Σε μία πρωτοφανή και ταυτόχρονα τολμηρή δημόσια παρέμβαση, ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2024, Κυριάκος Ιωάννου, αμφισβήτησε ανοιχτά τόσο τη διαδικασία απονομής όσο και την ίδια τη σύνθεση της επιτροπής.
Απαντώντας στην ανακοίνωση του Υφυπουργείου Πολιτισμού, που έκανε λόγο για «λογοκρισία» και παραβίαση της εχεμύθειας των διαδικασιών, ο κ. Ιωάννου ήταν ξεκάθαρος. «Εκ μέρους μου δεν υπήρξε καμία λογοκρισία, αυτά τα βιβλία κυκλοφορούν και θριαμβεύουν. Επομένως δεν υπάρχει κανένα ζήτημα απαγόρευσης. Η εχεμύθεια σταματά άμα τελειώσει η συνεδρία. Και η συνεδρία έχει παρέλθει».
Ο πρόεδρος της επιτροπής αμφισβήτησε επίσης την επάρκεια ορισμένων μελών της, λέγοντας «πώς γίνεται ένα από τα μέλη της Επιτροπής να είναι ειδικός στη μετάφραση και η ίδια να δηλώνει ότι δυσκολεύεται να διαβάσει κυπριακή λογοτεχνία; Ή πώς μπορεί ένα άλλο μέλος, ειδικευμένο στην αγγλική λογοτεχνία, να αποτιμήσει σωστά το κυπριακό λογοτεχνικό έργο;».
Σημείο αιχμής αποτέλεσε και το βραβείο νέου λογοτέχνη. Ο κ. Ιωάννου είπε πως «αγανάκτησε» όταν είδε να βραβεύεται «λογοτεχνικό έργο με πάρα πολλά βωμολοχικά αποσπάσματα», επισημαίνοντας ότι σύμφωνα με τον κανονισμό, τα βραβευμένα βιβλία αγοράζονται και διανέμονται στα σχολεία της Κύπρου. «Το να επιλέγεις να διαβάσεις κάτι είναι ένα θέμα. Το να επιλέγεται και να διδάσκεται στα σχολεία είναι κάτι πολύ διαφορετικό», τόνισε.
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην ευρύτερη τάση αμφισβήτησης της πατριωτικής θεματικής στην κυπριακή λογοτεχνική παραγωγή. «Υπάρχει μια νεοκυπριακή μερίδα που θεωρεί ατόπημα να ασχολείται κανείς με την πατρίδα, τη θρησκεία, τα τραύματα του 1974. Αυτά πετάγονται στον κάλαθο».
Κλείνοντας, ο κ. Ιωάννου απηύθυνε συγχαρητήρια στους βραβευθέντες και δήλωσε πως η παρέμβασή του στοχεύει στο να «σπάσουν τα αποστήματα» ενός «πανίσχυρου κατεστημένου». «Χαλάλι το κόστος. Έχω πάρει τόση αγάπη από την κοινωνία των πολιτών που δεν το μετανιώνω. Εμείς τζιαμέ, ελιές τζαι τερατσιές πάνω στον ρότσο τους».





