Οι πατέρες της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ απευθύνουν ανοικτή επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Γενικό Εισαγγελέα, τον Αρχηγό της Αστυνομίας Κύπρου και λοιπούς αρμόδιους φορείς, καταγγέλλοντας σοβαρές παραβιάσεις της νομιμότητας και της ισονομίας. 

Μιλούν για παράνομη εισβολή, στέρηση ελευθερίας , και κατάσχεση πολύτιμων προσωπικών αντικειμένων αξίας άνω των €400.000—επισημαίνοντας ταυτόχρονα ανησυχητική αδράνεια από Νομική Υπηρεσία για απόδοση δικαιοσύνης. 

Απαιτούν άμεση ενεργοποίηση της δικαστικής διαδικασίας και διαφάνεια, διεκδικώντας αυστηρή τήρηση των συνταγματικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.

Αυτούσια η ανάρτηση 

Ανοικτή Επιστολή - κραυγή διαμαρτυρίας προς τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γενικό Εισαγγελέα, Αρχηγό της Αστυνομίας Κύπρου και άλλους αρμόδιους φορείς για καλύτερη εμπέδωση της ισονομίας και την άμεση απόδοση δικαιοσύνης. 

Προς:

·       Νομική Υπηρεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας- Γενικό Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατία

·       Αρχηγό Αστυνομίας Κύπρου

·       Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς

·       Επίτροπος Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Ombudsperson)

·       Βουλή των Αντιπροσώπων – Επιτροπή Νομικών & Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

·       Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Παραπόνων Κατά της Αστυνομίας (ΑΑΔΠΑ)

·       Ελεγκτής της Δημοκρατίας

·       Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως - Μονάδα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

·       Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο

·       Ειδική Αντιπρόσωπος του ΟΗΕ για Θρησκευτική Ελευθερία ή Υπερασπιστές Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Κοινοποίηση:

Εξοχότατο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας

Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας

Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου

Θέμα:

Καταγγελία για παράνομη εισβολή, παράνομη στέρηση ελευθερίας, παράνομη κατάσχεση και κλοπή εις βάρος των πατέρων της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ – Αδράνεια, αδικαιολόγητη αποχή και ενδεχόμενη διαφθορά της Νομικής Υπηρεσίας και των Αρμόδιων Αρχών – Αιτήματα άμεσης και πλήρους ενεργοποίησης της δικαστικής διαδικασίας. 

Αξιότιμοι κύριοι,

Η παρούσα επιστολή υποβάλλεται εκ μέρους των πατέρων της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, με σκοπό να αναδείξουμε και να καταγγείλουμε την εκκωφαντική, αδικαιολόγητη και επικίνδυνη αδράνεια που τηρείται από τις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και να επισημάνουμε την ενδεχόμενη διαφθορά ή εκτός νόμου δράση του Γενικού Εισαγγελέα και της Νομικής Υπηρεσίας, που οδηγεί σε πλήρη αναστολή των νόμιμων ποινικών διώξεων σε βάρος του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) και των συνεργών του.

Από τις αρχές του 2024, άνδρες ενεργούντες υπό τις οδηγίες του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) μερικοί εκ των οποίων ήταν κουκουλοφόροι και άγνωστοι προς εμάς, εισέβαλαν παράνομα και βίαια στην περιφραγμένη και κατοικημένη Ιερά Μονή Οσίου Αββακούμ, χωρίς την έκδοση εντάλματος, καταλαμβάνοντάς την δια της βίας.

Αυτό το «επιχείρημα» του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) να εισέλθουν κατ’ εντολή του απεσταλμένοι του, χωρίς την συγκατάθεση μας και ιδιαίτερα κατά την τεχνηέντως σκηνοθετημένη εκ μέρους του απουσία μας, με ταυτόχρονη αφαίρεση προσωπικών μας αντικειμένων, είναι παράνομη διότι παραβιάζει το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα στο απαραβίαστο της κατοικίας και της ιδιοκτησίας. Το σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας προστατεύει την ιδιωτικότητα και την περιουσία κάθε προσώπου, συμπεριλαμβανομένων και των μοναχών, ανεξάρτητα από την Εκκλησιαστική εποπτεία που ασκεί ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκης). Η αυθαίρετη είσοδος και η αφαίρεση περιουσίας χωρίς συναίνεση ή δικαστική εντολή, συνιστούν παραβίαση τόσο του Ποινικού όσο και του Αστικού Δικαίου καθώς και των Εκκλησιαστικών Κανόνων που αναγνωρίζουν την Μονή ως κατοικία και άσυλο των μοναχών. Αυτό συνιστά κατάφορη παραβίαση θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαιτέρος παραβίαση του άρθρου 15 (απαραβίαστο της κατοικίας), του άρθρου 23 (προστασία ιδιοκτησίας) και του άρθρου 11 (προστασία της ιδιτωτικής ζωής).

