Η 1η Ιουλίου 1878 συνδέεται άμεσα με τη μετάβαση της Κύπρου από την Οθωμανική στην αγγλική κυριαρχία, ως αποτέλεσμα της συμφωνίας μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Μεγάλης Βρετανίας που υπογράφηκε στις 4 Ιουνίου 1878 κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου του Βερολίνου. Στις 4 Ιουνίου 1878, με τη Συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας (Defence Alliance Treaty), η Οθωμανική Αυτοκρατορία παραχώρησε την Κύπρο στη Μεγάλη Βρετανία ως προτεκτοράτο, με αντάλλαγμα τη βρετανική στρατιωτική υποστήριξη σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης σε οθωμανικά εδάφη.

Η μεταβίβαση της διοίκησης δεν προήλθε από πόλεμο ή κατάκτηση, αλλά από μια διπλωματική συμφωνία ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Η συμφωνία προέβλεπε ότι η Βρετανία θα διοικούσε την Κύπρο για αόριστο χρονικό διάστημα, με αντάλλαγμα τη στρατιωτική στήριξή της προς την Υψηλή Πύλη στη Διάσκεψη του Βερολίνου, όπου θα επαναπροσδιοριζόταν ο χάρτης των Βαλκανίων μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο.

Όταν υψώθηκε η Βρετανική σημεία στη Λευκωσία 

Την 1η Ιουλίου, οι Βρετανοί αποβιβάστηκαν στο νησί και άρχισε να κυματίζει η βρετανική σημαία, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή διοικητικής, πολιτικής και κοινωνικής μετάβασης.

Η βρετανική σημαία υψώνεται στο Μετόχι του Αγίου Προκοπίου τον Ιούλιο του 1878, καθώς ξεκινά η βρετανική κυριαρχία στην Κύπρο.

Στη Λευκωσία, τη βρετανική σημαία ύψωσε ο Αντιναύαρχος Λόρδος Τζον Χέι, παραλαμβάνοντας τη διοίκηση από τον Μουτασαρίφη Μπεσίμ Πασά. Τις επόμενες ημέρες ολοκλήρωσε την κατάληψη του νησιού εκ μέρους των Βρετανών. Ωστόσο, η προσωρινή αυτή αποστολή του διήρκεσε μόλις δέκα ημέρες, έως την άφιξη του στρατηγού Σερ Γκάρνετ Τζόζεφ Γουόλσλεϊ (μετέπειτα Στρατάρχη), ο οποίος θα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της Κύπρου.

Στις 22 Ιουλίου 1878, ο Γουόλσλεϊ έφθασε στη Λάρνακα με το πολεμικό πλοίο «Himalaya», συνοδευόμενος από μεγάλο αριθμό Βρετανών και Ινδών στρατιωτών. Την ίδια μέρα, σε επίσημη τελετή, ανακηρύχθηκε Ύπατος Αρμοστής και Αρχιστράτηγος της Κύπρου, αναλαμβάνοντας την ύπατη διοίκηση του νησιού, στη θέση του Οθωμανού Μουτασαρίφη.

Ο Γουόλσλεϊ απηύθυνε και δημόσια διακήρυξη προς τον κυπριακό λαό, η οποία εκδόθηκε από τον Αρχηγό του Επιτελείου, Συνταγματάρχη G.R. Greaves, και μεταξύ άλλων ανέφερε:

«Η Βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας και Αυτοκράτειρα της Ινδίας, σε συμφωνία με τη Μεγαλειότητα του Σουλτάνου, υπέγραψε συνθήκη στην Κωνσταντινούπολη, με την οποία συμφωνείται η κατοχή και διοίκηση της Κύπρου στο όνομα και για λογαριασμό της Βασίλισσας.

