Το 2024 στην Κύπρο καταγράφηκαν 28 δασικές πυρκαγιές, οι οποίες έκαψαν συνολική έκταση 3.529 εκταρίων, με το 25% να εντοπίζεται εντός των περιοχών Natura2000, αναφέρει το Γραφείο της Επιτρόπου Περιβάλλοντος και Ευημερίας των Ζώων σε ανακοίνωσή του με την ευκαιρία της Εβδομάδας Προστασίας Δασών (5–11 Μαΐου).

«Διανύοντας την άνοιξη και καθώς πλησιάζουμε προς το καλοκαίρι», σημειώνεται, «είναι απαραίτητη η έγκαιρη προετοιμασία και επαγρύπνηση απέναντι στις περιβαλλοντικές προκλήσεις». Τονίζεται ότι «είναι σημαντικό να επανεξετάσουμε τις πρακτικές μας και να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας με στόχο τη θωράκιση των δασικών και αγροτικών περιοχών».

«Σύμφωνα με στοιχεία της έκθεσης του Κοινού Κέντρου Ερευνών (Joint Research Centre) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με τίτλο ‘’Δασικές πυρκαγιές στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική 2024’’, το 96% των δασικών πυρκαγιών προκαλείται από ανθρώπινες δραστηριότητες», αναφέρει το Γραφείο της Επιτρόπου Περιβάλλοντος. Προστίθεται ότι στην Κύπρο το 2024 καταγράφηκαν 28 δασικές πυρκαγιές, με καμένες εκτάσεις συνολικά 3.529 εκταρίων. «Πάνω από τα δύο τρίτα των περιοχών αυτών επηρεάστηκαν από πυρκαγιές κατά τον μήνα Ιούνιο» υπογραμμίζεται. Σημειώνεται επίσης ότι το 25% των καμένων περιοχών στην Κύπρο εντοπίζεται εντός των περιοχών Natura2000, γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία της προστασίας της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων από τις πυρκαγιές, «οι οποίες δεν επηρεάζουν μόνο το δασικό οικοσύστημα, αλλά επιφέρουν σοβαρές επιπτώσεις και στην οικονομία, την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και του εδάφους, καθώς και στην υδροφορία».

Επιπλέον, οι πυρκαγιές, πέρα από τις άμεσες περιβαλλοντικές και οικονομικές συνέπειες, επιταχύνουν και το φαινόμενο της ερημοποίησης, αναφέρει το Γραφείο της Επιτρόπου Περιβάλλοντος. «Η απώλεια φυτοκάλυψης και οργανικής ύλης καθιστά το έδαφος ευάλωτο στη διάβρωση και στην απώλεια υγρασίας, μειώνοντας έτσι τη δυνατότητα αποκατάστασης των φυσικών ισορροπιών, και σε βάθος χρόνου, επιτείνει την υποβάθμιση της γης», επισημαίνεται.

Παράλληλα, σημειώνεται ότι η ερημοποίηση απειλεί άμεσα την αγροτική παραγωγή και την οικολογική ισορροπία. Σύμφωνα με εθνικά δεδομένα, περίπου το 57% των εδαφών της Κύπρου παρουσιάζει ήδη σημάδια υποβάθμισης, ενώ το ποσοστό αυτό ενδέχεται να ξεπεράσει το 70% έως το 2050. «Οι πιέσεις της κλιματικής κρίσης σε συνδυασμό με καύσωνες, παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας, μείωση της φυτοκάλυψης και με ολιγομβρία, εντείνουν το πρόβλημα, κυρίως σε ξηρές και ημίξηρες περιοχές» προστίθεται.

«Μέτρα που μπορούν να συμβάλουν στον μετριασμό αυτών των φαινομένων, ανάμεσα σε άλλα, περιλαμβάνουν την αναδάσωση, την εδαφοκάλυψη για προστασία από διάβρωση, τη βιολογική και την αναγεννητική γεωργία, και τη βελτίωση της απόδοσης στη χρήση νερού για άρδευση, που παραμένει ο μεγαλύτερος καταναλωτής νερού στην Κύπρο και σε άλλες μεσογειακές χώρες», υπογραμμίζεται.

«Στο ίδιο πλαίσιο αναδεικνύεται και η σημασία της αξιοποίησης παραδοσιακών πρακτικών διαχείρισης του τοπίου, όπως οι δόμες και άλλες ξερολιθικές κατασκευές που βοηθούν στη συγκράτηση του εδάφους, του νερού, και της βιοποικιλότητας», αναφέρεται. «Αυτές οι τεχνικές δεν είναι κατάλοιπα του παρελθόντος, αλλά μπορούν να ενσωματωθούν σε σύγχρονες πρακτικές διαχείρισης, αποκατάστασης και βιώσιμης ανάπτυξης της υπαίθρου, με θετικά αποτελέσματα τόσο για την αγροτική οικονομία όσο και για το περιβάλλον», επισημαίνεται.

«Η πρόληψη των πυρκαγιών και η αντιμετώπιση της ερημοποίησης δεν είναι δύο ξεχωριστοί στόχοι, αλλά αλληλένδετες προτεραιότητες που απαιτούν συντονισμένη δράση και συνεργασία των φορέων, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής διαχείρισης του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, αλλά και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών» καταλήγει η ανακοίνωση.   

Πηγή: ΚΥΠΕ