Κατά την παράνομη αυτή ενέργεια του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) στερηθήκαμε την ελευθερία κινήσεώς μας για χρονικό διάστημα άνω των δέκα (10) ωρών, υπό συνθήκες ψυχολογικής πίεσης και περιορισμού (άρθρο 138 Ποινικού Κώδικα - παράνομη στέρηση ελευθερίας). Επιπλέον, κατασχέθηκαν παράνομα τα προσωπικά μας τηλέφωνα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα, χωρίς την παρουσία αστυνομικού ή εισαγγελικού λειτουργού, ενώ απομακρύνθηκαν από το χώρο της ιδιωτικής μας κατοικίας – μοναστηριακής οικίας – προσωπικά αντικείμενα μεγάλης και ανεκτίμητης αξίας, συνολικής αξίας άνω των τετρακοσίων χιλιάδων ευρώ (€400.000) ως αποτέλεσμα να παραβιαστούν τα άρθρα 138 και 251 του Ποινικού Κώδικα (κλοπή, παράνομη κατάσχεση, παράνομη είσοδος σε κατοικία).

Σας υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με τη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου και συγκεκριμένα στην υπόθεση Machairas Monastery κατά οικογένειας μοναχού του 2009, αναγνωρίστηκε ρητά ότι ο μοναχός έχει δικαίωμα προσωπικής περιουσίας ανεξαρτήτως της ιδιότητάς του ως μέλους μοναστικής κοινότητας, καθώς το Δικαστήριο έκρινε ότι ούτε η Εκκλησία ούτε το μοναστήρι μπορούν να διεκδικήσουν ή να κατάσχουν περιουσία που ανήκει σε μοναχό χωρίς τη συγκατάθεσή του ή χωρίς την έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης και συνεπώς η προσωπική περιουσία του μοναχού είναι απολύτως διακριτή από τη μοναστηριακή περιουσία και προστατεύεται νομικά όπως κάθε άλλη ιδιωτική περιουσία. Στην δική μας περίπτωση όμως δεν ήμασταν μόνο με την ιδιότητα του μοναχού αλλά και την ιδιότητα του κληρικού, οπόταν έτσι λαμβάναμε μισθό (από το Κεντρικό Εκκλησιαστικό Ταμείο) κατ’ εντολή της Εκκλησιαστικής μας αρχής ως διορισμένοι σε ενοριακό ναό (και έτσι αναγνωρίζετω από την ίδια την Εκκλησιαστική μας αρχή το δικαίωμα μας για απόκτηση προσωπικής μας περιουσίας).

Παρά τις επανειλημμένες γραπτές καταγγελίες μας προς την Αστυνομία και τη Νομική Υπηρεσία, δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα κανένα ένταλμα έρευνας για τον εντοπισμό και προστασία των προσωπικών μας αντικειμένων, ούτε έχει ασκηθεί οποιαδήποτε δίωξη, ενώ ούτε καν απλές ανακριτικές ενέργειες δεν έχουν πραγματοποιηθεί με το σωστό τρόπο, για τον εντοπισμό και την επιστροφή των κλοπιμαίων, με κίνδυνο τα περισσότερα από τα προσωπικά μας αντικείμενα να κινδυνεύουν να απολεσθούν. Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη φυσικά και νομικά δικαιώματα των ανθρώπων, τα οποία δεν μπορούν να παραβιαστούν από κανένα θρησκευτικό ή επαγγελματικό καθεστώς. Είχαμε αναφέρει στην αστυνομία ότι κατέχουμε όλες τις σχετικές αποδείξεις, όπως τιμολόγια, φωτογραφίες και άλλα έγγραφα, που αποδεικνύουν την κατοχή της προσωπικής μας περιουσίας ακόμα και πριν την ένταξή μας στην Ιερά Μονή Οσίου Αββακούμ και για αυτό προσφύγαμε και κάναμε την εν λόγω καταγγελία.

