Η Ρωσία και η Ουκρανία προχώρησαν σήμερα σε ανταλλαγή αιχμαλώτων πολέμου που περιελάμβανε αιχμαλώτους κάτω των 25 ετών και άλλους που έχουν τραυματιστεί σοβαρά, κατά την έναρξη αυτής που θα μπορούσε να γίνει η μεγαλύτερη ανταλλαγή αιχμαλώτων πολέμου μέχρι τώρα από την έναρξη του πολέμου.

Η ανταλλαγή, που ανακοινώθηκε και από τις δύο πλευρές, ήταν αποτέλεσμα των απευθείας συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη στις 2 Ιουνίου που κατέληξαν σε συμφωνία για την ανταλλαγή τουλάχιστον 1.200 αιχμαλώτων πολέμου από κάθε πλευρά και τον επαναπατρισμό χιλιάδων σορών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον πόλεμο.

Η επιστροφή των αιχμαλώτων πολέμου και ο επαναπατρισμός των σορών των νεκρών είναι από τα λίγα πράγματα στα οποία κατάφεραν να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές, αν και οι ευρύτερες διαπραγματεύσεις απέτυχαν να φέρουν πιο κοντά το τέλος του πολέμου, που διανύει τον τέταρτο χρόνο.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε πως η χώρα του παρέλαβε μια πρώτη ομάδα αιχμαλώτων από τη Ρωσία και ότι θα χρειαστούν αρκετές ημέρες προκειμένου να ολοκληρωθεί η ανταλλαγή.

"Η σημερινή ανταλλαγή ξεκίνησε. Θα γίνει σε αρκετά στάδια τις επόμενες ημέρες", είπε ο Ζελένσκι στην εφαρμογή Telegram.

"Η διαδικασία είναι αρκετά περίπλοκη, με πολλές ευαίσθητες λεπτομέρειες, και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται σχεδόν καθημερινά. Στηριζόμαστε στην πλήρη εφαρμογή των ανθρωπιστικών συμφωνιών που επιτεύχθηκαν κατά τη συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να φέρουμε πίσω κάθε έναν ξεχωριστά".

Καμιά πλευρά δεν είπε πόσοι αιχμάλωτοι ανταλλάχθηκαν σήμερα, όμως το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ανέφερε στη δική του δήλωση πως ίσος αριθμός στρατιωτών ανταλλάχθηκαν σε κάθε πλευρά.

Ο σύμβουλος του Κρεμλίνου Βλαντίμιρ Μεντίνσκι δήλωσε το Σαββατοκύριακο πως ένας πρώτος κατάλογος 640 αιχμαλώτων πολέμου έχει παραδοθεί στην Ουκρανία.

Ο ρωσικός στρατός δήλωσε πως οι στρατιώτες του που επιστράφηκαν βρίσκονται τώρα στη Λευκορωσία, στενό σύμμαχο της Ρωσίας, όπου λαμβάνουν ψυχολογική και ιατρική βοήθεια προτού μεταφερθούν στη Ρωσία για περαιτέρω ιατρική φροντίδα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ-Reuters-AFP