Τώρα που προσωρινά οι μηχανές των μαχητικών του Ισραήλ έσβησαν και οι εκτοξευτήρες ιρανικών πυραύλων σίγησαν, μπορούμε να εξαγάγουμε κάποια χρήσιμα στρατηγικά συμπεράσματα από τον πόλεμο των 12 ημερών.
Το μεγαλύτερο δίδαγμα το αντλούμε από την αρχή της ισραηλινής επιχείρησης «Rising Lion», στις 13 Ιουνίου, όταν το Ιράν αντιμετώπισε πρωτοφανείς απώλειες στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία του. Οι αιφνιδιαστικές αεροπορικές επιδρομές του Ισραήλ στόχευσαν και «αποκεφάλισαν» εν μιά νυκτί κορυφαίους ανώτατους διοικητές, αναγκάζοντας την Τεχεράνη σε άμεσες αντικαταστάσεις ως μέρος στρατηγικής επιβίωσης. Αυτό το σημείο έκρινε εν πολλοίς και την έκβαση του πολέμου.
Η απορρόφηση του πρώτη χτυπήματος
Η ταχεία αντικατάσταση ανώτατων στρατιωτικών ηγετών του Ιράν αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα στρατηγικής ευελιξίας και οργανωτικής ανθεκτικότητας. Η ικανότητα της Τεχεράνης να απορροφήσει αυτές τις σημαντικές απώλειες, ν’ αναδιοργανωθεί τάχιστα και να εξαπολύσει αντεπίθεση μας προσφέρει πολύτιμα διδάγματα για τις σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις, τα οποία θα είναι καλά τόσο σε Κύπρο όσο και Ελλάδα να μελετήσουν.
Το ισραηλινό χτύπημα εξόντωσε ανώτατους αξιωματικούς των Φρουρών της Επανάστασης (IRGC), προκάλεσε κενά στην αντιαεροπορική άμυνα και οδήγησε προσωρινά σε ελλιπή συντονισμό. Η αντίδραση της Τεχεράνης ήταν άμεση και περιελάμβανε την αντικατάσταση κορυφαίων στελεχών του IRGC και της αεράμυνας, την αναδιοργάνωση της στρατηγικής διοίκησης και την προβολή ενός ενωτικού αφηγήματος γύρω από το καθήκον των αξιωματικών και τη θυσία. Οι αλλαγές υλοποιήθηκαν με σχεδόν μηδενική χρονοκαθυστέρηση, κάτι που δείχνει την ύπαρξη προκαθορισμένων σχεδίων διαδοχής και την ύπαρξη στρατιωτικού "βάθους" ηγεσίας σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχει κάτι ανάλογο στον ελληνικό χώρο;
Το Ιράν επέλεξε στη δεύτερη φάση για τις θέσεις-κλειδιά βετεράνους του πολέμου Ιράν–Ιράκ. Άνδρες με εμπειρία σε συνθήκες ασύμμετρου πολέμου και διαχείρισης κρίσεων. Η επιλογή αυτή έδωσε μια σταθερότητα και στρατηγική συνέχεια, ωστόσο φαίνεται να υστερούσε σε ιδέες και την προσαρμοστικότητα σε νέες τεχνολογίες. Παράλληλα, όλοι οι νέοι διοικητές είναι πλήρως ευθυγραμμισμένοι με την ιδεολογία της Ισλαμικής Δημοκρατίας και δεσμεύτηκαν δημόσια για εκδίκηση και συνέχιση της αντίστασης, στοιχείο που έριξε λάδι στη φωτιά της κλιμάκωσης.