Κάτι που μας προβληματίζει έντονα και θέλουμε να επισημάνουμε είναι ότι ο ανακριτής που ερευνά την υπόθεση της κλοπής ερωτηθείς από μέλος της αδελφότητας για το αν έχει εντοπίσει και κατασχέση τα καταγγελθέντα αντικείμενα, μας ανέφερε ότι παρέδωσε, παράνομα και πρωτοφανώς, τη λίστα των κλοπιμαίων αντικειμένων που του είχαμε καταγγείλει, στον ίδιο τον Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) - (δηλαδή τον ίδιο τον καταγγελθέντα για κλοπή) με σκοπό τον εντοπισμό τους, μια πράξη που προσβάλλει το κράτος δικαίου και θέτει σε αμφισβήτηση την αμεροληψία της έρευνας (άρθρο 257 Ποινικού Κώδικα - κατάχρηση εξουσίας από δημόσιο λειτουργό). Μας ανάφερε ότι δεν μπορεί να ψάχνει τα κλοπιμαία αντικείμενα μέσα σε όλο το μοναστήρι και στην Μητρόπολη Ταμασού και έτσι ζήτησε τη βοήθεια του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) - (του ιδίου του κλέφτη δηλαδή). Επιπλέον, στις 3 Ιουλίου 2025, στα πλαίσια ερώτησης που αφορούσε την τύχη των κλοπιμάιων προσωπικών μας αντικειμένων, απευθυνθήκαμε ενδεικτικά και για λόγους κυρίως ασφαλείας, προς τον αστυνομικό ανακριτή, προκειμένου να ενημερωθούμε αν έχει προβεί στην κατάσχεση του ηλεκτρονικού κλειδιού του προσωπικού μας οχήματος, το οποίο είχε κλαπεί και βρισκόταν στην κατοχή του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) διότι είχαμε ανησυχία ίσως για μια ενδεχόμενη περαιτέρω κλοπή του ίδιου του οχήματός μας.

Ο αστυνομικός ανακριτής μας διαβεβαίωσε ότι όλα τα καταγγελθέντα ευρίσκονται υπό την προστασία της Αστυνομίας. Ωστόσο, τον ενημερώσαμε ότι ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκης) στις 24 Ιουνίου μας απέστειλε επιστολή συνοδευόμενη από λίστα μερικών εκ των προσωπικών μας αντικειμένων τα οποία κατέχει μέχρι σήμερα, μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν και το κλειδί του προσωπικού μας οχήματος. Τότε μας ανέφερε ότι η περιουσία αυτή είναι διαφιλονικούμενη και ότι ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης, (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκης) έχει το δικαίωμα ως οικείος Μητροπολίτης να τα κατακρατεί και να κρίνει αυτός τι είναι δικό μας. Επίσης, ερωτηθείς αν έχει εντοπίσει όλα τα αντικείμενα της λίστας, μας είπε ότι κάποια δεν τα βρίσκουν! Η παρούσα κατάσταση κρίνεται ως απαράδεκτη και ενίοτε γελοία, ενώ ο ανακριτής μας τόνισε ότι ενεργεί κατ’ εντολήν της Νομικής Υπηρεσίας και των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών. Οπόταν είναι ξεκάθαρο πλέον ότι για την απώλεια, απουσία ή τυχόν μη ανεύρεση των εν λόγω αντικειμένων, την ευθύνη φέρει αποκλειστικά προτίστως ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκης) - (ο οποίος φέρεται ως δράστης της κλοπής) και ο εξαιρετικά πλημμελής έως και ακατάλληλος χειρισμός της υπόθεσης εκ μέρους των αστυνομικών αρχών, οι οποίες ενήργησαν υπό τις οδηγίες των «ανεξάρτητων» ποινικών ανακριτών.

Για τους λόγους αυτούς, παρακαλούμε να μας απαντήσετε στα ακόλουθα κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία θεωρούμε ότι άπτονται του πυρήνα της θεσμικής διαφάνειας και της δίκαιης διερεύνησης της υπόθεσης:

1.Κάτω από ποιο νομικό ή θεσμικό καθεστώς ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας Κυκκώτης (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκης) κατέχει και διατηρεί προσωπικά μας αντικείμενα, τα οποία έχουμε ρητά καταγγείλει ως κλαπέντα;

2.Έχει η Αστυνομία ή/και η Νομική Υπηρεσία δώσει επίσημη έγκριση για να διατηρεί ο καταγγελλόμενος δράστης αντικείμενα που αποτελούν τεκμήρια ποινικής υπόθεσης; Αν ναι, με ποιο σκεπτικό;

3.Γιατί δεν έχει διαταχθεί η κατάσχεση των εν λόγω αντικειμένων, παρόλο που:

Έχουν καταγγελθεί ως προϊόντα κλοπής.

Έχουν εντοπιστεί σε συγκεκριμένη κατοχή.

