Με μια νέα, θεσμικά διατυπωμένη αλλά πολιτικά αιχμηρή παρέμβαση, ο Κώστας Καραμανλής άφησε σαφείς αιχμές κατά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, αναζωπυρώνοντας το εσωκομματικό παρασκήνιο στη Νέα Δημοκρατία. Μιλώντας σε εκδήλωση προς τιμήν της Άννας Ψαρούδα – Μπενάκη, παρουσία του Αντώνη Σαμαρά, ο πρώην πρωθυπουργός προχώρησε σε μια ευρύτερη πολιτειακή αποτίμηση, εκφράζοντας την ανησυχία του για την πορεία της χώρας και την κατάσταση των θεσμών.
Αν και απέφυγε την άμεση αντιπαράθεση, το περιεχόμενο της ομιλίας του ερμηνεύθηκε ως έμμεσο “κατηγορώ” προς το Μέγαρο Μαξίμου. Ο κ. Καραμανλής μίλησε για «διογκούμενη απαξίωση της πολιτικής» και προειδοποίησε πως όταν οι πολίτες πιστεύουν ότι «οι θεσμοί χειραγωγούνται και οι ισχυροί δεν ελέγχονται», τότε «η χώρα οδεύει προς θεσμική κρίση». Με λόγο μετρημένο αλλά αιχμηρό, ξεχώρισε τους πολιτικούς που επιδιώκουν την εξουσία για ιδιοτελείς λόγους από εκείνους που υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, στέλνοντας σαφές μήνυμα για τον τρόπο άσκησης της διακυβέρνησης.
Η νέα αυτή παρέμβαση εντάσσεται σε μια σειρά δημόσιων διαφοροποιήσεων του πρώην πρωθυπουργού, οι οποίες τα τελευταία χρόνια λειτουργούν ως «θεσμικός αντίλογος» προς το κυβερνητικό αφήγημα. Από την υπόθεση των υποκλοπών, όπου ζήτησε «άπλετο φως» και προειδοποίησε για «ιοβόλες σκιές στη δημοκρατία», O Καραμανλής πέρασε στη κριτική του για τα ελληνοτουρκικά, όπου προειδοποίησε για «μη αναστρέψιμη κατάσταση ομηρίας απέναντι στην Τουρκία».
Επιπλέον, η στάση του απέναντι στη διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά έδειξε σαφή εσωκομματική διαφοροποίηση, καθώς υπερασπίστηκε το δικαίωμα στη διαφορετική άποψη και μίλησε για την ανάγκη εθνικής ενότητας. Η πρόσφατη, αμήχανη χειραψία στο Ωδείο Αθηνών ανάμεσα στον Καραμανλή και τον Μητσοτάκη, σε εκδήλωση παρουσία του Σαμαρά, αποτύπωσε την ψυχρότητα που χαρακτηρίζει τις σχέσεις των τριών κορυφαίων στελεχών της παράταξης.
Σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, η παρουσία Καραμανλή και Σαμαρά στην ίδια αίθουσα αυτή τη φορά, με παράλληλο κλίμα αποστασιοποίησης από το Μαξίμου, σηματοδοτεί όχι απλώς μια συγκυριακή διαφοροποίηση, αλλά μια πιο βαθιά πολιτική ρωγμή μέσα στη Νέα Δημοκρατία.