Επιταχύνθηκε η μείωση στην παραγωγή από τα υπάρχοντα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, παγκοσμίως, με επιπτώσεις στις αγορές και την ενεργειακή ασφάλεια, προειδοποιεί ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ).
«Χωρίς συνεχείς επενδύσεις σε αυτούς τους τομείς, ο κόσμος θα έχανε το ισοδύναμο της συνδυασμένης παραγωγής Βραζιλίας και Νορβηγίας, από το παγκόσμιο ισοζύγιο πετρελαίου κάθε χρόνο», υπογραμμίζει ο ΔΟΕ σε νέα του έκθεση με τίτλο «Οι επιπτώσεις των ρυθμών μείωσης των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου». Η έκθεση βασίζεται σε στοιχεία παραγωγής από περίπου 15.000 κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου σε όλο τον κόσμο.
Ακόμη και με τη συνέχιση των δαπανών για τα υπάρχοντα κοιτάσματα, η ανάλυση της ΔΟΕ δείχνει ότι θα απαιτούνταν περισσότερα από 45 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα (mb/d) πετρελαίου και σχεδόν 2.000 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου από νέα συμβατικά κοιτάσματα έως το 2050 για να διατηρηθεί η παραγωγή στα σημερινά επίπεδα.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΟΕ, ο μέσος ρυθμός με τον οποίο μειώνεται η παραγωγή από τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου με την πάροδο του χρόνου έχει επιταχυνθεί σημαντικά σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως λόγω της μεγαλύτερης εξάρτησης από σχιστολιθικές πηγές και πηγές σε μεγάλα βάθη στην θάλασσα, πράγμα που σημαίνει ότι «οι εταιρείες πρέπει να καταβάλλουν πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες από ό,τι στο παρελθόν για να διατηρήσουν την παραγωγή στα σημερινά επίπεδα».
Σημειώνει πως ο διεθνής διάλογος για το μέλλον του πετρελαίου και του φυσικού αερίου επικεντρώνεται συχνά στις τάσεις της ζήτησης, ενώ οι παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά λαμβάνουν λιγότερη σημασία.
«Μόνο ένα μικρό μέρος των επενδύσεων στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου χρησιμοποιείται για την αύξηση της ζήτησης, ενώ σχεδόν το 90% των ετήσιων επενδύσεων προορίζεται για την αντιστάθμιση των απωλειών εφοδιασμού στα υπάρχοντα κοιτάσματα», δήλωσε ο εκτελεστικός Διευθυντής της ΔΟΕ, Φατίχ Μπιρόλ.
Σύμφωνα με τον κ. Μπιρόλ, «τα ποσοστά μείωσης είναι το μεγάλο θέμα που δεν συζητείται σε καμία συζήτηση για τις επενδυτικές ανάγκες στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, και η νέα μας ανάλυση δείχνει ότι έχουν επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια».
Ανέφερε ότι στην περίπτωση του πετρελαίου, η απουσία επενδύσεων στον τομέα της εξόρυξης θα αφαιρούσε από την ισορροπία της παγκόσμιας αγοράς το ισοδύναμο της συνολικής ετήσιας παραγωγής της Βραζιλίας και της Νορβηγίας.
Πρόσθεσε ότι η κατάσταση αυτή σημαίνει ότι ο κλάδος πρέπει να κινηθεί «πολύ πιο γρήγορα απλώς για να παραμείνει στάσιμος».
«Πρέπει επίσης να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις πιθανές συνέπειες για την ισορροπία της αγοράς, την ενεργειακή ασφάλεια και τις εκπομπές ρύπων», υπογράμμισε.
Σύμφωνα με την έκθεση, τα υπεργιγαντιαία κοιτάσματα πετρελαίου στα εδάφη της Μέσης Ανατολής μειώνονται κατά λιγότερο από 2%, ετησίως, ενώ τα μικρότερα υπεράκτια κοιτάσματα στην Ευρώπη μειώνονται κατά μέσο όρο περισσότερο από 15%, ετησίως.
Το πετρέλαιο από σχιστολιθικά πετρώματα και το σχιστολιθικό αέριο μειώνονται ακόμη πιο έντονα: χωρίς επενδύσεις, η παραγωγή μειώνεται κατά περισσότερο από 35% μέσα σε ένα έτος και κατά επιπλέον 15% σε ένα δεύτερο έτος.
Στην έκθεση του, ο ΔΟΕ αναφέρει ότι το 2010, η διακοπή των επενδύσεων στον τομέα της εξόρυξης θα είχε μειώσει την προσφορά πετρελαίου κατά ελάχιστα λιγότερο από 4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα (mb/d) κάθε χρόνο.
Σήμερα, ο αντίστοιχος αριθμός είναι 5,5 mb/d, ενώ τα ποσοστά μείωσης του φυσικού αερίου έχουν αυξηθεί από 180 bcm, ετησίως, σε 270 bcm.
Σε αυτό το πλαίσιο, η διατήρηση της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου σε σταθερά επίπεδα με την πάροδο του χρόνου θα απαιτούσε την ανάπτυξη νέων πόρων, υπογραμμίζει.
Η νέα έκθεση του ΔΟΕ επισημαίνει επίσης ότι χρειάστηκαν σχεδόν 20 χρόνια κατά μέσο όρο για να περάσουμε από την έκδοση άδειας εξερεύνησης πετρελαίου και φυσικού αερίου μέχρι την πρώτη παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης μιας δεκαετίας για την ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων και μιας επιπλέον δεκαετίας για την αξιολόγηση, την έγκριση και την κατασκευή.
Πηγή: ΚΥΠΕ