Με βάση αυτή τη συνθήκη, η Αυτού Μεγαλειότητα μου ανέθεσε, ως Ύπατο Αρμοστή, τη διακυβέρνηση του νησιού. Αναλαμβάνω λοιπόν, στο όνομα της Βασίλισσας, τη διακυβέρνηση της Κύπρου και δηλώνω στον λαό του νησιού ότι σκοπός της νέας διοίκησης είναι η πρόοδος της γεωργίας και του εμπορίου, η εμπέδωση της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ασφάλειας, και η ισότητα όλων ενώπιον του νόμου.

Η διοίκηση δεν θα ευνοήσει καμία φυλή ή θρησκεία, αλλά θα υπηρετήσει το κοινό καλό όλων. Η Βασίλισσα επιθυμεί να διαφυλαχθούν οι παραδόσεις και τα έθιμα του λαού, και να εφαρμοστεί καλή και δίκαιη διακυβέρνηση, σε αρμονία με τις αρχές του πολιτισμού και της ελευθερίας.»

Η διακήρυξη καταλήγει με τη φράση: «Ο Θεός να σώζει τη Βασίλισσα».

Γενική άποψη του σημείου αποβίβασης στη Λάρνακα, όπως φαίνεται από το αγκυροβόλιο.
Από το έργο Κύπρος 1878: Το Ημερολόγιο του Σερ Γκάρνετ Γουόλσλεϊ.
 

 Από «διοίκηση» σε αποικία του Στέμματος

Αν και η Κύπρος παρέμεινε τυπικά υπό οθωμανική κυριαρχία, με τη Βρετανία να καταβάλλει έναν ετήσιο φόρο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η πραγματική εξουσία ανήκε στους Βρετανούς. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε έως το 1914, όταν με την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας, η Βρετανία ανακοίνωσε την πλήρη προσάρτηση της Κύπρου.

Το 1925, η Κύπρος ανακηρύχθηκε επισήμως αποικία του Βρετανικού Στέμματος (Crown Colony), γεγονός που ενίσχυσε την παρουσία και τον έλεγχο της αποικιοκρατικής δύναμης στο νησί.

Η γεωπολιτική σημασία της Κύπρου

Η παραχώρηση της Κύπρου στη Βρετανία δεν ήταν τυχαία. Το νησί κατείχε καίρια γεωστρατηγική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο, κοντά στις τότε βρετανικές κτήσεις στην Ινδία και τη Μέση Ανατολή και κοντά στην Διώρυγα του Σουέζ. Η Κύπρος αποτέλεσε για τη Βρετανία ένα προκεχωρημένο φυλάκιο επιρροής και ελέγχου, ιδιαίτερα σε μια περίοδο έντονης αντιπαράθεσης των Μεγάλων Δυνάμεων για τις σφαίρες επιρροής.

Οι πρώτες εφημερίδες

Αξίζει να σημειωθεί πως τον ίδιο χρόνο της αλλαγής (1878), λειτούργησε στην Κύπρο το πρώτο τυπογραφείο, που σήμανε και τη γέννηση της κυπριακής δημοσιογραφίας. Τον Αύγουστο του 1878 κυκλοφόρησε στη Λάρνακα η πρώτη εφημερίδα, που είχε τίτλο Cyprus και ήταν εβδομαδιαία. Εκδότης της ο λόγιος Θεόδουλος Κωνσταντινίδης. Η εφημερίδα, που αργότερα μετονομάστηκε σε «Κίτιον» και σε «Νέον Κίτιον» κυκλοφορούσε μέχρι το 1884. Από το 1880 εκδιδόταν στη Λεμεσό η «Αλήθεια», από το 1891 στη Λάρνακα το «Έθνος», από το 1890 στη Λευκωσία ο «Ευαγόρας» και ο «Κυπριακός Φύλαξ», από το 1906. Επίσης, από το 1906 άρχισε να κυκλοφορεί και η «Ελευθερία» που η έκδοσή της συνεχίστηκε μέχρι το 1974. Ακόμα, πολλές άλλες εφημερίδες, τοπικές κυρίως, εμφανίστηκαν σ' όλες τις πόλεις, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα εμφανίστηκαν και αρκετά φιλολογικά -λογοτεχνικά περιοδικά.