Η πρωτεΐνη έχει αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες σύγχρονες διατροφικές εμμονές, ιδιαίτερα μέσα από το TikTok και τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό που κάποτε αποτελούσε συμπλήρωμα για αθλητές και bodybuilders, έχει πλέον μετατραπεί σε καθημερινή συνήθεια για εκατομμύρια ανθρώπους, με τις αναζητήσεις για «high-protein diet» να φτάνουν σε ιστορικά υψηλά το 2025. Η αφετηρία της τάσης εντοπίζεται στα lockdown της πανδημίας, όταν η ζωή μεταφέρθηκε στο σπίτι και η προσωπική φροντίδα, η διατροφή και η γυμναστική έγιναν ψηφιακή εμπειρία. Σταδιακά, μέσα από βίντεο τύπου «What I eat in a day», οδηγούς fitness και προγράμματα μακροθρεπτικών, η ιδέα ότι η πρωτεΐνη είναι το κλειδί για μια υγιή και «βελτιστοποιημένη» ζωή παγιώθηκε.

Ο ρόλος των influencers και των celebrities

Σημαντικό ρόλο στη διάδοση της «πρωτεϊνικής κουλτούρας» έπαιξαν οι influencers και οι celebrities. Δημόσια πρόσωπα όπως η Venus Williams, η Khloe Kardashian και η Jennifer Aniston έχουν λανσάρει δικά τους προϊόντα, ενώ ακραίες δίαιτες όπως η carnivore diet προωθούνται έντονα από γνωστά πρόσωπα του διαδικτύου. Για ορισμένες διαδικτυακές κοινότητες, η πρωτεΐνη δεν είναι απλώς θρεπτικό συστατικό, αλλά τρόπος ζωής και ιδεολογία. Η εμπορική ανταπόκριση είναι τεράστια, με την παγκόσμια αγορά πρωτεϊνικών προϊόντων να φτάνει τα 114 δισεκατομμύρια δολάρια και τις πωλήσεις shakes και snacks υψηλής πρωτεΐνης να έχουν εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια.

Η ιστορία των πρωτεϊνικών συμπληρωμάτων έχει βαθιές ρίζες. Ξεκινά από τον 19ο αιώνα με τα πρώτα εκχυλίσματα κρέατος, συνεχίζεται με την εμφάνιση του Plasmon και των πρώτων protein powders, και απογειώνεται μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τα Super Hi-Protein shakes του Bob Hoffman. Στη δεκαετία του 1970 τα συμπληρώματα συνδέονται με δίαιτες αδυνατίσματος, ενώ τη δεκαετία του 1980 επηρεάζουν έντονα οι τάσεις για γυμνασμένα σώματα και low-carb διατροφή. Στις αρχές του 21ου αιώνα, με το fitness να γίνεται mainstream, η πρωτεΐνη αποκτά σταδιακά την εικόνα απαραίτητου στοιχείου για την καθημερινή απόδοση και εμφάνιση.

 Σήμερα, το TikTok και το Instagram καθορίζουν τις διατροφικές επιλογές των νεότερων γενεών. Ένας στους τέσσερις ενήλικες στο Ηνωμένο Βασίλειο καταναλώνει συστηματικά protein shakes, ενώ η ζήτηση για whey έχει αυξηθεί τόσο ώστε δημιουργούνται ελλείψεις. Οι εταιρείες τροφίμων εκμεταλλεύονται την τάση προσθέτοντας φθηνές πρωτεΐνες σε διάφορα προϊόντα, γνωρίζοντας ότι οι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερο για κάτι που φέρει την ένδειξη «high-protein».

Η προειδοποίηση των ειδικών 

Οι ειδικοί, ωστόσο, προειδοποιούν ότι αυτή η μαζική στροφή προς την πρωτεΐνη συχνά βασίζεται σε παρανοήσεις. Οι περισσότερες δυτικές δίαιτες έχουν ήδη επαρκή ποσότητα πρωτεΐνης και η υπερβολική κατανάλωση μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως κακοσμία, πεπτικές ενοχλήσεις, αφυδάτωση και αύξηση βάρους. Μακροπρόθεσμα, η πολύ υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης, ιδιαίτερα ζωικής, ενδέχεται να συνδέεται με καρδιαγγειακά νοσήματα και δυσλειτουργίες του ήπατος και των νεφρών. Επιπλέον, έρευνες όπως εκείνη της Consumer Reports έχουν ανιχνεύσει βαρέα μέταλλα, όπως μόλυβδο, σε αρκετά προϊόντα πρωτεΐνης.

Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης για έναν μέσο ενήλικα είναι περίπου 0,8 γραμμάρια ανά κιλό σωματικού βάρους, φτάνοντας έως 1,2 γραμμάρια για όσους ασκούνται συστηματικά. Οι υπερβολές που βλέπουμε online, όπως η λήψη 2–2,2 γραμμαρίων ανά κιλό, συχνά αντικαθιστούν άλλα σημαντικά θρεπτικά συστατικά. Η ιδανική πηγή πρωτεΐνης, τονίζουν, πρέπει να είναι η πραγματική τροφή – κρέας, ψάρια, αυγά, όσπρια, γαλακτοκομικά – και τα συμπληρώματα να χρησιμοποιούνται επικουρικά, όχι ως κύρια βάση διατροφής.

Παρά τη σημερινή έκρηξη της δημοτικότητας, η πρωτεΐνη δεν παύει να είναι απλώς ένα μέρος της μεγάλης εικόνας της διατροφής και της υγείας. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι καμία μαγική λύση δεν υπάρχει και ότι η ισορροπία είναι το κλειδί. Ωστόσο, η εμμονή γύρω από την πρωτεΐνη – από τα ράφια των καταστημάτων μέχρι τα βίντεο του TikTok και την pop κουλτούρα των celebrities – δείχνει πως η τάση θα συνεχίσει να διαμορφώνει τον δημόσιο διάλογο για πολλά ακόμα χρόνια.