Ο πανεπιστημιακός Γιώργος Κέντας, μιλώντας στην εκπομπή Μεσημέρι και Κάτι του ΣΙΓΜΑ, ανέλυσε την πορεία του Κυπριακού μετά την πρόσφατη συνάντηση στη Νέα Υόρκη. Όπως τόνισε, το αποτέλεσμα των συνομιλιών ήταν φτωχό, όμως σημαντικό παραμένει ότι «η διαδικασία δεν ναυάγησε».
Ο κ. Κέντας επισήμανε ότι το Υπουργείο Εξωτερικών, αν και διαχρονικά δεν είχε ενεργό ρόλο στις διαπραγματεύσεις, διαθέτει τη συσσωρευμένη γνώση για το Κυπριακό και η συμμετοχή του σήμερα μπορεί να αποδειχθεί ωφέλιμη. Σημείωσε, πάντως, ότι το να εστιάζουμε σε ζητήματα συμβολισμών –όπως η παρουσία του ΥΠΕΞ Κόμπου– είναι ανούσιο.
Για τα αποτελέσματα της Νέας Υόρκης, τόνισε πως το μεγαλύτερο μέρος των συζητήσεων αναλώθηκε σε τεχνικά θέματα, όπως τα οδοφράγματα, τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και δευτερεύοντα πολιτικά ζητήματα. Ιδιαίτερη μνεία έκανε στο μπραντεφέρ μεταξύ Χριστοδουλίδη και Τατάρ, υπογραμμίζοντας ότι η άνοιξη των οδοφραγμάτων δεν είναι πολιτικό ζήτημα, αλλά τεχνικό και απαιτεί συντονισμό πολλών φορέων.
Ο κ. Κέντας στάθηκε στον συμβολισμό της συνάντησης Χριστοδουλίδη-Φιντάν, λέγοντας πως εκεί ο Πρόεδρος δεν εκπροσώπησε απλώς την ελληνοκυπριακή κοινότητα, αλλά την Κυπριακή Δημοκρατία ως κράτος-μέλος της Ε.Ε., στέλνοντας μήνυμα πως τα «μέρη» του Κυπριακού είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και η Τουρκία.
Αναφερόμενος στην ευρύτερη εικόνα, ο Κέντας υποστήριξε ότι το Κυπριακό παραμένει αρένα εύκολης αντιπολίτευσης και λαϊκισμού, ενώ η πρωτοβουλία Χριστοδουλίδη από το 2023 «αφαιρεί επιχειρήματα» από τους επικριτές που κατηγορούσαν ότι δεν υπάρχει κινητικότητα.
Σε στρατηγικό επίπεδο, ανέλυσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία προσπαθεί να διατηρήσει τη διαδικασία ζωντανή, την ώρα που η Τουρκία προωθεί τη δική της ατζέντα περί δύο κρατών. Παράλληλα, αναγνώρισε ότι υπάρχει κίνδυνος οι κινήσεις για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης να ερμηνευθούν από την Άγκυρα ως αναγνώριση «δύο οντοτήτων».
Σε ό,τι αφορά τις δηλώσεις της Μαρίας Άνγκελα Χολγκουίν, είπε πως τα Ηνωμένα Έθνη δεν επιβάλλουν λύσεις, αλλά στηρίζονται στα ψηφίσματα και ότι είναι γεγονός πως σήμερα δεν υπάρχει συμφωνημένη βάση για διαπραγμάτευση. «Η μόνη πλευρά που αρνείται τη συμφωνημένη βάση είναι η τουρκική», ξεκαθάρισε.
Ο Κέντας εξέφρασε την άποψη ότι δεν ήταν ρεαλιστικό να περιμένουμε ουσιαστικό αποτέλεσμα από τη Νέα Υόρκη, καθώς ο στόχος δεν ήταν η λύση του Κυπριακού αλλά η διαχείριση δύο στρατηγικών: της τουρκικής απαίτησης για δύο κράτη και της προσπάθειας της Λευκωσίας να κρατήσει τη διαδικασία σε τροχιά.
Αναφερόμενος στις ελληνοκυπριακές-ελλαδικές σχέσεις, σχολίασε ότι αν και υπάρχουν διαφορετικές αναγνώσεις, διεθνώς η Ελλάδα και η Κύπρος θεωρούνται ενιαίο γεωπολιτικό μέτωπο. Η Αθήνα, σύμφωνα με τον Κέντα, επιδιώκει ήρεμες σχέσεις με την Άγκυρα, αλλά αυτή η στάση δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς να αντιμετωπίζεται και η ουσία της κατοχής στην Κύπρο.
Τέλος, μίλησε για δύο σημεία με μελλοντική σημασία: την Κυπριακή Προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. το 2026, η οποία όμως δεν θα επηρεάσει άμεσα το Κυπριακό, και την τουρκική επιδίωξη συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική Άμυνας, το οποίο μπορεί να δημιουργήσει έδαφος για πίεση προς την Τουρκία.
Έκανε ειδική αναφορά στη δυναμική της κυπριακής αμυντικής βιομηχανίας, υπογραμμίζοντας ότι υπάρχουν ευκαιρίες για τεχνολογική ανάπτυξη και ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, κυρίως σε νέες τεχνολογίες όπως τα drones.
Ολοκληρώνοντας, ο Κέντας υποστήριξε πως η Κύπρος πρέπει να επενδύσει σε συνέργειες και συνεργασίες, επιδιώκοντας να αξιοποιήσει το γεωπολιτικό της ρόλο και τις ευρωπαϊκές δυνατότητες.