Η συζήτηση γύρω από τα κλιματιστικά στη Βρετανία και την Ευρώπη έχει μετατραπεί σε πολιτισμικό και πολιτικό ζήτημα. Με την κλιματική αλλαγή να φέρνει συχνότερους και εντονότερους καύσωνες, η ζήτηση για οικιακά συστήματα ψύξης αυξάνεται ραγδαία· υπολογίζεται ότι έως το 2050 το ένα τρίτο των βρετανικών σπιτιών θα διαθέτει κλιματισμό.

Ωστόσο, σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ της Telegraph, το ζήτημα διχάζει. Στην πολιτική σκηνή, συντηρητικοί και δεξιοί βλέπουν το air condition ως λύση άμεσης ανακούφισης, προτάσσοντας την άνεση έναντι των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αντίθετα, αριστεροί και οικολόγοι το χαρακτηρίζουν «περιβαλλοντική εκτροπή», καθώς η υπερβολική χρήση του αυξάνει την κατανάλωση ενέργειας και επιδεινώνει τα κύματα καύσωνα. Ενδεικτικό είναι ότι στη Γαλλία, η Μαρίν Λεπέν μίλησε για μαζικό εξοπλισμό δημόσιων κτιρίων με κλιματιστικά, ενώ η ηγεσία των Πρασίνων απέρριψε κατηγορηματικά την ιδέα, ζητώντας πιο βιώσιμες λύσεις.

Οι ειδικοί προτείνουν εναλλακτικές: συστήματα εξάτμισης νερού, δίκτυα ψύξης με παγωμένο νερό από λίμνες ή θαλάσσια ύδατα, «δροσερές» στέγες, σκίαση και μόνωση. Ωστόσο, το κόστος του κλιματισμού –έως και 6.500 λίρες για πολυδωματιακά συστήματα– τον καθιστά λύση κυρίως για εύπορα νοικοκυριά, αφήνοντας πιο ευάλωτες τις φτωχότερες οικογένειες που συχνά ζουν σε υπερθερμαινόμενα σπίτια.

Η αντιπαράθεση γύρω από το κλιματιστικό εντάσσεται σε μια μακρά παράδοση καχυποψίας απέναντι σε νέες τεχνολογίες: από το ηλεκτρικό φως και τα ψυγεία, μέχρι τα πλυντήρια και τη θέρμανση. Παρά τις αντιστάσεις, οι συσκευές αυτές άλλαξαν τη ζωή, ιδιαίτερα των γυναικών, μειώνοντας δραστικά τον χρόνο οικιακής εργασίας και ανοίγοντας τον δρόμο για την εργασία εκτός σπιτιού.

Το κλιματιστικό, λοιπόν, παραμένει σύμβολο άνεσης αλλά και ενοχής.  Mια τεχνολογία που προσφέρει ανακούφιση, ενώ ταυτόχρονα τροφοδοτεί το πρόβλημα που προσπαθεί να λύσει. Το ερώτημα είναι αν, σε ένα μέλλον με πλήρως ανανεώσιμη ενέργεια, η χρήση του θα πάψει να θεωρείται πολυτέλεια και θα ενταχθεί απλώς στα αυτονόητα μέσα διαβίωσης.