Οργανωτική ανθεκτικότητα
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ανασύνταξης αποτελεί ο διορισμός του υποστρατήγου Abdolrahim Mousavi ως νέου Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων. Ο Mousavi είναι βετεράνος αξιωματικός με συμμετοχή σε κρίσιμες στρατιωτικές επιχειρήσεις και εξειδίκευση στην αμυντική στρατηγική. Ο ταξίαρχος Ahmad Vahidi ανέλαβε τη διοίκηση των Φρουρών της Επανάστασης, φέρνοντας μαζί του εμπειρία από τη Δύναμη Quds και το Υπουργείο Άμυνας. Τέλος, ο υποστράτηγος Amir Hatami, πρώην Υπουργός Άμυνας και επίσης βετεράνος του πολέμου, ανέλαβε τη διοίκηση του Στρατού.
Επί της ουσίας, το βασικό στρατηγικό μάθημα από την ιρανική προσέγγιση είναι η σημασία της οργανωτικής ανθεκτικότητας. Η ικανότητα διατήρησης επιχειρησιακής συνοχής, ακόμη και όταν αποκεφαλίζεται η ηγεσία, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα επιβίωσης. Οι σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις οφείλουν να διαθέτουν ακόμη και «εφεδρικούς ηγέτες» και καθιερωμένα σχέδια διαδοχής για την αποφυγή λειτουργικής κατάρρευσης. Επιπλέον, η ικανότητα ταχείας αντίδρασης συνδέεται άμεσα με το πόσο συμπαγής είναι η εξουσία. Ο Χαμενεΐ, ως απόλυτος αποφασιστικός παράγοντας, μπόρεσε να καλύψει τα κενά αμέσως. Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η ισραηλινή πλευρά (και οι Αμερικανοί) δηλώνουν πως, αν ήθελαν, θα μπορούσαν να εξοντώσουν και τον ίδιο τον Αγιατολάχ, γεγονός που προκαλεί ερωτηματικά για την ευαλωτότητα του συστήματος σε περίπτωση στοχοποίησης του ίδιου του ανώτατου ηγέτη.
Από την πλευρά του επιτιθέμενου, οι στοχευμένες επιθέσεις κατά ηγετικών προσώπων, η λεγόμενη «στρατηγική αποκεφαλισμού», μπορούν να φέρουν προσωρινό επιχειρησιακό όφελος. Σπάνια, όμως, μπορούν ν’ αποδώσουν καταλυτικά αν δεν υπάρξει συνεχής πίεση. Αντιθέτως, συχνά ενισχύουν την εσωτερική συνοχή του αντιπάλου και επιταχύνουν την επιθετική του απάντηση. Το Ιράν διαχειρίστηκε τις απώλειες με ψυχραιμία, ενίσχυσε το ισλαμικό αφήγημα περί «θυσίας» και «μαρτύρων» και μετατόπισε το βάρος στη στρατηγική εκδίκησης, ενισχύοντας την αποτρεπτική του ισχύ. Να ληφθεί υπ’ όψιν πως η Ισλαμική Τουρκία λειτουργεί σε κάποιο βαθμό σε ανάλογο μοτίβο. Κάθε θάνατος Τούρκου στρατιώτη στο πεδίο της μάχης δεν είναι απλώς μια κηδεία, αλλά εκλαμβάνεται μια «γιορτή» ενός ακόμη «μάρτυρα».
Δόγμα Begin και σύνδεση ραντάρ
Σ’ ένα άλλο επίπεδο, η ισραηλινή αεροπορική επιχείρηση εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων Fordo, Natanz και Isfahan αποτέλεσε ένα κλασικό παράδειγμα εφαρμογής του Δόγματος Begin: έγκαιρο πλήγμα πριν ο αντίπαλος αποκτήσει μη αναστρέψιμες ικανότητες. Το Δόγμα Begin είναι η πολιτική του Ισραήλ για προληπτικά πλήγματα κατά χωρών που επιχειρούν να αποκτήσουν όπλα μαζικής καταστροφής, κυρίως πυρηνικά. Διατυπώθηκε επίσημα το 1981, μετά την επίθεση στον ιρακινό αντιδραστήρα Οσιράκ και παραμένει βασική αρχή της ισραηλινής στρατηγικής ασφάλειας.
