοκιβώτιο υπήρχαν 12 κιβώτια βάρους με επικίνδυνο υλικό, τα οποία μεταφέρθηκαν για ασφαλή φύλαξη στο Ζύγι και πως μέσα στα άδεια εμπορευματοκιβώτια έβαλαν άλλο χύμα υλικό που βρισκόταν στο πλοίο. Ανέφερε ακόμα ότι μετά την κατάσχεση του φορτίου το Τελωνείο το παρέδωσε στην Εθνική Φρουρά για φύλαξη και πρόσθεσε πως ο ίδιος πίστευε ότι το φορτίο ήταν και για διαχείριση από την Ε.Φ.

 

Αντεξεταζόμενος από τον Ευστάθιο Ευσταθίου συνήγορο υπεράσπισης των Κώστα Παπακώστα, Ανδρέα Νικολάου και Χαράλαμπου Χαραλάμπους, ο μάρτυρας είπε ότι ο φάκελος για τα εμπορευματοκιβώτια ήταν απόρρητος και ότι σε όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβαινε παρών ήταν και ο Συνταγματάρχης Γιώργος Γεωργιάδης, που είχε το γενικό πρόσταγμα της υπόθεσης. Είπε ακόμα ότι τη διαχείριση και φύλαξη του υλικού είχε ο Συνταγματάρχης Γεωργιάδης, ο οποίος υπέγραψε και τα απαραίτητα χαρτιά του Τελωνείου.

 

Ο Παναγιώτης Ευγενίου, Λειτουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας Α στο Υπουργείο Εμπορείου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, που εργάζεται στον κλάδο έκδοσης αδειών εισαγωγής και εξαγωγής, κατέθεσε ως ο 63ος μάρτυρας. Στην κατάθεση του ημερομηνίας 10/8/2011, ο κ. Ευγενίου είπε ότι η πρώτη εμπλοκή του Υπουργείου Εμπορείου στο θέμα ήταν όταν κλήθηκαν να συμμετάσχουν στη σύσκεψη της 7/2/2011 στο Υπουργείο Εξωτερικών. Πρόσθεσε ότι οι παρόντες στη σύσκεψη ενημερώθηκαν για το θέμα από τον ΥΠΑΜ και πως ο ίδιος κρατούσε πρόχειρες σημειώσεις από τις οποίες ετοίμασε στη συνέχεια σημείωμα προς τη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Εμπορείου. Είπε ακόμα ότι στη σύσκεψη ο ΥΠΑΜ είχε αναφερθεί στα προβλήματα του φορτίου, ότι τα εμπορευματοκιβώτια ήταν εκτεθειμένα στον ήλιο και ότι οι ψηλές θερμοκρασίες θα αλλοίωναν τη πυρίτιδα με απρόβλεπτες συνέπειες ακόμα και έκρηξη.

 

Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής, ο κ. Ευγενίου είπε ότι το κύριο θέμα ήταν της σύσκεψης ήταν η ασφάλεια του φορτίου και πως ο ΥΠΑΜ απευθυνόταν κυρίως στον ΥΠΕΞ και επιζητούσε να δοθούν οδηγίες έγκρισης για το τι θα γίνει το φορτίο κυρίως όσον αφορά την ασφάλεια.

 

Ο Αρχιπυροσβέστης στην ΕΜΑΚ Κοφίνου Νίκος Ευγενίου κατέθεσε ως ο 64ος μάρτυρας και στην κατάθεσή του ανέφερε ότι ο Διοικητής της ΕΜΑΚ Ανδρέας Λοϊζίδης δεν ανέφερε οτιδήποτε στους πυροσβέστες για τα εμπορευματοκιβώτια. Πρόσθεσε ότι ενώ καθόταν στις 7/7/2011 στο κιόσκι που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο της ΕΜΑΚ, είχε ακούσει συζήτηση μεταξύ του Ανδρέα Λοϊζίδη και του υποδιοικητή της ΕΜΑΚ Γιώργου Δημητρίου στην οποία ο Λοϊζίδης είπε στον Δημητρίου πως «αν γίνει έκρηξη στα container εννάρτουν να μας έβρουν δαπάνω (Κοφίνου)». Είπε ακόμα ότι στις 6/7/2011 άκουσε άλλη συζήτηση του κ. Λοϊζίδη ο οποίος ενημέρωσε τον κ. Δημητρίου για τη επιτόπια εξέταση των εμπορευματοκιβωτίων την προηγούμενη μέρα στη ναυτική βάση, αναφέροντας και διάλογο μεταξύ του ιδίου και του Συνταγματάρχη Γιώργου Γεωργιάδη της ΔΥΠ. Ο Γεωργιάδης έλεγε ότι στο διογκωμένο εμπορευματοκιβώτιο έγινε βίαιη εκτόνωση αερίων, ενώ ο Λοϊζίδης υποστήριζε ότι η εκτόνωση των αερίων είναι ο ορισμός της έκρηξης.