Αναγνωρίζονται ρητώς μερικά σε επιστολή του ίδιου του φερόμενου δράστη;

4.Επιτρέπεται σε ανακριτικό όργανο να παραδίδει στον καταγγελλόμενο (φερόμενο ως δράστη) τη λίστα των καταγγελθέντων κλοπιμαίων, προκειμένου να “βοηθήσει” στον εντοπισμό τους; Ποια είναι η νομική βάση αυτής της ενέργειας;

Παρακαλούμε επίσης όπως μας ενημερώσετε αναλυτικά για την πορεία των ποινικών υποθέσεων που εκκρεμούν σχετικά με την καταγγελία μας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν διαδικαστικών ενεργειών, αποφάσεων, καθώς και των επόμενων βημάτων που προβλέπονται.

Θεωρούμε ότι ως άμεσα ενδιαφερόμενοι δικαιούμαστε να γνωρίζουμε την εξέλιξη της υπόθεσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η αποτελεσματικότητα της απονομής της δικαιοσύνης.

Η μέχρι σήμερα στάση της Νομικής Υπηρεσίας και η σιωπή του Γενικού Εισαγγελέα, που δεν έχουν εκδώσει καμία κατηγορία ή ένταλμα έρευνας ή ακόμα και σύλληψης (διότι όπως διαφαίνεται ένας Μητροπολίτης είναι προνομιούχος πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας και τυγχάνει ασύλου και «κουκκουλώματος» ) για τις σοβαρότερες καταγγελίες που έχουμε προβεί (παρά μόνο για την παραβίαση προσωπικών δεδομένων), οδηγεί σε βάσιμη υποψία διαφθοράς και συγκάλυψης, και καθιστά την ίδια τη δικαιοσύνη ανίσχυρη και υπόλογη (άρθρο 10 Συντάγματος Κύπρου - ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, και άρθρα 2, 6, 13, 14 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου - δικαιώματα στην ελευθερία, δίκαιη δίκη, προστασία προσωπικών δεδομένων κλπ).

Επίσης, καταγγέλλουμε με έντονο τρόπο την αστυνομία για την αδυναμία και την αδιαφορία που επέδειξε στην προστασία της προσωπικής μας περιουσίας εντός του μοναστηριού, παρά τις επανειλημμένες καταγγελίες μας ως πολίτες αυτής της «Δημοκρατίας». Η αστυνομία όπως γνωρίζουμε οφείλει να διασφαλίζει την εφαρμογή του νόμου και την προστασία των δικαιωμάτων μας σύμφωνα με το Σύνταγμα και τη σχετική νομοθεσία, όμως δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψει την αυθαίρετη και παράνομη συμπεριφορά του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) ο οποίος, με τις καταγγελλόμενες εγκληματικές του ενέργειες, έχει καταστήσει τον εαυτό του όχι μόνο επικίνδυνο για τη δημόσια τάξη, αλλά και επιβλαβή για το ίδιο το δημόσιο συμφέρον. Η ιδιότητά του ως Εκκλησιαστικού αξιωματούχου δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι για ασυλία ούτε κάλυμμα για παράνομες πρακτικές· αντιθέτως, η ανοχή απέναντί του τροφοδοτεί την ατιμωρησία και πλήττει κατάφορα το Κράτος Δικαίου. Η αδράνεια αυτή δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο για την παραβίαση του νόμου και της δικαιοσύνης εντός εκκλησιαστικών χώρων και μας αναγκάζει να ζητήσουμε «άμεση» παρέμβαση και ουσιαστικά μέτρα προστασίας εκ μέρους των Αρμόδιων Αρχών.

Η αδράνεια αυτή αποτελεί ευθεία παραβίαση θεμελιωδών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα καθώς παραβιάστηκαν σωρεία άρθρων του Ποινικού Κώδικα μεταξύ άλλων τα άρθρα που αφορούν την παράνομη κατακράτηση (άρθρο 138), την παράνομη είσοδο σε κατοικία (άρθρο 173), την κλοπή κινητών πραγμάτων και από κατοικία (άρθρο 251), την παράνομη στέρηση ελευθερίας (άρθρο 138), την κατάχρηση εξουσίας από δημόσιο λειτουργό (άρθρο 257), την ψευδή κατάθεση (άρθρο 205), τη διατάραξη οικιακής ειρήνης (άρθρο 171), καθώς και τη νομοθεσία που προστατεύει την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα (Νόμος περί Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα). Επιπλέον, παραβιάζει άρθρα του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας σχετικά με την ατομική ελευθερία και ασφάλεια (άρθρο 7), το δικαίωμα στην ιδιοκτησία (άρθρο 14), την ισότητα ενώπιον του νόμου (άρθρο 28), την προστασία της προσωπικότητας και της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 15), καθώς και την προστασία των δεδομένων (άρθρο 15Α).