Μετά την πρώτη επίθεση, το Ιράν αιφνιδιάστηκε πλήρως. Η αποτυχία διασύνδεσης των ραντάρ και των αντιαεροπορικών συστημάτων Tor και Khordad-15 οδήγησε σε απομόνωση των μέσων αεράμυνας και αδυναμία συνδυασμένης αντίδρασης.
Το δίδαγμα σε αυτήν την περίπτωση είναι πως, χωρίς διακλαδική δικτύωση των ραντάρ, ακόμη και τα πιο σύγχρονα συστήματα είναι ευάλωτα.
Ηλεκτρονικός πόλεμος και κορεσμός
Ως απάντηση, η Τεχεράνη εξαπέλυσε μαζική επίθεση με 100 drones, παλαιούς βαλλιστικούς πυραύλους ως δολώματα, και υπερηχητικούς Fattah. Παράλληλα, αξιοποίησε παρεμβολές και spoofing για να μειώσει την αποτελεσματικότητα του Iron Dome. Το ποσοστό αναχαίτισης των ισραηλινών πυραύλων μειώθηκε, ενώ δεν έλειψαν και τα περιστατικά φιλικών πυρών.
Επομένως ο συνδυασμός ταχύτητας και ηλεκτρονικού πολέμου μπορεί να αιφνιδιάσει ακόμα και ανεπτυγμένα αντιαεροπορικά δίκτυα.
Πολυεπίπεδη άμυνα και τεχνολογική υπεροχή
Αναλυτές εκτιμούν πως, παρά τον αιφνιδιασμό, το ισραηλινό σύστημα πολυεπίπεδης άμυνας (Iron Dome – David’s Sling – Arrow) απέδωσε με μέσο ποσοστό επιτυχίας 86%. Έτσι το πολυεπίπεδο μοντέλο παραμένει βασικό, αλλά θα πρέπει πάντα να συνοδεύεται από δυναμικές αναβαθμίσεις λογισμικού και ηλεκτρονικού πολέμου. Αυτό πρέπει να υπολογίσει και η Κύπρος και η Ελλάδα, που επιδιώκουν ν’ αναβαθμίσουν της αντιβαλλιστικές τους ομπρέλες με διάφορα πυραυλικά συστήματα.
Η τεχνολογική υπεροχή του Ισραήλ και ο επιχειρησιακός σχεδιασμός αποδείχθηκαν καθοριστικοί. Η παράλληλη χρήση προηγμένων αεροσκαφών όπως F‑35, F‑15 και F‑16, μαζί με drones και πληροφοριακή υποστήριξη, επέτρεψαν τη μεγιστοποίηση αποτελεσμάτων και την ελαχιστοποίηση των ζημιών. Αυτή η ολιστική προσέγγιση, που συνδυάζει τεχνολογία, πληροφορία και σχεδιασμό, προσφέρει σαφές πλεονέκτημα στο σύγχρονο πεδίο μάχης
Οι περιορισμοί της στρατηγικής των proxies
Oργανώσεις όπως η Χεζμπολάχ, οι Χούθι, απέφυγαν να εμπλακούν πλήρως. Η επιχειρησιακή τους ανεπάρκεια, η απειλή ισραηλινής ή αμερικανικής συντριπτικής αντίδρασης και οι πολιτικές ευαισθησίες στις χώρες τους οδήγησαν σε στάση αναμονής.
Αυτό μας διδάσκει πως όταν το «κεντρικό κράτος» δέχεται πλήγμα υψηλής έντασης, η χρησιμότητα των πληρεξουσίων (proxies) περιορίζεται αισθητά.
Ελεγχόμενη κλιμάκωση: Ο ρόλος των ΗΠΑ
Οι αμερικανικές επιθέσεις περιορίστηκαν αυστηρά στις πυρηνικές υποδομές, αποφεύγοντας στόχους όπως διυλιστήρια ή στρατηγικές εγκαταστάσεις. Ο Τραμπ διέταξε παύση πυρός μόλις επιτεύχθηκαν οι βασικοί στόχοι, αποτρέποντας μια παρατεταμένη σύρραξη.
Επομένως ο σαφής καθορισμός στόχων και η στρατηγική αυτοσυγκράτησης συμβάλλουν στην ταχεία αποκλιμάκωση και αποφυγή γενικευμένου πολέμου.
Έλεγχος πληροφορίας, ψευδείς ειδήσεις και ενιαίο αφήγημα
Η ταχύτητα και η συνοχή στην επικοινωνιακή διαχείριση του πολέμου αποδείχθηκαν κρίσιμες για τη διατήρηση της εσωτερικής συνοχής και της διεθνούς εικόνας των δύο χωρών. Το Ιράν προχώρησε σε επιβράδυνση και τελικά διακοπή του διαδικτύου, απαγορεύοντας την πρόσβαση σε εφαρμογές και ιστοσελίδες, ώστε να περιορίσει τη διάδοση πληροφοριών και να ελέγξει το αφήγημα του πολέμου. Από την άλλοι οι ισραηλινές Αρχές δεν επέτρεπαν την δημοσίευση πληγμάτων του Ιράν σε έδαφος του Ισραήλ.
Η διάδοση παραποιημένων πληροφοριών και ψευδών βίντεο από το Ιράν και τις παραστρατιωτικές του οργανώσεις ανέδειξε την κρισιμότητα του πληροφοριακού πολέμου. Η ανάγκη για ενσωμάτωση ανίχνευσης ψευδών ειδήσεων, κυβερνοάμυνας και παρακολούθησης του πληροφοριακού χώρου στον επιχειρησιακό σχεδιασμό είναι πλέον επιτακτική.
Η εκπαίδευση στρατιωτών αλλά και πολιτών στους κινδύνους των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης και στη σωστή χρήση τους είναι πλέον απαραίτητη για την αποφυγή διαρροών και την προστασία της επιχειρησιακής ασφάλειας.
Συνολικά, η εμπειρία του Ιράν αναδεικνύει πως η ταχύτητα, η εσωτερική πειθαρχία, η προετοιμασία για το αναπάντεχο και η διαχείριση της κοινής γνώμης είναι παράγοντες εξίσου καθοριστικοί με την ισχύ των όπλων. Ταυτόχρονα, επισημαίνει τις εγγενείς αδυναμίες των αυταρχικών δομών εξουσίας, ιδιαίτερα όταν αυτές συγκεντρώνονται σε λίγα πρόσωπα. Το ιρανικό μοντέλο μπορεί να χρησιμεύσει τόσο ως παράδειγμα επιτυχούς διαχείρισης κρίσης όσο και ως υπενθύμιση των ορίων της στρατιωτικής αποτροπής μέσω στοχευμένων επιθέσεων.
Ο πολύτιμος χρόνος της ειρήνης
Συμπερασματικά, η σύγκρουση αυτή δεν ήταν μόνο πολεμική αναμέτρηση αλλά και σύγκρουση στρατηγικών, τεχνολογιών, ανθεκτικότητας και πολιτικής βούλησης.
Υπάρχει στην Ελλάδα και στην Κύπρο ανάλογο επίπεδο σχεδιασμού, πρόβλεψης και ευελιξίας; Διαθέτουμε δομές στρατιωτικής διαδοχής, ταχύτητα αντίδρασης, στρατηγική επικοινωνίας και πολυκλαδικό επιχειρησιακό σχεδιασμό; Η ικανότητα επιβίωσης και νίκης δεν είναι θεωρητική. Είναι θέμα ετοιμότητας, βάθους, τεχνολογικής επάρκειας, εκπαίδευσης και, κυρίως, πολιτικής βούλησης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Σημερινή 6/7/25