 

Απαντώντας σε ερωτήσεις της Κατηγορούσας Αρχής, ο μάρτυρας είπε ότι 15 μέρες μετά την έκρηξη ο κ. Λοϊζίδης μάζεψε σε δύο συγκεντρώσεις τους πυροσβέστες και τους ενημέρωσε για τα γεγονότα αρχίζοντας από τις 6/7/2011 μέχρι και την ημέρα της έκρηξης επειδή «ακούγονταν διάφορα εναντίον του και ήθελε να ξεκαθαρίσει τη θέση του». Είπε ακόμα ότι ο ίδιος δεν μπορεί απευθείας να πάρει τηλέφωνο τον ανώτερο του, ότι θα ενημερώσει αρχικά το τηλεφωνείο της ΕΜΑΚ και κατ’ επέκταση το λοχία του και μετά ενημερώνονται οι ιεραρχικά ανώτεροι. «Ανάλογα με το επεισόδιο ο Διοικητής θα επικοινωνήσει μαζί μου» είπε και πρόσθεσε πως «ανέκαθεν έτσι δουλεύουμε στην Πυροσβεστική Υπηρεσία. Άσχετα αν διαφωνώ με τις οδηγίες του ανωτέρου μου, θα τις εφαρμόσω πιστά». Σε σχετική ερώτηση, απάντησε πως «είναι το άλφα και το ωμέγα σε μια επιχείρηση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας να έχεις ενημέρωση από προηγουμένως, για μια κατάσταση. Είναι πολύ βοηθητικό να γνωρίζεις από πριν τι πας να αντιμετωπίσεις αφού αλλάζει η τακτική και ο εξοπλισμός».  

 

Αντεξεταζόμενος από τον Ευστάθιο Ευσταθίου συνήγορο υπεράσπισης των Κώστα Παπακώστα, Ανδρέα Νικολάου και Χαράλαμπου Χαραλάμπους, ο μάρτυρας είπε ότι o έλεγχος του ανωτέρου σε ένα επεισόδιο δεν είναι απόλυτος αφού θα κάνει αυτό που θα του πει ο ανώτερος του. «Δυστυχώς αν και είναι λάθος για μένα, στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, οι πυροσβέστες δεν μπορούν να πράξουν ότι θέλουν ακόμα και αν έχουν δική τους κρίση. Στις πλείστες περιπτώσεις οι πυροσβέστες καθοδηγούνται από τους ανωτέρους τους», είπε.

 

Αντεξεταζόμενος από τον Θανάση Κορφιώτη, συνήγορο υπεράσπισης του Διοικητή της ΕΜΑΚ Ανδρέα Λοϊζίδη, ο μάρτυρας είπε πως η επίσημη ενημέρωση της βάρδιας γίνεται στο χώρο αναψυχής από τον υπεύθυνο λοχία και γίνεται καταχώρηση στο ημερολόγιο. Πρόσθεσε πως όταν ανταποκριθεί σε επεισόδιο στο οποίο υπάρχει πρόβλημα, πάντοτε ζητά οδηγίες από τον ανώτερο του και πως αν δεν του δοθούν οδηγίες, θα κάνει ό,τι θέλει ο ίδιος σύμφωνα με τις γνώσεις του.

 

Η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής Πωλίνα Ευθυβούλου είπε ότι επειδή η εκδίκαση της υπόθεσης είναι σχεδόν καθημερινή, αντιμετωπίζει δυσκολίες στη επαφή της με τους μάρτυρες και στα προβλήματα κλήσης των μαρτύρων για κατάθεση τους στο Δικαστήριο.

 

Στην απόφαση των Δικαστών, που ανέγνωσε στην αίθουσα, ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Τεύκρος Οικονόμου είπε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται τέτοιο πρόβλημα και πως το Δικαστήριο έχει προβεί σε παραχωρήσεις και υποδείξεις για το ζήτημα. Πρόσθεσε ότι η Κατηγορούσα Αρχή έχει αναλάβει μια ιδιαίτερα σοβαρή υπόθεση με μεγάλο αριθμό μαρτύρων και τόνισε την ανάγκη για ταχύτατη εξέταση της υπόθεσης και ταχεία απόδοση της δικαιοσύνης. Σημείωσε ότι είναι ανεπιθύμητη η μακρά εκκρεμότητα για τους κατηγορούμενους, για τα άτομα που επηρεάζονται και για την κοινωνία, προσθέτοντας πως η υπόθεση δικάζεται κατά προτεραιότητα σε βάρος άλλων υποθέσεων.

 

Ανέφερε ακόμα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο προέβη σε διευθετήσεις ώστε να έρχονται δικαστές από την Πάφο για να εκδικάζουν υποθέσεις του Κακουργιοδικείου Λάρνακας και Αμμοχώστου και είπε πως η δικαιοσύνη έχει μεριμνήσει για την εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης μέρα παρά μέρα.

 

Αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα της υπόθεσης και του μεγάλου όγκου εργασίας, συνέχισε, η δική μας θέση είναι ότι η αντιμετώπιση τους δεν πρέπει να γίνει σε βάρος της διαδικασίας και της συνταγματικότητας. Αναμένουμε επίλυση του προβλήματος που αντιμετωπίζει η Κατηγορούσα Αρχή συνεχίζοντας την εκδίκαση της υπόθεσης απρόσκοπτα, κατέληξε.