Παράλληλα, η κατάσταση παραβιάζει τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια (άρθρο 5), το δικαίωμα σε Δίκαιη Δίκη εντός εύλογου χρόνου (άρθρο 6), το δικαίωμα σε σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, κατοικίας και αλληλογραφίας (άρθρο 8, το δικαίωμα σε πραγματική προσφυγή (άρθρο 13), την απαγόρευση διακρίσεων (άρθρο 14) και την προστασία της περιουσίας (άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου).

Η εκκωφαντική σιωπή και η αδράνεια της Νομικής Υπηρεσίας και της Αστυνομίας, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή μεταχείριση του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) – που κατηγορείται για σοβαρά αδικήματα – δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά για την ανεξαρτησία και αμεροληψία της δικαιοσύνης, παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας (άρθρο 28 Συντάγματος) και δημιουργώντας υπόνοιες συγκάλυψης και διαφθοράς.

Επιφυλασσόμεθα αυστηρά για κάθε νόμιμο δικαίωμά μας, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης προσφυγής ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εφόσον συνεχιστεί αυτή η πρωτοφανής παραβίαση των δικαιωμάτων μας και η αδικαιολόγητη αδράνεια των αρμοδίων αρχών. Ζητούμε την άμεση έκδοση των απαραίτητων ενταλμάτων, την πλήρη και αμερόληπτη διερεύνηση όλων των καταγγελιών, την άσκηση ποινικών διώξεων χωρίς καμία καθυστέρηση και την επιστροφή της κλαπείσας προσωπικής περιουσίας μας εκ μέρους του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινή Ησαΐα Κυκκώτη (κατά κόσμον Σπυρίδων Γεωργάκη) καθώς και την προσωπική μας περιουσία την οποία κατακρατεί παρανόμως η αστυνομία μέχρι σήμερα και δεν αποτελεί τεκμήριο έρευνας και αντικείμενο μελέτης.

Δεν διεκδικούμε τίποτε περισσότερο από τη δικαιοσύνη. Δεν ανεχόμαστε τίποτε λιγότερο από την ισονομία.

Τέλος, κρίνουμε επιβεβλημένο να επισημάνουμε σε συνέχεια των πρόσφατων εξελίξεων σχετικά με τη διαχείριση ποινικών υποθέσεων από τη Νομική Υπηρεσία και τα σοβαρά πρόστιμα που καλείται να καταβάλει η Κυπριακή Δημοκρατία, ότι τούτο οφείλεται ευθέως στην ανεπαρκή και ελλιπή διερεύνηση των υποθέσεων εκ μέρους των Αρμοδίων Αρχών, σύμφωνα με τις πρόσφατες καταδίκες της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ΕΔΔΑ. Η πρακτική αυτή, κατά την οποία η διερεύνηση πραγματοποιείται με ανεπαρκή ζήλο και χωρίς την αναγκαία αντικειμενικότητα, έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρύνεται η Δημοκρατία με σημαντικές οικονομικές κυρώσεις. Επιπλέον, συνήθως, όταν οι υποθέσεις επανέρχονται στο προσκήνιο μέσω προσφυγών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, είναι πλέον αργά για την ουσιαστική διερεύνησή τους, καθώς έχουν ήδη χαθεί κρίσιμες μαρτυρίες, έχουν αλλοιωθεί ή καταστραφεί σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία. Η διαπίστωση λαθών και η ανάθεση ευθυνών δυστυχώς πραγματοποιούνται μόνον εκ των υστέρων, γεγονός που αποκαλύπτει μια παθητική και μη ικανοποιητική προσέγγιση στη λειτουργία της Δικαστικής και Διοικητικής Εξουσίας. Η εν λόγω κατάσταση υπονομεύει την εμπιστοσύνη του κοινού στους θεσμούς, προκαλεί αγανάκτηση και λαική κατακραυγή και καθιστά απολύτως επιτακτική την ανάγκη για άμεση και ουσιαστική αναθεώρηση και ενίσχυση των διαδικασιών διερεύνησης και επιβολής της δικαιοσύνης, ώστε να αποτραπεί η επανάληψη παρόμοιων φαινομένων και να διασφαλιστεί η έγκαιρη και αποτελεσματική απόδοση ευθυνών στους ηθικούς αυτουργούς.

Η παρούσα επιστολή δύναται να δημοσιοποιηθεί για την ενημέρωση της κοινωνίας και την ενίσχυση της διαφάνειας, γιατί ο λαός και οι θεσμοί έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν την αλήθεια.

Με σεβασμό και προσήλωση στο δίκαιο,

Η νόμιμη εκδιωχθείσα αδελφότητα της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ.